Από την ανακάλυψη της μηχανής «cinématographe», στους πρωτοπόρους εφευρέτες Λουί και Ογκίστ Λυμιέρ και τις πρώτες προβολές ταινιών μικρού μήκους σε κοινό το 1895, ο κινηματογράφος αποτελούσε πάντα ένα ξεχωριστό μέσο ψυχαγωγίας. Όμως η έβδομη τέχνη και η εξέλιξή της, εκτός από ψυχαγωγία, αναμφισβήτητα βοηθά να αποστασιοποιηθούμε προσωρινά από την καθημερινότητα και τα προβλήματα που την συνοδεύουν. Ταυτόχρονα όμως, σύμφωνα με μελέτες, όπως η συγκεκριμένη από την Γερμανίδα ψυχοθεραπεύτρια, ερευνήτρια συγγραφέα Μπίργκιτ Γουόλτς, τα ερεθίσματα που προκαλούνται από την παρακολούθηση ταινιών, μπορεί να επιδράσουν θεραπευτικά, συμβάλλοντας στην ευεξία μας σε πιο μόνιμη βάση.
Έχει τεκμηριωθεί επαρκώς από ειδικούς στον κλάδο της επιστήμης της ψυχολογίας, ότι η θετική δράση του κινηματογράφου στην ψυχική μας υγεία προκύπτει από την ενθάρρυνση απελευθέρωσης συναισθημάτων, την αντιμετώπιση του στρες, της κατάθλιψης και την προαγωγή της αυτογνωσίας. Τα τελευταία χρόνια, αναγνωρίζεται όλο και περισσότερο σε παγκόσμιο επίπεδο η αξία ενός νέου εργαλείου, του οποίου η εφαρμογή βοηθά στη διαδικασία της θεραπείας. Αυτό ονομάζεται cinematherapy.
Τι ορίζεται όμως ως cinematherapy και πώς συνδέεται ο κινηματογράφος με την ψυχοθεραπεία; «Το “cinematherapy” ή “κινηματογραφοθεραπεία” στα ελληνικά, είναι η θεραπευτική τεχνική που περιλαμβάνει την επιλογή ταινιών ή και τηλεοπτικών σειρών. Αυτές είτε θα έχουν άμεσο θεραπευτικό αποτέλεσμα για τον θεραπευόμενο, ή θα χρησιμοποιηθούν ως ερέθισμα και αφετηρία για περαιτέρω διερεύνηση θεμάτων και συζήτηση στις συνεδρίες», λέει στη HuffPost η Ελίνα Πανταλέων, ψυχολόγος, συστημική ψυχοθεραπεύτρια ενηλίκων, ομάδας, οικογένειας και συνδιοργανώτρια των «Cinematherapy Nights» («Βραδιές Cinematherapy») στην Αθήνα με την ευκαιρία των Οσκαρ που βρίσκονται πλέον σε απόσταση αναπνοής.
Ο όρος cinematherapy επινοήθηκε από τις ψυχολόγους Λίντα Μπεργκ-Κρος, Πάμελα Τζένινγκς και Ρόντα Μπαρούς, οι οποίες περιέγραψαν αυτή τη διαδικασία ως έναν τρόπο για να ξεκινήσουν την συζήτηση. Παρουσιάστηκε για πρώτη φορά σε άρθρο, το 1990.
«Οι ψυχολόγοι και οι ψυχοθεραπευτές πάντα χρησιμοποιούσαν τις ταινίες και την τέχνη γενικότερα, απλώς τότε ξεκίνησε να γίνεται μια πιο συστηματική καταγραφή αυτού που ονομάστηκε cinematherapy. Και ουσιαστικά ήταν μια εξέλιξη της έννοιας bibliotherapy (βιβλιοθεραπεία), μέσα από την οποία οι πιο παλιοί – ας πούμε – θεραπευτές πρότειναν βιβλία στον θεραπευόμενο. Οπότε είναι μια φυσική συνέχεια, μια πιο μοντέρνα εκδοχή», εξηγεί η Ελίνα Πανταλέων.
