«Θέλω ο Καβάφης να φανεί οικείος και σπουδαίος επειδή είναι κατανοητός στο ήθος του», υπογραμμίζει ο Δημήτρης Παπαδημητρίου στη HuffPost, λίγες ημέρες πριν από την παρουσίαση της νέας εκδοχής του έργου του «…που γι’ Αλεξανδρινό γράφει Αλεξανδρινός».
Με αφορμή τη συναυλία του -25 Μαΐου, στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης-, ο σπουδαίος συνθέτης μιλά για τη μελοποίηση του Καβάφη, το βίωμα της κοινής καταγωγής, όπως λέει «ο αιγυπτιακός καμβάς εξηγεί το αλεξανδρινό τοπίο -που διόλου δεν είναι η κλασική αττική αρχαιότητα», για τους γονείς του οι οποίοι τον μύησαν στον Καβαφισμό που «ήταν θρησκεία και για τους δύο αφού για τον Καβάφη μέχρι και τσακώθηκαν για αρκετά χρόνια με την Αλεξανδρινή διανόηση», αλλά και για τις νησίδες αντίστασης στην πνευματική παρακμή, δηλώνοντας με νόημα: «Δεν νομίζω ότι είναι ποτέ αλλιώς για τις μεγάλες μάζες. Αλλά με τις νόρμες που θέτει η δημοσιογραφική εποχή μας σήμερα, θα έπρεπε να έχουμε εξαλειφθεί από προσώπου γης όλοι οι διανοούμενοι εν γένει».
-«Ο Καβάφης είναι ένα ουράνιο σώμα με τεράστιο πεδίο βαρύτητας. Αν μπεις σε αυτό, δύσκολα ξεφεύγεις. Σου φαίνεται περίεργο μερικές φορές και που υπάρχει άλλη ποίηση», σημειώνετε, και είναι εντυπωσιακή η δήλωση εάν λάβει κανείς υπόψιν τους μεγάλους ποιητές που έχετε μελοποιήσει.
Η μελοποίηση της ποίησης για μένα είναι μια περίεργη σχεδόν μεταφυσική υπόθεση. Αλλά για να σας εξηγήσω πρέπει πρώτα να προσδιορίσω την ουσιωδέστερη διαφορά μεταξύ της μελοποίησης της ποίησης από αυτήν του στίχου.
Εντός του ποιήματος ενυπάρχει εκκωφαντικά μια άηχη μουσική. (Δεν μιλώ για τον ήχο του λόγου). Είναι δηλαδή το ποίημα ένα διαμέρισμα που κατοικείται από μουσικά φαντάσματα, απόηχους και αναμνήσεις άφατων και ημιτελών μελωδικών νοημάτων που τα συλλαμβάνεις μεν αλλά δεν ακούγονται.
Ο αδαής φιλόδοξος συνθέτης, όπως υπήρξα σαφώς κι εγώ, πάει να κατοικήσει ένα φαινομενικά άδειο μουσικά σπίτι. Όμως το μόνο που καταφέρνει είναι να εξαγριώσει τα μουσικά του φαντάσματα. Και τότε αυτά επιλέγουν να ακουστούν και να σου δείξουν πόσο αφελής και ανυποψίαστος υπήρξες. Γιατί τότε και ο αδαής ακροατής καταλαμβάνει ότι παίζουν δύο άσχετες ξεκούρδιστες μουσικές ταυτοχρόνως.
Αντίθετα ο στίχος είναι διαμέρισμα διατιθέμενο προς πάντα υποψήφιο κάτοικο, φιλόξενο για όλες τις μουσικές προς αγοράν ή ενοικίασιν. Μπορείς ως μουσικός να το οδηγήσεις σχεδόν όπου θες. Εκεί η επιτυχία δεν είναι αν θα τον κατοικήσεις μουσικά τον στίχο αλλά να κατοικήσει αυτός εσένα και να τον κάνεις να ακουστεί ως ποίημα. Πολλές φορές η ανάγνωση ενός σπουδαίου στίχου χωρίς τη μουσική είναι ποιητικά απογοητευτική. Με την αρωγή των δικών σου μουσικών φαντασμάτων που θα διαπεράσουν τις λέξεις και θα τις γονιμοποιήσουν. Περνούν στην εντύπωση της ποίησης. Ο στίχος είναι μεγάλη τέχνη! Πως θα έχεις πλήρες το νόημα χωρίς τους ενοχλητικούς μουσικούς υπαινιγμούς. Ο Γκάτσος είναι και σε αυτό κορυφή. Αλλά κι ο Ελευθερίου και ο Αλκαίος και αρκετοί άλλοι ζώντες έχουν καταλάβει ότι το κοχύλι τους τρέπει να είναι ωραίο αισθητικά και νοηματικά αλλά και μουσικά άδειο, να χωράει τον κόσμο μιας νέας μουσικής πλήρους. Δηλαδή ο στίχος να είναι σαν γυμνοσάλιαγκος άστεγος που ψάχνει ένα κενό σπίτι σαλιγκαριού να κατοικήσει.
