Έφυγε από τη ζωή πριν από δέκα χρόνια, σε ηλικία 83 χρονών.
Ο εξόχως ταλαντούχος και γοητευτικός Πολ Νιούμαν κλείνει για πάντα τα υπέροχα γαλάζια μάτια του στις 26 Σεπτεμβρίου του 2008, αφήνοντας πίσω του μεγάλο έργο στον κινηματογράφο και στο θέατρο, μια σημαντική παρακαταθήκη με τους αγώνες του για τη δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα, την ειρήνη και τον αφοπλισμό, ένα σοβαρό φιλανθρωπικό του έργο, ελάχιστο gossip για την προσωπική του ζωή, την πολυαγαπημένη και μόνιμη σύντροφό του ηθοποιό, Τζόαν Γούντγουορντ, δυο γιους και μια κόρη.
Ο Νιούμαν ήταν τα «διασημότερα γαλάζια μάτια» του κινηματογράφου, αλλά ακόμη και σε ασπρόμαυρα φιλμ, αυτό που κέρδιζε και μαγνήτιζε τον θεατή ήταν η ματιά του. Το βλέμμα του. Είτε ερμηνεύοντας ρόλους σαν οργισμένος νέος ή επαναστάτης, είτε σαν ιδιοφυής απατεώνας ή ακόμη και σαν νικημένος από τη ζωή.
Ήταν ένας προικισμένος ηθοποιός που κατάφερε να παίξει μία ευρεία γκάμα ρόλων, πολλές φορές με τεράστια επιτυχία.
Αχρωματοψία
Ο Πολ Λέοναρντ Νιούμαν, γεννήθηκε στις 26 Ιανουαρίου του 1925, στο Κλίβελαντ του Οχάιο και υπήρξε ο δεύτερος γιος των Άρθουρ και Θερέσα Νιούμαν. Λάτρης της ταχύτητας και του κινδύνου, ο Νιούμαν θέλησε να γίνει πιλότος κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά ευτυχώς για τον κινηματογράφο, διεγνώσθη με αχρωματοψία! Αυτή η παραδοξολογία για έναν Πολ Νιούμαν, τον απέτρεψε να γίνει πιλότος και ακόμη περισσότερο η τύχη να μείνει ζωντανός από έναν πόλεμο, καθώς γλύτωσε από σύμπτωση μια αποστολή αυτοκτονίας στην Οκινάουα.
Με το τέλος του πολέμου, ολοκλήρωσε τις σπουδές του και αργότερα σπούδασε υποκριτική στο πανεπιστήμιο Γέιλ και υπό την εποπτεία του Λι Στράσμπεργκ στο Actor’s Studio της Νέας Υόρκης, όπως και ο Μάρλον Μπράντο, τον οποίο δεν συμπάθησε ποτέ. Τα πρώτα του θεατρικά βήματα τα έκανε στο Μπρόντγουεϊ στο “Πικνίκ” και στο “Γλυκό πουλί της νιότης” με την Τζέραλντιν Πέιτζ. Πολύ γρήγορα όμως τον βρήκε ο κινηματογραφικός φακός και το Χόλιγουντ, το οποίο ποτέ δεν συμπάθησε, όπως και τον κόσμο που.. σύχναζε εκεί.
Πρώτο του φιλμ, το “Ασημένιο Δισκοπότηρο” (1954) του άνοιξε το δρόμο για μια απίστευτη διαδρομή στον κινηματογράφο, κατά την οποία γνώρισε την καταξίωση, εννέα υποψηφιότητες για Όσκαρ ερμηνείας, ένα βραβείο Όσκαρ για πρώτο ρόλο, στο “Χρώμα του Χρήματος” κι ενώ είχε προηγηθεί η βράβευσή του από την Ακαδημία Κινηματογράφου με το Όσκαρ για τη συνολική του προσφορά στο σινεμά.
Η Τζόαν, η πολιτική και η ταχύτητα
Το 1958 γνώρισε και ερωτεύτηκε τη συμπρωταγωνίστριά του Τζόαν Γούντγουορντ στα γυρίσματα της ταινίας «Μακρύ, ζεστό καλοκαίρι» και έμειναν μαζί μέχρι το τέλος, αφήνοντας μακριά τα φώτα της δημοσιότητας από την ήρεμη προσωπική τους ζωή. Μάλιστα, ο Νιούμαν σε ερώτηση που του είχε γίνει αν είχε σκεφτεί να απατήσει τη σύζυγό του, είχε απαντήσει χαριτολογώντας ότι «όταν έχω φιλέτο στο σπίτι, γιατί να πάω έξω για χάμπουργκερ;». Ο Νιούμαν, όπως και η σύζυγός του, ήταν πολιτικοποιημένος, δημοκρατικός, έπαιξε σημαντικό ρόλο για τα πολιτικά δικαιώματα στις ΗΠΑ και αγωνίστηκε για την ειρήνη και τον πυρηνικό αφοπλισμό.
