Όταν το 2009 ερευνούσα στη βιβλιογραφία τους διεθνείς κανόνες εποπτείας και τα Συστήματα Εταιρικής Διακυβέρνησης των Πιστωτικών Ιδρυμάτων, για την εκπόνηση της διπλωματικής μου διατριβής με θέμα: «Συνθήκη Βασιλείας ΙΙ – Οργανωτική και Χορηγητική Συμπεριφορά Τραπεζών και Διοικητική Πληροφόρηση» στα πλαίσια του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Mba for Executives του Πανεπιστημίου Πειραιά, δεν μπορούσα να φανταστώ πως 14 χρόνια μετά το θέμα αυτό θα ήταν ξανά τόσο επίκαιρο.
Όπως έγραφα τότε: «Οι οικονομικές κρίσεις συχνά συγκρίνονται με τις επιδημίες. Στην αρχή εκδηλώνεται η κατάρρευση ενός Τραπεζικού ιδρύματος, ακολουθούμενη από μία άλλη, με την κρίση αυτή να εξαπλώνεται σε άλλα ιδρύματα εντός και εκτός συνόρων. Μια εξαιρετικά σημαντική, δυνητική αδυναμία ενός τραπεζικού συστήματος είναι ότι πολλοί κίνδυνοι υποεκτιμώνται και δεν καταχωρείται το πλήρες μέγεθός τους έγκαιρα, με αποτέλεσμα οι συνέπειες να είναι τρομακτικές κατά την τυχόν επέλευση των κινδύνων», ενώ πιο μετά έγραφα ότι: «Οι Τράπεζες θεωρούνται ως μια πηγή συστημικού κινδύνου λόγω του κυρίαρχου ρόλου τους στο σύστημα πληρωμών, στην κατανομή των οικονομικών πόρων, σε συνδυασμό με την ευαισθησία της κεφαλαιακής τους δομής».
Και όντως όλα αυτά επιβεβαιώνονται στην πράξη, όπως έδειξε η πρόσφατη τραπεζική κρίση που ξεκίνησε στην Αμερική με την κατάρρευση της Silicon Valley Bank και 2 ακόμη Τραπεζών και επεκτάθηκε μέσα σε 14 μέρες στην Ευρώπη, προκαλώντας πρώτα την εξαγορά της ελβετικής Credit Suisse από τη UBS και στη συνέχεια έντονους κλυδωνισμούς στην ισχυρότερη τράπεζα της Γερμανίας την Deutsche Bank. Κανείς δεν γνωρίζει αν και τι παράπλευρες συνέπειες μπορεί να έχει στη συνέχεια η κρίση αυτή, σίγουρα πάντως έχει προκαλέσει έντονη ανησυχία στη διεθνή κοινότητα.
Αναδεικνύεται και πάλι ως επιτακτική η ανάγκη θέσπισης κανόνων λειτουργίας, καθώς και ισχυρών εποπτικών μηχανισμών των Πιστωτικών Ιδρυμάτων σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, όχι για να παραμείνουν στα χαρτιά, αλλά για να εφαρμόζονται αυστηρά στην πράξη.
Όσον αφορά τη χώρα μας έχει ιδιαίτερη αξία νομίζω να γνωρίζουμε, επίσημα, σε πρώτη φάση:
- ποιές ελληνικές τράπεζες κατέχουν ομόλογα της Deutsche Bank στο χαρτοφυλάκιό τους,
- ποιό είναι το επίπεδο της έκθεσής τους,
- τι αυτό μπορεί να σημαίνει για την κεφαλαιακή τους επάρκεια και
- πόσο θωρακισμένο είναι, όχι μόνο το τραπεζικό σύστημα, αλλά και οι καταθέτες/ συναλλασσόμενοι με τις τράπεζες.
Όσοι γνωρίζουν από χρηματοοικονομικά και έχουν ζήσει τις μαύρες μέρες της παγκόσμιας χρηματοοικονομικής κρίσης του 2008 μπορούν να διακρίνουν πως ο εφιάλτης, που δεν αφορά μόνο τις τράπεζες, αλλά μπορεί ενδεχομένως και υπό συγκεκριμένες συνθήκες να επηρεάσει άμεσα ή έμμεσα εργαζόμενους, επενδυτές και την οικονομία στο σύνολό της, φαίνεται πως δεν έχει εξαφανιστεί από προσώπου γης.
Κάτω από αυτό το βαρύ κλίμα νομίζω πως πρέπει να ξεκινήσει άμεσα μια έρευνα και μια συζήτηση:
- για το αν και τι μαθήματα πήραμε από τη διεθνή χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 και
- πόσο αποτελεσματικό ήταν το περιβόητο «δίχτυ ασφάλειας», που οι τράπεζες οικοδομούσαν για χρόνια ανταποκρινόμενες στις αυστηρές απαιτήσεις των κανόνων χρηματοπιστωτικής εποπτείας (Βασιλεία Ι, ΙΙ και ΙΙΙ) που έθετε κατά καιρούς η Επιτροπή της Βασιλείας για την τραπεζική Εποπτεία (Basel Committee on Banking Supervision) και ισχυροποίησε μετά την χρηματοοικονομική κρίση του 2008.
Τραπεζικά Ιδρύματα και έμπειρα τραπεζικά στελέχη κατανάλωσαν τότε ατελείωτο χρόνο και χρήμα σε συσκέψεις, καταγραφή πολιτικών – διαδικασιών και αγορά – ανάπτυξη πληροφοριακών συστημάτων για να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις, για να καταλήξουμε σήμερα και πάλι στο σημείο 0, εκεί από όπου ξεκινήσαμε,
Αναμφισβήτητα οι εποπτικές αρχές πρέπει να ξαναδούν το πλαίσιο και να ισχυροποιήσουν τις αρχές λειτουργίας και ελέγχου των Πιστωτικών Ιδρυμάτων.
Το νέο στοιχείο που πρέπει να ξαναδούμε όμως πολύ προσεκτικά αυτή τη φορά είναι η διάχυση μιας ηθικής κουλτούρας και μιας κουλτούρας ευθύνης πάνω σε συγκεκριμένα αξιακά πρότυπα, κυρίως για τα ανώτατα στελέχη που διοικούν τις τράπεζες, αλλά και για όλους τους εργαζόμενους.
***
Η Ελένη Σταύρου https://estavrou.gr/ είναι Πολιτικός Επιστήμονας και ανώτερο στέλεχος του τραπεζικού τομέα για πάνω από 30 χρόνια.