Εκπρόσωποι του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) καλωσόρισαν με θέρμη το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στην Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (ΠΓΔΜ). Πράγματι το «ΝΑΙ» υπερίσχυε με σημαντικό ποσοστό και αυτό θεωρήθηκε λόγος πανηγυρισμού. Μόνο που στην πραγματικότητα κέρδισε η αποδοκιμασία της συμφωνίας, αν αθροίσει κάποιος το ποσοστό όσων δε προσήλθαν στις κάλπες ακολουθώντας τη γραμμή για μποϋκοτάζ στο δημοψήφισμα και εκείνους που ψήφισαν «ΟΧΙ». Η πλειοψηφία των πολιτών της ΠΓΔΜ δεν προσήλθε στις κάλπες. Ακόμη και αν κάποιος δεχθεί το επιχείρημα ότι σημαντικό μέρος του εκλογικού σώματος βρίσκεται στο εξωτερικό, δεν μπορεί να παραβλέψει ότι διέθετε το δικαίωμα της εξ αποστάσεως ψήφου. Έτσι, οι πολίτες της ΠΓΔΜ γύρισαν την πλάτη σε ΝΑΤΟ και ΕΕ. Ας θυμηθούμε ότι έτσι όπως είχε διατυπωθεί η ερώτηση του δημοψηφίσματος αφορούσε την αποδοχή της ονομασίας, προκειμένου η γειτονική χώρα να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ. Το ΝΑΤΟ και η ΕΕ, όμως, ακολουθούν τη στρατηγική των “alternative facts”. Επιλέγουν την μισή αλήθεια. Αποφεύγουν τα «κακά» νέα. Πλήττουν, όμως, την αξιοπιστία τους και την προοπτική για μια ουσιαστική και αποτελεσματική αντιμετώπιση του ζητήματος της ΠΓΔΜ.
Ένα πρώτο «κακό» νέο για την ΕΕ και το ΝΑΤΟ είναι ότι η καμπάνια παραπληροφόρησης ως προς τα οφέλη από την ένταξη σε ΕΕ και ΝΑΤΟ, υπερίσχυσε της γοητείας της ένταξης στις ευρωατλαντικές δομές. Με τον λαϊκισμό και το πρότυπο της «ανελεύθερης Δημοκρατίας» των Ούγγρων και των Πολωνών να κερδίζει έδαφος και επιπλέον έχοντας μπροστά της τις Ευρωεκλογές, η ΕΕ θα πρέπει να προβληματιστεί με την αδυναμία της να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις καμπάνιες παραπληροφόρησης είτε αυτές πραγματοποιούνται στο Ηνωμένο Βασίλειο, είτε στην Ουκρανία και τη Γεωργία, είτε στα Βαλκάνια.
Ένα δεύτερο «κακό» νέο για την ΕΕ και το ΝΑΤΟ είναι ότι το 2018 δεν είναι 1990. Η προοπτική της ένταξης δεν συγκίνησε τους πολίτες της ΠΓΔΜ. Συχνά η ΕΕ υποπίπτει στο σφάλμα να πιστεύει ότι η ισχύς της γοητείας της παραμένει αμείωτη και ότι οι αξίες της και ακόμη περισσότερο το «ταμείο» της είναι ικανά να θέλξουν κάθε κράτος να προχωρήσει σε αλλαγές και μεταρρυθμίσεις. Ενώ, όμως, η ΕΕ συνεχίζει να αποτελεί ένα ασύλληπτο ιστορικό επίτευγμα και η αξία της για τα κράτη μέλη αλλά και για το διεθνές σύστημα είναι αδιαμφισβήτητη, ο κόσμος έχει αλλάξει. Η τάξη την οποία η ΕΕ υπερασπίζεται, απειλείται, αν δεν ανατρέπεται και τα κράτη διαθέτουν και άλλες επιλογές, όπως η Ρωσία ή η Κίνα, που φαίνονται, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, πιο επωφελείς. Συνεπώς, η ΕΕ θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη της τον ανταγωνισμό. Το 1990 η ένταξη για τα κράτη της κεντροανατολικής Ευρώπης και των Βαλκανίων ήταν μονόδρομος. Σήμερα φαίνεται ότι μπορεί και να μην είναι.
Ένα τρίτο «κακό» νέο είναι ότι δεν μπορούν να επιβάλουν τη θέλησή τους στους λαούς, ακόμη και όταν αυτοί πιέζονται οικονομικά. Πέραν των δύο κυβερνήσεων που προώθησαν τη συμφωνία, οι μόνοι ικανοποιημένοι από αυτή ήταν ξένες κυβερνήσεις και αξιωματούχοι. Αποδείχθηκε ότι οι πολίτες της ΠΓΔΜ δεν αποδέχονται τη συμφωνία, όπως επίσης και η πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών δεν είναι ευχαριστημένη με αυτή. Η συμφωνία των Πρεσπών αναμενόταν και αναμένεται να φέρει εκλογικές αναταράξεις και να επηρεάσει και τις δύο χώρες. Έτσι, πέρα από τη συναίνεση των κυβερνήσεων, τόσο η ΕΕ όσο και το ΝΑΤΟ πρέπει να μάθουν να δίνουν σημασία και στη συγκατάθεση των πολιτών.
Το τέταρτο «κακό» νέο είναι ότι δεν εθελοτυφλούν μόνο σήμερα, απέφευγαν να δουν την πραγματικότητα για δεκαετίες. Η αλήθεια είναι ότι ο εθνικισμός είναι πραγματικό και τεράστιο πρόβλημα για τη γειτονική χώρα. Για χρόνια στις διπλωματικές καλένδες, αλλά και στη βιβλιογραφία η Ελληνική πλευρά κατηγορείται ως αδιάλλακτη. Είδαμε, όμως, ότι και όταν η Ελλάδα διολίσθησε από τις πάγιες θέσεις της και έκανε παραχωρήσεις προκειμένου να ανοίξει για τη γειτονική χώρα τον δρόμο προς τις ευρωατλαντικές δομές, η συμφωνία δεν έγινε αποδεκτή από τους πολίτες της ΠΓΔΜ.
Βεβαίως, η προοπτική της ΠΓΔΜ στις ευρωατλαντικές δομές είναι σημαντική και επιπλέον θετική και για τη χώρα μας. Χωρίς αμφιβολία, η σημερινή αντίδραση της ΕΕ και του ΝΑΤΟ ήταν μονόδρομος. Θα συνεχίσουν όμως να εθελοτυφλούν τώρα που οι εξελίξεις στη γειτονική χώρα και πυκνές θα είναι και πολύπλοκες; Θα ακολουθήσουν τον Ζάεφ στην προσπάθεια του να περάσει το ισχνό «ΝΑΙ» από το κοινοβούλιο; Πώς θα αντιμετωπίσουν τον εθνικισμό των γειτόνων μας, αλλά και τις καμπάνιες παραπληροφόρησης; Ένα είναι σίγουρο: θα πρέπει να δώσουν περισσότερη σημασία στο αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος και να αναλύσουν τις λάθος εκτιμήσεις τους χωρίς να βιάζονται. Γιατί οι λάθος εκτιμήσεις, η βιασύνη και το κατασκευασμένο “momentum” για λύση φαίνεται να οδηγούν σε αδιέξοδο.