Ο Αύγουστος, ο τελευταίος μήνας του καλοκαιριού, στη χώρα μας είναι ιδιαίτερα γνωστός για τις διακοπές και για τη γιορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, στις 15 του μήνα, που για το λόγο αυτό έχει επικρατήσει να ονομάζεται Δεκαπενταύγουστος. Η Κοίμηση της Θεοτόκου είναι Θεομητορική γιορτή των Χριστιανικών Εκκλησιών, η οποία γιορτάζεται με ιδιαίτερη λαμπρότητα σε πολλά μέρη της χώρας μας, ονομάζεται δε και «Πάσχα του καλοκαιριού» και είναι μια από τις επίσημες αργίες στην Ελλάδα.
Πρόκειται για τη κορυφαία εορτή της πιο οικείας μορφής στο χριστιανικό λατρευτικό κύκλο, σ’ όλη την Ελλάδα, με επίκεντρο το ναό της Παναγίας στο νησί της Τήνου.
Η Παναγία, άλλωστε, είναι το ιερό εκείνο πρόσωπο που ο λαός μας τιμά και σέβεται περισσότερο από κάθε άλλο. Η επωνυμία Παναγία (προσωνυμία από τον 3ο αιώνα ως η αγιωτέρα από όλους τους αγίους) έχει καθιερωθεί ως η συνηθέστερη επίκληση της Θεοτόκου, η οποία συνδυάζεται πολλές φορές και με άλλες, αμέτρητες προσωνυμίες προς την Κεχαριτωμένη Βασίλισσα του Κόσμου, όπως: Ελεούσα, Μεγαλόχαρη, Φανερωμένη, Χρυσοσπηλιώτισσα, Παντάνασσα και Κεχαριτωμένη.
Τα προσωνύμια που Της αποδίδονται θα μπορούσαμε να πούμε ότι χωρίζονται σε οκτώ κατηγορίες.
1. Από την παράσταση της Παναγίας στην εικόνα. Τέτοια επίθετα είναι η Βρεφοκρατούσα, η Γλυκοφιλούσα, η Γαλακτοτροφούσα, η Πλατυτέρα των Ουρανών, η Οδηγήτρια, Δεξιοκρατούσα και Μεγαλομάτα.
2. Από τον τόπο Της:.Έτσι υπάρχει η Παναγία η Αθηνιώτισσα, η Καστριώτισσα, η Πυργιανή, η Σπηλιανή, η Μεγαλοσπηλαιώτισσα, η Θαλασσινή, η Καλαμού, η Καμινιώτισσα, η Ολυμπιώτισσα, η Σουμελιώτισσα, η Πλατανιώτισσα, η Καταπολιανή, η Τροοδίτισσα, του Κάμπου και άλλα.
3. Από την τεχνοτροπία του ναού Της. Τέτοια επίθετα είναι η Θολοσκέπαστη, η Μολυβδοσκέπαστη, η Πελεκητή, η Κρεμαστή, η Μαρμαριώτισσα και άλλα.
4. Από το όνομα του κτήτορα του ναού ή της μονής Της.Τέτοια επίθετα είναι Παναγία η Παχειά, η Γλυκειά, η Περλιγκού, η Λυκοδήμου και η Κοροβιλιά.
5. Από το μήνα που εορτάζεται η Παναγία, οπότε ανάλογα την αποκαλούν Βρεχούσα, Αυγουστιανή, Δεκαπεντούσα, Τριτιανή και Μεσοσπορίτισσα.
6. Από τα θαύματα της Παναγίας οπότε τα επίθετά της είναι Γοργοϋπήκοος, Ελεούσα, Ελεήστρα, Γιάτρισσα, Θεραπεία, Υγεία, Ψυχοσώστρα, Παραμυθία, Παρηγορήτρα, Παυσολύπη, Φανερωμένη και Μυροβλύτισσα.
