Το Παλαιστινιακό ή Μεσανατολικό ζήτημα αποτελεί μαζί με το Κυπριακό δύο από τα πιο δυσεπίλυτα και μακροχρόνια ζητήματα στις διεθνείς σχέσεις.
Οι ρίζες του ζητήματος αυτού εμφανίζονται κατά την διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου με τον διαμελισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Ωστόσο, το Μεσανατολικό αρχίζει να παίρνει στέρεη υπόσταση το 1948 με την μονομερή ανακήρυξη του Ισραηλινού κράτους που κατέληξε ένα χρόνο αργότερα στην νίκη του Ισραήλ έναντι όλων των γειτονικών αραβικών κρατών στον Α’ Αραβο-Ισραηλινό πόλεμο.
Ο πόλεμος των 6 ημερών -Ιούνιος 1967- αποτελεί σταθμό για το Μεσανατολικό, καθώς η σαρωτική νίκη του Ισραήλ, πέρα από το γεγονός ότι παγιώνει ακόμη περισσότερο την εθνική του κυριαρχία, επεκτείνει τα εδάφη του, καθώς κατακτά την Χερσόνησο του Σινά -θα επιστραφεί στην Αίγυπτο το 1978-, τα υψίπεδα του Γκολάν, την Δυτική Όχθη, τη Γάζα και την Ανατολική Ιερουσαλήμ. Ωστόσο, η επέκταση των εδαφών του Ισραήλ είναι αυτή που περιπλέκει το Μεσανατολικό ακόμη περισσότερο.
Το 2000 στο Camp David 2 και αφού είχαν προηγηθεί άτυπες διαπραγματεύσεις μεταξύ του Ισραήλ και της PLO από τις αρχές της δεκαετίας του ’90, αναδείχθηκε το βασικότερο πρόβλημα για την επίλυση του Παλαιστινιακού.
Το πρόβλημα μεταξύ των δύο μερών δεν εντοπίζεται τόσο στο καθεστώς της Δυτικής Όχθης, της Γάζας ή στο ζήτημα των Παλαιστίνιων προσφύγων, όσο στο καθεστώς της Ιερουσαλήμ που αποτέλεσε και την βασική αιτία αποτυχίας των συνομιλιών στο Camp David 2.
Από την μία, το Ισραήλ θεωρεί ολόκληρη την Ιερουσαλήμ -συμπεριλαμβανομένης και της Ανατολικής Ιερουσαλήμ- πρωτεύουσα του Ισραήλ, ενώ από την άλλη, βασική επιδίωξη της Παλαιστινιακής Αρχής είναι η εγκαθίδρυση ενός Παλαιστινιακού κράτους με πρωτεύουσα την Ανατολική Ιερουσαλήμ.
Ο πόλεμος που μαίνεται στην Συρία είχε απομακρύνει τα φώτα της δημοσιότητας από το ζήτημα αυτό, ενώ ταυτόχρονα είχε αλλάξει τις προτεραιότητες των Αραβικών και Μουσουλμανικών κρατών καθώς αυτά είχαν επικεντρωθεί κυρίως στις εξελίξεις του Συριακού Εμφυλίου.
Όμως η σταθεροποίηση του Συριακού Εμφυλίου σε συνδυασμό με την ανάληψη εξουσίας από τον πρόεδρο Μπάιντεν, αλλά και η πρόθεση του Ισραηλινού πρωθυπουργού να απομακρύνει από την αραβική γειτονιά Sheikh Jarrah Παλαιστίνιους και στην θέση τους να εγκαταστήσει Ισραηλινούς, προκάλεσε τις έντονες διαμαρτυρίες των Παλαιστινίων, οι οποίοι ήρθαν σε σύγκρουση τόσο με την αστυνομία, όσο και με μια ακροδεξιά μερίδα της Ισραηλινής κοινωνίας.
Επακόλουθο αυτού, ήταν η επιχείρηση της αστυνομίας ακόμα και εντός του τεμένους Al-Aqsa -το τρίτο σημαντικότερο ιερό χώρο στο μουσουλμανικό κόσμο- και των τραυματισμό εκατοντάδων Παλαιστινίων -στην συμπλοκή τραυματίστηκαν και μερικές δεκάδες αστυνομικοί.
Το συμβάν αυτό πυροδότησε την αντίδραση της Χαμάς -Ισλαμιστική οργάνωση, η οποία έχει υπό τον έλεγχό της την Λωρίδα της Γάζας και η οποία έχει ανακηρυχθεί σε τρομοκρατική οργάνωση από τις ΗΠΑ-, καθώς εκτόξευσε πυραύλους από την Γάζα στην Ιερουσαλήμ.
