Από το διπολικό σύστημα της εποχής του Ψυχρού Πολέμου, περάσαμε στο μονοπολικό, με την αδιαμφισβήτητη ηγεμονία των ΗΠΑ στα τέλη του 20ου και στην αρχή του 21ου αιώνα, ώσπου πλέον, παρατηρούμε την ανάδυση ενός νέου διεθνούς συστήματος.
Οι ΗΠΑ, εντατικοποιώντας την – ήδη εξαγγελθείσα από την περίοδο της Προεδρίας Ομπάμα - μεταστροφή του ενδιαφέροντός τους στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού, προχώρησαν σε σύναψη αμυντικής συμφωνίας με την Αυστραλία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Την ίδια ώρα, η Κίνα εκλαμβάνει αυτού του είδους τις κινήσεις στην περιοχή ως προκλήσεις ασφαλείας, ενώ η Ρωσία παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις.
Σε αυτό το πλαίσιο γεννώνται ερωτήματα σχετικά με τη στάση της ΕΕ στο μεταβαλλόμενο διεθνές σύστημα. Τα στοιχεία που πρόκειται να καθορίσουν τη στάση της είναι αρκετά, και σε μεγάλο βαθμό, αντικρουόμενα μεταξύ τους. Μεταξύ αυτών μπορούμε να διακρίνουμε τα εξής:
Η ΕΕ αποτελεί ιστορικά ένα θεμελιώδη πυλώνα της «Δύσης».
Οι ΗΠΑ, άλλος θεμελιώδης πυλώνας της «Δύσης», μειώνουν την παρουσία τους στην Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή, ενώ ο Ινδο-Ειρηνικός αναδεικνύεται σε περιοχή πρωτεύοντος ενδιαφέροντος για την Ουάσιγκτον.
Ένας άλλος πυλώνας της «Δύσης», ο αγγλοσαξονικός κόσμος, και ειδικότερα η Αυστραλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, συντονίζει τις δράσεις του στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού με αυτές των ΗΠΑ.
Οι Βρυξέλλες, διά στόματος Μπορέλ, έχουν χαρακτηρίσει την Κίνα στρατηγικό εταίρο αλλά και συστημικό ανταγωνιστή και αντίπαλο, υιοθετώντας το «δόγμα Σινάτρα» στις μεταξύ τους σχέσεις.
Η ΕΕ έχει εκκινήσει την εκπόνηση της «Στρατηγικής Πυξίδας» η οποία αποσκοπεί, μεταξύ άλλων, στην ενίσχυση της στρατηγικής αυτονομίας της Ένωσης.
Η αμυντική βιομηχανία της Γαλλίας, και εμμέσως της ΕΕ, πλήτεται από το σύμφωνο ασφαλείας μεταξύ Αυστραλίας – ΗΠΑ – Ηνωμένου Βασιλείου για τον Ινδο-Ειρηνικό, την ίδια στιγμή που το Ευρωπαϊκό Ταμείο Άμυνας (European Defence Fund) διαθέτει περίπου 8 δισεκατομμύρια ευρώ την περίοδο 2021-2027, με σκοπό την ενίσχυση της Ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας και των αμυντικών δυνατοτήτων της ΕΕ.
Επομένως, η ΕΕ και τα κράτη μέλη της βρίσκονται σε κρίσιμο σταυροδρόμι όσον αφορά αποφάσεις που θα κληθούν να λάβουν στο προσεχές μέλλον. Οι αποφάσεις τους θα καθορίσουν σε μεγάλο βαθμό το κατά πόσο η «Δύση» θα συνεχίσει να εμφανίζεται με ενιαίες θέσεις – σε σημαντικό εύρος ζητημάτων - στις σχέσεις της με τους υπόλοιπους διεθνείς δρώντες. Με αυτό τον τρόπο η στάση της ΕΕ θα επηρεάσει σημαντικά τη φύση του αναδυόμενου διεθνούς συστήματος.
Εφόσον η ΕΕ επιλέξει μία περισσότερο αυτόνομη παρουσία στην παγκόσμια πολιτική, επανακαθορίζοντας τις σχέσεις της με τις ΗΠΑ κυρίως στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, τότε είναι πιθανό να οδηγηθούμε στην ανάδυση ενός πολυπολικού συστήματος. Ωστόσο, δεν πρέπει να λησμονούμε ότι τέτοια συστήματα τείνουν να είναι ασταθή.
Αν από την άλλη η ΕΕ και τα κράτη μέλη της επιλέξουν μια συντηρητικότερη προσέγγιση, διατηρώντας έτσι τη συνοχή της «Δύσης», η ανάδυση ενός νέου διπολικού συστήματος φαντάζει πιθανή, στο βαθμό που η Ρωσία θα συμπλεύσει με την Κίνα.
Ωστόσο, σε μια τέτοια περίπτωση, ο διακηρυγμένος – μέσω της Παγκόσμιας Στρατηγικής του 2016- στόχος της ΕΕ για στρατηγική αυτονομία θα έχει πληγεί, όπως, πιθανόν, και οι σχέσεις της με την Κίνα.
Στο παρελθόν, πάντως, σημαντικές εξελίξεις στο διεθνές περιβάλλον οδήγησαν σε εντατικοποίηση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Για παράδειγμα, το τέλος του Ψυχρού Πολέμου ακολούθησε η Συνθήκη του Μάαστριχτ και η δημιουργία της ΕΕ. Οι πόλεμοι στην πρώην Γιουγκοσλαβία έδωσαν –αν και εκ των υστέρων- νέα δυναμική στις ευρωπαϊκές διαδικασίες στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας.
Σχετικά πρόσφατα, το BREXIT συνέβαλε – έστω έμμεσα- στη σύσταση της Μόνιμης Διαρθρωμένης Συνεργασίας (ΜΔΣ) -που αποσκοπεί στην ενίσχυση της αμυντικής συνεργασίας των κρατών μελών της ΕΕ- αφού η ΜΔΣ πήρε σάρκα και οστά μόλις το 2018, παρόλο που οι σχετικές ρυθμίσεις περιλαμβάνονταν στην Συνθήκη της Λισαβόνας που τέθηκε σε ισχύ το 2009.
Αν λοιπόν το παρελθόν προσφέρει ενδείξεις για το μέλλον, η ενότητα της «Δύσης» είναι πιθανό να κλονιστεί και η ΕΕ να επιβεβαιώσει την παρουσία της ως ένας διακριτός πόλος του νέου συστήματος.