Η επιλογή του προσώπου που θα αναδειχθεί νέος πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής μονοπώλησε - προφανώς εξαιτίας των διαφωνιών στην υποψηφιότητα του Μάνφρεντ Βέμπερ- την πρώτη, μετά τις Ευρωεκλογές, συνάντηση των ευρωπαίων ηγετών κρατών στις Βρυξέλλες.
Και οι διαφωνίες δεν θα μπορούσαν να αποφευχθούν αφού οι νέοι συσχετισμοί δυνάμεων εντός του Ευρωκοινοβουλίου, μετά και την άνοδο των Φιλελευθέρων και των Πρασίνων, φέρνουν στο προσκήνιο νέους «παίχτες» που αναζητούν νέους ρόλους και ισορροπίες.
Επειδή όμως οι διαδικασίες και οι διεργασίες στις Βρυξέλλες ήταν και είναι πάντα δαιδαλώδης ας σταθούμε σε έξι πράγματα που αξίζει να γνωρίζουμε για την για το πώς θα εκλεγεί ο νέος πρόεδρος, για την υποψηφιότητα του Μάνφρεντ Βέμπερ (Γερμανός, ΕΛΚ), τα επιχειρήματα υπέρ και κατά αλλά και τις νέες συμμαχίες εντός της ευρωπαϊκής οικογένειας.
Πώς θα «βγάλουμε» τον νέο Γιουνκέρ;
Στο νέο τρόπο ανάδειξης του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής εδράζεται μέρος των επιχειρημάτων όσων διαφωνούν στο πρόσωπο που θα οριστεί νέος πρόεδρος.
Πριν το 2014 οριζόταν κεκλεισμένων των θυρών από τα μέλη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, δηλαδή τους 28 αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ. Πλέον όμως, βάσει της Συνθήκης της Λισαβώνας (Άρθρο 17.7 στο οποίο προστέθηκε η φράση «να λαμβάνονται υπ’όψιν οι εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο») αποδίδεται αυξημένη σημασία στην ψήφο των πολιτών στις Ευρωεκλογές. Κάθε ευρωομάδα ορίζει λοιπόν έναν «spitzenkandidaten».
Η γερμανική λέξη που χρησιμοποιείται στις Βρυξέλλες μεταφράζεται ως «κορυφαίος υποψήφιος» και είναι το πρόσωπο που κάθε κόμμα του Ευρωκοινοβουλίου προτείνει ως υποψήφιο για την προεδρία του εκτελεστικού οργάνου της ΕΕ. Ψηφίζοντας δηλαδή ένα κόμμα στις ευρωεκλογές οι πολίτες δείχνουν εμμέσως και την προτίμησή τους για τον πρόεδρο της Επιτροπής.
Πρόεδρος εκλέγεται ο υποψήφιος που θα εξασφαλίσει την απόλυτη πλειοψηφία των ψήφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (εν προκειμένω τους 376 επί 751 ευρωβουλευτών) και ταυτόχρονα έχει εξασφαλίσει την υποστήριξη τουλάχιστον 21 από τα 28 κράτη μέλη.
Η αλλαγή αυτή συνάντησε σημαντικές αντιδράσεις καθώς πολλοί ακόμη και σήμερα εκτιμούν πως με τον τρόπο αυτό το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μπορεί να ελέγχει την Κομισιόν. Επίσης όμως αμφισβητηθεί ακόμη και η ακριβής ερμηνεία της προσθήκης στο άρθρο 17.7 της Συνθήκης της Λισαβώνας. Σε αυτή την «ασάφεια» μάλιστα βασίζονται τα επιχειρήματα πολλών ηγετών που σήμερα αντιδρούν στην υποψηφιότητα του γερμανού, Μάνφρεντ Βέμπερ από το ΕΛΚ.