Με τον τρόπο αυτό η ήδη έκρυθμη κατάσταση κλιμακώθηκε σε στρατιωτική σύγκρουση, καθώς δεν άργησαν τα αντίποινα από το Ισραήλ με αεροπορικούς βομβαρδισμούς που προκάλεσαν τον θάνατο Παλαιστινίων -συμπεριλαμβανομένου άμαχου πληθυσμού.
Συγκεκριμένα, ο βομβαρδισμός ενός κτηρίου στην Γάζα που αποτελούσε κτήριο της Χαμάς προκάλεσε εκ νέου αντίποινα τόσο από την Χαμάς, όσο και από την Ισλαμική Τζιχάντ με την εκτόξευση εκατοντάδων ρουκετών σε Ισραηλινές πόλεις και κυρίως στο Τελ Αβίβ από την Τρίτη το βράδυ.
Ενώ την ίδια στιγμή ο Ισραηλινός πρωθυπουργούς κάνει λόγο για ακόμη περισσότερη κλιμάκωση και αντίποινα στην Χαμάς και την Ισλαμική Τζιχάντ.
Είναι χαρακτηριστικό πως την επόμενη ημέρα -Τετάρτη- η κρίση κλιμακώθηκε ακόμη πιο πολύ, καθώς σημειώθηκαν εντάσεις σε διάφορες πόλεις του Ισραήλ όπου είναι έντονο το Αραβικό στοιχείο, ενώ παράλληλα συνεχίστηκαν οι βομβαρδισμοί στη Γάζα -καταστροφή ενός ακόμη κτηρίου της Χαμάς και θάνατος υψηλόβαθμων μελών της, σύμφωνα με τις Ισραηλινές αναφορές- αλλά και η εκτόξευση ρουκετών από την Γάζα προς διάφορες πόλεις του Ισραήλ.
Η πολιτική αστάθεια που επικρατεί στο Ισραήλ το τελευταίο διάστημα με τις διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις, κάνει την ένταση αυτή να μοιάζει σαν μια ευκαιρία για τον Ισραηλινό πρωθυπουργό, καθώς μεγάλο μέρος της Ισραηλινής κοινωνίας συσπειρώνεται γύρω από το κόμμα του, αλλά και τον ίδιο προσωπικά.
Για τον λόγο αυτό ίσως είναι πιθανό να συντηρηθεί αυτό το κλίμα έντασης που υπάρχει και να κλιμακωθεί ακόμη περισσότερο.
Από την άλλη πλευρά, η αντίδραση της Χαμάς και της Ισλαμικής Τζιχάντ, το μόνο που καταφέρνει είναι να κάνει την κατάσταση χειρότερη για τους Παλαιστίνιους, καθώς με αυτόν τον τρόπο υπονομεύει όποια πολιτική λύση, υπονομεύει την ηγεσία της Παλαιστινιακής Αρχής, ενώ παράλληλα δημιουργεί μια πολύ αρνητική εικόνα για τους Παλαιστίνιους σε διεθνές επίπεδο.
Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί η εσωτερική διαμάχη των Παλαιστινίων, καθώς από την μία είναι η Παλαιστινιακή Αρχή, η οποία υιοθετεί έναν πιο κοσμικό χαρακτήρα, ενώ από την άλλη βρίσκεται η ριζοσπαστική Χαμάς, η οποία έχει θρησκευτικό/ισλαμικό πρόσημο, καθώς ανήκει στην οικογένεια του Πολιτικού Ισλάμ.
Εντός αυτού του πλαισίου κινείται και ο Τούρκος πρόεδρος, ο οποίος προσπαθεί να εκμεταλλευτεί την υπάρχουσα ένταση αναλαμβάνοντας ρόλο προστάτη του Ισλαμικού κόσμου βασιζόμενος στην ιδεολογική συγγένειά που έχει το κόμμα του με την Χαμάς.
Με αυτόν τον τρόπο ο Ερντογάν, προσπαθεί να σπάσει τον κλοιό του απομονωτισμού που βρίσκεται η χώρα του το τελευταίο διάστημα, να προσελκύσει την συμπάθεια του Μουσουλμανικού κόσμου και να ρίξει παράλληλα γέφυρες, τόσο σε Σαουδική Αραβία, όσο και σε Αίγυπτο.
Ωστόσο, η Σαουδική Αραβία, όπως και τα ΗΑΕ, μετά την πρόσφατη προσέγγιση με το Ισραήλ δεν φαίνονται πρόθυμα να συνασπιστούν σε ένα κοινό μέτωπο για την υπεράσπιση των Παλαιστινίων, αντίθετα προτιμούν την διατήρηση του καλού κλίματος με το Ισραήλ.
Στο κενό φαίνεται να έπεσε επίσης και η πρωτοβουλία του Ερντογάν στο να εμπλέξει την Ρωσία για την καταδίκη της συμπεριφοράς του Ισραήλ, καθώς η Ρωσία δεν έχει κανένα συμφέρον να παίξει το παιχνίδι που προσπαθεί να επιβάλλει ο Τούρκος πρόεδρος.
