Την πλήρη συμμόρφωση της Δικαιοσύνης με την εθνική στρατηγική για τους ΛΟΑΤΚΙ+, ένα βήμα προόδου και “δικαιότητας”, επιλέγει η Ολομέλεια του Ελεγκτικού με απόφασή της πλήρους Ολομέλειάς της.
Το Ανώτατο Δημοσιονομικό Δικαστήριο της χώρας, με ομόφωνη απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας του τροποποιεί τον Χάρτη Δεοντολογίας των Δικαστικών Λειτουργών των Δικαστηρίου, ώστε να τελεί σε πλήρη συμφωνία με την εθνική στρατηγική για την ισότητα των ΛΟΑΤΚΙ+ .
Ειδικότερα, το άρθρο 10 του Χάρτη, που εξαγγέλλει την αρχή της δικαιότητας, συμπληρώνεται με τη ρητή επισήμανση ότι οι δικαστές του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, αποκρούουν διακρίσεις που συνέχονται όχι μόνον με τον σεξουαλικό προσανατολισμό αλλά και με την ταυτότητα, χαρακτηριστικά ή έκφραση φύλου των διαδίκων και των λοιπών παραγόντων της δίκης.
Υπενθυμίζεται πως στην έκθεση της επιτροπής για την εθνική στρατηγική, ειδικά για την “ΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ ΦΥΛΟΥ”, αναφέρεται:
“…Το ζήτημα της νομικής αναγνώρισης ταυτότητας φύλου ρυθμίστηκε σχετικά πρόσφατα με τον νόμο 4491/2017. Περίπου τέσσερα χρόνια μετά διαπιστώνει κανείς ότι το εν λόγω νομοθέτημα έχει εφαρμοστεί κατά τρόπο προβληματικό και παρουσιάζει ελλείψεις.
Ως προς τα προβλήματα που έχουν εντοπιστεί από την εφαρμογή σε συνάρτηση με το υπόλοιπο θεσμικό και κανονιστικό πλαίσιο για τα ληξιαρχεία και τα δημοτολόγια, στην πράξη έχουν προκύψει σοβαρές ασυνέχειες. Για παράδειγμα άτομα που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης και προχωρούν στην αλλαγή της ταυτότητας φύλου αντιμετωπίζουν σειρά γραφειοκρατικών εμποδίων και ζητείται αδικαιολόγητα από τις αρμόδιες αρχές η λύση του συμφώνου για να καταγραφεί δημοτολογικά η μεταβολή ως προς την καταχώρηση ονόματος και φύλου. Το πρόβλημα αυτό, εάν δεν μπορεί να λυθεί με σχετική εγκύκλιο, αναδεικνύει την ανάγκη προσθήκης σχετικής διάταξης στον ν. 4356/2015, ώστε να μεταβάλλεται η δημοτολογική καταχώριση του συμφώνου συμβίωσης σε περίπτωση που ένα εκ των μερών προχωρήσει σε νομική αναγνώριση ταυτότητας φύλου και να προσαρμόζεται έτσι ώστε να αντανακλά την μεταβολή που έχει επέλθει στην ληξιαρχική πράξη γέννησης, δίχως μεταβολή της οικογενειακής μερίδας.
Σε άλλες περιπτώσεις, δεν εφαρμόστηκε η διάταξη ότι η δήλωση του ατόμου πρέπει να γίνεται σε ιδιαίτερο γραφείο και όχι σε ακροατήριο. Επίσης, παρατηρείται ότι συχνά γίνεται αναφορά από τις δικαστικές αρχές σε «αλλαγή φύλου» ή επαναπροσδιορισμό φύλου, ορολογία που σχετίζεται με ιατρικές διαδικασίες, και όχι σε νομική αναγνώριση ταυτότητας φύλου που είναι ο ενδεδειγμένος νομικός όρος.
Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσονται οι αποφάσεις εκείνες που αναφέρονται σε «διεμφυλική διαταραχή» ή διαταραχή ταυτότητας φύλου ενώ στον φάκελο της υπόθεσης δεν υπήρχε καμία σχετική γνωμάτευση. Δεν θα πρέπει άλλωστε να υπάρχει, καθώς στη νομοθεσία είναι σαφές ότι οι ιατρικές διαδικασίες δεν σχετίζονται με την πρόσβαση στη νομική αναγνώριση ταυτότητας φύλου.
