Ιστορίες του Ροβήρου Μανθούλη
Τσαμπούνες στο Μουσείο Λαϊκών Οργάνων στην Πλάκα
Τσαμπούνες στο Μουσείο Λαϊκών Οργάνων στην Πλάκα

Η Φοίβη αυτοβαφτίστηκε Φοίβη όταν έγινε σύντροφος του Φοίβου. Ο Ανωγειανάκης αυτός ήταν μουσικολόγος, μουσικοκριτικός και Κρητικός. Τα καλύτερα χρόνια τους ήταν στην Εθνική Αντίσταση, στην συλλογή λαϊκών οργάνων και στο Μουσείο Λαϊκών Οργάνων. Τα χρόνια που ήταν ακόμα μαζί. Αγνοώ τους λόγους για τους οποίους την εγκατέλειψε στη μοίρα της, αλλά τα λαϊκά όργανα ήταν ακόμα στο σπίτι της Φοίβης, όσο έμεινα εκεί τον καιρό που διηύθυνα το Πρόγραμμα της (μεταχουντικής) ΕΡΤ. Κοιμόμουν ανάμεσα στα όργανα αυτά! Ανάμεσα σε μια έξοχη λατέρνα και σε μια γκάιντα που είχα αγοράσει εγώ στην Λέσβο για το Μουσείο! Μόλις που χωρούσα στο δωμάτιο. Ήταν μέχρι το ταβάνι γεμάτο όργανα. Αυτά που θα γίνουν αργότερα το Μουσείο Λαϊκών Οργάνων στην Πλάκα. Είναι η μόνη φορά, μπορώ να πω, που κοιμήθηκα μέσα σε ένα μουσείο! Ο Φοίβος μου είχε πει αν βρω κανένα ενδιαφέρον όργανο στα κινηματογραφικά ταξίδια μου στο εσωτερικό της χώρας να το αγοράζω.

Έτσι μια μέρα στον Μόλυβο, (την αρχαία Μήθυμνα της Λέσβου) όπου γυρίζαμε μια ταινία μαθαίνω ότι πάνω στο ψηλό βουνό που βλέπαμε από μακριά ζούσε ένας πολύ γνωστός τυφλός μουσικός που έπαιζε τσαμπούνα, δηλαδή γκάιντα. Θυμάμαι αυτό που μου είχε πει ο Ανωγειανάκης και λέω παιδιά, αύριο έχουμε ρεπό, πάμε να δούμε. Μπαίνουμε στο αυτοκίνητο αλλά από ένα σημείο και ύστερα δεν είχε δρόμο, παρά ένα μονοπάτι που σε πήγαινε στο χωριό, εκτός αν στο μεταξύ έπεφτες στη θάλασσα. Η οποία ήταν ακριβώς από κάτω μας! Ένας θεός ξέρει πώς είχαν χτιστεί τόσα σπίτια και μια ταβέρνα χωρίς δρόμο! Καθίσαμε στην ταβέρνα και ρωτήσαμε που ήταν ο τυφλός μουσικός. Πήγαν αμέσως και τον έφεραν. Τον ρωτήσαμε αν έχει κέφι να μας παίξει κάτι με την τσαμπούνα. Ναι, ναι είπε και πετάχτηκε έξω σαν σίφουνας. Αυτός θα σκοτωθεί, είπαμε. Α μπα, αυτός ξέρει τα μονοπάτια καλύτερα από μας, μάς είπαν. Τον είδαμε να τρέχει στα κατσάβραχα που εμείς θα ιδρώναμε να τα ανεβούμε. Τέλος πάντων, φάγαμε, ήπιαμε, ακούσαμε την τσαμπούνα. Μια τσαμπούνα έργο τέχνης. Θα μου τη δώσει άραγε; Είχε νυχτώσει και του προτείνω να την αγοράσω. Τίποτα. Δεν την πουλάει με τίποτα. Ξέρεις γιατί την θέλω, του λέω. Δεν την θέλω για μένα. Την θέλω για το μουσείο. Και εκεί λύγισε και μου την πούλησε!