Πώς λειτουργεί το cinematherapy
Το cinematherapy χρησιμοποιείται σε ατομικό και ομαδικό επίπεδο και λειτουργεί με δυο τρόπους. «Στον πρώτο ρωτάμε τον θεραπευόμενο ή την ομάδα συμμετεχόντων ποια είναι η αγαπημένη τους ταινία, αν υπάρχει κάποιος ήρωας που τους δημιουργεί συγκεκριμένα συναισθήματα: τους συγκινεί ή τους θυμώνει. Ο δεύτερος τρόπος είναι να σκεφτούμε εμείς μια ταινία, έχοντας γνωρίσει τον θεραπευόμενο και τα θέματα που διαπραγματεύεται, να την προτείνουμε και να δουλέψουμε σε ένα πιο πρακτικό επίπεδο μέσα από μεταφορές και ταυτίσεις, με αφορμή τους ήρωες και τα όσα βιώνουν», λέει η Ελίνα Πανταλέων.
“Το cinematherapy δεν υποκαθιστά την ψυχοθεραπεία, αλλά λειτουργεί συμπληρωματικά στην προσέγγιση που ακολουθεί ο κάθε επαγγελματίας”
Οι ψυχολόγοι και ψυχοθεραπευτές που χρησιμοποιούν την συγκεκριμένη τεχνική, δίνουν κάποιες κατευθυντήριες ερωτήσεις, με στόχο ο θεραπευόμενος να γνωρίσει διαφορετικές πτυχές της κινηματογραφικής εμπειρίας. «Όταν δίνουμε στον θεραπευόμενο μια ταινία να την παρακολουθήσει και να την κουβεντιάσουμε, του δίνουμε μαζί ένα ερωτηματολόγιο. Τον ρωτάμε τι να παρατηρήσει ή τι να αναρωτηθεί καθώς βλέπει την ταινία. Ο λόγος είναι για να μην σταθεί πολύ στην καλλιτεχνική αξία της ταινίας, που κι αυτό έχει ουσία. Όμως θέλουμε να μιλήσει για το τι συναισθήματα του δημιούργησε ένας χαρακτήρας ή αν υπήρξε κάποια σκηνή που του θύμισε κάτι από την παιδική του ηλικία. Λειτουργούμε με αυτό τον τρόπο και είναι αποτελεσματικός γιατί πηγαίνουμε πίσω (χρονικά) και πολύ συχνά είναι πιο εύκολο για τους ανθρώπους να μιλήσουν για τους χαρακτήρες της ταινίας, παρά για κάτι που είναι απευθείας δικό τους. Είναι δηλαδή μια γέφυρα».
Με αυτόν τον τρόπο, ο κινηματογράφος δίνει στους συμμετέχοντες τη δυνατότητα να κατανοήσουν καλύτερα την προσωπικότητά τους και να αντιμετωπίσουν προσωπικές προκλήσεις. Ωστόσο, σύμφωνα με την ψυχολόγο, το cinematherapy δεν υποκαθιστά την ψυχοθεραπεία, αλλά λειτουργεί συμπληρωματικά στην προσέγγιση που ακολουθεί ο κάθε επαγγελματίας στον χώρο. Η θεραπευτική τεχνική μπορεί να αποτελέσει έναν εναλλακτικό τρόπο για να κατανοήσουμε όσα μας προβληματίζουν.
Οι ταινίες
Οι ταινίες που προβάλλονται κατά τη διάρκεια του cinematherapy καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα θεμάτων προς συζήτηση, όπως οι διαπροσωπικές σχέσεις (οικογένεια), τα κοινωνικά ζητήματα (ρατσισμός, βια) και άλλα που σχετίζονται με τον εαυτό μας και τη ζωή γενικότερα. «Δεν υπάρχει σωστή και λάθος ταινία, όλες λειτουργούν στο cinematherapy, αρκεί να ξέρουμε ποιος είναι ο στόχος, ποια είναι η θεματική μας, τι θέλουμε να αναδείξουμε, πού θέλουμε να εστιάσουμε. Η κάθε ταινία μπορεί να λειτουργήσει και στο πλαίσιο του cinematherapy, ανάλογα με τις ανάγκες του καθενός στο κοινό. Αν θέλουμε για παράδειγμα να μιλήσουμε για συναισθηματικά ζητήματα, για τις σχέσεις, το πώς επιλέγουμε συντρόφους ή πώς δουλεύουμε τη ρουτίνα στη σχέση, τότε η ταινία θα αφορά σε τέτοια ζητήματα», λέει η Ελίνα Πανταλέων.
