Σε πολλές δικαστικές υποθέσεις, που απασχολούν την κοινή γνώμη, όπως σ’ αυτήν του Δημήτρη Λιγνάδη, αλλά και του απεργού πείνας Γιάννη Μιχαηλίδη, τα ζητήματα εκτός από νομικά είναι και ηθικά με την έννοια ότι αφορούν το πώς αντιλαμβάνεται ο καθένας το «δίκιο».
Σε ορισμένες περιπτώσεις, η κατά γράμμα τήρηση του νόμου μπορεί να είναι τυπικά σύννομη αλλά να έχει ως αποτέλεσμα συνέπειες πολύ σοβαρότερες από αυτές που υποτίθεται ότι έρχεται μία απόφαση να θεραπεύσει. Αυτά όλα όμως, είναι ζητήματα για τα οποία υπάρχουν - και καλώς υπάρχουν – διαφορετικές εκτιμήσεις σε μία δημοκρατία.
Αυτό που δε θα έπρεπε όμως να αμφισβητείται είναι η προστασία της υγείας του καταδικασθέντα (όπως φαίνεται να συνέβη στην περίπτωση του Πέτρου Φιλιππίδη), διότι η προστασία της ανθρώπινης ζωής με βάση το αξιακό μας σύστημα, αποτελεί προτεραιότητα. Το ίδιο ακριβώς είχα υποστηρίξει και στην περίπτωση του Δημήτρη Κουφοντίνα και είχα δεχτεί πλείστες όσες επικρίσεις. Ωστόσο, η μέριμνα να πειστεί να δεχτεί τροφή τότε και να μην αφεθεί να πεθάνει, αποδείχτηκε σωτήρια.
Επικαλούμαι, και σ’ αυτήν την περίπτωση, τη χριστιανική συνείδηση όσων από μία συντηρητική, και σαφώς μονόπλευρη, σκοπιά, αντιμετωπίζουν απλώς ως εκβιασμό μία υπόθεση που μπορεί να οδηγήσει στην απώλεια της ζωής του απεργού επειδή ήταν «δική του επιλογή». Με ανακούφιση επομένως υποδεχτήκαμε όσοι συμμεριζόμαστε την προτεραιότητα της αξίας της ζωής, την απόφαση του ίδιου του Μιχαηλίδη να διακόψει την απεργία πείνας.
Απογοητεύτηκαν μόνον όσοι είχαν επενδύσει τις «επαναστατικές» τους φαντασιώσεις σε μία επιδείνωση της υγείας του ανθρώπου προκειμένου να αποκομίσουν πολιτικό όφελος. Η μικρονοϊκή τους απανθρωπία και η παντελής έλλειψη πολιτικής πρότασης προς την κοινωνία, που γυρεύει κάθε φορά να καλυφθεί πίσω από κατασκευασμένους «ήρωες», δεν αξίζει περαιτέρω σχολιασμό.
Ο δε παραλληλισμός του «αντάρτη πόλεων» σε κενό… επαναστατικών διεργασιών, Μιχαηλίδη με τον εθνικό αγωνιστή Μπόμπι Σαντς δε στέκει, ούτε βέβαια συγκινεί. Ο Σαντς είναι ένας αυθεντικός ήρωας του μακρόχρονου, μαζικού εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα ενός ολόκληρου λαού και δεν ζητούσε να αφεθεί ελεύθερος αλλά να αναγνωριστεί ως αυτό που ήταν: πολιτικός και όχι ποινικός κρατούμενος.
Στην Ελλάδα, η περίπτωση των κρατούμενων που επικαλούνται ιδεολογικούς λόγους για την παράνομη δράση τους, ενώ όταν συλλαμβάνονται αφενός αρνούνται την ίδια τους την πολιτική ταυτότητα και δράση, αφετέρου επικαλούνται διάφορα δικαιώματα, είναι ιδιαίτερη και ενέχει μία κραυγαλέα αντίφαση: από τη μία πλευρά μάχονται συνειδητά εναντίον του «αστικού κράτους» μη αναγνωρίζοντας σε αυτό καμία εξουσία, με άλλα λόγια αμφισβητούν λόγω και έργω το κράτος δικαίου, και από την άλλη καταγγέλλουν παραβίαση δικαιωμάτων που απορρέουν ακριβώς από αυτό το σύστημα, το οποίο, κατά τα άλλα δεν αναγνωρίζουν…
Ως συνειδητοί επομένως «επαναστάτες», που ενώ σπανίως ομολογούν τις παρανομίες τους, επιμένουν παρόλα αυτά στο «δίκιο» των επιλογών τους, είναι λογικό και αναμενόμενο, εφόσον αφεθούν ελεύθεροι από τον «εχθρό», να συνεχίσουν να τον πολεμούν με τον τρόπο που έχουν επιλέξει. Δηλαδή κατηγορούν το σύστημα ότι τους διώκει απλώς και μόνον επειδή είναι κατά του συστήματος και όχι για τις συγκεκριμένες πράξεις τους, που συνήθως αρνούνται.
