Η Τουρκία «οφείλει να αντιληφθεί επίσης ότι όπως δεν διεκδικούμε ούτε σπιθαμή εδάφους της, το ίδιο απαιτούμε και από αυτήν. Η δε διαφορά μας είναι επιλύσιμη στο πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου και του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας» δήλωσε ο υπουργός Εξωτερικών, Ν. Δένδιας, σε συνέντευξή του στο «Βήμα της Κυριακής».
Όπως τόνισε ο κ. Δένδιας, η κλιμάκωση της ρητορικής από τουρκικής πλευράς έχει φτάσει σε πρωτοφανή επίπεδα ενώ «επίσης παρατηρούμε την εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού και τις διαρκείς προσπάθειες σπίλωσης της εικόνας της χώρας μας, μέσω της συνεχούς διασποράς ψευδών ειδήσεων. Φοβάμαι ότι όσο πλησιάζουμε προς τις τουρκικές εκλογές η ένταση δεν θα μειωθεί και ο κίνδυνος ενός ατυχήματος ή ενδεχομένως μιας εσκεμμένης προκλητικής κίνησης αυξάνεται».
Για τον λόγο αυτόν, υπογράμμισε, απαιτείται επαγρύπνηση, εγρήγορση, ομόνοια και ψυχραιμία: «Απέναντι στην κλιμακούμενη απειλή, η Ελλάδα θωρακίζεται. Στο διπλωματικό πεδίο έχω αναλάβει την ενημέρωση των φίλων και συμμάχων, καθώς και την ενίσχυση του πλέγματος σχέσεων που έχουμε δημιουργήσει. Έχει σημασία προκειμένου να υπάρχει κατανόηση και στήριξη των θέσεών μας, οι οποίες αποτελούν θέσεις εφαρμογής του Διεθνούς Δικαίου. Όσον αφορά τη συνεργασία με το υπουργείο Εθνικής Άμυνας, αυτή είναι άψογη και διαρκής σε επίπεδο υπουργών και λοιπών παραγόντων. Υπενθυμίζω, μεταξύ άλλων, ότι θεσμοθετήσαμε τη σύσταση αυτοτελούς Γραφείου Αμυντικής Διπλωματίας στο Υπουργείο Εξωτερικών, στελεχωμένου από στρατιωτικό προσωπικό των τριών κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων, ώστε να υπάρχει διαρκής και σαφής ενημέρωση για την κατάσταση επί του πεδίου».
Ερωτηθείς για τους τουρκικούς ισχυρισμούς περί των Συνθηκών της Λωζάννης και των Παρισίων και περί διάθεσης ανάληψης πρωτοβουλιών διαμεσολάβησης από συμμάχους και εταίρους, απάντησε ότι «περιθώρια μεσολάβησης θα υπήρχαν εάν η τουρκική πλευρά είχε διάθεση να μιλήσει με εμάς και δεν υπήρχαν απευθείας κανάλια επικοινωνίας. Δυνατότητες διμερών επαφών υπάρχουν πολλές, σε όλα τα επίπεδα. Το ζήτημα είναι ότι η τουρκική πλευρά τις δυσχεραίνει με τη στάση της. Παράλληλα, η Τουρκία, με τη γενικότερη επιθετική ρητορική της και με τις αδιανόητες εκφράσεις κυβερνητικών αξιωματούχων της κατά της Ελλάδας, υπονομεύει τη δημιουργία ενός κλίματος που θα επέτρεπε εποικοδομητικό διάλογο, στη βάση του Διεθνούς Δικαίου. Θα ευχόμουν αυτό να αλλάξει».
«Όσον αφορά τις συνθήκες της Λωζάννης και των Παρισίων, τις οποίες επικαλείται η Τουρκία ad nauseam, ισχυριζόμενη ότι η Ελλάδα τις παραβιάζει, έχουμε φροντίσει να διατηρούμε επαφές με όλα τα συμβαλλόμενα μέρη και των δύο συνθηκών. Ακριβώς για να προβάλλουμε τις θέσεις μας. Για παράδειγμα, η Ιαπωνία, την οποία επισκέφθηκα τον Απρίλιο, είναι συμβαλλόμενο μέρος της Συνθήκης της Λωζάννης. Η Πολωνία, την οποία επισκέφθηκα πριν από λίγες ημέρες, έχει υπογράψει τη Συνθήκη των Παρισίων. Καμία επαφή μας δεν γίνεται τυχαία. Αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης στρατηγικής. Και οφείλω να επισημάνω ότι επιβεβαιώνεται η κατανόηση των εταίρων μας και οι δημόσιες τοποθετήσεις τους απηχούν πλέον την ανάγκη εφαρμογής του Διεθνούς Δικαίου, του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου και της κοινής λογικής. Πλέον πρόσφατο παράδειγμα αποτελεί η στάση της Γερμανίας, καθώς και της Μεγάλης Βρετανίας. Εκτιμώ ότι αυτή ακριβώς η στοίχιση με θέσεις που η Τουρκία δεν ασπάζεται, όπως και η αναβάθμιση του ρόλου της χώρας μας στην ευρύτερη περιοχή, τα τρία τελευταία χρόνια, προκαλεί εκνευρισμό στη γειτονική χώρα. Είναι χρήσιμο και για την Τουρκία να αντιληφθεί ότι είναι προς το συμφέρον της να έχει έναν φιλικό και αξιόπιστο γείτονα που ανήκει στην ίδια συμμαχία, αλλά και στην ΕΕ».
