Του Μιχάλη Μαθιουλάκη, Αναλυτή Ενεργειακής Στρατηγικής, Ακαδημαϊκού Διευθυντή του Greek Energy Forum, και επιστημονικού συνεργάτη του ΕΛΙΑΜΕΠ για θέματα ενέργειας.
Το 2024 ήταν μια σχετικά σταθερή και ήσυχη χρονιά όσον αφορά τις εξελίξεις στον ενεργειακό τομέα της Ελλάδας τόσο σε όρους ασφάλειας εφοδιασμού όσο και σε σχέση με τα επίπεδα τιμών της ενέργειας. Αντίστοιχα δεδομένα είχαμε, σε γενικές γραμμές, και στην υπόλοιπη ΕΕ. Ενώ κατά καιρούς οι γεωπολιτικές εξελίξεις στη Μέση Ανατολή και την Ουκρανία δημιούργησαν ανησυχίες για τον εφοδιασμό και τις τιμές της ενέργειας στην ΕΕ, η πραγματικότητα έδειξε ότι η κατασταλτική επίδραση που έχει η αναιμική πορεία της κινεζικής και παγκόσμιας οικονομίας στη συνολική ζήτηση ενέργειας ήταν αρκετά ισχυρή για να συγκρατήσει και πιέσει καθοδικά τις ενεργειακές τιμές.
Για το 2025, με βάση τα έως τώρα δεδομένα, φαίνεται ότι θα έχουμε μια αντίστοιχη κατάσταση, τόσο στην ασφάλεια εφοδιασμού όσο και στα επίπεδα τιμών. Η χρονιά που μόλις ξεκίνησε δείχνει να εγκαινιάζει μια περίοδο όπου μια σειρά από τάσεις που άρχισαν να διαμορφώνονται μέσα στο 2024 θα αρχίσουν να «χωνεύονται» και να ωριμάζουν στις ενεργειακές αγορές.
Αυτό που μπορούμε να πούμε γενικά ως εκτίμηση για το 2025 είναι ότι, ειδικά σε ευρωπαϊκό επίπεδο, οι ενεργειακές πολιτικές θα αρχίσουν να προσαρμόζονται στις πραγματικές συνθήκες αντί να προσπαθούν να τις αλλάξουν.
Τα τελευταία 5 χρόνια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή φιλοδοξούσε να επιβάλει το δικό της, πολύ συγκεκριμένο, και εν πολλοίς ιδεοληπτικό, αφήγημα στον ενεργειακό τομέα της Ευρώπης, αγνοώντας τα αντικειμενικά προβλήματα (τεχνολογικά, πολιτικά, γεωστρατηγικά, κοινωνικά) που έδειχναν ότι σε πολλές περιπτώσεις θα οδηγούταν σε αδιέξοδα. Πλέον, η πραγματικότητα έχει επιστρέψει με βίαιο τρόπο να θυμίσει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και σε διάφορες κυβερνήσεις κρατών-μελών, ότι κάποια πράγματα δεν μπορούν να αγνοούνται:
α. Τα υψηλά ποσοστά διείσδυσης των ΑΠΕ έχουν αναδείξει τις τραγικές ελλείψεις στην ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς ενέργειας.
β. Τα ιδιαιτέρως υψηλά κεφάλαια που θα χρειαστούν για να χτιστούν νέα δίκτυα ηλεκτρισμού στην ΕΕ έχουν διαλύσει τις ψευδαισθήσεις για μια φθηνή ενεργειακή μετάβαση.
γ. Η έλλειψη τεχνολογιών αποθήκευσης ηλεκτρισμού σε πραγματικά μαζική κλίμακα, έχει διαλύσει τις φαντασίες για εξάλειψη του φυσικού αερίου από το ενεργειακό μίγμα της ΕΕ.
δ. Οι τεράστιες ελλείψεις σε παραγωγή ισχύος βάσης από αξιόπιστες και ευέλικτες εγχώριες πηγές, έχουν αφυπνίσει τις χώρες για τον κρίσιμο ρόλο της πυρηνικής ενέργειας στην ηλεκτροπαραγωγή.
ε. Οι πολύπλοκες και διαρκώς εντεινόμενες γεωπολιτικές εντάσεις και ένοπλες συγκρούσεις έχουν διαλύσει τις ευρωπαϊκές αφέλειες για καλόπιστες ενεργειακές συνεργασίες με τρίτες χώρες βασιζόμενες σε στενά οικονομικά κριτήρια.