“Νομίζω ότι τα απαγορευμένα του με εξιτάρουν περισσότερο. Εκεί βλέπω έναν τεράστιο ντιλετάντε αναρχικό και «ιδιωτικό» επαναστάτη, ας μου επιτραπεί ο νεολογισμός”
Και ποια η λύση για την μελοποίηση της ποίησης; Να ενσωματώσεις σε ήχο τα άηχα πλην εκκωφαντικά μουσικά φαντάσματα του ποιήματος. Είσαι κάπως σαν ένας γητευτής τους. Είναι ευτυχώς όμως σφοδρή τους επιθυμία αυτό να γίνει. Σαν αγέννητες ψυχές που επιθυμούν ενσάρκωση. Κι όταν αυτό συμβεί ακούγεται μια κραυγή ηδονής και ανακούφισης ανάμεσα στις αρμονικές συνδυασμού, στις συλλαβές του ποιήματος -σαν μακρινή σεισμική δόνηση.
Ο Καβάφης είναι ένα στοιχειωμένο μουσικά σπίτι. Αν σου δεθεί η χάρις αυτή τα φαντάσματα σε κρατούν για πάντα μέσα στον Πύργο τους.
- Σε ποια ηλικία γνωρίσατε την ποίηση του Καβάφη; Ποιος σας παρότρυνε;
Μα ο πατήρ Στέλιος Παπαδημητρίου και η μήτηρ Αλεξάνδρα μας έδειξε και στους τρεις μας τον δρόμο προς την ποίηση γενικά- διαβάζοντας μας ο ίδιος από Όμηρο (από πρωτότυπο, από Κακριδή αλλά ακόμα και από την μαλλιαρή μετάφραση παρακαλώ) μέχρι τον Παλαμά. Μα πάνω από όλους τους νεότερους είχε τον Καβάφη. Κι οι τρεις μας οφείλουμε όμως και στην μητέρα μου τα ίσα αφού μας έμαθε στα αγγλικά και γαλλικά τη μεγάλη λογοτεχνία αυτών των γλωσσών.
“Ο Απολλώνιος Τυανεύς,ο ελληνισμός των αραβικών χωρών, των ρωμαϊκών και βυζαντινών κτήσεων -γενικά ο εκτός σημερινής Ελλάδος ελληνισμός εκεί κυρίως είναι ο Καβάφης”
Ο Καβαφισμός ήταν ωστόσο θρησκεία και για τους δύο αφού για τον Καβάφη μέχρι και τσακώθηκαν για αρκετά χρόνια με την Αλεξανδρινή διανόηση: διαφωνούσαν στην ανάλυση του. Αυτός ήταν τότε λόγος να χάσεις φίλους και συγγενείς! Με τον Τσίρκα λ.χ. τσακώθηκαν και ξαναμίλησαν μαζί του είκοσι χρόνια μετά, εδώ στην Αθήνα.
-Τι σας γοητεύει στον Καβάφη; Ποια περίοδος της ποίησης του σας συγκινεί περισσότερο;
Όταν κάποιος με γοητεύει τον αγαπώ ολοκληρωτικά. Έτσι από τα καθαρευουσιάνικα πρώτα του ποιήματα μέχρι τα τελευταία του διασκεδάζω και συγκινούμαι. Αλλά πάντα με ενθουσιάζουν το χιούμορ και η θεατρικότητά του.
Νομίζω ότι τα απαγορευμένα του με εξιτάρουν περισσότερο. Εκεί βλέπω έναν τεράστιο ντιλετάντε αναρχικό και «ιδιωτικό» επαναστάτη, ας μου επιτραπεί ο νεολογισμός.
