Το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών δεν αποτελεί έκπληξη. Τις τελευταίες δύο -τρεις εβδομάδες υπήρξε μία σταδιακή άνοδος του Ντόναλντ Τραμπ σε όλες τις δημοσκοπήσεις και μία σταδιακή πτώση ή έστω υποσκελισμός της Χάρις από τον Τραμπ. Αν σε αυτό προσθέσουμε και 1-2 μονάδες εκείνων που δεν αποκαλύπτουν στις δημοσκοπήσεις την πρόθεσή τους γιατί προέρχονται από ακροδεξιούς χώρους ή που στιγματίζονται ως αντιθεσμικοί τότε έχουμε την συνολική εικόνα. Όμως αυτή η εκλογή υπήρξε εν πολλοίς το αποτέλεσμα μιας μεγάλης αποχής, παρά την μεγάλη πόλωση.
Δηλαδή σύμφωνα με τον αριθμό των ψήφων, ο μεν Τραμπ διατήρησε (μειωμένους κατά τι) τους ψήφους του 2000, αλλά οι Δημοκρατικοί κατέρρευσαν και έχασαν πάνω από 12 εκατομμύρια ψήφους, οι οποίοι δεν μετακινήθηκαν μεν προς τον Τράμπ αλλά εγκατέλειψαν τους δημοκρατικούς. Δηλαδή όπως σωστά έχει τονιστεί, η νίκη του Τραμπ υπήρξε κατ’ εξοχήν ήττα των δημοκρατικών.
Το πρώτο και βασικό αίτιο του αποτελέσματος έχει να κάνει με αυτό που έσπρωξε τους νεαρούς μαύρους ή ισπανόφωνους άνδρες, στην πλειοψηφία τους, να ψηφίσουν Τραμπ ή να απέχουν σε μαζική κλίμακα και να απομακρυνθούν από τους Δημοκρατικούς, έχει να κάνει αποφασιστικά με το φαινόμενο που αποκαλούμε woke ατζέντα. Οι φτωχές κοινωνικές κατηγορίες στράφηκαν προς τον Τραμπ, ή απείχαν μαζικά, διότι δεν μπορούν να δεχτούν μία κοινωνία όπου δεν θα υπάρχει η έννοια του φύλου, αλλά θα κυριαρχεί η αντίληψη περί «κοινωνικού φύλου», ότι δηλαδή το φύλο μας είναι ό,τι δηλώσουμε και δεν παίζει καθόλου ρόλο η βιολογία και η φύση. Ούτε το γεγονός ότι κάθε χρόνο θα μπαίνουν στη χώρα εκατομμύρια παράνομων μεταναστών, ρίχνοντας τους μισθούς των εργατικών τάξεων. Αυτές οι αντιλήψεις, βαθιά ριζωμένες στην κυρίαρχη ιδεολογία του Δημοκρατικού Κόμματος έπαιξαν καθοριστικό ρόλο για την έκβαση των εκλογών..
Δεύτερον, ακόμα και οι λευκές γυναίκες ψήφισαν, εξίσου Δημοκρατικούς και Τραμπ, ενώ πάρα πολλές απείχαν, και έτσι δεν επιβεβαιώθηκε η προσδοκία της Χάρις πως ένα κύμα γυναικών θα ανέτρεπε την ανδρική ψήφο υπέρ του Τραμπ.
Τρίτον η υποψηφιότητα των Δημοκρατικών ήταν περιορισμένων δυνατοτήτων. Αν είχαν γίνει προκριματικές εκλογές το καλοκαίρι του 2023 στο Δημοκρατικό Κόμμα είναι βέβαιο ότι άλλος υποψήφιος θα έπαιρνε το χρίσμα και δεν θα ήταν η Χάρις η οποία απέδειξε αυτό που όλοι ψιθύριζαν, ακόμα και στο στρατόπεδό της, ότι δεν έχει τις απαραίτητες ηγετικές ικανότητες για να συσπειρώσει τους ψηφοφόρους και να αντιμετωπίσει τον Τραμπ. Έτσι ενώ φάνηκε προς στιγμή, μετά το ντιμπέιτ με τον Τραμπ πως ανέβαινε από εκεί και πέρα άρχισε να πέφτει καθώς δεν διαθέτει ούτε όραμα για να αντιπαρατεθεί με τον Τραμπ.
