Τον περασμένο μήνα η Jovelina Ramos de Souza, καθηγήτρια Φιλοσοφίας στο Ομοσπονδιακό Πανεπιστήμιο της πολιτείας Pará στην πόλη Belém, διοργάνωσε τριημερίδα με θέμα, “Η επικαιρότητα των κλασικών σπουδών”. Η Belém (που σημαίνει στα πορτογαλικά “Βηθλεέμ”), είναι επίνειο του Αμαζονίου, και βρίσκεται σε μία από τις πτωχότερες πολιτείες της Βραζιλίας. Λίγο πριν από τη λήξη της τελευταίας συνεδρίας του τριημέρου ξέσπασε καταιγίδα . Ένας συνάδελφος, σχεδόν απολογούμενος, μού ψιθύρισε, «Το καλοκαίρι του Αμαζονίου μόλις ξεκίνησε!» Λένε ότι το καλοκαίρι τα σύννεφα φορτώνονται με περισσότερο νερό απ’ όσο τρέχει σε ολόκληρο τον Αμαζόνιο και τους παραπόταμούς του. Κατά σύμπτωση, εκείνη τη στιγμή ο καθηγητής Rogério de Campos παρέθετε το χωρίο από τον διάλογο Φαίδρος του Πλάτωνα στο οποίο ο Σωκράτης και ο νεαρός Φαίδρος συνομιλούν πλαγιασμένοι κάτω ένα πλάτανο στις όχθες του Ιλισσού, αποκαμωμένοι από τη μεσημεριανή ζέστη. Κινδυνεύουν να υποκύψουν στο πνῖγος και το αποχαυνωτικό τραγούδι του τζίτζικα. Πνῖγος στα αρχαία είναι η αποπνικτική ζέστη˙ στα πορτογαλικά είναι mormaço (μορμάσο). Ο τζίτζικας στον Αμαζόνιο τραγουδάει πολύ διαφορετικά. Το αττικό πνῖγος που αναφέρει ο Πλάτωνας θα ήταν πολύ ξηρότερο. Ο Ιλισσός σήμερα έχει διοχευτεθεί υπογείως. Την εποχή του Σωκράτη ήταν μίζερο ρυάκι σε σύγκριση με τους παραπόταμους του Αμαζονίου. Τυχαίνει όμως να αποτελεί το σκηνικό ενός πλατωνικού διαλόγου.
Οι αρχαιοελληνικές σπουδές διατηρούν την αίγλη και επικαιρότητά τους στο τροπικό κλίμα της Belém κυρίως γιατί οι βραζιλιανοί διανοούμενοι τρέφουν ιδιαίτερη προτίμηση για την ελληνική φιλοσοφία. Κατά μία εκτίμηση, η Βραζιλία διαθέτει τη μεγαλύτερη κοινότητα πανεπιστημιακών καθηγητών και ερευνητών της φιλοσοφίας στον κόσμο. Στη φιλοσοφία είναι απαραίτητο να υπάρχουν μεταφράσεις: ενώ μπορεί κανείς να λύσει ένα πρόβλημα στα μαθηματικά ή τη λογική χωρίς να επιστρέψει στους αρχαίους, είναι αδύνατο (κατά τη γνώμη μου) να προσεγγίσει κανείς ένα φιλοσοφικό ζήτημα χωρίς να ληφθεί υπ’όψιν το πώς οι Έλληνες το πραγματεύθηκαν.
Η ετήσια ροή μεταφράσεων αρχαίων ελλήνων φιλοσόφων και βιβλίων περί της ελληνικής φιλοσοφίας είναι υπολογίσιμη. (Παρεμπιπτόντως, ο νεοέλληνας φιλόσοφος Κορνήλιος Καστοριάδης έχει μεταφρασθεί στη Βραζιλία, συγκεκριμένα το βιβλίο του, Τα Σταυροδρόμια του Λαβυρίνθου.) Ο Rogério de Campos έχει μεταφράσει τον Φαίδρο του Πλάτωνα, η καθηγήτρια Maria Cecília Gomes dos Reis έχει μεταφράσει την πραγματεία Περί Ψυχής του Αριστοτέλη καθώς και τον Φαίδρο. Πρόκειται για πιστές, ρέουσες αποδόσεις στα πορτογαλικά της Βραζιλίας.
Το να μεταφράσει κανείς ένα πλατωνικό διάλογο όπως έχει κάνει ο νεαρός καθηγητής Celso Vieira―το 2013 κυκλοφόρησε η αριστοτεχνική του μετάφραση του πλατωνικού Κρατύλου (όπου αναπαράγει ακόμη και τα έξυπνα λογοπαίγνια του πρωτότυπου)—είναι να διαλέγεται με ένα διάλογο ο οποίος διασώθηκε σε χειρόγραφα τα οποία ταξίδεψαν από το Βυζάντιο στη δυτική Ευρώπη τον 15ο και 16ο αιώνα, την εποχή της λεγομένης «Ανακάλυψης των Αμερικών».