7. Εγκωμιαστικά από την έξαρση της αγάπης των πιστών. Συνήθως χρησιμοποιείται επίθετο με πρώτο συνθετικό το χρυσό: όπως Χρυσοκελλαριά, Χρυσοσπηλιώτισσα, Χρυσοπηγή, Χρυσογαλούσα, Χρυσοποδαρίτισσα, Χρυσοχέρα. Υπάρχουν όμως και άλλα, όπως Αγγελόκτιστη, Αερινή, Αναφωνήτρα, Επίσκεψις, Παντάνασσα, Τρανή και Χιλιαρμενίτισσα.
8. Αυτά που Της έδωσαν οι υμνογράφοι της Εκκλησίας. Κυρίως προέρχονται από τον Ακάθιστο Ύμνο όπως Αμόλυντος, Υψηλοτέρα, Καθέδρα, Κλίμαξ, Σκέπη, Παράκλησις, Επίσκεψις, Καταφυγή, Κεχαριτωμένη, Χώρα του Αχώρητου και Όρος Αλατόμητον.
Η μνήμη της τιμάται με νηστεία και παρακλήσεις δύο εβδομάδων. Πρόκειται για νηστεία που τιμούν με ιδιαίτερη ευλάβεια οι Χριστιανοί και σύμφωνα με την παράδοση καθιερώθηκε τον 7ο αιώνα. Αρχικά, η νηστεία ήταν χωρισμένη σε δύο περιόδους, εκείνη πριν τη γιορτή της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα, στις 6 Αυγούστου και εκείνη πριν τη γιορτή της Κοίμησης της Θεοτόκου στις 15 του μήνα. Το 10ο αιώνα, όμως, συνενώθηκαν σε μια νηστεία που περιλαμβάνει 14 ημέρες και ξεκινά την 1η Αυγούστου. Κατά τη διάρκεια της συγκεκριμένης περιόδου νηστεύεται το λάδι εκτός του Σαββάτου και της Κυριακής, ενώ στη γιορτή της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα συνηθίζεται οι Χριστιανοί να τρώνε ψάρι. Στα χωριά, η παράδοση θέλει με το γάλα και το βούτυρο που δεν κατανάλωσαν την περίοδο της νηστείας, να φτιάχνουν τραχανάδες και χυλοπίτες που θα αποθηκεύσουν στα κελάρια για τις κρύες ημέρες του χειμώνα. Η νηστεία, δε, τηρείται απ΄όλους αυστηρά ενώ κάθε πρωί και τις δυο εβδομάδες της, οι Χριστιανοί τρώνε κόκκινα κράνα, γνωστά από την αρχαιότητα ως υπερτροφή (μάλιστα αναφέρονται και στην Οδύσσεια, όπου η Κίρκη, η πανίσχυρη αυτή μάγισσα του Αρχαίου Κόσμου, έδωσε κράνα στους συντρόφους του Οδυσσέα) για να είναι γεροί όλο το χρόνο.
Η εορτολογική εξέλιξη και οι εξωβιβλικές αναφορές για την γιορτή και τον τόπο ταφής της Θεοτόκου
Με δεδομένο πως απουσιάζουν μαρτυρίες σχετικές με τα γεγονότα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, το εορτολογικό περιεχόμενο της συγκεκριμένης γιορτής το εντοπίζουμε σε εξωβιβλικές μαρτυρίες. Η πρώτη αναφορά γίνεται σ΄ ένα απόκρυφο κείμενο με τίτλο De transitu beatae Mariae virginis (Περί μεταστάσεως της μακαρίας Παρθένου Μαρίας) που κυκλοφόρησε στη λατινική και στην ελληνική γλώσσα σχετικά με την κοίμηση της Θεοτόκου με το όνομα του Ευαγγελιστή Ιωάννη. Περιγράφει στοιχεία από τη ζωή της Παρθένου Μαρίας μετά την ανάσταση του Ιησού.
