Υπάρχει μια άποψη, που λέει ότι «Αν θέλεις να εντοπίσεις τον πιο έξυπνο σε ένα δωμάτιο, ψάξε για τον πιο ευγενικό». Δεν ξέρω αν ο πιο ευγενικός είναι όντως ο πιο έξυπνος, πιστεύω όμως ότι έχει σίγουρα μια καλή ανθρωπολογική αξία.
Σε όλα τα περιουσιακά στοιχεία ή τα αντικείμενα που συχνά επενδύονται για μακροπρόθεσμη ανάπτυξη ή προστασία του κεφαλαίου, εκτιμάται και αποδίδεται μια αξία. Ένα ακίνητο, μια μετοχή, ένα ομόλογο, ένα έργο τέχνης κλπ, όλα έχουν μια αξία.
Γιατί όχι και ο άνθρωπος; Και αυτός ένα κοινωνικό στοιχείο είναι που επενδύεται στη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη της κοινωνίας. Αν δούμε την κοινωνία με όρους αγοράς, ίσως προέκυπτε μια νέα έννοια, αυτή της ανθρωπολογικής αξίας.
Όχι σε σχέση με το τι αποδίδει οικονομικά ο κάθε άνθρωπος, για να προλάβω τους επίδοξους πολιτικούς δογματιστές. Αλλά, σε σχέση με το τι αποδίδει ουσιαστικά στην κοινωνία. Τι προσφέρει με την ύπαρξή του πάνω σε αυτόν τον πλανήτη και μέσα στην όποια κοινωνία έτυχε να γεννηθεί!
Αν υπήρχε ένα τέτοιο ανθρωπόμετρο, ποια άραγε θα ήταν η αξία του καθενός και από ποιες παραμέτρους θα προέκυπτε; Μια πολύ ξεκάθαρη για εμένα παράμετρος θα ήταν η ευγένεια. Με αυτό ως ξεκάθαρο δείκτη, όποτε συναντώ την αγένεια, άμεσα ή έμμεσα, δεν σκέφτομαι τίποτα άλλο για το άτομο από την οποία εκπορεύεται, παρά μόνο ότι είναι μηδενικής ανθρωπολογικής αξίας.
«Να του απευθύνεστε στον πληθυντικό και με παράκληση, όχι προστακτικά», είπα σε μια 40+ ετών γυναίκα που διέταζε έναν νεαρό υπάλληλο στο τυροκομείο του σούπερ μάρκετ (φέρε, βάλε, βγάλε, κόψε κλπ). Την είχα προσπεράσει προηγουμένως σε άλλο σημείο του τυροκομείου, όπου ταλαιπωρούσε τον υπάλληλο. Πήγαινε όμως γυρεύοντας, ερχόμενη ακριβώς δίπλα μου και συνεχίζοντας με το ίδιο ύφος.
Η πρώτη της αντίδραση ήταν να προσπαθήσει να αντικρούσει την παρατήρηση, χρησιμοποιώντας αρχικά τον υπάλληλο και μετά το δήθεν πρωτοφανές της παρέμβασης («δεν τον ενοχλεί, πρώτη φορά μου το λένε αυτό, κλπ»). Και ύστερα, στην επόμενη παραγγελία της, παραδόξως πώς, του απευθύνθηκε παρακλητικά και στον πληθυντικό.
«Τώρα, μιλάς σωστά!», έσπευσα τότε να παρατηρήσω δηκτικά, θέλοντας να επισημάνω τη διάκριση ανάμεσα στον αρχικό τρόπο συμπεριφοράς της και σε εκείνον τον τρόπο που θυμήθηκε ότι μπορεί να έχει, μετά την παρατήρηση ενός άγνωστου τρίτου.
Τότε την είδα σχεδόν να «κολλάει» το πρόσωπό της στο δικό μου. Και να με «καρφώνει» με το βλέμμα της, όπως είχα παρατηρήσει τον σκύλο μου να κάνει στα νιάτα του προς άλλα αρσενικά σκυλιά, με τα οποία ήθελε να αρπαχτεί. Το έντονο, επίμονο κοίταγμα αποτελεί μια μορφή πρόκλησης ή προειδοποίησης στο ζωικό βασίλειο. Μα αυτή ήταν άνθρωπος… Ή απλώς ένα δίποδο;
Δεν ξέρω αν θα με δάγκωνε, όπως κάνουν οι σκύλοι στους καυγάδες τους, αλλά ήθελε σίγουρα να μου επιτεθεί, όπως ξεκάθαρα μου διεμήνυσε απειλητικά. Σε κάποιο άλλο περιβάλλον, με κάποιον άλλο αντίπαλο, θα το είχε ήδη κάνει! Εν προκειμένω, και μόλις την ενημέρωσα πώς λέγεται νομικά αυτό το οποίο κάνει και τι συνέπειες επισύρει, ετράπη σε άτακτη οπισθοχώρηση.
Άφησε όμως πίσω της την πατημασιά ενός ανθρωπολογικού είδους που δεν έχει σημειώσει καμία ιδιαίτερη νευρωνική εξέλιξη, παρότι οι πρόγονοί του είχαν εγκαταλείψει τις σπηλιές αιώνες πριν. Η αγένεια είναι προπομπός της επιθετικότητας. Και η επιθετικότητα προπομπός της βίας. Αυτού του ενστίκτου που χρειάστηκε να χαλιναγωγήσουμε όταν εγκαταλείψαμε τις σπηλιές για να γίνουμε κοινωνικά όντα.
