* Γιώργος Πλειός, Καθηγητής, Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ, ΕΚΠΑ, Επισκέπτης Καθηγητής, Τμήμα Κοινωνιολογίας, ΕΚΠΑ – Η ανάλυση περιλαμβάνεται στην έκδοση «Ας μιλήσουμε για τα ΜΜΕ #7 - Ο Πόλεμος στα ΜΜΕ» που θα δημοσιεύσει η ομάδα Media Jokers σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ, στο www.enainstitute.org
Στις 11 Σεπτεμβρίου 2001 οι ΗΠΑ δέχθηκαν για πρώτη φορά ισχυρό πλήγμα σε αμερικανικό έδαφος από εξωτερικούς εχθρούς, αν και οι τελευταίοι δεν χρησιμοποίησαν πολεμικά όπλα, αλλά πολιτικά αεροπλάνα. Τρεις μήνες μετά, η Αμερική εισέβαλε στο Αφγανιστάν προκειμένου, θεωρητικά, να εξοντώσει εκείνους που προκάλεσαν το πλήγμα.
Ωστόσο, τον Αύγουστο 2002 σε σχετική δημοσκόπηση, μόνο το 16% των Αμερικανών συναινούσαν σε μονομερή στρατιωτική επέμβαση στο Ιράκ. Κι όμως, την ώρα που τα αμερικανικά στρατεύματα ξεκινούσαν τον πόλεμο εναντίον του Ιράκ, η υποστήριξη των Αμερικανών στον πόλεμο του Τζ. Μπους έφτασε άνω του 70%. Τι είχε συμβεί;
Στο διάστημα Αυγούστου 2002 – Μαρτίου 2003, αμέτρητες δημοσιεύσεις υπό τη μορφή άρθρων, σκίτσων, ρεπορτάζ κ.ά. αφηγούνταν ότι το Ιράκ είχε εκπαιδεύσει και χρηματοδοτήσει εκείνους που κατέφεραν το πλήγμα στους δίδυμους Πύργους, προκάλεσαν χιλιάδες θύματα και τραυμάτισαν το γόητρο της Αμερικής. Ο πόλεμος αυτός κατέστη εφικτός και πολύ περισσότερο κερδήθηκε επειδή σε μεγάλο βαθμό εξασφαλίστηκε προηγουμένως η ισχυρή υποστήριξη της εσωτερικής κοινής γνώμης. Το συμπέρασμα που βγήκε είναι πως πριν κερδηθεί σήμερα ένας πόλεμος με όπλα στα πεδία των μαχών χρειάζεται να κερδηθεί πρώτα μέσα στα σπίτια των πολιτών με τα ΜΜΕ.
Είναι αναπόφευκτο να μην το θυμηθείς αυτό όταν διαβάζεις ότι η Ουκρανική Βουλή απομάκρυνε την Επίτροπο για τα ανθρώπινα δικαιώματα Λουντμίλα Ντενίσοβα, επειδή είχε «φλομώσει» δια του λογαριασμού της στο Facebook τα διεθνή μέσα και δι’ αυτών τα δυτικά ακροατήρια, με παραποιημένες (fake) και ψευδείς ειδήσεις για βάρβαρες πράξεις του ρωσικού στρατού, όπως τον βομβαρδισμό μαιευτηρίου στη Μαριούπολη, τον βιασμό χιλιάδων Ουκρανίδων από Ρώσους στρατιώτες, τις σφαγές αμάχων σε Μπούτσα και Κραματόρσκ κ.ά. Και ο λόγος; Όπως ομολόγησε η ίδια, αυτό έγινε ώστε να συνεχίζει να στέλνει η Δύση οπλισμό και άλλη βοήθεια στην Ουκρανία. Έγινε δηλαδή ώστε να πειστεί η κοινή γνώμη και δι’ αυτής οι κυβερνήσεις των δυτικών χωρών (δηλαδή του ΝΑΤΟ), ή αντιστρόφως ή ταυτόχρονα και οι δύο, για την αναγκαιότητα πολεμικής, πολιτικής και οικονομικής ενίσχυσης της Ουκρανίας. Μεταξύ άλλων η στάση της ΕΕ στον πόλεμο της Ουκρανίας οδήγησε στην «απορρόφησή» της από το ΝΑΤΟ, κάτι που πιθανόν δεν θα του(ς) βγει σε καλό.
Αν αφήσουμε στην άκρη τα ερωτήματα αν η Ντενίσοβα τα έκανε αυτά εν αγνοία της ουκρανικής (ή και άλλης δυτικής) κυβέρνησης, γιατί μετέδιδαν με ενθουσιασμό τα ψεύδη της τα δυτικά Μέσα κ.ά., αξίζει να σταθούμε σε κάτι που έχει ενδιαφέρον σε αυτά. Πρόκειται για το περιεχόμενο δια του οποίου επιχειρήθηκε ο πειθαναγκασμός του κοινού ώστε να στρατευθεί με μία πλευρά, σε έναν εκατέρωθεν επεκτατικό – επιθετικό πόλεμο, υβρίδιο μεταξύ Α’ Π.Π. και Ψυχρού Πολέμου.