Τι φέρνει η νέα σύνθεση του Ε.Κ;
Στις Ευρωεκλογές, πρώτο κόμμα -αλλά εμφανώς αποδυναμωμένο- αναδείχθηκε το ΕΛΚ (ΕΡΡ) με 177 έδρες και εάν ερμηνευτεί στενά η πρόβλεψη του άρθρου 17.7 της Συνθήκης της Λισαβώνας ο Μάνφρεντ Βέμπερ τον οποίο είχε προτείνει ως κορυφαίο υποψήφιο, θα πρέπει να είναι και αυτός που θα προταθεί για νέος πρόεδρος της Επιτροπής. Αυτό όμως δεν είναι και τόσο εύκολο.
Αφενός οι 177 ψήφοι δεν επαρκούν άρα το ΕΛΚ θα πρέπει να συμμαχήσει με άλλα κόμματα για να φτάσει τις 376 ψήφους και σίγουρα δεν θα ήθελε σε αυτές να περιλαμβάνονται ψήφοι από το Brexit Party και την ευρωομάδα των ευρωσκεπτικιστών και ακροδεξιών.
Μια συμμαχία με άλλα κόμματα είναι απαραίτητη και κυρίως με τους Σοσιαλιστές και Δημοκράτες (S&D) αφού διατηρούν πλέον 149 έδρες στο Ε.Κ. αλλά και με ένα τρίτο κόμμα τουλάχιστον. Υπενθυμίζεται πως τρίτη δύναμη και εμφανώς πολλοί ενισχυμένοι πλέον στο Ε.Κ είναι οι Φιλελεύθεροι (ALDE&R) με 107 έδρες, τέταρτο κόμμα είναι οι Πράσινοι (Greens/EFA) που αναδεικνύονται σε προφανείς ρυθμιστές με 69 έδρες ενώ υπάρχουν και οι 39 έδρες της Ενωτικής Αριστεράς (GUE-NGL).
Ποια τα επιχειρήματα κατά του Βέμπερ;
Μεταξύ των επιχειρημάτων κατά της υποψηφιότητας Βέμπερ αφορά την εμπειρία του. Ο γερμανός υποψήφιος κάνει καριέρα ως ευρωβουλευτής από 2004 αλλά η αλήθεια είναι πως χωρίς να έχει διατελέσει ποτέ Επίτροπος, υπουργός ή πρωθυπουργός (όπως πχ ο Γιουνκέρ και άλλοι πρόεδροι της Επιτροπής) μπορεί να βρεθεί να κυβερνά την ΕΕ.
Επίσης πολλοί δεν καλοβλέπουν και τις συχνές αναφορές του στον ρόλο Ε.Κ., το αφού το θέμα των εξουσιών μεταξύ του τελευταίου και της Επιτροπής είναι ιδιαίτερα ευαίσθητο.
Και φυσικά υπάρχει, όπως επισημάνθηκε ήδη, η ευρεία ερμηνεία τη αναφοράς στο άρθρο 17.7 της Συνθήκης της Λισαβώνας για το εάν και κατά πόσο είναι πραγματικά δεσμευτικό ο «spitzenkandidaten» να είναι ο προτεινόμενος από το πρώτο κόμμα στο Ε.Κ.
Επίσης βέβαια ο Βέμπερ δεν είναι ιδιαίτερα συμπαθής. Οι δηλώσεις του συχνά ήταν πολύ σκληρές και προκλητικές προκαλώντας αντιδράσεις σε πολλές χώρες ενώ οι πολιτικές απόψεις του σίγουρα δεν ήταν πάντα ιδιαίτερα δημοφιλείς. Είναι χαρακτηριστικό μάλιστα πως ακόμη και στην πατρίδα του τη Γερμανία, οι 6 στους 10 συμπολίτες του δεν θέλουν να είναι ο νέος πρόεδρος της Κομισιόν.
