Δημοσκοπήσεις, αρνητισμός και καθίζηση

Ο αρνητισμός είναι η έκφραση της κοινωνικής και της οικονομικής λουμπενοποίησης. Τι δεν διαβάζει καλά η κυβέρνηση. Ποια η ελπίδα για την Ελλάδα.
.
.
Eurokinissi

Το τελευταίο κύμα δημοσκοπήσεων επιβεβαιώνει μια τάση πτώσης των παραδοσιακών κομμάτων της αντιπολίτευσης, και ανόδου της Πλεύσης Ελευθερίας και της Ελληνικής Λύσης.

Στο ΠΑΣΟΚ και τον ΣΥΡΙΖΑ η δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων τους προκάλεσαν μάλλον ίλιγγο. Ωστόσο ήταν μια εξέλιξη αναμενόμενη. Προαναγγέλθηκε μάλιστα από την σχετική συζήτηση περί αντισυστημικής μετατόπισης μεγάλων μερίδων της κοινής γνώμης εν μέσω της κινητοποίησης για την υπόθεση των Τεμπών.

Η έννοια, όμως, του αντισυστημισμού που κυριάρχησε ως όρος για να περιγράψει αυτά τα φαινόμενα, είναι αρκετά θολή και δημιουργεί συγχύσεις. Γι’ αυτό ας μείνουμε στην περιγραφικότητα. Η στήριξη της Πλεύσης Ελευθερίας και της Ελληνικής Λύσης θα πρέπει να ιδωθεί μάλλον ως ψήφο εμπιστοσύνης ογκούμενων μερίδων της κοινωνίας σε ένα συγκεκριμένο στυλ πολιτικής. Αυτό σημαίνει ότι αύριο, μπορεί στην θέση των Βελόπουλου και Κωνσταντοπούλου να είναι άλλοι.

Θα υφίσταται όμως η ίδια προτίμηση στην προσωποπαγή πολιτική και την έμφαση στην σιδηρά ηγεσία (μολονότι πολλές η απόπειρα να την παραστήσουν οι συγκεκριμένοι αγγίζει πολλές φορές τα όρια της καρικατούρας). Όπως και η εντύπωση της πολιτικής σαν μια μεγάλη πλεκτάνη, όπου οι θεσμοί λειτουργούν ως όργανα μιας μαφίας που οργανώνεται από την κυβέρνηση και συγκαλύπτεται από την δικαιοσύνη (την κάθε κυβέρνηση και την κάθε δικαιοσύνη). Και βέβαια είναι και η επικέντρωση σ’ έναν λόγο που περιστρέφεται γύρω από τα μοτίβα της μνησικακίας και της εκδίκησης.

Υπάρχει η συζήτηση για το όλον της αντιπολίτευσης που παρασύρεται σε αυτό το πολιτικό γαϊτανάκι, με συνέπεια στο τέλος να χάνουν οι ίδιοι και να κερδίζουν οι αυθεντικοί εκφραστές αυτής της πολιτικής στάσης. ”Αυθεντικός εκφραστής”, όμως δεν υπάρχει. Υπάρχει κυνισμός. Ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ, ούτε το ΠΑΣΟΚ, η Πλεύση Ελευθερίας ή η Ελληνική Λύση δεν διαθέτουν την δυναμική ώστε να παράγουν αυτοτελώς πολιτικά γεγονότα, πόσο μάλλον να ανατρέψουν τους πολιτικούς συσχετισμούς. Καβαλούν, λοιπόν, αυτό το κύμα –η Ζωή και ο Βελόπουλος αυθεντικότερα γιατί η μεν αποπνέει αυθόρμητα μια αυταρχικότητα, ο δε έχει φυσική έφεση την τερατολογία. Όμως η αλήθεια είναι ότι δεν μπορούν να το μετασχηματίσουν σε κάτι άλλο.

Ίσως η μεγαλύτερη συνέπεια αυτού του τυχοδιωκτισμού, υπέρ μιας πολιτικής στάσης που διαπερνά πια μάλλον οριζόντια το πολιτικό σκηνικό, είναι ότι σταδιακά η διάβρωση των θεσμών, το έλλειμμα αντιπροσώπευσης, η πελαγοδρόμηση της δικαιοσύνης –φαινόμενα υπαρκτά– θεωρούνται πια πως χαρακτηρίζουν όχι την κρίση της δημοκρατίας, αλλά την δημοκρατία αυτήν καθεαυτήν. Έχουμε να κάνουμε με έναν αντισυστημισμό, που δεν στρέφεται σε αμφισβήτηση του καπιταλισμού, όπως συνέβαινε κάποτε, αλλά στο πολίτευμα, στην μεγάλη υπόσχεση της δημοκρατίας ότι μπορεί να λειτουργήσει υπέρ των ασθενέστερων. Γι’ αυτό από το συγκεκριμένο κύμα ενισχύονται οι ολιγαρχικές τάσεις, οι Τραμπ και οι Μασκ.

Η κυβέρνηση, από την άλλη πιστεύει ότι το αντίδοτο σε αυτού του τύπου την άρνηση θα έρθει με την αποτελεσματικότερη διαχείριση. Ενδεχομένως και να προτιμάει να έχει απέναντί της την Πλεύση Ελευθερίας και την Ελληνική Λύση, διότι στην αντιπαραβολή της μαζί τους, είναι τα δικά της κενά και οι αποτυχίες που χάνονται: η έλλειψη προτάγματος και στρατηγικής για την χώρα, η απουσία των συγκεκριμένων ταξικών συμμαχιών που θα ενδυνάμωναν την μεταρρυθμιστική δυναμική, το φλερτάρισμα της πολιτικής της με τον παρασιτισμό σαν οικονομική πραγματικότητα κ.ο.κ.