Το περιεχόμενο αυτό είναι κατά κανόνα παραποιημένες (κυρίως), αλλά και ψευδείς ειδήσεις που διαδίδονται από την αρχή του ρωσο-νατο/ουκρανικού πολέμου συστηματικά, και ιδιαίτερα δια των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης (ΜΚΔ). Αν ο πρώτος τηλεοπτικός πόλεμος ήταν ο πόλεμος του Βιετνάμ, αν ο πρώτος πόλεμος σε απευθείας μετάδοση ήταν ο πόλεμος του Κόλπου («Επιχείρηση Καταιγίδα της Ερήμου»), τότε ο πρώτος πόλεμος των ΜΚΔ και των παραποιημένων ειδήσεων είναι ο ρωσο-νατο/ουκρανικός πόλεμος. Είναι αλήθεια ότι κατά τη διάρκεια πολέμων πάντα κορυφωνόταν η παραπληροφόρηση. Ωστόσο παλιότερα, οι «πληροφοριακές επιχειρήσεις» δεν στηρίζονταν αποκλειστικά ή κυρίως στις ειδήσεις. Οι εμπόλεμοι χρησιμοποιούσαν άλλες κατηγορίες περιεχομένου, χωρίς φυσικά να απουσιάζουν ειδήσεις. Η χρήση ειδήσεων στην παραπληροφόρηση έγινε σταδιακά για να κυριαρχήσει στις μέρες μας, στη λεγόμενη «κοινωνία της πληροφορίας».
Οι παραποιημένες και ψευδείς ειδήσεις είναι το βαρύ πυροβολικό, τα βομβαρδιστικά και τα πιο εξελιγμένα όπλα στον πόλεμο της πληροφόρησης. Μεταξύ άλλων ξεχωρίζουν δύο χαρακτηριστικά τους γνωρίσματα. Πρώτον, σημειωτικά, χρησιμοποιούν κυρίως εικόνα και δευτερευόντως τον γραπτό λόγο. Δεύτερον, θεματικά, επικεντρώνονται σε πράξεις εναντίον αμάχων, βάρβαρες και ακραίες. Όταν οι παραποιημένες και ψευδείς ειδήσεις έχουν αυτά τα γνωρίσματα τότε μπορούν να συγκινήσουν και έτσι να επιτελέσουν τον προπαγανδιστικό σκοπό τους.
Αντιθέτως, τα επικοινωνιακά – πολιτικά καραγκιοζιλίκια των Ερντογάν, Μπαχτσελί κ.ά. περί αμφισβήτησης της κυριαρχίας στα νησιά του Αιγαίου δεν πρέπει να εκλαμβάνονται ως πολεμική προετοιμασία του κοινού εκατέρωθεν, αλλά μάλλον ως εσωτερική σκυταλοδρομία εθνικιστικής γελοιότητας προκειμένου να κερδίσουν τις ψήφους ενός εθνικιστικά «ντοπαρισμένου» κοινού – κάτι που δεν απαντάται φυσικά μόνο στις ανατολικές ακτές του Αιγαίου.
Οι παραποιημένες και ψευδείς ειδήσεις στον ρωσο-νατο/ουκρανικό πόλεμο μεταδίδονται, όπως προαναφέραμε, κυρίως δια των ΜΚΔ, καθώς το διαδίκτυο αποτελεί πλέον το κύριο μέσο ενημέρωσης, ιδιαίτερα των νέων, του δυναμικού ακροατηρίου όπως λένε οι διαφημιστές, αλλά και επειδή κυκλοφορούν στο εσωτερικό των «δωματίων αντήχησης», δηλαδή ομάδων χρηστών με παρόμοιες απόψεις (ακριβέστερα προκαταλήψεις) ή αλλιώς, διέπονται από πολιτική κ.ά. ομοφυλία.
Η χρήση παραποιημένων και ψευδών ειδήσεων δια των ΜΚΔ χαρακτηρίζει και τις δύο πλευρές του ρωσο-νατο/ουκρανικού πολέμου. Ωστόσο, παρατηρούνται και σημαντικές διαφορές. Η ρωσική πλευρά, εξ αρχής επικεντρώθηκε στη χρήση των παλιών Μέσων, κυρίως την τηλεόραση και τον Τύπο. Προβάλλονται συστηματικά, αλλά με αυστηρό και μη επιδεχόμενο αμφισβήτηση τρόπο τα επιχειρήματα και η ορολογία της ρωσικής ηγεσίας (ειδικές στρατιωτικές επιχειρήσεις vs πόλεμος, αποναζιστικοποίηση κ.λπ.), οι επιπτώσεις των κυρώσεων εναντίον των ίδιων των δυτικών χωρών, η θετική πορεία της ρωσικής οικονομίας, οι νέες συμμαχίες της χώρας, οι υποστηρικτές της διεθνώς (χώρες, φορείς, άτομα) κ.ά. Απευθύνεται κυρίως στο εσωτερικό, με στόχο τη «συστράτευση με τη σημαία», δηλαδή την υποστήριξη του πολέμου και του Πούτιν από τη ρωσική κοινή γνώμη, κάτι που όπως φαίνεται επετεύχθη ως τώρα, όπως στις ΗΠΑ παλιότερα για τον πόλεμο στο Ιράκ.