Η επικοινωνία Της με τους μαθητές του Χριστού, η κοίμηση Της, η μετάστασή Της στους ουρανούς, οι εμφανίσεις Της με διάφορα βιβλικά πρόσωπα και η κάθοδός Της στον Άδη. Το κείμενο προέρχεται μάλλον από τις αρχές του 5ου αιώνα και στηρίζεται σε παλαιότερο ελληνικό πρωτότυπο.Σύμφωνα με ερευνητές, το συγκεκριμένο κείμενο δεν είναι τίποτε άλλο παρά συμπερίληψη όλων των περί Κοιμήσεως απόκρυφων αφηγήσεων. Ενώ τον 6ο αιώνα, έχουμε λατινική μετάφραση ενός άλλου απόκρυφου έργου με τίτλο Joannis liber de Dormitione Mariae (βίβλος Ιωάννου περί της κοιμήσεως της Μαρίας) που βρέθηκε σε συριακή γραφή. Σε κάθε περίπτωση, οι απόκρυφες αφηγήσεις συνδέονται με το εορτολογικό περιεχόμενο της γιορτής και όχι με το πώς εμφανίστηκε.
Η παλιότερη αναφορά στον τόπο ταφής της Θεοτόκου προέρχεται από τον 5ο αιώνα και συνδέεται με τα Ιεροσόλυμα. Οδοιπορικά του 6ου αιώνα (Θεοδόσιος το 530, Αντώνιος Πλακεντίας το 570) προσδιορίζουν τον τάφο της στη Γεσθημανή. Τον 7ο αιώνα, τον ίδιο τόπο προσδιορίζει και ο Σοφρώνιος Ιεροσολύμων στο Breviarius de Hierosolyma. Η Έφεσος θεωρείται ένας εναλλακτικός τόπος ταφής της Θεοτόκου θεμελιωμένος από την απόκρυφη παράδοση που θέλει τον Ευαγγελιστή Ιωάννη όταν ήλθε στην Έφεσο να έφερε μαζί του και τη Θεοτόκο αλλά και από τη σύγκληση της Γ′ Οικουμενικής Συνόδου στο ναό της αγίας Μαρίας στην πόλη αυτή.
Η Θεοτόκος στρατηγός των Ελλήνων
«Τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ τὰ νικητήρια,
ὡς λυτρωθεῖσα τῶν δεινῶν εὐχαριστήρια,
ἀναγράφω σοι ἡ Πόλις σου Θεοτόκε.
Ἀλλ′ ὡς ἔχουσα τὸ κράτος ἀπροσμάχητον,
ἐκ παντοίων με κινδύνων ἐλευθέρωσον,
ἵνα κράζω σοι· Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε»
Από τον 6ο αι. μ.Χ.η Παναγία βαφτίστηκε αειπάρθενος, υπέρμαχος στρατηγός και προστάτις, ανάμεσα σε άλλες ιδιότητες, με κυρίαρχη την μητρική.
Το έτος 626, και ενώ ο Αυτοκράτορας Ηράκλειος ηγείτο εκστρατείας του βυζαντινού στρατού κατά των Περσών, η Κωνσταντινούπολη πολιορκήθηκε αιφνιδίως από τους Αβάρους. Γνωρίζοντας την απουσία του στρατού, οι Άβαροι απέρριψαν κάθε πρόταση εκεχειρίας και την 6η Αυγούστου κατέλαβαν την Παναγία των Βλαχερνών. Σε συνεργασία με τους Πέρσες, τη νύχτα της 7ης προς 8η Αυγούστου, ετοιμάζονταν για την τελική επίθεση, ενώ ο Πατριάρχης Σέργιος περιέτρεχε τα τείχη της Πόλης με την εικόνα της Παναγίας της Βλαχερνίτισσας και ενεθάρρυνε το λαό στην αντίσταση. Τη νύχτα εκείνη, φοβερός ανεμοστρόβιλος, που αποδόθηκε σε θεϊκή αρωγή, δημιούργησε τρικυμία και κατέστρεψε τον εχθρικό στόλο, ενώ αντεπίθεση των αμυνόμενων προξένησε τεράστιες απώλειες στους Αβάρους και τους Πέρσες, οι οποίοι αναγκάστηκαν να λύσουν την πολιορκία και να αποχωρήσουν άπρακτοι. Οι Χριστιανοί μάλιστα είπαν ότι η Παναγία είχε απλώσει προστατευτικά το πέπλο της πάνω από την Πόλη.
