Ο εκατομμυριούχος επιχειρηματίας Γόργκεν Φένεχ, ο οποίος κατηγορείται για τη συμμετοχή του στη δολοφονία της Μαλτέζας δημοσιογράφου Δάφνης Καρουάνα Γκαλίζια το 2017, αφέθηκε ελεύθερος με καταβολή εγγύησης, χωρίς να έχει καθοριστεί ακόμη ημερομηνία για τη δίκη του.
Ο Φένεχ, κληρονόμος ενός καζίνο και ομίλου ξενοδοχείων, συνελήφθη τον Νοέμβριο του 2019 και κατηγορήθηκε για συνεργασία στη δολοφονία της Γκαλίζια. Παρ′ όλες τις καθυστερήσεις στην πρόοδο της υπόθεσης ενώπιον του δικαστηρίου, οι δικηγόροι του κατάφεραν να επιτύχουν την αποφυλάκισή του μέσω εγγύησης, αναφέρει ο Guardian.
Οι καθυστερήσεις αυτές επικρίθηκαν έντονα από την οικογένεια της δημοσιογράφου, η οποία κατήγγειλε ότι το κράτος και το δικαστικό σύστημα «απογοήτευσαν τα θύματα».
Ο Φένεχ και η οικογένειά του παρέχουν ως εγγύηση πάνω από 50 εκατομμύρια ευρώ σε μετρητά και μετοχές για την αποφυλάκισή του.
Η Δάφνη Κουαράνα Γαλιζία σκοτώθηκε από παγιδευμένο αυτοκίνητο που πυροδοτήθηκε καθώς έβγαινε από το σπίτι της στη Bidnija της Μάλτας. Η υπόθεση ενέπλεξε το κυβερνών κόμμα σε σκάνδαλο και κατηγορίες για συγκάλυψη, ενώ το θέαμα μιας βίαιης δολοφονίας σε κράτος μέλος της ΕΕ προκάλεσε ανησυχίες για επιθέσεις σε δημοσιογράφους στην Ευρώπη.
Ο Φένεχ βγήκε από τη φυλακή πέντε χρόνια μετά την πρώτη κατηγορία εναντίον του. Με ένα ναυτικό μπουφάν και τζιν, κρατώντας χαρτιά και συνοδευόμενος από τον δικηγόρο του, ο Φένεχ ανέβηκε σε ένα τζιπ με φιμέ τζάμια, καθώς τα τηλεοπτικά συνεργεία πίεζαν προς το μέρος του. Αρνήθηκε να μιλήσει, λέγοντας μόνο «ευχαριστώ» πριν το βαν απομακρυνθεί.
Ο Φένεχ είναι ένας από τους επτά άνδρες που είτε παραδέχτηκαν είτε κατηγορήθηκαν σε σχέση με τη δολοφονία. Ο ίδιος αρνείται τις κατηγορίες και δηλώνει αθώος.
Μέχρι σήμερα, κανένας από τους κατηγορούμενους δεν έχει δικαστεί. Δύο αδέρφια παραδέχθηκαν ότι είναι ένοχοι για την τοποθέτηση της βόμβας και καταδικάστηκαν σε 40 χρόνια φυλάκιση. Ο συνεργός τους τιμωρήθηκε με μειωμένη ποινή αφού παραδέχτηκε την ενοχή του και προσκόμισε στοιχεία. Δύο από τους άνδρες που κατηγορούνται για την προμήθεια της βόμβας βρίσκονται υπό κράτηση εν αναμονή της δίκης.
Ο Melvin Theuma, ένας οδηγός ταξί που ισχυρίζεται ότι ενήργησε ως μεσάζων, εξασφάλισε προεδρική χάρη σε αντάλλαγμα να καταθέσει και ζει υπό την προστασία της αστυνομίας.
