Η νέα περιοδική έκθεση «Δι’ αυτά πολεμήσαμεν… Αρχαιότητες και Ελληνική Επανάσταση» εντάσσεται στο πρόγραμμα εορτασμού του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου για την επέτειο των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση.
Το γνωστό απόφθεγμα του στρατηγού Ιωάννη Μακρυγιάννη προτάσσεται στον τίτλο της έκθεσης: Ο αγώνας για την ελευθερία θεμελιώθηκε όχι μόνο στην απαίτηση του ελληνικού λαού για ανεξαρτησία, αλλά και στα ιστορικά του δικαιώματα πάνω στα απαράμιλλα έργα των αρχαίων προγόνων.
Ο εκλεκτικός διάλογος
Είκοσι έξι επιλεγμένες αρχαιότητες (22 μαρμάρινα γλυπτά και ανάγλυφα, 2 πήλινα αγγεία, 2 χάλκινα ειδώλια) από τις συλλογές του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου παρουσιάζονται σε έναν εκλεκτικό «διάλογο» με είκοσι έξι νεότερα έργα του 18ου και 19ου αιώνα, στην πλειονότητά τους από Ευρωπαίους δημιουργούς: 8 ζωγραφικά έργα (ελαιογραφίες και υδατογραφίες), 11 λυτά χαρακτικά, 4 εικονογραφημένες εκδόσεις και 3 τέχνεργα των διακοσμητικών τεχνών, προσωρινά δάνεια από τη Βιβλιοθήκη και τη Συλλογή Έργων Τέχνης της Βουλής των Ελλήνων, το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, το Μουσείο Μπενάκη, το Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών-Ίδρυμα Βούρου-Ευταξία, την Εθνική Πινακοθήκη-Μουσείο Αλέξανδρου Σούτσου, τη Συλλογή Stephan Adler καθώς και τη Συλλογή Μιχάλη και Δήμητρας Βαρκαράκη.
Στη συνέντευξη Τύπου που πραγματοποιήθηκε στο αμφιθέατρο του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, η υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού κ. Λίνα Μενδώνη, σημείωσε μεταξύ άλλων ότι «το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο κερδίζει μια πρωτιά ακόμη. Ξεκινά στην ουσία τις επετειακές εκδηλώσεις που είναι αφιερωμένες το 2021, ως επετειακό έτος των 200 ετών από την Ελληνική Επανάσταση. [...] Η έκθεση έχει ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον γιατί γεφυρώνει τις δύο επετείους. Γεφυρώνει την επέτειο των 2500 ετών από τη Ναυμαχία της Σαλαμίνας και τη Μάχη των Θερμοπυλών, με την Ελληνική Επανάσταση. Η Επανάσταση δεν προέκυψε ξαφνικά. Ήταν απότοκο μίας σειράς διεργασιών που σχετίζονταν με την αφύπνιση της εθνικής συνείδησης, η οποία ήδη είχε αρχίσει να εντοπίζεται στους ύστερους βυζαντινούς χρόνους. Από εκεί και πέρα, τον 18ο αιώνα, ωρίμασε αυτή η διαδικασία και η Επανάσταση έρχεται σαν ένα απότοκο των πνευματικών, ιδεολογικών και πολιτικών κινημάτων της εποχής. Τον 18ο αιώνα, στην πραγματικότητα υιοθετούνται οι βασικές αξίες και αρχές της αρχαίας Ελλάδας. Το αποκορύφωμά τους είναι η Αρετή και η Ελευθερία, έτσι όπως τεκμηριώνεται μέσα από τη νίκη των Ελλήνων στους περσικούς πολέμους. Επομένως, οι δύο επέτειοι συνδέονται μεταξύ τους και έρχεται το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο μέσα από την έκθεση αυτή, που είναι μεν αφιερωμένη στα 200 χρόνια, να αναδεικνύει όλη αυτή τη ζύμωση, η οποία έχει συντελεστεί τους προηγούμενους αιώνες, με αποκορύφωμα τον 18ο.
Δεν είναι τυχαίο ότι έχει προηγηθεί ο κλασικισμός, είναι σε εξέλιξη ο ρομαντισμός, κορυφώνεται ο Διαφωτισμός -ως ευρωπαϊκά ρεύματα αυτά- και έρχονται οι περιηγητές, οι οποίοι συνειδητοποιούν ότι αυτός ο λαός και αυτός ο τόπος έχει τα τεκμήρια όλων των αξιών, αλλά και όλων των έργων τέχνης που αυτοί θαυμάζουν.
Είναι πραγματικά ευτυχής η συγκυρία, που το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, η διευθύντριά του και το επιστημονικό προσωπικό αποφάσισαν να ασχοληθούν με τη συγκεκριμένη θεματική. Και μάλιστα, όταν η προστασία των τεκμηρίων αυτών, των υλικών καταλοίπων, έρχεται να απασχολήσει τους Νεοέλληνες, ήδη μέσα από την Επανάσταση. Μέσα από τα επαναστατικά κείμενα, μέσα από τις διακηρύξεις, μέσα από τα ψηφίσματα και τους νόμους των Εθνοσυνελεύσεων, προκύπτει η έννοια που έχουν οι υπόδουλοι ακόμη Έλληνες για την προστασία των αρχαίων λειψάνων, ως μνημείων, αλλά και ως εθνικών κειμηλίων. Ως τεκμηρίων της συνέχειας που έχει ο τόπος με το παρελθόν. Είναι αυτό το οποίο συνειδητοποιούν οι Ευρωπαίοι, οι οποίοι θέλουν να βοηθήσουν να αποκτήσουν ξανά ελευθερία οι Έλληνες, και γι΄ αυτό δημιουργείται το κύμα του Φιλελληνισμού, που είναι μία από τις παραμέτρους, τις οποίες αναπτύσσει η έκθεση.
“Ο επισκέπτης θα συναντήσει κάποια από τα σπαράγματα που απέμειναν μετά τη λαφυραγώγηση των αρχαίων μνημείων στην Ακρόπολη της Αθήνας, τον θησαυρό του Ατρέα στις Μυκήνες, τον ναό της Αφαίας στην Αίγινα και τον ναό του Επικούριου Απόλλωνα στις Βάσσες της Αρκαδίας”
Όταν λοιπόν ο Μακρυγιάννης αναφώνησε «Δια αυτά επολεμήσαμεν» συναισθάνονταν ότι «τ’ αγάλματα είναι γερά πράματα και πρέπει να χρησιμεύσουν δια την πατρίδαν». Λειτουργούσε επομένως ως γνήσιος εκφραστής, τόσο της επίσημης πολιτικής, όσο και του λαϊκού συναισθήματος. Για όλους αυτούς τους λόγους, η έκθεση είναι εξαιρετικά σημαντική. Είναι ένας εξαιρετικά καλός προάγγελος των εορτασμών των 200 ετών. Συγχρόνως, είναι η απόδειξη αυτής της εγγενούς και πολυδιάστατης σχέσης του νεότερου ελληνισμού με τις αρχαιότητές του. Όπως και να το κάνουμε, όλο το νεοελληνικό κράτος, ιδεολογικά στήθηκε μέσα από το προγονικό παρελθόν. Είναι μέρος της ταυτότητάς μας. Δεν θέλουμε να το αποποιηθούμε. Θέλουμε να αισθανόμαστε όλοι περήφανοι για αυτό που είμαστε, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είμαστε εγκλωβισμένοι στο παρελθόν και έχουμε μια σχέση τόσο σφιχτού εναγκαλισμού με τα τεκμήρια της αρχαιότητας, που πολλές φορές τα πνίγουμε» κατέληξε η κ. Μενδώνη.