«Στην παρουσίαση της ταινίας ο καθένας προβάλλει και δικές του σκέψεις, τα δικά του συναισθήματα. Η επίδρασή τους δεν είναι καθολική, αλλά προσωπική, και για το λόγο αυτό δεν γελάμε ή κλαίμε όλοι με τις ίδιες ταινίες. Υπάρχει μια τεράστια γκάμα συναισθημάτων και την ώρα που σβήνουν τα φώτα, είτε βρισκόμαστε στην σκοτεινή αίθουσα ή στον καναπέ μας, ερχόμαστε σε μια κατάσταση στην οποία είμαστε αντιμέτωποι και με δικά μας βιώματα ή σκέψεις που τα συνδέουμε με τους χαρακτήρες. Ακόμα κι αν πρόκειται για μια πιο “ανάλαφρη” ταινία, για παράδειγμα μια κωμωδία, ή ένα ρομαντικό φιλμ».
Βραδιές Cinematherapy
Οι «Βραδιές Cinematherapy» μετρούν σχεδόν μια δεκαετία στην Αθήνα και συνεχίζονται με επιτυχία από την Ελίνα Πανταλέων και την ψυχολόγο Μαρία Κωσταλά. Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών και την απόκτηση ειδικότητας, οι δυο τους είχαν την ιδέα διοργάνωσης των σεμιναρίων, στα οποία αρχικά μικρά γκρουπ ανθρώπων παρακολουθούσαν αποσπάσματα ταινιών και με τη βοήθεια των ψυχολόγων, συζητούσαν τις θεματικές και ο,τι απασχολούσε τους συμμετέχοντες. «Τότε αρχίσαμε να στήνουμε τις ”Βραδιές Cinematherapy”. Δεν είναι ότι δεν υπήρχε η έννοια, ότι ήμασταν οι πρωτοπόρες που σκέφτηκαν και πραγματοποίησαν το cinematherapy. Απλά ξεκινήσαμε τις βραδιές για να τις γνωρίσει ο κόσμος. Από τότε, πέρα από την ιδιωτική πρακτική μας, δουλεύουμε με σεμινάρια, διοργανώνουμε workshops, δίνουμε ομιλίες βλέποντας ότι γενικά υπάρχει απήχηση», συμπληρώνει η Ελίνα Πανταλέων.
Η ανταπόκριση των σεμιναρίων είναι εντυπωσιακή και οι συμμετέχοντες προέρχονται από τον χώρο του κινηματογράφου, συμπεριλαμβανομένων των σινεφίλ, μέχρι τον χώρο της εκπαίδευσης. Όπως τονίζει η ψυχολόγος, «δεν υπάρχει περιορισμός, δεν χρειάζεται κάποιος να έχει γνώσεις σινεμά ή προηγούμενη εμπειρία ψυχοθεραπείας, αλλά να αγαπάει το σινεμά και να θέλει να το δει και με άλλο μάτι».
Σημειώνεται ότι ο κόσμος καλωσόρισε τη νέα τάση του κλάδου της ψυχολογίας ενώ η ιδέα διοργάνωσης των «cinematherapy nights» υλοποιήθηκε εν μέσω κρίσης. «Στην αρχή χρειάστηκε λίγος χρόνος για να εξοικειωθεί ο κόσμος, να καταλάβει πως συνδυάζεται η ψυχολογία με τον κινηματογράφο, αλλά σιγά σιγά αυτή η μέθοδος ακούγεται. Κάποιοι μπορεί μέσα από το cinematherapy να ξεπεράσουν το φόβο της ίδιας της ψυχοθεραπείας. Υπάρχουν κι άλλοι συνάδελφοι που σχεδιάζουν πιο οργανωμένες προσπάθειες και πλέον βλέπουμε και ομάδες που συνδυάζουν την ψυχανάλυση με τον κινηματογράφο».
Τα επόμενα βήματα
Οι «Cinematherapy Nights» θα επιστρέψουν μέσα στο 2020 με νέα σεμινάρια και καινούργιες θεματικές. «Αργότερα μας ενδιαφέρει να διοργανώσουμε κάτι στο γραφείο μας, σε μικρό κύκλο. Ίσως να δημιουργηθεί μια πιο κλειστή ομάδα cinematherapy, πέρα από τα σεμινάρια, τα οποία είναι ανοιχτά. Αυτό που θέλουμε, είναι να δείξουμε ότι το cinematherapy είναι κάτι νέο και έχει ενδιαφέρον. Είμαστε “ανοιχτοί” σε ο,τιδήποτε καινούργιο».