Το Ίδρυμα Daphne Caruana Galizia, που ιδρύθηκε από την οικογένειά της, δήλωσε μετά την απελευθέρωση του Φένεχ: «Ενώ κανείς δεν μπορεί να κρατηθεί στη φυλακή χωρίς δίκη επ′ αόριστον, οι δίκες θα μπορούσαν και θα έπρεπε να ολοκληρωθούν προτού η εγγύηση γίνει ανησυχία. Δεν πρέπει να επιτραπεί στους κατηγορούμενους, τους εισαγγελείς και τα δικαστήρια να παρατείνουν τις διαδικασίες για χρόνια».
Σύμφωνα με πληροφορίες, το μερίδιο για την εγγύηση αποτιμήθηκε σε πάνω από 50 εκατομμύρια ευρώ, ενώ ο Φένεχ έχει επίσης καταβάλει ποσά 80.000 ευρώ και δεσμεύεται από εγγύηση 120.000 ευρώ, που και τα δύο θα καταπατηθούν εάν παραβιάσει τους όρους αποφυλάκισής του.
Του απαγορεύεται να πλησιάσει σε απόσταση 50 μέτρων την ακτή ή το αεροδρόμιο και να επικοινωνήσει με μάρτυρες στην υπόθεση εναντίον του, συμπεριλαμβανομένου του Theuma.
Θα πρέπει να υπογράφει βιβλιάριο εγγύησης σε αστυνομικό τμήμα κάθε μέρα και να μένει στο σπίτι από τις 5 το απόγευμα έως τις 11 το πρωί. Πρέπει να μένει μόνο σε μια διεύθυνση που έχει συμφωνηθεί με το δικαστήριο και ένας αστυνομικός θα βρίσκεται έξω από την ορισμένη κατοικία του 24 ώρες την ημέρα.
Το διαβατήριο και τα έγγραφα ταυτότητας του Φένεχ θα κρατηθούν από το δικαστήριο.
Οι καθυστερήσεις στη διεξαγωγή της δίκης έχουν επικριθεί από την Ρομπέρτα Μετσόλα, την πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και ευρωβουλευτή της Μάλτας, η οποία έγραψε σε ανάρτηση στο Facebook: «Ένα σύστημα που αναγκάζει όσους κατηγορούνται για τα πιο αποτρόπαια εγκλήματα να βγαίνουν από τη φυλακή με εγγύηση επειδή η δίκη τους από τους ενόρκους χρειάστηκε πάνω από μισή δεκαετία για να ξεκινήσει, είναι ένα σύστημα που έχει καταρρεύσει. Είναι ένα σύστημα που δεν μπορεί να αποδώσει δικαιοσύνη».
Ο γενικός εισαγγελέας, ο οποίος ηγείται της δίωξης, τάχθηκε κατά της αποφυλάκισης, επικαλούμενος τον κίνδυνο φυγής και την πιθανότητα παρέμβασης μάρτυρα. Ωστόσο, η νομοθεσία της Μάλτας επιτρέπει στους κατηγορούμενους να εγκαταλείψουν τη φυλακή εάν παρέλθει περίοδος 30 μηνών χωρίς δίκη μετά το αρχικό κατηγορητήριο.
Αρθρογράφος εφημερίδων και εκδότης περιοδικών του οποίου το πολιτικό ιστολόγιο ήταν ευρέως διαβασμένο, η Καρουάνα Γαλιζία ήταν σχεδόν εξίσου γνωστή στην πατρίδα της με εκείνους που εξέθεσε στην έρευνά της. Στόχευσε τον τότε πρωθυπουργό των Εργατικών της Μάλτας, Τζόζεφ Μουσκάτ, και τους υπουργούς του.
Η δημοσιογράφος συνδέθηκε στενά με το αντιπολιτευόμενο Εθνικιστικό Κόμμα και ο αγώνας για να οδηγηθούν οι δολοφόνοι της ενώπιον της δικαιοσύνης παρεμποδίστηκε από πολιτικές συγκρούσεις.
Ο Μουσκάτ αναγκάστηκε να παραιτηθεί το 2019 εν μέσω κρίσης. Ωστόσο, το κόμμα του κέρδισε τις γενικές εκλογές του 2022 και παραμένει στην εξουσία σήμερα.