Σημαντικό είναι να αναφερθεί και η στροφή 180 μοιρών του Ερντογάν σε σχέση με το Ισραήλ, καθώς μόλις λίγες μέρες πριν τα γεγονότα στην Ανατολική Ιερουσαλήμ είχε προσπαθήσει να προσεγγίσει και την Ισραηλινή κυβέρνηση σε μια προσπάθεια να βγει η Τουρκία από τον απομονωτισμό.
Την ίδια στιγμή, η όποια προσπάθεια επιχειρήθηκε σε πολυμερές επίπεδο -ειδικότερα στο ΣΑ του ΟΗΕ- στέφθηκε από αποτυχία, καθώς δεν επιτεύχθηκε ούτε η υιοθέτηση κάποιας κοινής δήλωσης λόγω του βέτο που άσκησαν οι ΗΠΑ, οι οποίες θεώρησαν πως μια τέτοια ενέργεια θα δυσχέραινε τα πράγματα για την ώρα.
Οι ΗΠΑ φαίνεται να στηρίζουν το Ισραήλ, κυρίως σε ό,τι αφορά στο δικαίωμα του Ισραήλ να προστατεύσει τον άμαχο πληθυσμό του.
Η ΕΕ δια στόματος του Ύπατου Εκπροσώπου κάνει έκκληση για μείωση της έντασης και παύση της βίας, ενώ και η Ρωσία τάχθηκε υπέρ της κατάπαυσης του πυρός και της αποκλιμάκωσης.
Εν κατακλείδι, είναι σαφές πως το Μεσανατολικό είναι ένας ρυθμιστικός παράγοντας στην Μέση Ανατολή, καθώς μπορεί να καθορίσει σε αρκετά σημαντικό βαθμό την περιφερειακή ισορροπία ισχύος που μπορεί να ανακύψει στην προσπάθεια δημιουργίας κοινού Μουσουλμανικού και Αραβικού μετώπου για το Παλαιστινιακό ζήτημα, χωρίς όμως αυτό να έχει αντίκρισμα στην όποια πολιτική λύση, καθώς οι ανταγωνισμοί μεταξύ των περιφερειακών δυνάμεων για το ποιο κράτος θα είναι η ηγέτιδα δύναμη του Σουνιτικού Ισλάμ υπερτερεί της όποιας λύσης για το Παλαιστινιακό.
Είναι, επίσης, πιθανό, η υφιστάμενη στρατιωτική σύγκρουση να κλιμακωθεί ακόμη περισσότερο και να οδηγήσει ακόμη και σε μια τρίτη Ιντιφάδα. Κρίνοντας, ωστόσο από τις δύο προηγούμενες και ιδίως από την δεύτερη που είχε μορφή στρατιωτικής σύγκρουσης αυτό δεν θα οδηγήσει σε κάποιο απτό αποτέλεσμα για την επίλυση του Παλαιστινιακού.
Τέλος, είναι σημαντικό να αναφερθεί πως η ίδρυση ενός Παλαιστινιακού κράτους είναι προς το συμφέρον και τον δύο πλευρών.
Το Ισραήλ δεν έχει κανένα συμφέρον στο να διατηρεί στην επικράτειά του, σε μια έωλη κατάσταση, περίπου 4,5 εκατομμύρια Παλαιστίνιους -2,5 στην Δυτική Όχθη και 2 στην Γάζα-, όταν το Ισραήλ έχει 9 εκατομμύρια πληθυσμό εκ των οποίων το 20% αποτελεί την αραβική μειονότητα.
Επίσης, τόσο ο έλεγχος της Δυτικής Όχθης, όσο και η καταπίεση των Παλαιστινίων από το Ισραήλ συλλήβδην προκαλεί πολιτικό και διπλωματικό κόστος για το Ισραήλ χειροτερεύοντας παράλληλα την εικόνα του διεθνώς.
Η πολιτική λύση με την δημιουργία δύο κρατών είναι η μόνη αμοιβαία επωφελής λύση, είναι η μόνη με την οποία συμφωνεί μεγάλη μερίδα, τόσο της Ισραηλινής, όσο και της Παλαιστινιακής κοινωνίας, είναι η μόνη που μπορεί να θέσει στέρεες βάσεις για μια πιο σταθερή Μέση Ανατολή και είναι η μόνη που μπορεί να βάλει ένα τέλος στην υφιστάμενη ανθρωπιστική κρίση.
Οι ακραίες θέσεις και των δύο πλευρών, είτε πρόκειται για εποικισμό, είτε για τρομοκρατικές επιθέσεις πρέπει να εγκαταλειφθούν άμεσα, καθώς δεν συμβάλουν στην ομαλοποίηση της κατάστασης.