Ο Αμαζόνιος οφείλει το όνομά του στην αρχαιογνωσία της ευρωπαϊκής Αναγέννησης. Τον Σεπτέμβριο του 1542 ο νεαρός ισπανός λοχαγός Francisco de Orellana και οι στρατιώτες του ήταν οι πρώτοι λευκοί που διέπλευσαν τον ποταμό αυτόν, ξεκινώντας από το Περού για να καταλήξουν, τρεις μήνες αργότερα, στον Ατλαντικό. Το πλήρωμα δέχθηκε καθ’οδόν τις επιθέσεις ιθαγενών της φυλής Tapuyas, οι οποίοι τους αποδεκάτισαν. Ο Orellana νόμισε ότι οι επιδρομείς περιλάμβαναν γυναίκες, τις οποίες ταύτισε με τις Αμαζόνες της ελληνικής μυθολογίας. Ίσως να είχε διαβάσει, για παράδειγμα, το 7ο βιβλίο της εγκυκλοπαιδείας φυσικής ιστορίας του Πλίνιου του Πρεσβύτερου (πέθανε το 79 μ.Χ.). Η Φυσική Ιστορία διέσωσε μυθολογικές πληροφορίες από ελληνικές κυρίως πηγές για ανθρωπόμορφα παράδοξα όπως η όμορφη Αμαζόνα Πενθεσίλεια. Ο Πλίνιος δεν προσδιόρισε τη γεωγραφική θέση των Αμαζόνων. Γιατί λοιπόν να μην υπήρχαν τέτοια περίεργα πλάσματα και κατά μήκος του μεγάλου ποταμού της Λατινικής Αμερικής;
H Γεωγραφία του Κλαυδίου Πτολεμαίου (2ος αιώνας μ.Χ.), η οποία μεταφράστηκε στις αρχές του 15ου αιώνα στα λατινικά και τυπώθηκε το 1475, ήταν εφοδιασμένη με χάρτες Βυζαντινών λογίων του 13ου αιώνα˙ το εικονογραφημένο αυτό κείμενο διαιώνισε φανταστικούς τόπους και λαούς, ανάμεσά τους και τις Αμαζόνες (οι οποίες τοποθετήθηκαν στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας). Από τα τέλη του 15ου αιώνα, γερμανικές ξυλογραφίες, ιταλικά γαμήλια cassoni («κασέλες»), τοιχογραφίες και τα εξώφυλλα χαρτών απεικόνιζαν τις επιθετικές αυτές γυναίκες, που μόνο ήρωες όπως ο Θησέας μπορούσαν να υποτάξουν ερωτικά και στρατιωτικά. Η εξερεύνηση του εξωτικού Αμαζονίου είχε το ανάλογό της στην κατατρόπωση των βαρβάρων Αμαζόνων.
Τι σχέση έχει η ελληνική αρχαιότητα με τον κόσμο των τροπικών δασών της Βραζιλίας είναι ερώτημα που σκεφτόμουν κατά τη διάρκεια του τριημέρου στην Belém. Ένα άλλο ερώτημα, “Πώς θα έπρεπε να ζει κανείς;”, το οποίο παραμένει ζήτημα της σύγχρονης “ηθικής της αρετής” (virtue ethics), απασχόλησε την ελληνική φιλοσοφία, καθώς και η προβληματική περί της δημοκρατίας. Και τα δύο αυτά ζητήματα έχουν ζωτική σημασία παγκοσμίως. Ιδωμένη από τις όχθες του Αμαζονίου, η αρχαιοελληνική φιλοσοφία, μπορεί να φαίνεται απηρχαιωμένη, ευρωπαιοκεντρική υπόθεση λευκών ανδρών.
Η φιλοσοφία ιθαγενών στοχαστών, όπως αυτή του σύγχρονου βραζιλιανού σαμάνου-φιλοσόφου Davi Kopenawa—μέλους της φυλής των Yonomami του Αμαζονίου— αντιπροτείνει μια μεταφυσική κατά ορισμένους ειδικούς εφάμιλλη ή και πιο εκλεπτυσμένη από αυτήν του Πλάτωνα. Στο βιβλίο του, The falling sky (εκδ. Παν/μίου Harvard, 2013), ο Kopenawa επιχειρεί μια αποδόμηση των δυτικών, ελληνικής καταγωγής απόψεων περί της φύσης, του ορθολογισμού και του καπιταλισμού.
Ακόμη και σε διαφορετικά κλίματα και τοπία διανόησης και δημιουργίας, όμως, είναι δύσκολο να αγνοούμε την αρχαία φιλοσοφία. Οι αρχαίοι Έλληνες, οι οποίοι ήταν καινοτόμοι ιδιαίτερα από τον 8ο έως τα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ., δεν παύουν να μας προκαλούν σήμερα να αποδειχθούμε καινοτόμοι κάθε φορά που χρησιμοποιούμε —ή απορρίπτουμε—τις φιλοσοφικές έννοιες και ιδέες τους, ιδίως αυτές περί ηθικής και αισθητικής.