Ακόμα δεν έχουμε συνειδητοποιήσει τι ακριβώς παρακολουθήσαμε την περασμένη εβδομάδα κατά την 79η σύνοδο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ. Κάθε χρόνο η τρίτη βδομάδα του Σεπτεμβρίου είναι η γιορτή του διεθνούς δικαίου και η κορύφωση της διπλωματίας, ενώ οι ηγέτες των 193 κρατών μελών του οργανισμού εκφωνούν τις θέσεις των χωρών που αντιπροσωπεύουν και επιβεβαιώνουν το ακροατήριο εντός και εκτός της αίθουσας την αφοσίωση τους στην ειρήνη, τον διάλογο και την διπλωματία. Μερικές φορές το βήμα της Γενικής Συνέλευσης γίνεται και χώρος εκφώνησης παραπόνων, υπερβολών αλλά και παρουσιάσεων όπως εκείνη του Ούγκο Τσάβες το 2006, αναφερόμενος στον Αμερικανό πρόεδρο ως «τον διάβολο.» Τις περισσότερες φορές όμως, η συγκεκριμένη συγκυρία χρησιμοποιείται για την εξαγγελία πολιτικών κατευθύνσεων και προσδοκιών. Τα ισχυρότερα κράτη μέλη επωφελούνται από αυτή την ευκαιρία για να παρουσιάσουν, πάντα μέσα στα πλαίσια του διεθνούς δικαίου και της διπλωματίας, κάποια παρανομία η καταπάτηση της χάρτας του οργανισμού.
Τρανταχτό παράδειγμα, η ομιλία του κ. Μπους το 2002 ο οποίος υπέδειξε την παραβατική συμπεριφορά του Ιράκ και την ανάγκη συμμόρφωσης του ιδιαίτερα όσον αφορούσε την πιθανή κατασκευή πυρηνικών όπλων, θέτοντας σε κίνδυνο την παγκόσμια ασφάλεια. Οι ΗΠΑ πεπεισμένες για την ενοχή του Ιράκ έφτασαν στο σημείο, επειδή μπορούσαν, να καταπατήσουν το διεθνές δίκαιο στην λογική πως ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Έτσι η απαγόρευση του επιθετικού πολέμου, η οποία είχε εδραιωθεί στο διεθνές δίκαιο από το 1930, καταπατήθηκε όταν δρομολόγησαν και αυθαίρετα εφάρμοσαν την συμμαχία των προθύμων πέρα από τα πλαίσια του ΟΗΕ και του Συμβουλίου Ασφαλείας.
Ο απόηχος αυτής της ενέργειας των ΗΠΑ πλήγωσε βαθιά το κύρος του διεθνούς οργανισμού, του διεθνούς δίκαιου αλλά και την ήπια ισχύ της πιο ισχυρής χώρας του πλανήτη. Δεν χρειάζεται να αναφερθούμε στις διάφορες καταπατήσεις όπως αυτές καταγράφηκαν στο Αμπού Γκράιμπ και στο Γκουαντάναμο, καθώς και σε αλλά μελανά σημεία του πολέμου στο Ιράκ συμπεριλαμβανομένου του κόστους σε αίμα και χρήμα.
Τα συμπεράσματα της τελευταίας εικοσαετίας μετά τις επιλογές του 2003 και 2004 θα έπρεπε να είχαν ισχυροποιήσει την εφαρμογή των κανόνων του διεθνούς δίκαιου και της διπλωματίας, και να είχαν συνετίσει τους πιο ισχυρούς από το δέλεαρ του νόμου του ισχυρού. Τα τελευταία τρία χρόνια παρακολουθούμε ακριβώς το αντίθετο. Από την Μαύρη Θάλασσα μέχρι τον Ινδικό ωκεανό και από την Ερυθρά Θάλασσα μέχρι τον Ατλαντικό το διεθνές δίκαιο έχει υποχωρήσει έναντι του νόμου του ισχυρού και η διπλωματία δεν υφίσταται.
Την περασμένη βδομάδα στην Νέα Υόρκη είχαμε μια σειρά από τις συνήθεις ομιλίες, όπως αυτές που περιέγραψα νωρίτερα, δυο όμως είχαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αυτή του προέδρου της Τουρκίας και του πρωθυπουργού του Ισραήλ. Δύο ομιλίες ιδιαίτερα σημαντικές για δύο λόγους, πρώτον διότι παρουσιάζουν την σημερινή εικόνα στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλά και γενικότερα στις διεθνείς σχέσεις. Δεύτερον διότι ήταν δύο ομιλίες συνδεόμενες σαν ένα είδος διαλόγου ή καλύτερα μιας μονομαχίας της «Άγριας Δύσης».