Την 8η Αυγούστου, η Πόλη είχε σωθεί από τη μεγαλύτερη ως τότε απειλή της ιστορίας της. Ο λαός, θέλοντας να πανηγυρίσει τη σωτηρία του, την οποία απέδιδε σε συνδρομή της Θεοτόκου, συγκεντρώθηκε στο Ναό της Παναγίας των Βλαχερνών. Τότε, κατά την παράδοση, όρθιο το πλήθος έψαλε τον από τότε λεγόμενο «Ακάθιστο Ύμνο» στην Παναγία, αποδίδοντας τα «νικητήρια» και την ευγνωμοσύνη του «τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ».
Κατά την επικρατέστερη άποψη, δεν ήταν δυνατό να συνετέθη ο ύμνος σε μία νύχτα. Άρα, μάλλον είχε συντεθεί νωρίτερα και μάλιστα θεωρείται ότι ψαλλόταν στο συγκεκριμένο ναό στην αγρυπνία της 15ης Αυγούστου κάθε έτους. Απλώς, εκείνη την ημέρα ο ύμνος εψάλη «ὀρθοστάδην», ενώ αντικαταστάθηκε το ως τότε προοίμιο («Τὸ προσταχθὲν μυστικῶς λαβὼν ἐν γνώσει») με το ως σήμερα χρησιμοποιούμενο «Τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ τὰ νικητήρια», το οποίο έδωσε τον δοξολογικό και εγκωμιαστικό τόνο στον ως τότε διηγηματικό και δογματικό ύμνο.
Σύμφωνα όμως με άλλες ιστορικές πηγές, ο Ακάθιστος Ύμνος συνδέεται και με άλλα παρόμοια γεγονότα, όπως τις πολιορκίες και την σωτηρία της Κωνσταντινούπολης επί των Αυτοκρατόρων Κωνσταντίνου του Πωγωνάτου (673), Λέοντος του Ισαύρου (717-718) και Μιχαήλ Γ΄ (860). Δεδομένων των τότε ιστορικών συνθηκών (εικονομαχική έριδα, κλπ.), δε θεωρείται απίθανο η Παράδοση να έχει αλλοιώσει την ιστορική πραγματικότητα, με αποτέλεσμα να καθίσταται πολύ δύσκολο να λεχθεί μετά βεβαιότητας ποιο ήταν το ιστορικό περιβάλλον της δημιουργίας του Ύμνου.
Όπως αναφέρει στο βιβλίο του με τίτλο: «Η Υπερμάχος Στρατηγός- Η Θεοτόκος στη ζωή της Ρωμιοσύνης» ο πρωτοπρεσβύτερος Δημήτριος Αθανασίου:
«Ολόκληρος ο ιστός της Ρωμιοσύνης έχει υφανθεί γύρω από τη σκέπη της Θεοτόκου. Γι′ αυτό ο ευσεβής λαός μας έχει ιδιαίτερη ευλάβεια στην Κυρά των Αγγέλων, που εκφράζεται με την αυθόρμητη επίκλησή Της στην ώρα του κινδύνου, αλλά και με την καλλιεπή υμνολογία και την πλούσια εικονογραφία. Ο Ελληνικός λαός είδε πάντοτε με σεβασμό τη γαλήνια και πονεμένη μορφή της Παναγίας και το υπερύμνητο πρόσωπό Της βρίσκεται βαθύτατα ριζωμένο στην εθνική και πνευματική του παράδοση. Η τιμή των Ελλήνων προς τη Θεοτόκο είναι πάντα συνυφασμένη με την εθνική τους ύπαρξη. Σ′ αυτήν εκφράζουν στη διαδρομή του χρόνου τις δοκιμασίες και τις πικρίες, την καρτερία και την ελπίδα. Η Υπεραγία Θεοτόκος είναι η Παναγία του Γένους που έγινε ύμνος, δύναμη της φυλής και ελπίδα. Ιστορία και αγώνας στις κρίσιμες ώρες του Ελληνισμού. Όταν ως έθνος περνούσαμε από την τροχιά των δακρύων και του πόνου σ′ Αυτήν καταφεύγαμε. Αυτή φώτιζε τη νύχτα της αγρυπνίας μας.»