Χαρακτηριστικές είναι, επίσης, οι περιπτώσεις όπου με το διατακτικό αποφάσεων μεταβάλλεται η καταχώριση του φύλου και του κυρίου ονόματος χωρίς να γίνεται αντίστοιχη προσαρμογή του επωνύμου, πράγμα που δημιουργεί προβλήματα. Η παροχή δυνατότητας μεταβολής και του επωνύμου θα έλυνε πρακτικά σοβαρά προβλήματα για τα διεμφυλικά άτομα που η πρότερη ζωή τους έχει συνδεθεί με έντονες κακοποιήσεις και δε θα τα υπέβαλε στην πρόσθετη βάσανο επιπλέον διαδικασίας η οποία οδηγεί αρκετές φορές σε αναιτιολόγητες απορρίψεις. Ένα συναφές ζήτημα πουθα πρέπει να εξεταστεί είναι και η μεταβολή των ληξιαρχικών εγγράφων των ανήλικων τέκνων (συγκεκριμένα των στοιχείων του γονέα που έχει προχωρήσει σε νομική αναγνώριση ταυτότητας φύλου) προκειμένου να εξυπηρετείται η ασφάλεια δικαίου και το συμφέρον του παιδιού. Εξάλλου, ανάλογες ρυθμίσεις ισχύουν σε χώρες όπου υφίσταται διαδικασία νομικής αναγνώρισης ταυτότητας φύλου.
Από τα παραπάνω προκύπτει αφενός η αναγκαιότητα εξέτασης τροποποίησης διατάξεων στις περιπτώσεις που αναφέρθηκαν, αφετέρου η ανάγκη επιμόρφωσης των ειρηνοδικών και γενικότερα των δικαστικών λειτουργών που μπορεί να κληθούν να αντιμετωπίσουν τέτοιου είδους υποθέσεις, καθώς και στελεχών της διοίκησης και της τοπικής αυτοδιοίκησης που εμπλέκονται στα ζητήματα αυτά. Εξάλλου, για την εφαρμογή του νομοθετήματος στην πράξη θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψιν το Ψήφισμα της Κοινοβουλευτικής Ολομέλειας του Συμβουλίου της Ευρώπης 2048 [2015] το οποίο καλεί τα κράτη μέλη:
«να αναπτύξουν ταχείες, διαφανείς και προσβάσιμες διαδικασίες, βασιζόμενες στον αυτοπροσδιορισμό, ως προς την αλλαγή των ονομάτων και του καταχωρισμένου φύλου των διεμφυλικών ατόμων στα πιστοποιητικά γέννησης, τα δελτία ταυτότητας, τα διαβατήρια, τους τίτλους εκπαίδευσης και άλλα παρόμοια έγγραφα – να καταστήσουν αυτές τις διαδικασίες διαθέσιμες για όλα τα άτομα που επιθυμούν να τις χρησιμοποιήσουν, ανεξάρτητα από την ηλικία, την κατάσταση υγείας, την οικονομική κατάσταση, ή το αστυνομικό ιστορικό».
Εν αντιθέσει με άλλες ευρωπαϊκές χώρες με διαφορετικά δικαικά συστήματα όπου ακολουθείται εξωδικαστική διαδικασία, η Ελλάδα έχει επιλέξει τη δικαστική οδό για τη νομική αναγνώριση ταυτότητας φύλου. Ο τρόπος, όμως, εφαρμογής της δικαστικής διαδικασίας παρουσιάζει σημαντικές καθυστερήσεις, δηλαδή συνολικό χρόνο που υπερβαίνει μαζί με τη διοικητική διαδικασία τους δεκαοκτώ και πλέον μήνες και απέχει του χαρακτηρισμού «ταχεία». Επίσης, έχει δυσανάλογα υψηλό κόστος για μία μειονότητα όπως τα διεμφυλικά πρόσωπα που αντιμετωπίζουν αποκλεισμούς από την εργασία και η πλειονότητα τους ζει στα όρια της φτώχειας.
Η διαδικασία χρήζει επανεξέτασης ώστε να ανταποκρίνεται στα παραπάνω πρότυπα. Επανεξέτασης χρήζει, επίσης, η σύνθεση της προβλεπόμενης διεπιστημονικής επιτροπής που άλλωστε είναι εκτός πνεύματος του νόμου ο οποίος αποσυνδέει τις ιατρικές διαδικασίες ή γνωματεύσεις από την νομική αναγνώριση ταυτότητας φύλου.
Τέλος, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η προϋπόθεση της αγαμίας που τίθεται για τη νομική αναγνώριση ταυτότητας φύλου με το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο, μετά τυχόν καθιέρωση του γάμου προσώπων του ίδιου φύλου θα είναι χωρίς αντικείμενο. Στην περίπτωση που δεν προκριθεί η λύση του πολιτικού γάμου, θα μπορούσαν να εξεταστούν όλες οι δυνατές εναλλακτικές προκειμένου να αντιμετωπιστεί το υφιστάμενο πρόβλημα.
Με βάση όλα τα παραπάνω, θα πρέπει να παρακολουθείται η εφαρμογή του ανωτέρου νομοθετήματος από τα συναρμόδια υπουργεία, και οι τυχόν αδυναμίες του, έτσι ώστε να επέλθουν οι τροποποιήσεις που κρίνονται αναγκαίες.
AKOΛΟΥΘΕΙ ΟΛΟΚΛΗΡΗ ΤΗΝ ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΛΟΑΤΚΙ+
Πηγή: dikastiko.gr