Αυτό ήταν ένα μόνον παράδειγμα του πώς μπορεί να εκδηλωθεί η αγένεια, που αν το δούμε αντίστροφα, θα συμπεράνουμε ότι αυτού του είδους η συμπεριφορά δεν είναι απλώς μια έλλειψη σεβασμού προς τον Άλλον, στην πραγματικότητα είναι μια κεκαλυμμένη επιθετικότητα, από έναν υποτιθέμενα σύγχρονο homo sapiens (σοφό άνθρωπο), που προσπαθεί μετά βίας να καμουφλάρει την πολιτισμική/ανθρωπολογική του υστέρηση.
Υπάρχουν, ωστόσο, δεκάδες άλλοι τρόποι με τους οποίους εκδηλώνεται η αγένεια, που είναι έμμεσοι, προτού γίνουν άμεσοι. Ο τρόπος που ντύνεται κανείς, το βλέμμα του, η στάση σώματος, ο τρόπος που τοποθετεί το σώμα του μέσα σε έναν χώρο είτε απέναντι στον συνομιλητή του, οι χειρονομίες του, η απόστασή του από τον ζωτικό χώρο του Άλλου, ακόμη ακόμη και ο τρόπος που περπατάει.
Όποια και αν είναι η δευτερογενής αιτία πίσω από την αγένεια, είτε είναι το στρες, είτε η ανασφάλεια, είτε το αίσθημα υπεροχής, είτε η έλλειψη ενσυναίσθησης, είτε η ανατροφή κάποιου, είτε απλώς η έλλειψη επίγνωσης (το να μην αντιλαμβάνεται κανείς ότι είναι αγενής), η πρωτογενής αιτία είναι η παραπάνω: ο αγενής άνθρωπος δεν διαθέτει τα νευρωνικά μονοπάτια ενός ατόμου που έχει «δουλέψει» την πολύπλοκη σκέψη, την ενσυναίσθηση, τον έλεγχο των παρορμήσεων και τη λήψη αποφάσεων.
Με αυτό ως μέτρο, θα μπορούσαμε να πούμε ότι όσο πιο αγενής είναι ένας άνθρωπος, τόσο χαμηλότερη ανθρωπολογική αξία έχει. Και αν μετρούσαμε την αγένεια, όπως μετράμε πλέον την ενδοοικογενειακή βία (12.459 έως τον Ιούλιο του 2024) και για τη βία ανηλίκων (7.180 έως τον Αύγουστο του 2024), θα μπορούσαμε να συμπεράνουμε ότι υπάρχει διαδεδομένη απουσία των προαναφερόμενων νευρωνικών μονοπατιών στον εγκέφαλο των ατόμων που κυκλοφορούν εκεί έξω με την ιδιότητα του συμπολίτη.
Αυτό, σε συνδυασμό με τη βαθιά ανεπάρκεια και τα ουσιαστικά ελλείμματα που υπάρχουν σε όλες ανεξαιρέτως της κοινωνικές υποδομές (ξέρετε, αυτές που έχουν φτιαχτεί και τις πληρώνουμε με τους υπέρογκους άμεσους και έμμεσους φόρους μας για να βελτιώνουν της ποιότητα ζωής μας και να προάγουν την ευημερία της κοινωνίας μας…), κάνουν την ελληνική κοινωνία μια μικρή κόλαση για τον homo sapiens που διαθέτει τα συγκεκριμένα νευρωνικά μονοπάτια.
(Δεν είναι άλλωστε τυχαίο, που όσοι -ανήκοντες στην κατηγορία αυτή- αδυνατούν να επιστρέψουν στην Ελλάδα, άπαξ και διαμείνουν ως μετανάστες σε κοινωνία που απαρτίζεται από άτομα με παρόμοια ανεπτυγμένους εγκεφαλικούς νευρώνες.)
Πίσω από την αγένεια, όμως, δεν κρύβεται μόνο η βία, κρύβεται κυρίως η αδιαφορία, δηλαδή, η έλλειψη ενσυναίσθησης. Ή για να το θέσουμε πιο σωστά, πίσω από την αγένεια κρύβεται η αναισθησία. (Η οποία, μάλιστα, κατά ειρωνικό τρόπο, βρέθηκε στη δική μας κοινωνία να «αντισταθμίζεται» από πληρωμένη αλληλεγγύη, αλλά αυτό είναι ανάλυση για άλλο άρθρο.)
Ο ενσυναισθητικός που ζει σε μια τέτοια κοινωνία πρέπει συνεχώς να προστατεύει τον ζωτικό του χώρο, αλλά και να υπερβαίνει εαυτόν στην προσπάθειά του να κρατήσει ήσυχη τη συνείδησή του.
Αυτό, σε ένα κοινωνικό χρηματιστήριο θα του ανέβαζε σημαντικά την ανθρωπολογική του αξία, ατομικά. Μικρή σημασία θα είχε όμως για την αξία της κοινωνίας του, ως οντότητας, που αναπόφευκτα, με τέτοιους «συλλογικούς νευρώνες» θα κατέληγε να βγει από το κοινωνικό χρηματιστήριο, λόγω πτώχευσης.