Χωρεί δημοψήφισμα για την καθιέρωση του γάμου μεταξύ ομόφυλων;

Η πρώτη χώρα όπου αναγνωρίστηκε το δικαίωμα σύναψης γάμου από δύο πρόσωπα χωρίς διάκριση ως προς το φύλο τους ήταν η Ιρλανδία έπειτα από δημοψήφισμα!
smartboy10 via Getty Images

Τοποθετούμενος σχετικά με το σοβαρό ζήτημα εάν πρέπει να κατοχυρωθεί νομικά ο γάμος μεταξύ ομοφύλων ζευγαριών και η δυνατότητά τους να αποκτήσουν τέκνα μέσω υιοθεσίας ή παρένθετης μητρότητας, ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος πρότεινε την ιδέα της διενέργειας δημοψηφίσματος, επειδή «σε τέτοια θέματα δεν μπορεί να πάρει θέση μόνος του ο Αρχιεπίσκοπος ή ο Πρωθυπουργός», αλλά η κυβέρνηση αρνήθηκε απαντώντας δια του κυβερνητικού εκπροσώπου ότι «στην Ελλάδα τα ζητήματα δικαιωμάτων δεν λύνονται με δημοψηφίσματα» . Ωστόσο, τα πράγματα δεν είναι έτσι:

Το άρθρο 44 παρ. 2 του Συντάγματος που αναφέρεται στα δημοψηφίσματα δεν απαγορεύει την διενέργεια δημοψηφίσματος που αφορά στην κατοχύρωση κάποιου δικαιώματος. Απεναντίας, προβλέπει δύο δυνατότητες διενέργειας δημοψηφισμάτων: Είτε το δημοψήφισμα για «κρίσιμα εθνικά θέματα» που προκηρύσσεται ύστερα από απόφαση της απόλυτης πλειοψηφίας του όλου αριθμού των βουλευτών, κατόπιν πρότασης του Υπουργικού Συμβουλίου, είτε το δημοψήφισμα «για ψηφισμένα νομοσχέδια που ρυθμίζουν σοβαρό κοινωνικό ζήτημα, εκτός από τα δημοσιονομικά» , το οποίο αποφασίζεται από τα 3/5 του συνόλου των βουλευτών, ύστερα από πρόταση των 2/5. Ένα δημοψήφισμα για την κατοχύρωση του γάμου των ομοφύλων κατά την άποψή μου θα μπορούσε να προκληθεί και με τις δύο προαναφερθείσες εναλλακτικές δυνατότητες, καθώς, ως ζήτημα που σχετίζεται με την δομή, την σύσταση και το μέλλον της ελληνικής οικογένειας, θα έλεγε κανείς ότι αποτελεί και κρίσιμο εθνικό θέμα, αλλά – προφανώς- και σοβαρό κοινωνικό ζήτημα.

Ασφαλώς, κάθε δημοψήφισμα (εκτός εάν είναι συνταγματικό), δεν επιτρέπεται να έρχεται σε αντίθεση με το Σύνταγμα και συνεπώς δεν μπορεί να καταργεί ή να περιορίζει υφιστάμενο συνταγματικό δικαίωμα. Αλλά τούτο ισχύει και για κάθε νόμο που ψηφίζει η βουλή. Σε μία τέτοια περίπτωση, η αντισυνταγματικότητα του περιεχομένου του δημοψηφίσματος θα κριθεί από τα δικαστήρια. Συνεπώς, η θέση ότι γενικά και a priori δεν είναι σωστό ή απαγορεύεται να γίνει δημοψήφισμα που αφορά δικαιώματα, όχι μόνο δεν έχει κανένα νομικό έρεισμα, αλλά έρχεται σε αντίθεση με το ελληνικό Σύνταγμα.