-Για ποιόν λόγο η κοινή καταγωγή με τον ποιητή, τα κοιτάσματα της κάποτε σπουδαίας Αλεξάνδρειας, που μόνο όσοι την έχουν ζήσει γνωρίζουν, υπήρξαν για εσάς τόσο καθοριστικά; Η κοινή καταγωγή είναι μία μυστική γλώσσα;
Στον Καβάφη ναι. Το βίωμα του κοινωνικού και φυσικού καμβά είναι αυτό που οδηγεί σε μια αληθινή αισθητική κατανόηση του ποιήματος. Ο αιγυπτιακός καμβάς εξηγεί το αλεξανδρινό τοπίο -που διόλου δεν είναι η κλασική αττική αρχαιότητα. Ο Απολλώνιος Τυανεύς,ο ελληνισμός των αραβικών χωρών, των ρωμαϊκών και βυζαντινών κτήσεων -γενικά ο εκτός σημερινής Ελλάδος ελληνισμός εκεί κυρίως είναι ο Καβάφης, ακόμα κι αν η θεματολογία δείχνει άλλη. Δηλαδή, όχι το Αττικό κλέος και το λευκό φως της Ακρόπολης. Αλλά το κίτρινο, μελιχρό πλάγιο και θερμότατο φως της ερήμου, της αραβικής και Ιωνικής Ανατολής. Φωτισμός που αλλάζει τις σκιές, την διαλεκτικότητα του λόγου, υποσκάπτει την μισητή από τον ποιητή «ευθύτητα». Ακόμη όχι ο Σωκράτης, αλλά ο Επίκουρος.
Αυτή η στάση, γλώσσα ζωής, είναι βίωμα. Ο κάθε Αλεξανδρεύς το έχει στο πετσί του. Και χωρίς αυτό δεν υφίσταται ο Καβάφης. Μένει μόνο η διάνοια που αποστερημένη από τον φυσικό ζωτικό της χώρο ή πεθαίνει ή διαστρέφεται.
-Η παραδοχή «ο Καβάφης μελοποιείται. Καθόλου εύκολο έως αδύνατο αν δεν είσαι Αιγυπτιώτης. Δύσκολο και εάν είσαι. Αλλά μελοποιείται», μας οδηγεί στη συναυλία της 25ης Μαΐου. Σε μία επιστροφή, σε μία νέα εκδοχή, με μία Ορχήστρα Ελληνικού Τραγουδιού 11 οργάνων και όχι μόνο. Τι θα δούμε;
Λιγότερο τον συνθέτη και περισσότερο ελπίζω τον Καβάφη. Θέλω ο Καβάφης να φανεί οικείος και σπουδαίος επειδή είναι κατανοητός στο ήθος του. Χρησιμοποιώ τη θεατρική προσέγγιση αφού η μελοποίηση μου είναι ίσως και θεατροποίηση δια της μουσικής. Όπως διδάσκω τον τραγουδιστή έτσι τον σκηνοθετώ ευθέως ως θέατρο, προσφέροντας ελπίζω μια απλή και απτή πρώτη προσέγγιση. Χωρίς κανένα σοβαροφανές φούσκωμα απαγγελίας και κανένα χαζό σέβας που θα έλεγε κι ο Καβάφης στην Δυνάμωσι του.
Σημαντική ακόμα εξέλιξη στη φόρμα μιας συναυλίας τείνουσας προς το θέατρο είναι η παρουσία του εντυπωσιακού και ευθύβολου σκηνικού του Πάρι Μέξη και των φωτισμών της Στέλλας Κάλτσου. Η ανακάλυψη της νέας αυτής συναυλιακής συνταγής θα πραγματοποιηθεί κι από τους τρεις μας. Αυτό μαζί με την χρήση τραγουδιστών / ηθοποιών (έτσι όπως μόνο εγώ το εννοώ) είναι μια περιπέτεια που με ερεθίζει.
-Υπάρχει σήμερα, σε έναν κόσμο με τόση φλυαρία και θόρυβο, χώρος και χρόνος για την ποίηση;
Δεν νομίζω ότι είναι ποτέ αλλιώς για τις μεγάλες μάζες. Αλλά με τις νόρμες που θέτει η δημοσιογραφική εποχή μας σήμερα, θα έπρεπε να έχουμε εξαλειφθεί από προσώπου γης όλοι οι διανοούμενοι εν γένει. Η σύγχρονη ρωμαϊκού τύπου, ψευδής, παρακμιακή οχλοδημοκρατία είναι η κρατούσα πολιτική πρακτική και απονέμει δικαίωμα ζωής η θανάτου σε όλα- και στην τέχνη με βάση την εμπορική ή πολιτική απήχηση. Όμως η δράση φέρνει αντίδραση. Θα πρέπει η ανθρωπότητα να βρει τρόπο να λειτουργεί αληθινή δημοκρατία, σήμερα με τόση αύξηση των πληθυσμών και μείωση του ενδιαφέροντος των ανθρώπων για τα κοινά. Αυτό αν δεν το βρει με το καλό θα το πληρώσει και δεν θέλω να σκεφτώ με ποιον τρόπο.
