Το ειρηνικό τέλος του ψυχρού πολέμου και η αποκοπή του υπαρκτού σοσιαλισμού από το ιστορικό γίγνεσθαι αποτέλεσαν κοσμοϊστορικά γεγονότα που πιστώθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες εν συνεχεία πρωτοστάτησαν για την περεταίρω εξάπλωση του φιλελευθερισμού ως κατευθυντήρια ιδέα της διεθνούς τάξης. Η επιτυχημένη αμερικανική καθοδήγηση του δυτικού συνασπισμού θεωρήθηκε ότι δύναται να προσλάβει πλανητικές διστάσεις, ώστε να προσδώσει στη διεθνή τάξη περισσότερα κανονιστικά χαρακτηριστικά -φιλελεύθερης χροιάς-, διασφαλίζοντάς την σε μονιμότερη βάση.
Προϊόντος του χρόνου, οι εξελισσόμενες οικονομικές, τεχνολογικές και στρατιωτικές τάσεις συνεπιφέρουν την πρώτη μείζονα ανακατανομή ισχύος στο διεθνές σύστημα. Βέβαια, στην παρούσα συγκυρία δεν έχουμε γεγονός αντίστοιχο της σοβιετικής εξαΰλωσης και της γεωπολιτικής της μετενσάρκωσης στην αποστεωμένη Ρωσσία, αλλά τις κραταιές Ηνωμένες Πολιτείες, των οποίων η ηγεμονική θέση στο διεθνές σύστημα τείνει να αμφισβητηθεί. Το ερώτημα που αναφύεται, συνίσταται σε ποιό βαθμό η πιο ισόρροπη κατανομή ισχύος θα επηρεάσει και το κανονιστικό περιεχόμενο της διεθνούς τάξης; Είναι γεγονός ότι, ενώ μεταψυχροπολεμικά δεν άλλαξε η κρατοκεντρική φύση του διεθνούς συστήματος και ο διακρατικός χαρακτήρας του διεθνούς δικαίου και των διεθνών θεσμών -παρά τα αντιθέτως λεχθέντα-, η λειτουργία και η ερμηνεία του κανονιστικού πλαισίου αποτύπωνε και ακολουθούσε, κατά το μάλλον ή το ήττον, τις κυρίαρχες πολιτικές και οικονομικές αντιλήψεις της Δύσης και κυρίως αυτές των Ηνωμένων Πολιτειών.
Τους τελευταίους τέσσερις αιώνες η διεθνής τάξη συγκροτήθηκε επί τη βάση της κρατικής κυριαρχίας, η οποία έκτοτε αποτέλεσε τον τρόπο πολιτικής οργάνωσης των κοινωνιών. Η αξίωση του φιλελεύθερου κόσμου να νοηματοδοτήσει και συγκροτήσει τη διεθνή τάξη στη βάση των δυτικών αξιών και θεσμών, ξεκίνησε αμέσως μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, συνεχίστηκε μετά τον Δεύτερο και εντάθηκε μεταψυχροπολεμικά με πρωτοστατούσες τις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι κυρίαρχες φιλελεύθερες αντιλήψεις των τριών προηγούμενων δεκαετιών έχουν απολέσει την αρχική τους δυναμική και γεννάται το ερώτημα αν θα αμφισβητηθεί η μεταψυχροπολεμική ιδιότητά τους ως προσδιοριστικών στοιχείων της διεθνούς τάξης;
Αν η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης επέφερε, εκτός από την ανακατανομή ισχύος στο διεθνές σύστημα, και τον μονοσήμαντο καθορισμό των ηθικοκανονιστικών προταγμάτων της διεθνούς τάξης, πώς η τωρινή ανακατανομή ισχύος θα αφήσει ανεπηρέαστο το ηθικοκανονιστικό της περιεχόμενο; Αναμφισβήτητα, η τάση εξισορρόπησης της κυρίαρχης θέσης των Ηνωμένων Πολιτειών στο διεθνές σύστημα διαφέρει, ως κατάσταση, από το στρατηγικό και ιδεολογικό κενό που προέκυψε από τη σοβιετική έκλειψη. Εντούτοις, η αναδιάταξη στον παγκόσμιο καταμερισμό ισχύος, δύσκολα δεν θα δρομολογήσει και την αξίωση για μία διαφορετική ανάγνωση σε μία σειρά ζητημάτων που τις τρεις προηγούμενες δεκαετίες οριοθετήθηκαν και ερμηνευτήκαν με πολύ συγκεκριμένο τρόπο, τόσο ως προς το περιεχόμενό τους, όσο και προς τις πολιτικές τους συνέπειες.
