Ο Μάικλ Σιν χαλάρωνε στο σπίτι του στο Λος Άντζελες όταν υπέπεσε στην αντίληψή του μία αναφορά σε έναν άνδρα, τον Ντάγκλας Γκόαν, στη Wikipedia.
Το απόσπασμα της Wikipedia έλεγε πως ο άνδρας είχε ανακαλύψει επικίνδυνα υψηλά επίπεδα μιας τοξικής ουσίας που διέρρεε από μια χωματερή σε κοντινές αγροτικές εκτάσεις στη νότια Ουαλία.
Προβληματισμένος, ο Σιν φρόντισε να συναντήσει τον Γκόαν, ο οποίος τότε ήταν σοβαρά άρρωστος και είχε λίγους μήνες ζωής, ενώ κανόνισε να καταγράψει την τελευταία του μαρτυρία, κάνοντας ευρέως γνωστό ένα σκοτεινό μυστικό.
Η ιστορία ξεκινά το 1967, όταν ο Γκόαν, ο οποίος εργαζόταν ως σύμβουλος για την Εθνική Ένωση Αγροτών, κλήθηκε να εξετάσει ένα άσχημα παραμορφωμένο μοσχάρι σε μία φάρμα κοντά στην πόλη Λάντισαντ.
Ο Γκόαν είχε ακούσει διάφορες περίεργες ιστορίες από την περιοχή, αλλά αυτό που είδε έμελλε να αλλάξει τη ζωή του.
«Βλέπω αυτό το μοσχάρι να κείτεται στο γρασίδι. Τρία πόδια, χωρίς ουρά. Το πρόσωπό του ήταν θλιμμένο. Χωρίς γεννητικά όργανα. Ήταν εκεί στην αγκαλιά μου. Και ήταν μια στιγμή που άλλαξε τη ζωή μου», είπε αργότερα στον Σιν.
Ο Γκόαν ήθελε να μάθει ποιος ήταν υπεύθυνος γι’ αυτό και να λογοδοτήσει. Έτσι, άρχισε να συλλέγει δείγματα από το νερό που ερχόταν από τη χωματερή και να τα στέλνει σε ένα εργαστήριο, όπου οι επιστήμονες βρήκαν έναν γνωστό τύπο χημικών επιβραδυντικών πυρκαγιάς, τα πολυχλωριωμένα διφαινύλια (PCBs).
Τα PCBs είναι πλέον γνωστό ότι είναι εξαιρετικά τοξικά και η παραγωγή τους έχει απαγορευτεί σε 151 χώρες, συμπεριλαμβανομένου του Ηνωμένου Βασιλείου.
Ωστόσο, πίσω στη δεκαετία του 1960, οι χημικές ουσίες χρησιμοποιούνταν σε προϊόντα όπως τα χρώματα και το χαρτί για να εμποδίσουν την ανάφλεξή τους.
Οι συγκεκριμένες ουσίες συνδέονταν σε μεγάλο βαθμό με μια εταιρεία, τη Monsanto, το εργοστάσιο της οποίας στην Ευρώπη βρισκόταν στο Νιούπορτ της νότιας Ουαλίας.
Η εταιρεία, που δεν υπάρχει πλέον, παρήγαγε χιλιάδες τόνους PCBs που θάβονταν σε χωματερές.
Ο Γκόαν άρχισε να φοβάται ότι η χημική ουσία εισερχόταν στην τροφική αλυσίδα - μέσω των αγρών, των βοοειδών, του κρέατος και του γάλακτος.
Ο άνδρας, ο οποίος πέθανε το 2018 σε ηλικία 74 ετών, πίστευε ότι υπήρξε συνωμοσία για να τον φιμώσουν και πέρασε ένα διάστημα σε πρόγραμμα προστασίας μαρτύρων. Τα περισσότερα από τα στοιχεία που είχε συλλέξει και τα έγγραφά του δεν δόθηκαν ποτέ στη δημοσιότητα.
Μετά τον θάνατό του, τα εμπιστευτικά του έγγραφα κατέληξαν σε έναν βουλευτή, ο οποίος συμφώνησε να τα μοιραστεί με τους οικοδεσπότες ενός νέου podcast με τίτλο Buried: The Last Witness στο BBC Radio 4. Και κάπως έτσι, ενεπλάκη και ο ηθοποιός Μάικλ Σιν.
Ενώ καθόταν στο σπίτι του στο Λος Άντζελες πάνω από τον υπολογιστή ένιωσε πως «έπεσε πάνω σε κάτι σημαντικό», ανέφερε ο Σιν.
«Σκέφτομαι πως είναι κάτι που σίγουρα οι άνθρωποι πρέπει να γνωρίζουν, γιατί αυτό είναι εξαιρετικό».
Έτσι, ο Σιν έψαξε και εντόπισε τον Γκόαν το 2017, έναν μόλις χρόνο πριν πεθάνει. Ο ηθοποιός πέρασε ένα ολόκληρο Σαββατοκύριακο, καταγράφοντας την ιστορία του: «Φαινόταν πολύ πρόθυμος να πει την ιστορία του και επίσης νομίζω ότι έγινε σαφές ότι ένιωθε ότι μπορεί να μην είχε πολύ χρόνο».
Ο Γκόαν, ο οποίος επισκεπτόταν συνέχεια το αγρόκτημα στη νότια Ουαλία για να πάρει πολλαπλά δείγματα όλα αυτά τα χρόνια, πίστευε ότι η έκθεση στα PCBs είχε επηρεάσει την υγεία του.
«Έχω όλων των ειδών τα προβλήματα. […] Νομίζω ότι σχεδόν όλα μπορούν να αποδοθούν στην έκθεσή μου σχετικά με τα PCBs», είπε ο Γκόαν στον Σιν κατά τη διάρκεια του podcast.
Ο άνδρας, σύμφωνα με τον ηθοποιό, ήταν θυμωμένος, όχι μόνο γιατί τα PCBs, είχαν επηρεάσει την υγεία του και πολλών άλλων, αλλά κυρίως γιατί κανείς δεν έκανε τίποτα.
«Οι περισσότερες σειρές αληθινών εγκλημάτων έχουν ένα θύμα, για το οποίο όλοι νιώθουμε συμπάθεια. Αλλά σε αυτή, γνωρίζουμε το δηλητήριο, γνωρίζουμε τους ενόχους, αλλά το τρομακτικό ερώτημα είναι το εξής: «μήπως είμαστε όλοι θύματα;», αναρωτιέται ο παραγωγός του podcast, Νταν Άσμπι, προσθέτοντας πως ποτέ στην καριέρα του μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχε καταγράψει μία έρευνα που να αφορά τόσους πολλούς.
Πηγή: BBC