Ανάλογη είναι και η εξήγηση που δίνει στο δικό του βιβλίο με τίτλο «Φίλε Εθνοφρουρέ…» ο δρ Φαίδων Παπαδόπουλος, θεολόγος όπου αναφέρει πως η Παναγία αποτελεί την προστάτιδα των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας. Όπως γράφει χαρακτηριστικά:
«Το Ελληνορθόδοξο έθνος μας και οι ένοπλες δυνάμεις του, τιμούν την Θεοτόκο ως Υπερμάχο Στρατηγό γιατί σε αμέτρητες περιπτώσεις αποδείχθηκε προστάτις και σωτήρας μας. Το γνωστό κοντάκιο του Ακαθίστου Ύμνου αλλά και πλήθος αφιερωμάτων σε εικόνες της Παναγίας είναι αδιάψευστοι μάρτυρες αυτού του γεγονότος. Αξίζει ειδικά να τονίσουμε πως αυτό ακόμη το λάβαρο της επανάστασης, που υψώθηκε στην Αγία Λαύρα το 1821, δεν ήταν τίποτε άλλο παρά κεντητή εικόνα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Για να δηλώσει ασφαλώς ότι όπως εκείνη η Κοίμηση προμήνυε την αληθινή ζωή έτσι και το υπόδουλο έθνος θα αποκτούσε την ελευθερία του…»
Θεά Αθηνά, η Παρθένος των Αρχαίων Ελλήνων
Πολλοί μελετητές των θρησκειών συνδέουν την εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου με τη γενέθλια ημέρα της Θεάς Αθηνάς. Η Αθηνά ήταν η θεά της σοφίας, της στρατηγικής και του πολέμου. Τα γενέθλια της εορτάζονται με μεγάλες τιμές από τα βάθη της αρχαιότητας την 28η του μηνός Εκατομβαιώνος του Αττικού Ημερολογίου. Στην σημερινή εποχή τα εντοπίζουμε ημερολογιακά από τα μέσα Ιουλίου έως τα μέσα Αυγούστου. Ήταν στρατηγός και προστάτιδα της πόλεως των Αθηνών. Κάθε τέσσερα χρόνια μάλιστα την τιμούσαν με τα Παναθήναια όπου λάμβανε χώρα και η «Πομπή των πέπλων» (ας θυμηθούμε και τον πέπλο της Παναγίας στην Κωνσταντινούπολη όπως αναφέραμε παραπάνω).
Η σημασία που έδιναν οι Αθηναία στη Θεά Αθηνά την οποία λάτρευαν από παλιά, και μάλιστα ως Πότνια (δέσποινα, σεβαστή και αγνή), καθρεφτίζεται στο μεγαλείο του Παρθενώνα. Ο Παρθενώνας στην Αθήνα είναι ο πιο διάσημος ναός αφιερωμένος στην Αθηνά. Η προέλευση της ονομασίας του προέρχεται από την αρχαιοελληνική λέξη «παρθενών», η οποία σήμαινε «διαμέρισμα ανύπαντρης γυναίκας» για κατοικίες, ενώ στη περίπτωση του Παρθενώνα σημαίνει «ναός της παρθένου θεάς» και αναφέρεται στη λατρεία της Αθηνάς Παρθένου που συνδεόταν με το ναό.
Όπως αναφέρει στο βιβλίο της με τίτλο «Sculpture and Sculptors of the Greeks» η αρχαιολόγος Gisela Richter, η οποία έχει γράψει πολλά βιβλία για την αρχαία Ελλάδα
«Τον 5ο αι. μ.Χ. ο Παρθενώνας μετατράπηκε σε ναό της Παναγίας της Αθηνιώτισσας, για να εξυπηρετηθούν οι σκοπιμότητες της μετάβασης στην θρησκευτική συνείδηση από την Παρθένο Αθηνά στην «παρθένο Παναγία». Μετά τη σύνοδο της Νίκαιας καθιερώθηκε η μεγάλη γιορτή της Παναγίας τον Δεκαπενταύγουστο, ημερομηνία που συμπίπτει με τα γενέθλια της θεάς Αθηνάς στις 28 του αρχαίου μήνα Εκατομβαιώνα (μέσα Ιουλίου – μέσα Αυγούστου), όταν τελούνταν τα Παναθήναια, η μεγαλύτερη γιορτή της αρχαίας Αθήνας. Η χρυσελεφάντινη Παρθένος Αθηνά μεταφέρθηκε από τους χριστιανούς στην Κωνσταντινούπολη, όπου αργότερα καταστράφηκε.»