Ο πρόεδρος της Τουρκίας, κ. Ερντογάν σε αυστηρό τόνο και έντονο ύφος κατηγόρησε το Ισραήλ για τον τρόπο με τον οποίο διεξάγει τον πόλεμο ενάντια της Χαμάς και των Παλαιστινίων, εκτός διεθνούς δικαίου με την ανοχή των χωρών της Δύσης. Απειλώντας ευθέως την κυβέρνηση Νετανιάχου ότι εάν συνεχίσει με τις ίδιες μεθοδεύσεις στην Δυτική Όχθη και στο Λίβανο, η Τουρκία θα βρεθεί μπροστά της. Ο κ. Ερντογαν παρότρυνε την διεθνή κοινότητα να επαναφέρει την κυβέρνηση του Ισραήλ στα πλαίσια της διεθνούς νομιμότητας όπως είχε πράξει και ενάντια στον Χίτλερ πριν 75 χρόνια. Ο καυστικός λόγος του κ. Ερντογαν αποσκοπούσε στο να προσβάλει τις μεθοδεύσεις του Ισραήλ αναφερόμενος στην Ναζιστική Γερμανία, αλλά και να αναδείξει την Τουρκία ως την δύναμη η οποία είναι «διαχρονικά είναι στο πλευρό των αδυνάμων.» Επρόκειτο, ιστορικά, για μια τολμηρή δήλωση, προσπαθώντας έτσι να δημιουργήσει την αίσθηση του προστάτη των αδύναμων και τιμωρό των διεφθαρμένων δυτικών διεθνών οργανισμών. Η εκφώνηση του Τούρκου προέδρου ήρθε συμβολικά μετά την τοποθέτηση του απερχόμενου Αμερικάνου προέδρου αλλά και σχετικά νωρίς της συνεδρίας προσπαθώντας με αυτόν τον τρόπο να θέσει την ατζέντα και τον τόνο για την υπόλοιπη εβδομάδα, βγαίνοντας μπροστά.
Η δεύτερη ομιλία ήταν αυτή του κ. Νετανιάχου την Παρασκευή, μια ομιλία πραγματικά διαφορετική σε τόνο, περιεχόμενο, παρουσίαση και αποτελεσματικότητα. Με την είσοδο του κ. Νετανιάχου πολλές αντιπροσωπίες κρατών αποχώρησαν από την αίθουσα. Παρόλα αυτά, ο κ. Νετανιάχου είχε μαζί του ακροατήριο στα θεωρία που χειροκροτούσαν σε κάθε του τοποθέτηση, παρόλο το άδειο της αίθουσας. Μετά την επαναβεβαίωση του ότι ο ίδιος και η χώρα του είναι υποστηρικτές της ειρήνης, του διεθνές δικαίου και της ευημερίας των λαών, αποκάλεσε τον ΟΗΕ «οίκο του σκότους» και «βάλτο αντισημιτισμού» και με προκλητικό τρόπο μίλησε για το μακρύ χέρι του Ισραήλ προς όλους τους εχθρούς εντός και εκτός περιοχής, αλλά και για «ολοκληρωτική νίκη.» Εντυπωσιακή ορολογία που μας παραπέμπει στο 2002-2003. Ακόμη πιο εντυπωσιακό ήταν το γεγονός ότι πριν καν αρχίσει την ομιλία του, ο κ. Νετανιάχου είχε δώσει εντολή για τον βομβαρδισμό στην Βηρυτό, που ισοπέδωσε πολυκατοικίες στην πυκνοκατοικημένη πόλη για να επιτευχθεί ο στόχος, ο οποίος ήταν η εξάλειψη του ηγέτη της Χεζμπολαχ.
Με τον τρόπο αυτό ο κ. Νετανιάχου απάντησε και στον κ. Ερντογάν και στην διεθνή κοινότητα κάνοντας μια δίχως προηγούμενο επίδειξη ισχύος. Τους τελευταίους μήνες είναι πραγματικά εντυπωσιακό το μείγμα διαπραγμάτευσης από πλευράς Ισραήλ. Οι δολοφονίες ηγετικών στελεχών από την Τεχεράνη μέχρι την Δαμασκό, η πυραυλική και αεροπορική εμβέλεια από την Υεμένη μέχρι την Βηρυτό, η εξίσου εντυπωσιακή δύναμη των μυστικών υπηρεσιών, και η διπλωματική στήριξη των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το Ισραήλ και η Τουρκία την περασμένη εβδομάδα έθεσαν μέσα στον οίκο του διεθνούς δικαίου και της κοινωνίας των κρατών, που είναι ο ΟΗΕ, τη θεωρία της ειρήνης μέσω της ισχύος καταπατώντας έτσι τις θεμελιώδεις αρχές του οργανισμού. Παρακολουθήσαμε την συνέχεια μίας μονομαχίας, που κατά πάσα πιθανότητά θα μας φέρει αντιμέτωπους με οδυνηρές συνέπειες, όπως αποδεδειγμένα μας έχει διδάξει η ιστορία.
Χωρίς να αναιρέσουμε την αξία των στόχων του Ισραήλ και όσο δελεαστικός και εάν είναι ο νόμος του ισχυρού, η ιστορία μας διδάσκει ότι είναι εφήμερος, και πάντα υπάρχει κάποιος πιο ισχυρός. Η επίπονη εξέλιξη των διεθνών οργανισμών και του διεθνούς δικαίου είναι αποτέλεσμα των αιματηρών πολέμων ιδιαίτερα κατά το πρώτο ήμισυ του 20 αιώνα. Πριν περίπου είκοσι χρόνια οι ΗΠΑ σε μια στιγμή ηγεμονικής ισχύος παροτρυνθήκαν να αναιρέσουν τους κανόνες του διεθνούς δικαίου έναντι των δικών τους συμφερόντων αλλά και της ανυπομονησίας τους έναντι της χρονοβόρας διπλωματίας. Ο θλιβερός απολογισμός των τελευταίων είκοσι χρόνων πρέπει να γίνει υπενθύμιση και όχι παρότρυνση προς την κατάργηση του σημαντικότερου παγκόσμιου θεσμού ειρήνης και διπλωματίας. Πρέπει να αποφύγουμε τις σειρήνες της «ειρήνης διά της ισχύος» έτσι ώστε τα γεγονότα της τελευταίας βδομάδας μην γίνουν η ταφόπλακα του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών.