Δεν έχει πάτο το βαρέλι

Όταν η αλήθεια γίνεται εργαλείο πολιτικής αντιπαράθεσης, η κοινωνία χάνει την ικανότητά της να σκέφτεται με νηφαλιότητα
.
.
Eurokinissi

Και στα καθάρματα υπάρχει ανταγωνισμός. Ο πήχης του «Απαίσιου» έχει ανέβει κατά πολύ.

*
Ζούμε σε μία εποχή που ο ανταγωνισμός για το ποιός θα ξεπεράσει ποιόν σε τοξικότητα, είναι πιο σκληρός από ποτέ. Μοιάζει σαν μια αέναη κούρσα προς τον πάτο με πολλούς νικητές και έναν μεγάλο χαμένο. Την κοινωνία.

Ο ανταγωνισμός δεν περιορίζεται πλέον σε προγράμματα και ιδέες, αλλά επεκτείνεται σε προσωπικές επιθέσεις, διαστρεβλώσεις και διχαστική ρητορική. Που οι πολιτικοί όλων των κομμάτων επιλέγουν ως μέσα πειθούς, τον λαϊκισμό, την προπαγάνδα και την δημαγωγία, μεταφέροντας την εχθρότητά τους στους πολίτες, διχάζοντας τη χώρα και ποτίζοντας με ακόμη περισσότερο δηλητήριο την κοινωνία.

Ζούμε σε μία εποχή γεμάτη πολιτική ένταση, σκάνδαλα, παρεμβάσεις, συγκαλύψεις, τοξικότητα, ψέματα και έναν δημόσιο λόγο που συχνά αγγίζει αν δεν ξεπερνά τα όρια της χυδαιότητας.

Έχουμε ξεπεράσει τις κόκκινες γραμμές. Και το χειρότερο. Αυτή η κατάσταση κάποιους τους ικανοποιεί και ευτυχώς που κάποιους άλλους τους τρομάζει.
Ζούμε στην εποχή που η αθλιότητα δεν είναι εξαίρεση αλλά τείνει να γίνει ο κανόνας. Η λογική και η ψυχραιμία συγκαταλέγονται στα ελαττώματα και όσοι αντιστέκονται σε όλα αυτά θεωρούνται ότι στέκονται απέναντι στο δημόσιο αίσθημα. Αδυνατούν κάποιοι μέσα στον φανατισμό τους να καταλάβουν, οτι υπάρχουν άνθρωποι που αναζητούν την αλήθεια μακριά από την τοξικότητα και τον φανατισμό, χωρίς συναισθηματική φόρτιση και κυρίως με ήσυχη την συνείδησή τους.

Ίσως η μόνη πραγματική επανάσταση σήμερα να είναι, η αντίσταση σε όλη αυτή την αγριότητα και το μίσος. Η προσπάθεια να παραμείνουμε άνθρωποι ακόμα κι όταν όλα γύρω μας μας καλούν να γίνουμε κάτι άλλο από αυτό που θέλουμε να είμαστε.

Όλη αυτή η τοξικότητα μου θυμίζει κάτι από το «βρώμικο 1989» με την μόνη διαφορά ότι στην θέση του ΠΑΣΟΚ τότε, βρίσκεται η ΝΔ σήμερα.
Το 1989 η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ διένυε το τελευταίο έτος της δεύτερης τετραετίας της με πρωθυπουργό τον Ανδρέα Παπανδρέου. Κυρίαρχο πολιτικό ζήτημα ήταν το σκάνδαλο Κοσκωτά που είχε επισκιάσει τα πάντα.
Υπήρχε μια τεράστια τοξικότητα που δηλητηρίαζε την κοινωνική ζωή, με εκατέρωθεν κατηγορίες και ακραίους χαρακτηρισμούς, όπως ακριβώς σήμερα.
Σύσσωμη η τότε αντιπολίτευση της ΝΔ και του Ενιαίου Συνασπισμού (που Ιδρύθηκε στις 7 Απριλίου του 1989 και αποτελείτο από το ΚΚΕ, την Ελληνική Αριστερά - σημερινό ΣΥΡΙΖΑ - και άλλων κομμάτων της κεντροαριστεράς), ζητούσε την κεφαλή του Ανδρέα Παπανδρέου, την διερεύνηση και την απόδοση ευθυνών για το σκάνδαλο Κοσκωτά.

Όπως και σήμερα δηλαδή που όλοι στην αντιπολίτευση θέλουν στο πιάτο το κεφάλι του Κυριάκου Μητσοτάκη και την ΝΔ στο εδώλιο για το έγκλημα των Τεμπών.