Τα τέσσερα μέρη της έκθεσης και η θεϊκή μορφή της Νίκης
Στο πρώτο μέρος της έκθεσης παρατίθενται πληροφορίες και τεκμήρια για τα επαναστατικά κινήματα που προηγήθηκαν τον 17ο και 18ο αιώνα, καθώς και για την ιδεολογική προετοιμασία του αγώνα, κατά την οποία οι αναφορές στο αρχαίο παρελθόν και στην ιστορική συνέχεια του έθνους, αποτέλεσαν σταθερή συνιστώσα. Εκτίθενται έργα που σχετίζονται με τους μεγάλους Έλληνες διαφωτιστές Αδαμάντιο Κοραή και Ρήγα Φεραίο ή Βελεστινλή, καθώς και χαρακτηριστικές εκδόσεις που σηματοδότησαν την έναρξη του φιλελληνικού ενδιαφέροντος, ενώ οι αρχαιότητες που πλαισιώνουν την ενότητα παρουσιάζουν χαρακτηριστικά εικονογραφικά πρότυπα, σαν αυτά που ενέπνευσαν την εικαστική απόδοση της υποδουλωμένης Ελλάδας.
Το δεύτερο μέρος σχολιάζει το φαινόμενο της διαρπαγής αρχαιοτήτων, ως μία από τις όψεις με τις οποίες η αρχαιοφιλία επέδρασε στη γνωριμία της Δύσης με την ελληνική αρχαιότητα προεπαναστατικά, έχοντας ολέθριες επιπτώσεις όμως στην ακεραιότητα των μνημείων. Ο επισκέπτης θα συναντήσει κάποια από τα σπαράγματα που απέμειναν μετά τη λαφυραγώγηση των αρχαίων μνημείων στην Ακρόπολη της Αθήνας, τον θησαυρό του Ατρέα στις Μυκήνες, τον ναό της Αφαίας στην Αίγινα και τον ναό του Επικούριου Απόλλωνα στις Βάσσες της Αρκαδίας, πράξεις που συνέβαλαν στη συνειδητοποίηση του ελληνικού λαού ως προς τη σημασία των αρχαιοτήτων για τη συλλογική του ταυτότητα.
Το τρίτο μέρος παρουσιάζει το φαινόμενο του φιλελληνισμού, που στην προσπάθεια ευαισθητοποίησης της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης αξιοποίησε στην τέχνη οπτικές αναφορές και εικονογραφικά μοτίβα του αρχαίου κόσμου. Διακοσμητικά τέχνεργα που διακινούνταν στα φιλελληνικά σαλόνια και αντλούσαν την έμπνευσή τους από τις μορφές αρχαίων πολεμιστών, καθώς και η παρουσίαση της σημαντικής για την καταγραφή των αρχαίων μνημείων δράσης της Γαλλικής Επιστημονικής Αποστολής του Μοριά, αποτελούν χαρακτηριστικά εκθέματα.
Το τέταρτο μέρος παρουσιάζει τη μέριμνα των Ελλήνων ήδη από την επαναστατική περίοδο να δημιουργήσουν τους θεσμούς που θα διαφυλάξουν και θα προστατεύσουν τα αρχαία μνημεία, συμβάλλοντας στην περαιτέρω μελέτη του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού. Παραδείγματα από τις πρώτες συλλογές και τις ανασκαφές που διενεργήθηκαν μετά την ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους παρουσιάζονται στην ενότητα αυτή.
Η έκθεση ολοκληρώνεται με τη θεϊκή μορφή της Νίκης, εμβληματικό σύμβολο του επιτυχούς αγώνα. Αρχαίες φτερωτές νίκες θα διατρέξουν και τις επόμενες επετειακές δράσεις του Μουσείου, μεταφέροντας στο σήμερα ισχυρούς συμβολισμούς και μηνύματα για όσα κινούν και εμπνέουν τον άνθρωπο.
Την έκθεση συμπληρώνουν ψηφιακές προβολές που παρουσιάζουν τοπία της προεπαναστατικής Ελλάδας, συνοδευόμενες από κείμενο του Σατωβριάνδου, ένθερμου υποστηρικτή του ελληνικού ζητήματος, που με τον γλαφυρό του λόγο σχολιάζει την αρμονική σχέση του φυσικού τοπίου με τις αρχαιότητες.
Τα εγκαίνια της έκθεσης θα τελέσει ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, παρουσία της υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνας Μενδώνη την Τρίτη 11 Φεβρουαρίου 2020.