Επίσης, είχε πάθος για την ταχύτητα και τα γρήγορα αυτοκίνητα, λαμβάνοντας μέρος σε πολλούς αγώνες με κορυφαία διάκριση τη δεύτερη θέση που κατέλαβε το 1979 στο διάσημο ράλι των 24 ωρών του Λεμάν. Ήταν και φανατικός καπνιστής. Πέθανε σε ηλικία 83 χρόνων ήσυχα και μακριά από τη δημοσιότητα στις 26 Σεπτεμβρίου του 2008 από καρκίνο στους πνεύμονες.
Από «Το χρώμα του χρήματος» μέχρι «Το κεντρί»
Το 1987 κι ενώ ο Πολ Νιούμαν έχει ήδη 33 χρόνια αξιοθαύμαστης πορείας στο σινεμά, ο Μάρτιν Σκορσέζε θα του δώσει την ευκαιρία με το δραματικό φιλμ «Το χρώμα του χρήματος» να κερδίσει το μοναδικό Όσκαρ ερμηνείας, δίνοντας ρεσιτάλ με τις σιωπές του και το καρφωμένο βλέμμα του στην τσόχα του μπιλιάρδου (η ιστορία της ταινίας είναι για ένα βετεράνο του μπιλιάρδου που προετοιμάζει έναν ταλαντούχο νέο για ένα τουρνουά προκειμένου να κερδίσουν πολλά χρήματα), ενώ δίπλα του είχε τον τότε ανερχόμενο Τομ Κρουζ.
Είκοσι χρόνια πριν, το 1967 πρωταγωνιστεί στην καταιγιστική περιπέτεια του Στιούαρτ Ρόζεμπεργκ «Ο μεγάλος δραπέτης», ερμηνεύοντας ένα νεαρό φυλακισμένο λίγο πολύ αλλοπαρμένο, που θα κάνει τα πάντα για να αποδράσει, να ζήσει έστω για λίγο ελεύθερος. Αξέχαστη η αρχική αντιπαράθεση και στη συνέχεια η φιλία του με τον επίσης φυλακισμένο και σκληρό Τζορτζ Κένεντι.
Τον επόμενο χρόνο, το 1969, γυρίζει μία από τις σημαντικότερες επιτυχίες του, «Οι δύο ληστές», σε σκηνοθεσία Τζορτζ Ρόι Χιλ κι έχοντας ως συμπρωταγωνιστή τον Ρόμπερτ Ρέντφορντ. Ένα σχετικά μοντέρνο γουέστερν, πάλι ένας ύμνος στην ελευθερία και στην περιπέτεια της ζωής.
Με τον Ρόμπερτ Ρέντφορντ και τον Τζορτζ Ρόι Χιλ θα συνεργαστούν και πάλι στο «Κεντρί», μία τεράστια εμπορική και καλλιτεχνική επιτυχία. Κι όμως, παρότι ο ρόλος του Ρέντφορντ ήταν πιο αβανταδόρικος, η ματιά του Νιούμαν είναι αυτή που θα γράψει στην ταινία.
Το 1982 θα γυρίσει την «Ετυμηγορία», σε σκηνοθεσία Σίντνεϊ Λούμετ, στο ρόλο ενός αλκοολικού δικηγόρου που προσπαθεί να νικήσει την αρρώστια του και να επιστρέψει στη ζωή. Συγκλονιστικός όπως και η ταινία.
Πάλι 20 χρόνια πριν, το 1962, θα δώσει τα ρέστα του δίπλα στην Τζέραλντιν Πέιτζ στο περίφημο «Γλυκό πουλί της νιότης» και σε σκηνοθεσία του Ρίτσαρντ Μπρουκς. Ο Νιούμαν στο ρόλο ενός ζιγκολό, που συντροφεύει μια σταρ σε πτώση, προκειμένου να πάρει ένα καλό ρόλο στο σινεμά.
Από τη φιλμογραφία του ξεχωρίζουν οι ταινίες «Ο κόσμος είναι δικός μου» του Ρόμπερτ Ρόσεν, «Λυσασμένη Γάτα» του Ρίτσαρντ Μπρουκς, με την Ελίζαμπεθ Τέιλορ, «Ο δικαστής Ρόι Μπιν», γουέστερν του Τζον Χιούστον, «Επιθεωρητής Χάρπερ» του Στιούαρτ Ρόζενμπεργκ, «Ο κύριος και η κυρία Μπριτζ», με την Γούντγουορντ, σε σκηνοθεσία Τζέιμς Άιβορι, «Ο Μπούφαλο Μπιλ και οι ινδιάνοι», του Ρόμπερτ Όλτμαν, «Ο άνθρωπος με το αδιάβροχο» του Τζον Χιούστον, «Ο Μεγάλος τυχοδιώκτης» του Μάρτιν Ριτ αλλά και ακόμη πολλές ταινίες, καθώς δύσκολα θα βρεις αποτυχία. Ίσως και αναλόγως των ονομάτων ως αποτυχία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί το «Σχισμένο παραπέτασμα» σε σκηνοθεσία του Άλφρεντ Χίτσκοκ....
(Με πληροφορίες από ΑΠΕ - ΜΠΕ)