«Θα σε σκίσω μωρή….» ωρυόταν ενώ την είχε βουτήξει από το μαλλί με το ένα χέρι και με το άλλο, της κατάφερνε απανωτά χτυπήματα στο κεφάλι. Εκείνη έκλαιγε κι ούρλιαζε από τον πόνο. Προσπαθούσε να ξεφύγει από τα χέρια του, εκλιπαρούσε να την αφήσει, στρίγκλιζε «άσε με, άσε με… συγνώμη, συγνώμη». Οι λέξεις της ανατροφοδοτούσαν την ανεξέλεγκτη οργή του κι η επίθεση, γινόταν πιο σφοδρή. Μια αρμαθιά ενήλικες παρακολουθούσαν εμβρόντητοι πλην απαθείς το σκηνικό της βίας να διαδραματίζεται δημοσίως!
Πετάχτηκα από την καρέκλα μου και κινήθηκα γρήγορα προς το μέρος όπου η βιαιότητα έπεφτε σα βαριά σφυριά στο αμόνι του -υποτιθέμενου- πολιτισμού μας, φωνάζοντας δυνατά και με την ένταση της αγανάκτησης και της αποστροφής να ξεχειλίζει: «Τι κάνεις εκεί;; Γιατί τη χτυπάς;; Τι κάνεις;!!!»
Δεν ήξερα τι ακριβώς θα έκανα. Ήμουν όμως σίγουρη πως κανείς μας δεν πρέπει να μένει αμέτοχος. Πως το να «κοιτάμε τη δουλίτσα μας» και να στρουθοκαμηλίζουμε όταν κάποιος υποφέρει, πονάει και κλαίει δίπλα μας ή μπροστά στα μάτια μας, είναι το ίδιο άθλιο με το χέρι που σηκώνεται απειλητικό και ραπίζει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, χωρίς αιδώ.
Ο χειροδικών, ήταν δεν ήταν 8 ετών. Τον συγκρατούσε -υποτίθεται- η μάνα του, ενώ επί της ουσίας, του επέτρεπε να χτυπά το κοριτσάκι που είχε γραπώσει με απίστευτη οργή από τα μαλλιά! Στην παρέμβασή μου, τα κεφάλια στράφηκαν για να δουν ποια είναι αυτή που εισέβαλε απρόσκλητη στη θεατρική σκηνή της βιαιοπραγίας από παιδί σε παιδί. Ένας μάλιστα προσπάθησε να με αποτρέψει, δηλώνοντας: «….παιδιά είναι…!!!» Λες κι η βία έχει ηλικία, πρόσημο, φύλο, ταυτότητα, εθνικότητα. Λες και το να παρακολουθούμε μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα, κάποιον να δέρνει κάποιον άλλον, δεν είναι όνειδος για όλο το ανθρώπινο είδος!
Η αντίδραση του μικρού αγοριού ήταν να στραφεί προς το μέρος μου για να δει ποια ήταν αυτή που ξαφνικά του ακύρωνε την επικυριαρχίας διά της βίας. Με φιλοδώρησε δε με μια χυδαία βρισιά, στην οποία πρόσθεσε το προσφιλές του «μωρή», ενώ η μάνα του (περήφανη άραγε για το γιό που μεγάλωνε;) του έκρυβε το στόμα στο στέρνο της για να μην ακουστούν τα βρωμόλογα, που ακούστηκαν έτσι κι αλλιώς. Η μικρή κατάφερε να ξεφύγει, τρέχοντας και κλαίγοντας.
Κάποιοι προσπάθησαν έπειτα να με εξευμενίσουν. Μεταξύ αυτών κι η μάνα που ήρθε να πει πως «τρία κορίτσια, με αρχηγό τη μικρή, είχαν κάνει bullying στο γιό της και τον είχαν γκρεμίσει από κάτι κοτρώνες…» λες και το άλλοθι για τη βία, είναι η πρωθύστερη βία.