Πέραν όμως των Γερμανών υπάρχουν και άλλες χώρες που δεν επιθυμούν σε καμία περίπτωση να τον δουν να καταλαμβάνει το συγκεκριμένο αξίωμα με τις αυξημένες εξουσίες. Η δήλωση μάλιστα του πρωθυπουργού της Πορτογαλίας, μια χώρα που δοκιμάστηκε όσο και η Ελλάδα από την οικονομική κρίση, τα μνημόνια και τα μέτρα λιτότητας, είναι χαρακτηριστική. Ο Αντόνιο Κόστα σε συνέντευξή του δηλώνει πως δεν πρόκειται να δεχθεί την υποψηφιότητα Βέμπερ «σε καμία περίπτωση», κάνει λόγο για ένα πρόσωπο που «προκαλεί...εχθρότητα» και καταλήγει λέγοντας: «Δεν μπορούμε να συγχωρέσουμε. Δεν θα συγχωρέσουμε ποτέ κάποιον ο οποίος αφού μας έβαλε υπό τον ζυγό της λιτότητας, ήθελε να μας τιμωρήσει κι άλλο. Δεν συγχωρούμε».
Σε ό,τι αφορά δε την Ελλάδα την περίοδο που η κρίση ήταν στο αποκορύφωμά της, επίσης Βέμπερ ήταν συχνά προκλητικός. Από τις διαρκείς προκλητικές και εμπρηστικές δηλώσεις περί Grexit και απομόνωσης της Ελλάδας, τη δήλωση περί ανάγκης εξόδους της χώρας μας από τη Σέγκεν (στην οποία είχε αντιδράσει με ανακοίνωσή της η ΝΔ) έως σχόλια του τύπου «το πρόβλημα της χώρας είναι ότι έχει κομμουνιστή πρωθυπουργό».
Ποιοι πιέζουν για μια νέα ισορροπία δυνάμεων;
Ακόμη και εάν βάλουμε όμως στην άκρη το θέμα των αντιπαθειών γεγονός παραμένει πως η ισορροπία δυνάμεων στην ΕΕ δεν είναι αυτή που ήταν πριν από πχ έναν χρόνο και τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών, πέραν των αλλαγών που έφεραν στη σύνθεση του Ε.Κ, φέρνουν αλλαγές και μέσα στην οικογένεια των 28 αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων.
Η Άγκελα Μέρκελ και το κόμμα της (CDU) που ανήκει στην Ευρωομάδα του ΕΛΚ, στηρίζει φυσικά το Βέμπερ αλλά η αλήθεια πως το κλίμα στις Βρυξέλλες για τη Γερμανία δεν είναι αυτό που ήταν. Η Μέρκελ εξάλλου έχει προαναγγείλει την αποχώρησή της από την πολιτική ενώ η ηγεσία των Χριστιανοδημοκρατών έχει ήδη περάσει στην Ανεγκρέτ Κραμπ-Καρενμπάουερ. Για πολλούς τώρα είναι η στιγμή που ο ηγετικός ρόλος της Γερμανίας εντός τη ΕΕ θα μπορούσε να αμφισβητηθεί.
Ο πρώτος που το έπραξε ήταν ο γάλλος πρόεδρος, Εμμανουέλ Μακρόν ο οποίος εδώ και μερικούς μήνες – φυσικά και για λόγους που αφορούν το εσωτερικό πολιτικό σκηνικό στη Γαλλία- προσπαθεί να προβάλλει εαυτόν ως ρυθμιστή των πολιτικών αποφάσεων στην ΕΕ και τη χώρα τους ως μια πραγματικά υπολογίσιμη δύναμη. Σημειώνεται πως ο Μακρόν ανήκει στο κόμμα των ενισχυμένων στις Ευρωεκλογές, Φιλελεύθερων και ήδη κατά τη συνάντηση των 28 στις Βρυξέλλες αντιτάχθηκε στην επιμονή της Μέρκελ σχετικά με την υποψηφιότητα Βέμπερ.