Από τις απαντήσεις που έδωσε ο πρωθυπουργός από το βήμα της Βουλής περί ”μηδενιστικής αντιπολίτευσης” φαίνεται ότι εκείνο που έχει υποεκτιμηθεί είναι το κοινωνικό βάθος αυτού του νέου αρνητιστικού πολιτικού κύματος. Στην ρητορική του και ευρύτερα της κυβέρνησης, είναι λες και να πρόκειται αποκλειστικά για ένα πολιτικό κύμα που δημιουργείται από την σύμπραξη των επικεφαλής της αντιπολίτευσης στην συγκεκριμένη ρητορική.

Ίσως να οφείλεται και στην ”φούσκα” της πολιτικής διαδικασίας σε κορυφαίο επίπεδο. Πάντως μέσα στην ίδια την κοινωνία η προηγούμενη δεκαετία με την περιδίνηση των μνημονίων, και ακόμα, η σημερινή πολυκρίση με την πανδημία, την κλιματική αλλαγή και τα γεωπολιτικά, έχουν καθηλώσει μεγάλα τμήματα των μικρομεσαίων τάξεων –ιδίως τα περισσότερο δεμένα με το παρασιτικό οικονομικό μοντέλο.

Ο συγκεκριμένος αρνητισμός είναι η έκφραση της κοινωνικής και της οικονομικής τους λουμπενοποίησης. Και φυσικά εκεί έρχεται και να κουμπώσει και η χρεοκοπία του μοντέλου εκπαίδευσης των τελευταίων 20 χρόνων, που αυτολανσάρεται ως υπερπροοδευτικό και υπερελευθεριακό από το παιδαγωγικό ινστιτούτο και τα αντίστοιχα τμήματα του πανεπιστημίου. Το μόνο που παράγει στην πραγματικότητα, όμως, και ιδίως για τις λαϊκές τάξεις είναι η αμάθεια σαν ιδανικό συστατικό για το αιώνιο βύθισμα στις θεωρίες συνομωσίας και τις τερατολογίες.

Γι’ αυτό ακριβώς τον λόγο, απέναντι σε αυτό το κύμα δεν μπορούν να σταθούν οι εκκλήσεις για «αποτελεσματικότερη διαχείριση» και «κανονικότητα». Τι να την κάνουν την τελευταία όταν μεγάλα κομμάτια λαϊκών και μεσαίων στρωμάτων έχουν υποστεί καθίζηση, και τώρα, η υιοθέτηση της συγκεκριμένης πολιτικής στάσης έρχεται να απονεκρώσει και τα εγκεφαλικά τους κύτταρα ώστε να πάψουν να αποτελούν δυνάμει ενεργούς παράγοντες της πολιτικής διαδικασίας, για να καταστούν καταναλωτές προπαγάνδας και «μοχλοί» ενός υβριδικού πολέμου;

Αυτό που απαιτείται, επομένως, δεν είναι διαχείριση αλλά μια ιδεολογική και πολιτική τομή που θα τους ξανακερδίσει και θα τους επανεντάξει μέσα στο παιχνίδι της πολιτικής. Και αυτό που χρειάζεται για να πετύχει κάτι τέτοιο είναι μια αντιπρόταση ανάταξης που θα αναφέρεται συγκεκριμένα, στα δημιουργικά, παραγωγικά κομμάτια της ελληνικής κοινωνίας, που πρέπει να γίνουν το σημείο αναφοράς ώστε να σταθεροποιηθούν και τα υπόλοιπα. Θεωρητικά βέβαια, αυτό, καθώς δεν υπάρχει καμία πολιτική δύναμη που να φαίνεται διατεθειμένη και ικανή να το υιοθετήσει. Επομένως βρισκόμαστε ακόμη στο στάδιο της μάχης των ιδεών.

Τις τελευταίες ημέρες είχαμε τις εκφράσεις μιας μαζικής κοινωνικής αφύπνισης στην Σερβία, την Ουγγαρία, και στην Ρουμανία. Μαζικότατες διαδηλώσεις –στην Σερβία, μάλιστα, ένα κίνημα αμφισβήτησης της παντοκρατορίας του προέδρου Βούσιτς, που εκδηλώνεται με διάρκεια και συνέπεια. Στην δε Ουγγαρία, ο Πέτερ Μαγιάρ ηγείται ενός κύματος αντιπολίτευσης που δημοσκοπικά τουλάχιστον δείχνει έτοιμο να ανατρέψει τον Ορμπάν. Όσο για την Ρουμανία, η πλατφόρμα Euromanifest, μια πρωτοβουλία πολιτών που δεν συνδέεται με κάποιο κόμμα, οργάνωσε μαζικές διαδηλώσεις εναντίον της ανάμειξης του ρωσικού παράγοντα στις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις. Οι κινητοποιήσεις αυτές έχουν μεταξύ τους πολλά κοινά. Εδώ μας ενδιαφέρει ότι αποτελούν μια πρωτοβουλία από τα κάτω που έρχεται να εναντιωθεί σε αυτό ακριβώς το στυλ πολιτικής με τις σιδηρές ηγεσίες, τις αυταρχικές συμπαραδηλώσεις, τις θεωρίες συνωμοσιολογίας, το γεωπολιτικό αλληθώρισμα προς την Ρωσία. Αυτός ο άνεμος –από τα κάτω μάλιστα– χρειάζεται να πνεύσει και στην Ελλάδα.

Δημοφιλή