Όμως, ακριβώς ο κίνδυνος τέλεσης παράνομων πράξεων είναι, εάν έχω κατανοήσει σωστά το σκεπτικό της σχετικής απόφασης, η αιτιολόγηση της απόρριψης του αιτήματος αποφυλάκισης του Μιχαηλίδη, καθώς, έχει ήδη τέτοια δείγματα συμπεριφοράς στο ενεργητικό του. Η υποκρισία αυτού του τύπου «επαναστάτη», η θεωρητική βάση του οποίου ανάγεται στον αμοραλισμό του Νετσάγεφ, είναι εμφανής, αλλά αυτό ας το κρίνει ο καθένας.
Ο Μιχαηλίδης, όμως, δεν κρίνεται – και ευτυχώς για τον ίδιο – για την επαναστατική του συνέπεια ή ασυνέπεια. Κρίνεται ως παραβάτης και ως πολίτης με δικαιώματα που η πολιτεία οφείλει να του αναγνωρίζει, άσχετα από το εάν ο ίδιος τα επικαλείται μόνον όταν τον εξυπηρετούν ατομικά ενώ κατά τα άλλα, εκτός φυλακής τα πολεμά και τα παραβιάζει συνειδητά ως «αστικά» κτλ! Το σημαντικότερο δε εξ αυτών τω δικαιωμάτων είναι η ζωή. Στο δίλημμα μεταξύ του να υπάρχει ένας νεκρός από απεργία πείνας σε φυλακή, σε μία τέτοια μάλιστα συγκυρία, και του να κυκλοφορεί ελεύθερος ένας ακόμη «εχθρός του συστήματος» δεν ξέρω πώς μπορεί να επιμένει κανείς στο πρώτο.
Αναφέρομαι στη συγκυρία, διότι εάν τα γεγονότα του Δεκεμβρίου 2008, οδήγησαν στο χάος την πρωτεύουσα και πολλές πόλεις για έναν ολόκληρο μήνα, θα πρέπει όλοι ν’ αναλογιστούν πόσο περισσότερο καταστροφική θα ήταν μία εξέλιξη σήμερα, που οι Τούρκοι ετοιμάζονται να αμφισβητήσουν έμπρακτα και πάλι την εθνική κυριαρχία στο Αιγαίο. Δεν μας παίρνει, για να το πω λαϊκά, να έχουμε έναν ακόμη «Δεκέμβρη». Ούτε μας χρειάζεται ένας ακόμη «ήρωας» στη μνήμη του οποίου θα γίνεται ακόμη ένα επετειακό μπάχαλο κάθε χρόνο.
Δεν με ενδιαφέρουν οι λόγοι που οδήγησαν τον Γιάννη Μιχαηλίδη να διακόψει την απεργία πείνας. Λέω απλώς ότι χαίρομαι διότι η προστασία της ζωής αποτελεί προτεραιότητα, πρώτα γιατί αυτό υπαγορεύει το σύστημα αξιών μας και κατά δεύτερο λόγο γιατί ο θάνατος ενός απεργού πείνας έχει πάντοτε σοβαρότατες συνέπειες για κάθε δημοκρατική και ευνομούμενη πολιτεία και ειδικά για την χώρα μας που αντιμετωπίζει εθνική απειλή, ακόμη μεγαλύτερες.
Απειλή για την οποία αξίζει κανείς να δώσει τη ζωή του αμυνόμενος περί πάτρης και όχι για το αδειανό πουκάμισο ενός φαντασιακού «αντάρτικου πόλεων», πόσο μάλλον στο όνομα «αστικών δικαιωμάτων» από ανθρώπους που κατά τα άλλα τα περιφρονούν και τα αντιμάχονται.
***
Τάσος Χατζηαναστασίου, Δρ Ιστορίας, εκπαιδευτικός