Οι νατο/ουκρανικές παραποιημένες, ψευδείς ή και αξιόπιστες ειδήσεις (καθώς σύμφωνα με αρκετές πληροφορίες, δυτικές εταιρείες επικοινωνίας δραστηριοποιούνται από την αρχή του πολέμου στην Ουκρανία), επικεντρώνονται, μεταξύ άλλων, σε στρατιωτικά πλήγματα κατά των Ρώσων, επερχόμενα ή συντελεσθέντα, βάρβαρες ρωσικές πράξεις εναντίον αθώων (σκόπιμοι βομβαρδισμοί πολιτικών στόχων, βιασμοί γυναικών και μωρών), επιτυχίες στο πολεμικό μέτωπο με στόχο την πολύπλευρη ανάμειξη της Δύσης (ΝΑΤΟ) που επίσης επετεύχθη μέχρι στιγμής.
Προκειμένου να αντιμετωπίσει η Ρωσία τον διαδικτυακό επικοινωνιακό πόλεμο, εξαπέλυσε επίσης, αλλά με καθυστέρηση, επιχείρηση παραποιημένων και ψευδών ειδήσεων ιδιαίτερα στο Twitter. Εικόνες βασανισμού κατοίκων της Ουκρανίας δεμένων σε στύλους και δέντρα, συλλήψεις φερόμενων ως ηγετών ουκρανικών ακροδεξιών - ναζιστικών στρατιωτικών σχηματισμών κ.ά. ήταν μερικές τέτοιες στρατηγικές. Γενικά, όμως, επέμεινε όπως και στα παλιά Μέσα σε μια παλιομοδίτικου τύπου πρακτική. Επιπλέον προέβαλε μέσω του Twitter την ανθρωπιστική βοήθεια του ρωσικού στρατού προς τους κατοίκους της ανατολικής Ουκρανίας, τη σύλληψη αιχμάλωτων με ναζιστικά τατού, μαρτυρίες κατοίκων για ακρότητες Ουκρανών στρατιωτών, τον πόλεμο του ρωσικού «καλού» ανεξαρτήτως θρησκείας και εθνότητας εναντίον του δυτικού «κακού» κ.ά.
Συνοψίζοντας, θα λέγαμε ότι στον πόλεμο αυτό η Ρωσία μιμήθηκε τις ΗΠΑ τόσο στο πεδίο των στρατιωτικών επιχειρήσεων όσο και των πληροφοριακών επιχειρήσεων. Ξεκίνησε προληπτικό πόλεμο και βομβάρδισε κτίρια Μέσων επικοινωνίας όπως έκαναν επανειλημμένα οι ΗΠΑ και το Ισραήλ, ενώ έδωσε μεγάλη σημασία στο πεδίο της εκτός Μέσων πραγματικότητας. Μεταξύ άλλων, επέβαλε αντι-κυρώσεις, δημιούργησε νέες συμμαχίες, βελτίωσε την ανθεκτικότητα της ρωσικής οικονομίας. Όμως η Ρωσία δεν κατάφερε (ή ίσως δεν ήθελε) να αντιγράψει ή να ξεπεράσει τις ΗΠΑ/Ουκρανία στο πεδίο των παραποιημένων – ψευδών ειδήσεων, τουλάχιστον στον ίδιο βαθμό. Με άλλα λόγια, φαίνεται πως η Ρωσία υστερεί σε αυτόν τον τομέα, όπως και γενικότερα υστέρησε στο μέτωπο της προπαγάνδας στον διεθνή (δυτικό) ορίζοντα εν αντιθέσει με τον τομέα της συνολικής στρατιωτικής και οικονομικής προετοιμασίας.
Το γεγονός πως, σε ό,τι αφορά τη Δύση, η απόσπαση της συναίνεσης μέσω της προπαγάνδας ήταν αποτελεσματική στον πόλεμο του Ιράκ, αλλά όχι στον ρωσο-νατο/ουκρανικό πόλεμο, θέτει τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ μπροστά σε νέα δεδομένα που δεν είναι βέβαιο ότι θα καταφέρουν να ξεπεράσουν χωρίς σοβαρές απώλειες. Ο ρωσο-νατο/ουκρανικός πόλεμος, μεταξύ άλλων, σηματοδοτεί την επιστροφή της κρίσιμης πολεμικής στιγμής στην περιοχή του εκτός Μέσων πραγματικού από την περιοχή του εντός Μέσων εικονικού, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τον πόλεμο και την χρήση των ΜΜΕ σε αυτόν.