Την ίδια στιγμή, ένα ακόμη πρόσωπο αναδύεται μετά τις Ευρωεκλογές και αυτό είναι το ισπανού Πρωθυπουργού, Πέδρο Σάντσεθ. Το κόμμα των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών μπορεί να μην είχε τις καλύτερες επιδόσεις στις εκλογές της Κυριακής αλλά η μεγάλη νίκη που έφερε ο Σάντσεθ στη χώρα του, πιστώνεται στους Σοσιαλιστές ενώ ο ίδιος για πρώτη φορά βρέθηκε στο επίκεντρο των συζητήσεων στις Βρυξέλλες. Και ήταν αυτός ο οποίος έθεσε ανοιχτά το θέμα των νέων ισορροπιών εντός της Ε.Ε. σύμφωνα με στενούς του συνεργάτες. «Η σύνθεση των οργάνων εξουσίας θα πρέπει να αντικατοπτρίζει τις νέες πολιτικές ισορροπίες που δημιουργήθηκαν και να περιλαμβάνουν τους Σοσιαλιστές και τους Φιλελεύθερους Δημοκράτες».
Ποια τα νέα «μπλοκ» χωρών;
Ο Σάντσεθ μάλιστα ήταν αυτός που ανέλαβε να γίνει πριν το άτυπο δείπνο των «28» μια συνάντηση στις Βρυξέλλες με τους τρεις πιο ισχυρούς ηγέτες των Φιλελεύθερων δηλαδή τον Μακρόν, τον ολλανδό πρωθυπουργό Μαρκ Ρούτε και τον πρωθυπουργό του Βελγίου Σαρλ Μισέλ ενώ μετά από σχετική επικοινωνία συμμετείχε και ο πορτογάλλος πρωθυπουργός, Αντόνιο Κόστα.
Στόχος της συνάντησης ήταν η δημιουργία ενός κοινού μετώπου ώστε Σοσιαλιστές και Φιλελεύθεροι (πιθανότατα και Πράσινοι) να επιτύχουν τη διανομή των αξιωμάτων προς όφελος των δύο ευρωομάδων και φυσικά για μετριαστεί η εξουσία των συντηρητικών στα τρία κύρια όργανα της ΕΕ (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και Ευρωπαϊκό Κονοβούλιο).
Μακρόν και Σάντσεθ βέβαια είχαν κατ′ ιδίαν συναντήσεις με την Άγκελα Μέρκελ αφού γνωρίζουν φυσικά πάρα πολύ καλά πως η βούληση του ΕΛΚ κα της Γερμανίας δεν είναι δυνατόν να αγνοηθεί. Βασικό ζητούμενο όμως παραμένει ο συμβιβασμός. Και στις διαπραγματεύσεις που θα ακολουθήσουν σίγουρα η εκλογή του νέου προέδρου της Επιτροπή θα εξαρτηθεί από τι ανταλλάγματα, για ποιες θέσεις-κλειδιά θα προταθούν.
Τίμερμανς και Βεστάγκερ οι εναλλακτικές στον Βέμπερ;
Οκτώ αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων ανήκουν στο στρατόπεδο της κεντροδεξιάς και στηρίζουν θεωρητικά την υποψηφιότητα του Βέμπερ. Ο εθνικιστής πρωθυπουργός της Ουγγαρίας, Βίκτορ Όρμπαν θα μπορούσε να ήταν ο ένατος αλλά έχει ξεκαθαρίσει πως δεν πρόκειται να υποστηρίξει την υποψηφιότητα του Βέμπερ, έπειτα από μια σειρά σφοδρών συγκρούσεων.
Εννέα αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων της Ε.Ε. χαρακτηρίζονται Φιλελεύθεροι και πολλοί από αυτούς υποστηρίζουν την υποψηφιότητα της επιτρόπου, Μαργκρέτε Βεστάγκερ από τη Δανία.
Πέντε ηγέτες που ανήκουν στην κεντροαριστερά υποστηρίζουν τον επικεφαλής του ψηφοδελτίου των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών, τον Ολλανδό Φρανς Τίμερμανς.
Ο Αλέξης Τσίπρας ο οποίος αποκλείει και το ενδεχόμενο να στηρίξει τον Βέμπερ, δήλωσε πως στηρίζει την υποψηφιότητα Τίμερμανς.