Στην πραγματικότητα, παγκοσμίως, πλήθος θεμελιωδών δικαιωμάτων όπως τα δικαιώματα των μαύρων και των ιθαγενών, η ψήφος και η ισότητα των γυναικών, οι αμβλώσεις, η ηλικία της ψήφου, ή η κατάργηση της θανατική ποινής, έχουν κριθεί και έχουν αναγνωριστεί μέσω δημοψηφισμάτων.

Εάν μάλιστα ερευνήσει κάποιος ειδικά το ζήτημα του γάμου μεταξύ ομοφύλων, θα διαπιστώσει ότι η πρώτη χώρα στην οποία αναγνωρίστηκε το δικαίωμα σύναψης γάμου από δύο πρόσωπα χωρίς διάκριση ως προς το φύλο τους ήταν η Ιρλανδία και τούτο συνέβη με το δημοψήφισμα 22 Μαΐου 2015, όπου οι πολίτες ενέκριναν την σχετική πρόταση με ποσοστό 62,07%. Με δημοψήφισμα έχει αναγνωρίσει επίσης τον γάμο των ομοφύλων η Ελβετία το 2021 με ποσοστό 64%, ενώ στις ΗΠΑ αντίστοιχα δικαιώματα έχουν αναγνωριστεί μέσω δημοψηφισμάτων που διενεργήθηκαν στις πολιτείες του Μέην, του Μέριλαντ και της Ουάσιγκτον ήδη από το 2012, με ποσοστά περίπου 54% , αφού προηγουμένως σε προηγούμενες δεκαετίες οι πολίτες είχαν αποφασίσει αντίθετα.

Η παγκόσμια πρακτική έχει αποδείξει ότι, ιδίως υπό συνθήκες ορθής ενημέρωσης και διαβούλευσης, η κοινωνία των πολιτών μπορεί να αποφασίζει με γνώμονα το συμφέρον του συνόλου της κοινωνίας, χωρίς αποκλεισμούς.

Στην Ελλάδα η άποψη της κυβέρνησης και άλλων που υποστηρίζουν ότι οι πολίτες δεν δικαιούνται, δεν μπορούν και δεν πρέπει να αποφασίσουν ως προς τον γάμο των ομοφύλων δεν είναι μεμονωμένη. Απεναντίας, εντάσσεται στην γενικότερη τακτική αποκλεισμού των πολιτών από κάθε δυνατότητα άμεσης συμμετοχής στην πολιτική εξουσία. Πρόκειται για την ίδια τακτική που κατά καιρούς έχει εκφραστεί με την μη προσφυγή στην λαϊκή ετυμηγορία για πλήθος καίριων ζητημάτων, με τον ευτελισμό του θεσμού κατά το δημοψήφισμα του 2015, με την άρνηση καθιέρωσης του θεσμού του υποχρεωτικού δημοψηφίσματος και του συνταγματικού δικαιώματος πρόκλησης δημοψηφίσματος με συλλογή υπογραφών που απολαμβάνουν πολίτες δεκάδων άλλων κρατών, με την κατά παράβαση του Συντάγματος μη ενεργοποίηση του θεσμού της νομοθετικής πρωτοβουλίας πολιτών που προβλέπεται από το 2019 στο άρ. 73 παρ. 6 του Συντάγματος και με την αναστολή διενέργειας ακόμη και τοπικών δημοψηφισμάτων.

Σιγά - σιγά η στάση αυτή φαίνεται ότι αποτολμά πλέον να προβάλει και ιδεολογικό περιεχόμενο, αντιδραστικό και αντιδημοκρατικό όσο και η ίδια, το οποίο συνοψίζεται στα εξής: «Οι πολίτες δεν είναι ικανοί να κρίνουν και να αποφασίζουν. Άξιοι να αποφασίζουν είναι μόνο οι εκλεγμένοι αντιπρόσωποι των πολιτών, οι οποίοι, επειδή ακριβώς είναι ανώτεροι από τον λαό, δεν έχουν υποχρέωση να λαμβάνουν υπόψη την άποψη της πλειοψηφίας».

Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, αυτός είναι ο ορισμός της ολιγαρχίας.

Δημοφιλή