Παναγιά η Γοργόνα
Μια ακόμη απόδειξη ότι οι αρχαίες μητρικές θεότητες με τις παραδόσεις του συνενώθηκαν στο πρόσωπο της Παναγίας, η οποία αποτελεί τη Μεγάλη Μητέρα του Σύμπαντος από την εποχή των μητριαρχικών κοινωνιών είναι η εικόνα της Παναγιάς της Γοργόνας εκκλησάκι που βρίσκεται σκαρφαλωμένο σε ένα βράχο στο γραφικό ψαροχώρι Σκάλα Συκαμνιάς, στη Λέσβο.
Η Παναγιά αυτή, «η πιο αλλόκοτη μέσα στην Ελλάδα και σ’ όλο τον κόσμο της χριστιανοσύνης», κατά τον Μυριβήλη, υπήρξε δημιούργημα ενός άγνωστου λαϊκού ζωγράφου και ουσιαστικά παντρεύει την αρχαία ελληνική πίστη με τη χριστιανική και υμνεί τη θηλυκή θεότητα.
«Πήγαν να μπατάρουν εκεί απέξω στον κάβο Κόρακα, σαν αντίκρισαν ξάφνου της Παναγίας τα ράχτα. Γλίτωσέ μας, τάχτηκε ο εργολάβος, και μεις θα σου χτίσουμε ένα ξωκλήσι. Μεμιάς καταλάγιασε ο καιρός, οι μαστόροι και το τσούρμο απάγγιασαν στο μικρό λιμάνι της Παναγιάς. Δέσανε πρυμάτσα και κάμαν το τάμα τους. Γι’ αυτό το κλησάκι τούτο μοιάζει τόσο πολύ με μικρό λαδομάγαζο.
Έχει ένα καμπανάκι κρεμασμένο από σιδερένια καμάρα. Από σκέτο σίδερο είναι κι ο διπλός σταυρός πάνω στη σκεπή. Έχει ακόμα κ’ ένα ψηλό κατάρτι για τη σημαία, σιδεροδεμένο με χυτό μολύβι στο βράχο και στις γωνιόπετρες, εκεί πίσω στη ράχη της αχιβάδας. Αυτό το ξύλο είναι λάφυρο από τη ναυμαχία της «Έλλης» και το παρακύλησε το κύμα ως εδώ γύρω. Το περιμάζεψαν οι χωριανοί, και σα λευτέρωσε ο «Αβέρωφ» το νησί, το σήκωσαν εκεί και ισάρισαν μια μεγάλη γαλανόλευκη να παίζει χαρωπά με τον αγέρα κάθε Κυριακή, να τη βλέπουν και να καμαρώνουν.» (Απόσπασμα από το μυθιστόρημα του Στρατή Μυριβήλη «Η Παναγιά η Γοργόνα»).
Όπως εξάλλου αναφέρει και ο θεολόγος Γεώργιος Φίλιας στο βιβλίο του με τίτλο Οι θεομητορικές εορτές στη λατρεία της Εκκλησίας, «σχετιζόμενες με τα γεγονότα της ζωής ενός από τα ιερότερα πρόσωπα στην ιστορία της Εκκλησίας, οι εορτές της Θεοτόκου βιώνονται -ακόμα και από εκείνους οι οποίοι έχουν χαλαρή ή και σχεδόν μηδαμινή σχέση με την πίστη στο Θεό- ως ο εορτασμός της «Μητέρας» του ανθρώπου».