Έτσι οι δημοκρατικοί πλήρωσαν και το γεγονός ότι δεν διέθεταν κατάλληλο υποψήφιο. Και αυτό δεν ήταν κάτι τυχαίο. Διότι το ίδιο συμβαίνει με όλες τις κεντροαριστερές πολιτικές δυνάμεις σε ολόκληρη τη Δύση. Από τη μία πλευρά υπάρχει μία δεξιά και ακροδεξιά η οποία προτείνει την ανάσχεση των μεταναστευτικών ροών και του ξεχειλώματος της πολιτικής ορθότητας, αυτό που αποκαλούμε woke ατζέντα. Το είδαμε και στην Ελλάδα αυτό, σε αντίθεση με τη ό,τι πολλοί ισχυρίζονται, δηλαδή ότι στην εκλογική απομείωση της ΝΔ στις ευρωεκλογές έπαιξε καθοριστικό ρόλο το οικονομικό ζήτημα και η ακρίβεια. Ωστόσο ο Μητσοτάκης στις εκλογές του 2023 έλαβε 41% και τότε η ακρίβεια ήτανε πολύ εντονότερη. Επομένως η ερμηνεία του ποσοστού του 28% στις ευρωεκλογές και της αποχής-ρεκόρ δεν μπορεί να στηριχτεί μόνο στην ακρίβεια, όπως ισχυρίζονται οι συστημικοί αναλυτές, αλλά έπαιξε καθοριστικό ρόλο ένα πολιτισμικό γεγονός, ο γάμος των ομόφυλων ζευγαριών, – που προκάλεσε ακόμα και την «αποσκίρτηση» 57 βουλευτών από το κυβερνητικό κόμμα στην ψηφοφορία του σχετικού νομοσχεδίου στο Κοινοβούλιο.
Όπως έγραψε ο Fareed Zakaria της Washington Post οι εκλογές σήμερα είναι όλο και περισσότερο επικεντρωμένες σε ζητήματα πολιτισμού και πολιτισμικών ταυτοτήτων και αυτό ακριβώς συνέβη. Ο Τραμπ είναι ο πρώτος πρόεδρος που εκλέγεται στις ΗΠΑ με βάση μία πολιτισμική αντίθεση η οποία έχει διχάσει την Αμερική σε πρωτοφανή βαθμό. Σύμφωνα δε με μια μία πρόσφατη ανάλυση των New York Times, εκατομμύρια Αμερικανών κάθε χρόνιο αλλάζουν τόπο κατοικίας και επιλέγουν πια να μετακινηθούν σε εκείνες τις Πολιτείες που η νομοθεσία τους είναι συμβατή με τις ιδεολογικές και πολιτισμικές τους αντιλήψεις. Έχουμε δηλαδή να κάνουμε με έναν κοινωνικό διχασμό μεγάλης κλίμακας· και οι Δημοκρατικοί μοιάζει να εμμένουν στην πολιτική ορθότητα του woke, – εξάλλου τα βασικά χαρτιά τους στην προεκλογική εκστρατεία προέρχονταν από το Χόλυγουντ, που είναι το βασίλειο του woke.
Συναφώς, η ήττα των Δημοκρατικών στις ΗΠΑ αποτελεί ήττα μια ολόκληρης παράταξης στη Δύση.
Η κυβερνητική κρίση στην Γερμανία το επιβεβαιώνει. Διότι δεν έχει πια πρόταση και όραμα, ενώ η δεξιά, –αρέσει δεν αρέσει– έχει πρόταση, όπως είδαμε με την Λεπέν στη Γαλλία. Πώς μπορεί να χαρακτηρίσει κανείς τον κύριο Σόλτς; Ως τον κύριο τίποτα; Αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα που έχει σήμερα η κεντροαριστερά σε όλη την Δύση – δεν διαθέτει πρόταση και συναφώς δεν διαθέτει και ηγετικές φυσιογνωμίες. Ως σημαντικότερη προσωπικότητα της Ευρώπης αυτή την περίοδο έχει αναδειχθεί η πρωθυπουργός της Ιταλίας Μελόνι. Αντίθετα η Γερμανία αντιμετωπίζει οικονομική και πολιτισμική κρίση καθώς και ηθική κατάρρευση.
Και προπαντός το ερώτημα είναι εάν η Γερμανία θα αποδεχτεί εν τέλει να ενταχθεί σε ένα ευρωπαϊκό οραματικό πλαίσιο ή όχι – και για την ώρα δεν το πράττει, όπως φάνηκε με την απόρριψη του μνημονίου Ντράγκι. Και προφανώς και οι δυνάμεις που προαλείφονται να αντικαταστήσουν την καταρρεύσασα κυβερνητική συμμαχία, οι Χριστιανοδημοκράτες, καθώς και η AFD δεν εγκαταλείπουν τη λογική μιας Γερμανίας η οποία βρίσκεται μεν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά παράλληλα θέλει να διατηρεί ένα ιδιαίτερο καθεστώς.
Σε όλη την Ευρώπη πλέον, και μετά την εκλογή Τραμπ, θα αρχίσει να μεταβάλλεται η στάση απέναντι στην μετανάστευση και στην εσωτερική διάλυση των κοινωνιών μέσα από την πρόταξη της woke αντίληψής, δηλαδή της διάλυσης της οικογένειας, της διάλυσης των εννοιών έννοια άνδρας – γυναίκα,. Έχουμε ήδη και στην Ελλάδα τ@ φοιτητ@, τ@ βουλευτ@ και όλα τα συναφή, τα οποία έχουν έρθει μόλις στην Ελλάδα – αλλά στην Ευρώπη και ιδιαίτερα σε Βρετανία και Γαλλία κάνουν θραύση.
Μπαίνουμε δηλαδή σε μία εποχή κατά την οποία όλες τις πολιτικές δυνάμεις θα υποχρεωθούν να αναπροσαρμοστούν, όπως έχει γίνει ήδη στη Δανία, όπου η σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση κατόρθωσε να κυριαρχήσει γιατί εγκολπώθηκε τα συνθήματα του ακροδεξιού κόμματος ως προς το μεταναστευτικό – με συνέπεια η Δανία να έχετε μικρότερη μετανάστευση σε όλη την Ευρώπη και οι ακροδεξιοί να περιθωριοποιηθούν.
Είναι προφανές ότι η εκλογή Τραμπ θα έχει αρνητικές συνέπειες για την Ουκρανία και την Ευρώπη μέσω Ουκρανίας, διότι η Ευρώπη στοιχημάτιζε στην ένταξη της Ουκρανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση ενώ πιθανότατα θα αποδυναμωθεί η ευρωπαϊκή πτέρυγα του ΝΑΤΟ. Παράλληλα δε, θα πρέπει να θεωρούμε βέβαιο ότι θα ενισχυθούν οι δασμοί έναντι των ευρωπαϊκών εξαγωγών για να αυξηθεί η παραγωγή στις ΗΠΑ.
Στα ελληνοτουρκικά είναι γνωστή –και πρόσφατα διακηρυγμένη εκ νέου– η προτίμηση του Τραμπ προς τον Ερντογάν, γι’ αυτό και τα ελεγχόμενα από τον Ερντογάν τουρκικά ΜΜΕ, πανηγύριζαν για την νίκη του. Ωστόσο υπάρχει ο παράγοντας Ισραήλ, με το οποίο ο Τραμπ είναι περισσότερο ταυτισμένος χωρίς καμιά επικριτική διάθεση απέναντι στην πολιτική του Νετανιάχου. Αντίθετα, είναι ορκισμένος εχθρός του Ιράν και σε περίπτωση που το Ιράν τολμήσει να χτυπήσει το Ισραήλ είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα συμμετάσχουν σε χτύπημα εναντίον του Ιράν και οι Αμερικανοί. Δεν είναι τυχαίο ότι τη μέρα των αμερικανικών εκλογών ο Νετανιάχου απέπεμψε το νο2 της κυβέρνησής του, τον Γκάλαντ που είχε άριστες σχέσεις με τους Δημοκρατικούς και έβαλε στην θέση του μια πολύ πιο ακραία πολιτική προσωπικότητα, τον πρώην ΥΠΕΞ του Ισραήλ. Επομένως, ο Νετανιάχου ενθαρρυμένος από την εκλογή Τραμπ θα ανεβάσει την ένταση στην περιοχή.
Μια αυξημένη ένταση στη Μέση Ανατολή – η οποία θα μεταφερθεί στις σχέσεις Τουρκίας-Ισραήλ–, θα έχει παράπλευρες συνέπειες για τις σχέσεις Ελλάδας – Τουρκίας. Οι Αμερικανοί προωθούν τη σύνδεση Κύπρου – Ελλάδας – Ισραήλ, ως ζωτικό διάδρομο του Ισραήλ προς την Ευρώπη, και σε καμία περίπτωση δεν είναι διατεθειμένοι να παραχωρήσουν την Κύπρο ή την Ελλάδα στην Τουρκία. Γεγονός που έρχεται σε αντίφαση με την υποστήριξη του Τραμπ στον Ερντογάν ως του ισχυρού άνδρα που μπορεί να διασφαλίσει έναν φιλοδυτικό ισλαμισμό.
Συνεπώς, οι δύο αυτές γραμμές συγκρούονται και θα δούμε ποια θα υπερισχύσει. Θυμόμαστε από την προηγούμενη θητεία του Τράμπ ότι ενώ τόνιζε την φιλία του με τον Ερντογάν, ταυτόχρονα πέταξε έξω τους Τούρκους από το πρόγραμμα των F35 και ο Πομπέο ως Υπουργός Εξωτερικών, κράτησε μια σταθερή και σθεναρή στάση υπέρ της Ελλάδας. Επομένως, μπορεί να πανηγυρίζουν οι Τούρκοι με την εκλογή του, γιατί έχει και επιχειρηματικά συμφέροντα στην Τουρκία, –υπάρχει ένας τεράστιος πύργος Τραμπ στην Κωνσταντινούπολη–, αλλά εξαιτίας του παράγοντα Ισραήλ τίποτε δεν μπορεί να θεωρείται βέβαιο.
Πάντως το μόνο βέβαιο είναι πως τα επόμενα χρόνια οι εξελίξεις θα επιταχυνθούν και δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος… να πλήξουμε.