Αν τύχει κι έχεις επισκεφθεί το Ιράν και αφεθείς να σεργιανίσεις τους αχανείς δρόμους της Τεχεράνης αλλά και άλλων πόλεων επίσης θα σου αποτυπωθούν – όπως γίνεται άλλωστε σε κάθε ταξίδι σου – εικόνες, ήχοι, μυρωδιές, ανθρώπινες συμπεριφορές, κι ό,τι άλλο διαλέξουν το βλέμμα και οι αισθήσεις σου, τα χρώματα που αντίκρυσες για παράδειγμα.
Για το Ιράν που γνώρισα – βρέθηκα εκεί το 2018 - μου έρχονται στίχοι διάσπαρτοι από το «Χωρίς» του Μπέκετ:
«Ολούθε αχανές γη ουρανός ένα κανένας ήχος όλα ασάλευτα», «Γκρίζο σταχτί ολούθε γη ουρανός ένα ολούθε αχανές», «Πάντα ήταν μόνο γκρίζος αέρας άχρονος κανένας ήχος χίμαιρα το φως που περνάει. Κανένας ήχος όλα ασάλευτα γκρίζος σταχτής ουρανός καθρέπτης γης καθρέπτης ουρανού», «Χίμαιρα η αυγή που διώχνει τις χίμαιρες και η άλλη που λέγεται σούρουπο.»
Μία αίσθηση του γκρίζου ολούθε, χωρίς ελπίδα διαφυγής. Μια μοναξιά στα μάτια, μια μοναξιά της νεολαίας, μια μοναξιά των γυναικείων ψυχών που σεργιανούν στους δρόμους περιφραγμένες με την ενδυματολογική πανοπλία που έχει επιβάλει το καθεστώς των υπέργηρων μουλάδων, με την γλώσσα του σώματός τους στον δημόσιο χώρο να υπόκειται σε - επί ποινή τυχόν παραβίασής τους - καταπιεστικούς περιορισμούς, όπως η απαγόρευση συνομιλίας με άντρες, η απαγόρευση ανταλλαγής χειραψίας, η απαγόρευση πρακτικά κάθε είδους κοινωνικής επικοινωνίας, ούτε καν λεκτικής.
Μια νεολαία καταδικασμένη να μην έχει την δυνατότητα να γνωρίσει νέους ανθρώπους από άλλες χώρες. Το Ιράν το επισκέπτονται με ομαδικά ταξίδια, τουρίστες τρίτης ηλικίας, η δε συναναστροφή με τους γηγενείς είναι πρακτικά μηδενική.
Αυτό που έμεινε χαραγμένο γερά στην μνήμη μου ήταν τα μάτια γεμάτα παράκληση και τα ψιθυριστά λόγια γεμάτα απόγνωση, προσμονή κι ελπίδα με πολλά αποσιωπητικά.
Αν η αίσθηση της δημόσιας φυλακής είναι έντονη, η Μοναξιά στα βλέμματα που διασταυρώνονται δεν ξεχνιέται όσο καιρός κι αν έχει περάσει από τότε.
Αυτή η αφόρητη μοναξιά είναι που έχει φουντώσει την αντίσταση των νέων στην χωρίς τέλος καταστολή και οι νεανικές ψυχές που δολοφονούνται πολλαπλασιάζονται μέρα τη μέρα, :
Την 15η ημέρα της εξέγερσης στις 30 Σεπτεμβρίου οι νεκροί είχαν φθάσει τους 300 και οι συλληφθέντες τους 15.000
Την 17η ημέρα της εξέγερσης στις 2 Οκτωβρίου οι νεκροί είχαν φθάσει τους 400 και οι συλληφθέντες τους 20.000
Ανάμεσα τους, η Νίκα Σακαράμι , ετών 17 , που κρίθηκε «αμαρτωλή» και άξια να δολοφονηθεί…: Βρέθηκε νεκρή με σπασμένο κεφάλι.
Η Νίκα Σακαράμι , 17 ετών, είχε συμμετάσχει σε διαδηλώσεις στην Τεχεράνη στη λεωφόρο Κεσαβαράζ στις 20 Σεπτεμβρίου. Οι φίλοι της είπαν ότι ήταν ατρόμητη και φώναζε ασταμάτητα συνθήματα. Στην τελευταία της κλήση σε μια φίλη της, η Σακαράμι της είπε ότι προσπαθούσε να διαφύγει από τις δυνάμεις ασφαλείας.
Η οικογένειά της την αναζήτησε παντού σε όλες τις φυλακές, τα κρατητήρια, τα αστυνομικά τμήματα, ακόμα και το γραφείο ιατροδικαστών του Καχριζάκ. Τελικά, στις 29 Σεπτεμβρίου, στο αστυνομικό τμήμα, η οικογένεια Σακαράμι ενημερώθηκε ότι κάποια κοπέλα με παρόμοια χαρακτηριστικά είχε βρεθεί στο γραφείο των ιατροδικαστών του Καχριζάκ.
Η θεία της Νίκα, στο σπίτι της οποίας έμενε η δολοφονηθείσα, ανέφερε στο BBC ότι οι αρχές της είπαν ότι η Νίκα έπεσε από ύψος. Ωστόσο, ο θείος της, δήλωσε ότι οι φωτογραφίες που τους έδειξαν φαίνονταν ασυνήθιστες. Όταν η οικογένεια Σακαράμι πήγε να αναγνωρίσει το πτώμα, δεν τους επιτράπηκε να δουν το κεφάλι της. Η μύτη της είχε σπάσει. Το κρανίο της Νίκα είχε χτυπηθεί επανειλημμένα από κάποιο βαρύ αντικείμενο σαν ρόπαλο.
Η θεία της Νίκα ανέφερε επίσης ότι ανεπίσημες πηγές επικοινώνησαν μαζί της, λέγοντας ότι η Νίκα είχε περάσει μια ολόκληρη εβδομάδα υπό κράτηση. Με την ολοκλήρωση των ανακρίσεών της, μεταφέρθηκε στο Εβίν. Ωστόσο, όταν η οικογένειά της πήγε στο Εβίν, τους είπαν ότι η Νίκα δεν ήταν εκεί.
Η σορός της Νίκα Σακαράμι εντέλει παραδόθηκε στην οικογένειά της την Παρασκευή 30 Σεπτεμβρίου, μετά από δέκα ημέρες αναζήτησης. Όπως πολλές άλλες οικογένειες, η οικογένεια Σακαράμι είχε απειληθεί και της έχει ξεκαθαριστεί να μην επιχειρήσει καμία τελετή για τη δολοφονημένη κόρη τους.
Το τέλος γράφτηκε όταν κρατικοί πράκτορες των δυνάμεων ασφαλείας, άρπαξαν την σορό και έθαψαν το σώμα της Νίκα Σακαράμι σε ένα απομακρυσμένο χωριό παρά την αντίθεση της οικογένειάς της.
Κάπως έτσι έκλεισε ο κύκλος της Μοναξιάς της Νίκα Σακαράμι, ετών 17. Μόλις.
Μιχάλης Κονιόρδος, Καθηγητής Τμήματος Διοίκησης Τουρισμού στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής