«Δόξα τω Θεώ, τω καταξιώσαντί με τοιούτον έργον επιτελέσαι. Νενίκηκά σε, Σολομών» Ιουστινιανός, 527-565, Αυτοκράτορας του Βυζαντίου (μετά την ολοκλήρωση της οικοδόμησης της Αγια-Σοφιάς, το 537)
Καθώς εισέρχεσαι στην Προποντίδα είναι το πρώτο κτίσμα που ξεχωρίζεις. Η Αγία Σοφία ή Αγιά-Σοφιά, επί τω λαϊκότερο, ή απλά η Μεγάλη Εκκλησία, όπως ίσχυε και με τις μεγάλες εκκλησίες άλλων πόλεων, όπως της Αντιόχειας και της Αλεξάνδρειας, βρίσκεται χτισμένη στο πιο ξακουστό σημείο της Κωνσταντινούπολης.
Ο πρώτος ναός της Αγίας Σοφίας θεμελιώθηκε από τον Μεγάλο Κωνσταντίνο το 330 μ.Χ. όταν ονόμασε, τη μετέπειτα Κωνσταντινούπολη πρωτεύουσα της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Η ανέγερση του ναού ολοκληρώθηκε από τον γιο του Κωνστάντιο και τα εγκαίνια έγιναν στις 15 Φεβρουαρίου του 360. Μαζί με το ναό της Αγίας Ειρήνης αποτελούσε τον κύριο καθεδρικό ναό της πρωτεύουσας και έδρα του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης.
Ενώ ήταν αυτοκράτορας ο Αρκάδιος, ο ναός καταστρέφεται από φωτιά για να κτισθεί εκ νέου από το γιό του Θεοδόσιο τον Β΄. Καταστροφική φθορά, όμως, υπέστη κατά τη Στάση του Νίκα το 532, με αποτέλεσμα ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός να προχωρήσει στην επιβλητική κατασκευή της Αγίας Σοφίας, τα σχέδια της οποίας εκπόνησαν οι αρχιτέκτονες Ανθέμιος Τραλλιανός και Ισίδωρο ο Μιλήσιος. Ο πατέρας της λαογραφίας, Νικόλαος Πολίτης, στο έργο του «Παραδόσεις» αναφέρει πως όταν ο αυτοκράτορας αποφάσισε να χτίσει την Αγιά Σοφιά, κανείς τεχνίτης δεν μπόρεσε να του παρουσιάσει ένα σχέδιο που να του αρέσει. Λέγεται μάλιστα πως το σχέδιο της εκκλησίας το είδαν μέσα σε μια κυψέλη, καθώς ο αυτοκράτορας έψαχνε να βρει το αντίδωρο που του πήρε μια μέλισσα από το χέρι.
Αν και η κατασκευή ολοκληρώθηκε σε σύντομο χρονικό διάστημα, το εκκλησιαστικό οικοδόμημα ήταν εντυπωσιακό και επιβλητικό και συγκέντρωσε προσφορές απ΄όλο τον χριστιανικό κόσμο. Τα εγκαίνια έγιναν στις 27 Δεκεμβρίου του 537 και έκτοτε ο ναός της Αγίας του Θεού Σοφίας, αποτέλεσε το έμβλημα της χριστιανοσύνης. Η επιλογή του ονόματος δεν ήταν τυχαία. Στη Βίβλο, η σοφία αναφέρεται ως μία απ′ τις ιδιότητες του Θεού ο οποίος έπλασε τον Κόσμο με Σοφία.
″ὡς ἐμεγαλύνθη τὰ ἔργα σου κύριε πάντα ἐν σοφίᾳ ἐποίησας ἐπληρώθη ἡ γῆ τῆς κτήσεώς σου.” (Ψαλμός 104, στίχος 24)
Αυτή τη Σοφία της Θείας Χάρις του Κυρίου υμνεί και ο ναός της Αγίας Σοφίας, γι΄αυτό πάντοτε αποτελούσε το αντικείμενο του πόθου των κατακτητών της Δύσης (Άλωση της Πόλης το 1204) αλλά και της Ανατολής (Άλωσης της Πόλης το 1453). Αυτή τη Σοφία που θα τον αναγάγει σε χαλίφη αναζητάει τώρα και ο Ερντογάν.
Θα μου επιτρέψετε να τονίσω πως η απόφαση του Ερντογάν για τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί (μια απόφαση που αναμένεται να επικυρωθεί από το τουρκικό Συμβούλιο της Επικρατείας) δεν αφορά μόνο την αντιπαράθεση που επιθυμεί να δημιουργήσει με τον χριστιανικό κόσμο ο ίδιος ο πρόεδρος της Τουρκίας. Ούτε είναι απλά ένα μέσο για να ασκήσει πίεση στην Ελλάδα.
Η απόφασή του αφορά το όραμά του να γίνει ο πολιτικός ηγέτης των απανταχού Μουσουλμάνων (γι΄αυτό άλλωστε υπήρξε αρωγός και χορηγός της Μουσουλμανικής Αδελφότητας απομεινάρια της οποίας βρίσκονται στη Λιβύη μετά την εκδίωξή τους από τον Αιγύπτιο πρόεδρο Αλ Σίσι). Η απόφασή του είναι άμεσα συνδεδεμένη με το όραμα να αποτελέσει ο ίδιος αλλά και η Τουρκία το κράτος που θα προστατεύει (αλλά και θα ελέγχει) τους Μουσουλμάνους.
Μετατρέποντας την Αγία Σοφία σε τζαμί θα προσπαθήσει να τη κάνει σημείο θρησκευτικής αναφοράς για τους Μουσουλμάνους, κάτι που θέλει να το ενισχύσει με την ονομασία της Κωνσταντινούπολης από Ισταμπούλ σε Ισλαμπόλ (Islam-bol). [1] Η ονομασία Ισλαμπόλ σημαίνει εκεί που το Ισλάμ αφθονεί.
Με τον τρόπο αυτό θέλει να μειώσει τη δύναμη της Μέκκας και της Μεδίνας (οι δυο ιερές πόλεις για τους Μουσουλμάνους) όπου βρίσκονται και τα δυο σημαντικά τζαμιά για το Ισλάμ (το τρίτο είναι το τέμενος Αλ-Άκσα στην Ιερουσαλήμ). Το πρόβλημα για τον Ερντογάν είναι ότι τα δυο ιερά τζαμιά ελέγχονται από τη Σαουδική Αραβία, γεγονός που τον εμποδίζει να έχει τον πρώτο λόγο ως ηγέτης των Μουσουλμάνων.
Επομένως το θέμα της μετατροπής της Αγίας Σοφίας σε τζαμί είναι πολύ πιο πολύπλοκο και δεν αφορά ούτε μόνο τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, ούτε τις σχέσεις της Τουρκίας με τους Χριστιανούς. Εκτός από αποτέλεσμα της σύγκρουσης πολιτισμών είναι και ένα σοβαρό ζήτημα αλλαγής του status quo στην περιοχή, όπως τουλάχιστον είχε διαμορφωθεί από την εποχή που ο Μουσταφά Κεμάλ παρουσίασε στη Δύση ένα τουρκικό κράτος.
Οι ισορροπίες που διακυβεύονται είναι ιδιαίτερα εύθραστες. Το ερώτημα είναι πως θα αντιδράσουν οι Σαουδάραβες και οι Αιγύπτιοι σ΄αυτή την εξέλιξη.
Εν αναμονή εξελίξεων.
[1] Συναντάται για πρώτη φορά μετά την άλωση της πόλης, και έχει υποστηριχτεί πως αυτός που την ανέφερε ήταν ο ίδιος ο Μωάμεθ Β´. Υπάρχουν και κάποιες άλλες οθωμανικές πηγές του 17ου αιώνα, κυρίως αυτή του Εβλιγιά Τσελεμπί, όπου αναφέρεται πως αυτή ήταν η κοινή ονομασία της πόλης κατά την περίοδο αυτή, ενώ κατά την περίοδο των τελών του 17ου και των τελών του 18ου αιώνα είχε επίσης και επίσημη χρήση. Η πρώτη αναφορά της ονομασίας Ισλαμπόλ σε οθωμανικά νομίσματα υπήρξε το 1703 (1115 μουσουλμανικό έτος) κατά την περίοδο του σουλτάνου Αχμέτ Γ´.( Πηγή Wikipedia)