Όλες οι παραπάνω τάσεις έχουν ήδη, από το 2024, αρχίσει να διαμορφώνουν αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο κυβερνήσεις και -κυρίως- μεγάλες ενεργειακές εταιρίες αντιλαμβάνονται το μέλλον της ενέργειας και είναι αυτές που αναμένεται να οδηγήσουν σε πιο εμφανείς προσαρμογές πολιτικών, στρατηγικών, και επιχειρηματικών δράσεων το 2025.
Με βάση τα ανωτέρω, για το 2025 μπορούμε να αναμένουμε:
1. Ασθενέστερους ρυθμούς ανάπτυξης νέων επενδύσεων σε ΑΠΕ στην ΕΕ. Ενώ σε μεγάλο βαθμό οι επενδύσεις που είναι ήδη δρομολογημένες (και είναι πολλές) θα συνεχίσουν να πραγματοποιούνται θα πρέπει, μέσα στο 2025, να αναμένουμε πολύ λιγότερες ανακοινώσεις & δεσμεύσεις για νέες μεγάλες επενδύσεις σε ΑΠΕ. Για την Ελλάδα αυτό σημαίνει ότι τα υπεράκτια αιολικά πάρκα που δεν είναι ήδη δρομολογημένα, πολύ δύσκολα θα βρούνε νέα χρηματοδότηση μέσα στο 2025.
2. Η συζήτηση για το κόστος των δικτύων ηλεκτρισμού, θα πρέπει να αναμένουμε να φουντώσει μέσα στη χρονιά. Τα νέα δίκτυα συνεπάγονται αυξημένα κόστη των ρυθμιζόμενων χρεώσεων στους λογαριασμούς ρεύματος των ευρωπαίων καταναλωτών και αυτό δημιουργεί πολιτικά προβλήματα στις κυβερνήσεις. Οι παλινωδίες και οι τραγικοί χειρισμοί της κυπριακής κυβέρνησης για το κόστος του καλωδίου Great Sea Interconnector αποτελούν μια ένδειξη για το πως θα χειρίζονται αυτό το θέμα οι εκάστοτε αδύναμες και λαϊκίζουσες κυβερνήσεις, από τις οποίες έχουμε πλέον πολλές στην ΕΕ.
3. Η πυρηνική ενέργεια θα πρέπει να αναμένουμε ότι θα μπει πολύ πιο έντονα στον δημόσιο διάλογο ως αξιόπιστη επιλογή, συγκεκριμένα όσον αφορά τους μικρούς αρθρωτούς αντιδραστήρες (SMRs). Οι χώρες που θα ξεμπλοκάρουν από τις ιδεοληπτικές αγκυλώσεις του παρελθόντος και θα αποδεχθούν την αναγκαιότητα αυτής της τεχνολογίας θα κάνουν και σημαντικά θετικά βήματα για την ενεργειακή τους ασφάλεια. Αμφιβάλω όμως αν η Ελλάδα θα συγκαταλέγεται σε αυτές.
4. Τα δίκτυα φυσικού αερίου αναμένεται να προσελκύσουν ανανεωμένο ενδιαφέρον και πρόθυμους επενδυτές. Καθώς οι μεγάλες εταιρίες αντιλαμβάνονται ότι το momentum έχει αλλάξει και η θέση του φυσικού αερίου ως καύσιμο για εξασφάλιση base load στην ηλεκτροπαραγωγή είναι κρίσιμη, θα πρέπει να περιμένουμε να ακούσουμε όλο και περισσότερες συμφωνίες για αγωγούς φυσικού αερίου και πράσινων αερίων, (κυρίως εντός ΕΕ) καθώς και για ακόμα περισσότερα τερματικά LNG.
5. Αντίστοιχη ανανέωση θα πρέπει να περιμένουμε και σε επενδύσεις σε έρευνα και εξόρυξη φυσικού αερίου. Σημειώστε εδώ ότι αυτή η εξέλιξη δεν συνδέεται με τις φανφάρες Τραμπ για την εξόρυξη στις ΗΠΑ, αλλά έρχεται αποκλειστικά ως αποτέλεσμα των διαπιστώσεων που ανέφερα στα προηγούμενα σημεία αυτής της ανάλυσης. Μπορεί οι μεγάλες εταιρίες oil and gas να μη σταματήσουν (ευτυχώς) τις επενδύσεις τους σε ΑΠΕ (οι οποίες ήταν διαρκώς αυξανόμενες τα τελευταία πέντε χρόνια), αλλά φαίνεται ότι πλέον απομακρύνονται από τις σκέψεις αποεπένδυσης από τις κυρίως δραστηριότητες τους στο oil and gas διατηρώντας στο εξής πιο ισορροπημένα portfolios.