Όμως δημιουργούνται και νησίδες μεγάλης αντίστασης στην πνευματική παρακμή. Στο Τρίτο Πρόγραμμα η μέση ημερήσια ακρόαση είναι 80.000 άνθρωποι μόνο στην Αθήνα. Μειοψηφία θα μου πεις, βγάζοντας το ζύγι. Και άρα μουγγή μάζα. Όμως συνειδητοί σκεπτόμενοι ακροατές, θα πω εγώ. Στρατιώτες της διανόησης. Σε όλη την Ελλάδα σίγουρα πάνω από 120.000 άνθρωποι είναι νέοι αισθητικοί και πνευματικοί μαχητές -μου αρκούνε, λέω. Και μου περισσεύουν. Ο Λεωνίδας είχε τριακόσιους!
-Το αγαπημένο σας ποίημα από το καβαφικό σύμπαν; Ο στίχος του ποιητή που πάντα θα σας συγκινεί;
Όλη η «Δυνάμωσις» και όλη η «Πρόσθεσις». Το «Οσο μπορείς» και το «Che fèce …il gran rifiuto».
Δυνάμωσις
Όποιος το πνεύμα του ποθεί να δυναμώσει
να βγει απ’ το σέβας κι από την υποταγή.
Aπό τους νόμους μερικούς θα τους φυλάξει,
αλλά το περισσότερο θα παραβαίνει
και νόμους κ’ έθιμα κι απ’ την παραδεγμένη
και την ανεπαρκούσα ευθύτητα θα βγει.
Aπό τες ηδονές πολλά θα διδαχθεί.
Την καταστρεπτική δεν θα φοβάται πράξι·
το σπίτι το μισό πρέπει να γκρεμισθεί.
Έτσι θ’ αναπτυχθεί ενάρετα στην γνώσι.
Επιμέλεια Γ. Π. Σαββίδης. Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993.
Info
Δημήτρης Παπαδημητρίου - Κ. Π. Καβάφης «…που γι’ Αλεξανδρινό γράφει Αλεξανδρινός»
Ο Δημήτρης Παπαδημητρίου μελοποιεί ποιήματα του Κ. Π. Καβάφη σε εκδοχή ενδεκαμελούς ορχήστρας δωματίου, με πρωτότυπες και νεότερες φωνητικές ερμηνείες.
Στέγη Ιδρύματος Ωνάση
25 Μαΐου 2024
Κεντρική Σκηνή, 20:30
Τραγουδούν και υποδύονται
η Γιώτα Νέγκα, η Άρτεμις Μπόγρη, ο Μπάμπης Βελισσάριος, η Βερόνικα Δαβάκη, ο Αιμιλιανός Σταματάκης και ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης.
Συντελεστές
Μουσικοί
Sergiu Nastasa: βιολί, Otilia Alitei: βιολί, Μιχάλης Βρέττας: βιολί, Κωστής Θέος: βιολοντσέλο, Παρασκευάς Κίτσος: κοντραμπάσο, Μερκούριος Κάραλης: κλαρινέτο, Δημήτρης Βάμβας: όμποε, Λίλιαν Εσίποβα: άρπα, Γιώργος Γουμενάκης: Μαντολίνο, Χρυσόστομος Καραντωνίου: κιθάρα, Άρτεμις Βαβάτσικα: ακορντεόν, Νεφέλη Μούσουρα: πιάνο, Δημήτρης Κοντός: κρουστά
Μελοποιήση & Θεατρόποιηση: Δημήτρης Παπαδημητρίου
Σκηνογραφική Επιμέλεια: Πάρις Μέξης
Διασκευή από τη Συμφωνική Ενορχήστρωση: Τάσος Ρωσόπουλος
Επιμέλεια Μουσικού Υλικού: Βαγγέλης Σαγρής
Ήχος: Γιάννης Λαμπρόπουλος
Διάρκεια: 120 λεπτά (με διάλειμμα)
Εισιτήρια
Κανονικό: 7, 18, 22 €
Μειωμένο, Φίλος, Παρέα 5-9 άτομα: 14, 18 €
Παρέα 10+ άτομα: 13, 16 €
Κάτοικος Γειτονιάς*: 7 €
Ανεργίας, ΑμεΑ: 5 €
Συνοδός ΑμεΑ: 10 €