Πυρά εναντίον της AstraZeneca εξαπέλυσε ένας δικηγόρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατηγορώντας την ότι δεν προσπάθησε καν να σεβαστεί την συμφωνία της με το μπλοκ των 27 εθνών για την προμήθεια εμβολίων COVID-19 και ότι δεν προειδοποίησε εγκαίρως για τις μεγάλες περικοπές στις παραδόσεις των σκευασμάτων.
Η ΕΕ παρέπεμψε την αγγλο-σουηδική εταιρεία στο δικαστήριο τον Απρίλιο αφού η φαρμακοβιομηχανία δήλωσε ότι θα στοχεύσει να παραδώσει μόνο 100 εκατομμύρια δόσεις του εμβολίου της έως τα τέλη Ιουνίου, αντί των 300 εκατομμυρίων που προβλέπονται στη σύμβαση προμήθειας.
Σύμφωνα με τις τελευταίες εξελίξεις, η Ευρωπαϊκή Ένωση αξιώνει υψηλή αποζημίωση από την AstraZeneca για την καθυστέρηση στις παραδόσεις των δόσεων, σύμφωνα με όσα ανέφερε στο δικαστήριο νομικός της εκπρόσωπος την Τετάρτη.
Ο δικηγόρος της ΕΕ, Ραφαέλ Τζαφεράλι, δήλωσε στο βελγικό δικαστήριο εκδικάζει την υπόθεση, ότι η AstraZeneca θα πρέπει να καταβάλει 10 ευρώ ανά ημέρα για κάθε δόση εμβολίου που καθυστερεί να παραδώσει.
«Η AstraZeneca δεν προσπάθησε καν να σεβαστεί την συμφωνία», λέει ο Τζαφεράλι, στο δικαστήριο των Βρυξελλών κατά την ακρόαση της υπόθεσης.
Η φαρμακοβιομηχανία δήλωσε ότι η συμφωνία δεν ήταν δεσμευτική και ότι το μόνο στο οποίο δεσμεύτηκε ήταν να καταβάλει «τις καλύτερες εύλογες προσπάθειες» για την παροχή των δόσεων.
Ο Τζαφεράλι είπε ότι ούτε την αρχή αυτή δε σεβάστηκε η εταιρία, καθώς δεν επέδωσε τα 50 εκατ. εμβόλια που παρήγαγε στις μονάδες της οι οποίες στο συμβόλαιο αναφέρονται ως προμηθεύτριες της ΕΕ. Επίσης το συμβόλαιο προέβλεπε ότι η εταιρία δε θα αναλάμβανε υποχρεώσεις που δε θα της επέτρεπαν να τηρήσει τους όρους της συμφωνίας με τις Βρυξέλλες.
Ο δικηγόρος ανέφερε επίσης ότι η AstraZeneca δεν είχε ανακοινώσει εγκαίρως στην ΕΕ το μέγεθος των προβλημάτων εφοδιασμού της, αν και έστειλε επανειλημμένα μηνύματα, ότι ήταν σε θέση να επιτύχει τους στόχους της, πριν παραδεχτεί τελικά ότι υπήρξαν μεγάλες ελλείψεις τον Μάρτιο.
Η εταιρεία είχε προειδοποιήσει την ΕΕ τον Δεκέμβριο για προβλήματα παραγωγής, αλλά ανακοίνωσε μόνο στα τέλη Ιανουαρίου, λίγο πριν από την έναρξη των παραδόσεων, μια πολύ μεγαλύτερη περικοπή δόσεων από την αρχικά αναμενόμενη για το πρώτο τρίμηνο.