Ήταν προχωρημένη η ώρα και σηκωνόμαστε να φύγουμε. Αλλά αντιλαμβανόμαστε ότι δεν υπάρχει ηλεκτρικό στο χωριό ούτε για δείγμα. Και φεγγάρι μηδέν. Πίσσα σκοτάδι. Πώς θα κατεβούμε; Θα πέσουμε στον γκρεμό! Κοιμηθείτε εδώ και φεύγετε το πρωί μας λέει ο κάπελας. Έχουμε γύρισμα αύριο πρωί-πρωί. Ένα λεπτό, μας λέει ο τυφλός τσαμπουνάς και παίρνει την τσαμπούνα. Εγώ θα πηγαίνω μπροστά, μας λέει, θα παίζω την τσαμπούνα κι’ εσείς θα ακολουθείτε τη μουσική από κοντά. Κατεβήκαμε με την ψυχή στο στόμα. Τυφλοί κι’ εμείς ακολουθώντας μια μουσική στο σκοτάδι! Κατεβήκαμε σώοι και αβλαβείς. Πρώτη φορά είδα έναν τυφλό ανοιχτομάτη, και να σώζει ζωές.*

Αυτή ήταν η τσαμπούνα στο δωμάτιο της Φοίβης! Τώρα, γιατί κοιμόμουν εκεί; Δεν ήταν πολύς καιρός που είχα αναλάβει το πρόγραμμα της ΕΡΤ, όταν μια μέρα πλησιάζοντας το κτήριο της Αγίας Παρασκευής, ο οδηγός σταματάει απότομα στην πρώτη είσοδο. Κοιτάξτε, μου λέει. Η ΕΡΤ ήταν περικυκλωμένη από τανκς! Τον ρωτάω Να μπούμε; Τι λες κι’ εσύ που τα έχεις ζήσει αυτά; Δεν βλέπω κίνηση, μου λέει. Και μπήκαμε με την ψυχή στο στόμα. Τουλάχιστον εγώ. Τελικά, η αιτία ήταν το… «Πραξικόπημα της Πιτζάμας». Κάποιοι αξιωματικοί ετοίμαζαν νέο πραξικόπημα αλλά τους «πιάσαν στον ύπνο». Στείλαν και τα τανκς να μας φυλάνε, για κάθε ενδεχόμενο. Αν τα τανκς ήταν της Πιτζάμας θα ήμουν από τα πρώτα κελεπούρια της νέας Χούντα. Έκτοτε λοιπόν δεν κοιμόμουν στο πατρικό μου. Μερικές μέρες με φίλεψε η Ειρήνη Παπά και τελικά εγκαταστάθηκα στην γλυκύτατη πεθερά μου. Γιατί ξέχασα να σας πω, η Φοίβη ήταν η μητέρα της Καίτης, της γυναίκας μου. Η Φοίβη είχε τρία παιδιά. Ο ένας μουσικός, ο άλλος ζωγράφος, η Καίτη δασκάλα Ρυθμικής, ζωγράφος, ποιήτρια, σύζυγος. Μεγάλη σε όλα.

H Φοίβη Καραμέρου ήταν μια από τις ευγενέστερες υπάρξεις της δεκαετίας του 30, της Εθνικής Αντίστασης και της Χουντικής κτηνωδίας! Η Φοίβη είχε μητέρα Γερμανίδα, είχε σπουδάσει στη Βιέννη, μιλούσε 4 γλώσσες. Η μητέρα της έμενε μαζί της και μιλούσαν γερμανικά μεταξύ τους. Πράγμα σωτήριο για την Αντίσταση στην Κατοχή! Γιατί όλη η γειτονιά ήξερε το «σπίτι της Γερμανίδας». Το οποίο «φιλοξενούσε» χωρίς διακοπή πάνω από 10 καταδιωκόμενους αντιστασιακούς. Πολλά γνωστά ονόματα της Αντίστασης. Και τρεις εβραϊκές οικογένειες! Έχω γνωρίσει τις δύο. Την μια από αυτές στο Παρίσι. Δεν ήξεραν και οι δύο πώς να μας περιποιηθούν. Με όλα αυτά το σπίτι της Φοίβης, πίσω από Χίλτον, είχε γίνει άφοβα κέντρο πολιτιστικό αντιστασιακό. Εκεί, λόγω του μουσικολόγου Φοίβου, σύχναζαν δυο νέα παιδιά, ο Μίκης και ο Μάνος Χατζηδάκης. Εκεί, στο πιάνο της Φοίβης, γράφτηκε ο Ύμνος του ΕΛΑΣ! Σε στίχους της Σοφίας Μαυροειδή-Παπαδάκη.