Η προεκλογική εκστρατεία του Ντόναλντ Τραμπ, που συμπυκνώθηκε στη φράση: America First, υποδήλωνε έναν επανακαθορισμό των προτεραιοτήτων του ισχυρότερου κράτους και βασικού φορέα εξάπλωσης του φιλελευθερισμού, σχετικά με την περαιτέρω κανονιστική ανάπτυξη της διεθνούς τάξης. Η μετεκλογική πρακτική συνοδεύτηκε με συγκεκριμένες θεσμικές απαγκιστρώσεις. Στην παρούσα συγκυρία, οι πολιτικές, στρατηγικές και οικονομικές αναγκαιότητες των Ηνωμένων Πολιτειών και της Δύσης εν γένει, φαίνεται πως περιορίζουν τις προσδοκίες για περαιτέρω θεσμική ανάπτυξη του διεθνούς συστήματος.
Διαχρονικά, στη διεθνή πολιτική παρατηρείται ότι τα κράτη, τις περισσότερες φορές, δρουν υπολογίζοντας πρωτίστως τις συνέπειες παρά το περιεχόμενο μιας φαινομενικά ηθικής πράξης. Μεταψυχροπολεμικά, υποστηρίχθηκε ότι η εν λόγω πρακτική δύναται να αλλάξει, προσδίδοντας ηθικά χαρακτηριστικά και προσδιορίζοντας ακολούθως και συναφώς το περιεχόμενο των κανονιστικών ρυθμίσεων. Η τριακονταετής μεταψυχροπολεμική εμπειρία κατέδειξε τον αποσπασματικό χαρακτήρα τέτοιων δράσεων, απόρροια μάλλον της κατανομής ισχύος της τότε συγκυρίας, αποτυπώνοντας περισσότερο μία πραξεολογία παρά μία εμπεδωμένη πρακτική.
Το διεθνές δίκαιο και οι διεθνείς θεσμοί εκκολαφθήκαν στο κρατοκεντρικό πλαίσιο του σύγχρονου διεθνούς συστήματος, διατηρώντας έκτοτε- είτε καταστατικά, είτε στην ουσιαστική τους λειτουργία- τα διακρατικά τους χαρακτηριστικά. Οι δυσχέρειες του παρόντος για τη Δύση στενεύουν τον ορίζοντα, (αυτό)περιορίζοντας τις φιλοδοξίες για την περαιτέρω εμπέδωση των οικουμενικών της αρχών, ενώ παράλληλα αναμένουμε τις κινεζικές αιτιάσεις για τον χαρακτήρα της διεθνούς τάξης. Η αξίωση της Δύσης να συμμερίζεται ο υπόλοιπος κόσμος την αυτοκατανόησή της θα φθίνει όσο θα αλλάζει εις βάρος της ο πλανητικός καταμερισμός ισχύος.
Η εξελισσόμενη ανακατανομή ισχύος στο διεθνές σύστημα θα επαναφέρει στην επιφάνεια τον κρατοκεντρικό χαρακτήρα των κανονιστικών ρυθμίσεων και σε διακηρυκτικό επίπεδο˙ επί της ουσίας τα συγκεκριμένα γνωρίσματα ήταν πάντα παρόντα. Οι αναδυόμενες δυνάμεις, με προεξάρχουσα την Κίνα, εξακολουθούν να ενεργούν εντός του δυτικογενούς και οικονομικά φιλελεύθερου πλαισίου, σταδιακά όμως θα αμφισβητήσουν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που μέχρι τώρα, η Δύση και κυρίως οι Ηνωμένες Πολιτείες, αποδίδουν στη διεθνή τάξη. Συμπερασματικά, προσπαθώντας να αποτυπώσουμε τα βασικά χαρακτηριστικά της διεθνούς τάξης κατά την επόμενη τριακονταετία, φαίνεται ότι θα διατηρήσει την κρατοκεντρική της υπόσταση, θα εξακολουθήσει να εξαρτάται αιτιωδώς από τις ηγεμονικές διευθετήσεις και ανταγωνισμούς των ισχυρότερων κρατών και θα συνεχίσει να λειτουργεί σύμφωνα με το εκάστοτε συμπεφωνημένο κανονιστικό πλαίσιο που συναποτελούν το διεθνές δίκαιο και οι διεθνείς θεσμοί.