Μάθαμε να ζούμε με δαύτην! Τη διδάσκουμε, δια του παραδείγματός μας, στα παιδιά. Την ανεχόμαστε στο πετσί μας και την αναπαραγάγουμε. Την ασκούμε ως αντιστάθμισμα στις ποικίλες συμπιέσεις, στην υποτίμηση, στην αγριότητα του διαβιείν στα χρόνια τούτα. Αυθάδεις, εριστικοί, υποτιμώντες και υποτιμημένοι, αγροίκοι, νταήδες και τσαμπουκάδες, με λυμένο το ζωνάρι για καυγά…
Σωρό κουβάρι έχουν γίνει οι οικογένειες, γεμάτες παθογένειες και εντάσεις. Χάθηκαν οι ρόλοι, έγινε κουρνιαχτός ο σεβασμός στους γηραιότερους, εξαφανίστηκαν εκείνα που διατηρούσαν εσωτερική συνοχή και δίδασκαν τη σχέση μα και τη θέση των νέων κυρίως μελών, στον κοινωνικό ιστό. Όταν οι ανήλικοι μετατρέπονται σε δυνάστες καθώς το μεγάλωμά τους θεωρούν «φορτίο βαρύ» οι ανεμοδαρμένοι γονείς και το ξεφορτώνονται μπροστά σε οθόνες, όταν γεννιούνται και μεγαλώνουν σε καθεστώς διαρκών συγκρούσεων, όταν οι συμβουλές των παππούδων αντικαθίστανται από τις τραβηχτικές εκ της πενιχρής τους σύνταξης, όταν οι σύζυγοι σαν υποζύγια κλωθογυρίζουν στο μαγκανοπήγαδο της καθημερινότητας υπό την πίεση των διογκούμενων αναγκών διαβίωσης, όταν έχουν εξοβελιστεί τα πρότυπα ήθους κι οι συνήθεις διαπληκτισμοί μετατρέπονται άρδην σε κλωτσοπατινάδα, τι να διδάξουμε σε εκείνον τον μικρό που του έμαθαν πως «οι άντρες δε κλαίνε» και πως το να δέρνει, είναι «αντρίκιο»;
Ανοίγουν και πάλι τα σχολεία και η παιδική βία θα πάρει εκ νέου ανεξέλεγκτες διαστάσεις καθώς, το «μάθε παιδί μου γράμματα» έχει αντικατασταθεί από την επιβράβευση της άγνοιας, της ημιμάθειας και της επιθετικότητας. Ζούμε την παντοκρατορία των τυχαίων και των τυχάρπαστων. Η προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας ξεκινά με λεκτικές βολίδες, υποτίμηση, προσβολές κι ακατάσχετη βωμολοχία μα γρήγορα, μετατρέπεται στη βίαιη έκφραση, την επίθεση, τη παραβατικότητα.
Παιδιά παραμελημένα από την κούνια, με τεράστιες συναισθηματικές ελλείψεις αλλά «μπουκωμένα» υλικών αγαθών μιας επίπλαστης ευμάρειας, μεγαλώνουν ανίσχυρα να αντισταθούν στον ορυμαγδό των βίαιων ερεθισμάτων που τα μετατρέπει σε κακέκτυπα του προφίλ που τους κληροδοτούμε. Γιατί δεν τα διδάξαμε ποτέ πως ο αυτοσεβασμός αυτοδίκαια σημαίνει και τον σεβασμό του άλλου!
Η έκφραση βίας επιβραβεύεται παντοιοτρόπως, τραβά τα βλέμματα μα και τα φώτα της δημοσιότητας. Η μεταμοντέρνα συνταγή επιτυχίας, απαγορεύει το να είναι κανείς ανθρώπινα τρυφερός, ήπιος και πεπαιδευμένος. Προτάσσει ως «πρότυπα» κακοσύνης κάτι περίεργα τυπάκια με φρασεολογία επιπέδου λιμανιού και συμπεριφορά ανθρώπων των σπηλαίων. Γίνονται «φίρμες» με δυο στιχάκια και δυο χαστουκάκια…
Παρεμβαίνοντας σε εκείνον τον παιδικό καυγά που ήταν ωμή βιαιοπραγία, θα ήθελα να ρωτήσω τη μάνα που έβλεπε τον οχτάχρονο γιό της να δέρνει ανηλεώς ένα άλλο παιδάκι, πόσο καμαρώνει που «αυτό» κατάφερε να τον διδάξει...Και πόσο περήφανη θα νιώθει αύριο, διαβάζοντας για μια ακόμη γυναικοκτονία από κάποιον που του είχαν κι εκείνου κάνει πολλαπλά οικογενειακά και κοινωνικά μαθήματα βίας κι είχε πάρει σε όλα αυτά, «δέκα» με… πόνο!