Αλλά το πιο απίστευτο απ’ όλα είναι ο Γερμανός ανθυπολοχαγός που κρυβόταν στο σπίτι της Φοίβης! (Άλλο ένα απίστευτο είναι ότι τον γνώρισα!). Κρυβόταν γιατί λιποτάχτησε όταν έμαθε πως ο πατέρας του απαγχονίστηκε στο Βερολίνο. Και ζήτησε να ανεβεί στο βουνό να πολεμήσει τους Ναζί συμπατριώτες του με τους αντάρτες! Η Φοίβη τον έκρυψε για ένα διάστημα και ύστερα τον παρέδωσε σε ένα κλιμάκιο ανταρτών που τον ανέβασε στο βουνό. Όταν έληξε ο πόλεμος, ο συναγωνιστής αυτός Γερμανός αξιωματικός εγκαταστάθηκε στο Ανατολικό Βερολίνο. Πέρασε καιρός, ο Φοίβος επέστρεψε από τη Μακρόνησο - και εγώ από την Αμερική! – παντρεύομαι την Καίτη και μένουμε στο σπίτι της Φοίβης ώσπου να νοικιάσουμε ένα δικό μας. Και ξαφνικά εμφανίζεται ο Γερμανός! Ήρθε να δει το μυθικό σπίτι και την οικογένεια που τον έκρυβε. Ήταν φοβερά συγκινημένος. Πήγε και κάθισε ώρα πολύ, αμίλητος, στην πολυθρόνα όπου περνούσε κατάκλειστος αμέτρητες ώρες, πριν από 15 χρόνια. ’Ήταν μια από τις πιο συνταραχτικές εικόνες που έζησα.

Η Φοίβη ήταν φίλη με όλους, δεν ήταν φανατική δεν έτρεχε στις διαδηλώσεις. Ήταν απλώς η προστάτιδα θεά. Που δεν την εμπόδισε να συλληφθεί πρωί-πρωί από τους πρώτους στο χουντικό Πραξικόπημα. Και θα περάσει μερικά χρόνια εξόριστη στα Γιούρα. Τη φυλακή των δέκα χιλιάδων εξηντάρηδων που είχα συλληφθεί με βάση τους αντιστασιακούς φακέλους.

Απέναντι στο απάνθρωπο αυτό κακούργημα ιδού μια ακόμα ανθρωπιστική ιστορία που προηγήθηκε. Που προδικάζει τη θέση της Φοίβης στην Αθηναϊκή κοινωνία. Ο οικογενειακός γιατρός της Αγίας Φοίβης ήταν ένας άγιος, ο Γιώργος Κελαϊδήτης. Όταν παντρεύτηκα την Καίτη έμαθα κατάπληκτος ότι ο Κελαϊδήτης ποτέ δεν τους έπαιρνε αμοιβή. Το ίδιο έγινε με την δική μου οικογένεια που προστέθηκε στον Οίκο της Φοίβης! Οκτώ άτομα τουλάχιστον, χωρίς ΙΚΑ, είχαν δωρεάν ιατρική περίθαλψη! Ίσως και άλλες άγνωστες οικογένειες. Ο Κελαϊδήτης (που είχε γλιτώσει την θανατική ποινή στη Δίκη με τον Μπελογιάννη) τρέχοντας στις 2 τα μεσάνυχτα, να πάει επειγόντως στην οικογένεια που του τηλεφώνησαν, σκοτώθηκε από ένα αυτοκίνητο στη Λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας. Χωρίς Μεγαλόσταυρο. Όπως και η Φοίβη. Άραγε αυτά μόνο στην Ελλάδα γίνονται;

*

Το επεισόδιο έχω εντάξει στην ταινία Lillys Story, ένα «ντοκιμαντέρ» με ηθοποιούς σε ρόλους που είναι αληθινά πρόσωπα σε αληθινές ιστορίες.

Δημοφιλή