Οι του ΠΑΣΟΚ τότε, θεωρούσαν ότι η ρητορική της αντιπολίτευσης δεν ήταν τίποτα άλλο από μια σκευωρία εναντίον της κυβέρνησης και προσωπικά του Ανδρέα Παπανδρέου. Όπως και σήμερα, που οι της ΝΔ θεωρούν ότι η αντιπολίτευση, εργαλειοποιεί την τραγωδία των Τεμπών στοχοποιώντας τον Κ. Μητσοτάκη, με κίνητρο να αποκομίσει πολιτικά οφέλη.

Αυτές οι ομοιότητες, όχι τόσο ως προς τα γεγονότα αλλά ως προς τον δημόσιο λόγο, δείχνουν ότι αν και έχουν περάσει 35 χρόνια, η τοξικότητα παραμένει και χρησιμοποιείται ως όπλο στην πολιτική αντιπαράθεση. Ίδια χυδαιότητα, ίδιος κυνισμός, ίδιος φανατισμός, ίδιο μίσος και το σπουδαιότερο όπως πάντα ο διαχωρισμός του λαού σε στρατόπεδα. Η διχόνοια της κορυφής μεταφέρεται στην βάση. Σε αυτό το πολιτικό περιβάλλον οι πολίτες δεν συζητούν, αλλά συγκρούονται.

Εδώ και δεκαετίες, ο πολιτικός λόγος και η συμπεριφορά των πολιτικών διατηρούν το ίδιο μοτίβο. Τα κόμματα συγκρούονται με γνώμονα την πολιτική τους επιβίωση και όχι την διερεύνηση της αλήθειας. Ο φανατισμός έχει φτάσει σε τέτοιο επίπεδο, που αρχηγοί κομμάτων από το βήμα της Βουλής βιάστηκαν να δώσουν πολιτικά χαρακτηριστικά στον θάνατο ενός άτυχου συνανθρώπου μας, ρίχνοντας μάλιστα ποινικές ευθύνες σε πολιτικά πρόσωπα χωρίς να περιμένουν καν τις τοξικολογικές εξετάσεις.

Βλέπουμε την ΝΔ να προσπαθεί να συγκαλύψει την τραγωδία των Τεμπών, να συσκοτίσει με τις ενέργειες της την διαλεύκανση της αλήθειας και από δίπλα την αντιπολίτευση να έχει βγάλει ήδη την ετυμηγορία της χωρίς να περιμένει τα πορίσματα και την απόφαση της δικαιοσύνης.

Αναζητώντας τις προθέσεις της ΝΔ πίσω από την προσπάθεια συγκάλυψης, θεωρώ ότι το πιο ρεαλιστικό σενάριο είναι ο φόβος.

Ο πανικός της, ότι αυτό το δυστύχημα θα μετατραπεί στο δικό της «Βατοπέδι», στο δικό της «Μάτι» και με το μπάζωμα ήθελε να κλείσει άρον άρον την υπόθεση, υποδεικνύοντας ως μοναδικό υπαίτιο τον ανίκανο σταθμάρχη που έστειλε δύο τραίνα στην ίδια γραμμή, εκτός αν πιστεύει κανείς τους ακραίους ισχυρισμούς ότι ο Μητσοτάκης είναι δολοφόνος και καλύπτει λαθρεμπόρους.

Όποια όμως και αν είναι η αιτία της συγκάλυψης, -γιατί συγκάλυψη έγινε όσο και αν προσπαθεί η ΝΔ να μας πείσει για το αντίθετο- δεν μειώνει στο ελάχιστο τις εγκληματικές της ευθύνες.

Δυστυχώς όμως για αυτήν, δεν υπολόγισε την έκρηξη η οποία δημιούργησε καινούρια δεδομένα, τις συγκεντρώσεις που στην πλειοψηφία τους λειτουργούν όπως οι «αγανακτισμένοι της πλατείας Συντάγματος» τουλάχιστον ως προς την ανθρωπογεωγραφία τους και τον απρόβλεπτο παράγοντα στο πρόσωπο της κυρίας Καρυστιανού.

Βλέπουμε για άλλη μια φορά την αλήθεια και την πραγματικότητα να υποτάσσονται στα πολιτικά παιχνίδια, ενώ οι πολίτες καλούνται να επιλέξουν πλευρά αντί να απαιτήσουν δομημένο λόγο, διαφάνεια και λογοδοσία από όλους. Τα «θέλω» του καθενός είναι πάνω από την δικαιοσύνη, πάνω από την αλήθεια. Μια αλήθεια που αν δεν επιβεβαιώνει αυτά τα «θέλω» δεν γίνεται αποδεκτή και θεωρείται χειραγωγημένη. Και δυστυχώς όταν η αλήθεια γίνεται εργαλείο πολιτικής αντιπαράθεσης, η κοινωνία χάνει την ικανότητά της να σκέφτεται με νηφαλιότητα, να εμπιστεύεται τους θεσμούς, τις ανεξάρτητες αρχές, τα ΜΜΕ και κυρίως την Δικαιοσύνη.

Δημοφιλή