Ερωτηθείς αν υπήρξε ολιγωρία στο νέο τουρκολιβυκό μνημόνιο για τους υδρογονάνθρακες, είπε ότι «ουδεμία “ολιγωρία” υπήρξε όσον αφορά την υπογραφή του “μνημονίου”. Γνωρίζαμε ότι η Τουρκία προσπαθούσε με κάθε ευκαιρία να “ενεργοποιήσει” το παράνομο, άκυρο και ανυπόστατο “μνημόνιο” του 2019. Το ενδεχόμενο αυτό και τον συναφή κίνδυνο περαιτέρω αποσταθεροποίησης της Λιβύης, καθώς και της ευρύτερης περιοχής, το είχαμε θέσει μετ’ επιτάσεως στους συνομιλητές μας, από την Αίγυπτο, Γαλλία, τη Γερμανία, τις ΗΠΑ και άλλους. Και βεβαίως το είχαμε θέσει και σε Λίβυους συνομιλητές μας. Να σας υπενθυμίσω ότι μέσα σε λίγες ώρες από τη σχετική ανακοίνωση το “μνημόνιο” καταδικάστηκε από τη Λιβυκή Βουλή και την πλειοψηφία του Υψηλού Συμβουλίου. Και βεβαίως εκδηλώθηκε άμεσα ηχηρή αντίδραση από ΕΕ, ΗΠΑ, Αίγυπτο, Κύπρο, για να ακολουθήσουν Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία κ.ά. Αυτό δεν θα μπορούσε να γίνει αν δεν υπήρχε προεργασία με τους συμμάχους και εταίρους για το ζήτημα της Λιβύης, και μάλιστα σε βάθος χρόνου. Επιπλέον, το μνημόνιο που υπογράφηκε με την τουρκική πλευρά αντιβαίνει στη συμφωνία του φόρουμ του Πολιτικού Διαλόγου της Λιβύης, καθώς η μεταβατική κυβέρνηση δεν έχει το δικαίωμα να συνάπτει συμφωνίες που δεσμεύουν διεθνώς τη χώρα. Οι σχέσεις μας με την Αίγυπτο είναι κάτι παραπάνω από στρατηγικές. Είναι σχέσεις ζωτικής σημασίας για τη χώρα μας».
Όσον αφορά στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, είπε πως προγραμματίζει να μεταβεί λίαν προσεχώς στο Κίεβο, εφόσον το επιτρέψουν οι συνθήκες: «Η επίσκεψη αυτή σηματοδοτεί την πλήρη προσήλωσή μας στην αρχή του σεβασμού της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας και όλων των κρατών γενικότερα. Η Ελλάδα προασπίζεται ως βασική αρχή το Διεθνές Δίκαιο. Όσον αφορά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία τηρεί στάση αρχής. Στο πλαίσιο αυτό καταδικάσαμε την παράνομη προσάρτηση εδαφών της Ουκρανίας από τη Ρωσία. Βασικό μας μέλημα αποτελεί η προστασία της ελληνικής κοινότητας, μεγάλο μέρας της οποίας διαβιοί σε περιοχές υπό ρωσική κατάληψη και άρα μη προσβάσιμες, τουλάχιστον στην παρούσα συγκυρία. Ευελπιστούμε, με την πρώτη δυνατή ευκαιρία, να μπορέσουμε να προσφέρουμε την αρωγή μας στους Έλληνες ομογενείς, οι οποίοι βρίσκονται ακόμη επί ουκρανικού εδάφους. Και βεβαίως, θα συνεχίσουμε να ζητούμε την απόδοση δικαιοσύνης για τυχόν εγκλήματα πολέμου που διαπράχθησαν».