6. Τα παραπάνω δεδομένα σε συνδυασμό με τις ήδη δρομολογημένες δραστηριότητες σε Κατάρ και ΗΠΑ που αναμένεται να διαθέσουν το 2025 σημαντικές ποσότητες LNG στην αγορά, θα πρέπει να αναμένουμε πως θα κρατήσουν τις τιμές του φυσικού αερίου σε χαμηλά επίπεδα το 2025. Τιμές πέριξ των 30 ευρώ/MWh για το TTF (από τα 50 στις 1/1/25) δεν θα με ξαφνιάσουν καθόλου μέσα στη χρονιά.
7. Τα προβλήματα και οι έντονες διακυμάνσεις στις ευρωπαϊκές τιμές ηλεκτρισμού που συνόδεψαν τη γρήγορη ανάπτυξη των ΑΠΕ τα τελευταία χρόνια έδωσαν τη δυνατότητα στους πολέμιους της κλιματικής αλλαγής να λαϊκίζουν ασύστολα εναντίον της ενεργειακής μετάβασης, ζητώντας έντονα την επιστροφή στον λιγνίτη και αγνοώντας ή κρύβοντας τις καταστροφικές επιπτώσεις που έχει για την ανθρώπινη ζωή και υγεία αλλά και την αναποτελεσματικότητα του να οδηγήσει σε χαμηλότερες τιμές ενέργειας. Η ενίσχυση της υποστήριξης για λιγνίτη με προτροπή των κατά τόπους λαϊκιστών, δυστυχώς θα πρέπει να θεωρείται αναμενόμενη ειδικά σε χώρες με αυξημένα αποθέματα ή παραγωγή λιγνίτη όπως τα Βαλκάνια, η Γερμανία, η Πολωνία αλλά ακόμα και, η Ελλάδα.
8. Οι εκβιαστικές δηλώσεις του νέου Προέδρου των ΗΠΑ σχετικά με τις εμπορικές σχέσεις ΗΠΑ-ΕΕ και τις εξαγωγές ενέργειας, θα πρέπει να περιμένουμε να δημιουργήσουν κάποια στιγμή αναταράξεις στην Ευρωπαϊκή αγορά, ειδικά όσον αφορά το φυσικό αέριο. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναπόφευκτα θα βρεθεί μεταξύ συμπληγάδων με απειλές τόσο από τις ΗΠΑ όσο και από τη Ρωσία (σε συνδυασμό με την Τουρκία) όσον αφορά τις ροές φυσικού αερίου. Αυτά θα μπορούσαν να δημιουργήσουν μια προσωρινή άνοδο στις τιμές και άγχος ενεργειακού εφοδιασμού στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Καθώς όμως στην πράξη ο Αμερικανός Πρόεδρος δεν μπορεί να κάνει και πολλά για να επηρεάσει τις αποφάσεις των αμερικανών εξαγωγέων ενέργειας, ότι και να γίνει αναμένω να έχει μικρή διάρκεια.
9. Γενικά για το 2025, όπως και πέρσι, μπορούμε να αναμένουμε ότι η κυρίαρχη τάση η οποία θα συνεχίσει να διαμορφώνει το μεγάλο σκηνικό στην ενέργεια, θα είναι η αναιμική οικονομική ανάκαμψη της Κίνας και συνολικά της παγκόσμιας οικονομίας. Η τάση αυτή οδηγεί σε αδύναμη ζήτηση για ενέργεια σε παγκόσμιο επίπεδο και είναι αυτή που συγκρατεί τις τιμές και τις ανησυχίες για την επάρκεια ενεργειακού εφοδιασμού σε χαμηλά επίπεδα. Αυτή η τάση περιμένω να ενισχυθεί από τις αλλοπρόσαλλες πολιτικές που ανακοινώνει ήδη ο Τραμπ οι οποίες στην καλύτερη περίπτωση οδηγούν σε παγκόσμια ύφεση αν όχι σε οικονομική διάλυση.
Όσον αφορά λοιπόν τα ενεργειακά, το 2025 αναμένω να είναι ένα έτος προσαρμογών στην πραγματικότητα και διατήρησης σχετικά χαμηλών ενεργειακών τιμών χωρίς σοβαρά ζητήματα ενεργειακού εφοδιασμού. Από κει και πέρα, τα σημαντικά νέα θα μας έρθουν από την πορεία του πληθωρισμού και των επιτοκίων σε παγκόσμιο επίπεδο. Αυτά είναι τα μεγέθη που μπορεί να δημιουργήσουν έντονες διακυμάνσεις και εκεί έχει περισσότερο ενδιαφέρον να έχουμε στραμμένη την προσοχή μας για τη χρονιά που ξεκίνησε.