Η ημιζωή της ταμπέλας «Δρ»: η ημιζωή της γνώσης ενός Δόκτορα δηλαδή

Περί τίτλων και άλλων δεινών
.
.
φωτογραφία Μιχάλης Κονιόρδος

Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου.

Υπήρχε κάποτε ένα εστιατόριο στα τέλη της δεκαετίας ’70 με αρχές του ’80 κάπου εκεί στα σύνορα μεταξύ 5 και 6 παρισινού διαμερίσματος κοντά στην «La Palette». Στην «Παλέτα», που έχει χαρακτηρισθεί «ιστορικό μνημείο» έχουν ξοδέψει πολλές καθιστικές ώρες της ζωής τους διάσημοι ζωγράφοι, ηθοποιοί , πολιτικοί.

Την εποχή συχνάζανε μπόλικες φοιτήτριες και άλλοι τόσοι φοιτητές της παρακείμενης Σχολής Καλών Τεχνών της Beaux-Arts, όπως «συντμητικά» την αποκαλούσαμε. Δεν ήταν φθηνά, πάντως όχι τόσο τσουχτερά όσο τις τωρινές μέρες.

Στις μέρες μας υπάρχει κι ένα τραπέζι ρεζερβέ για τους ταπεινούς γκαλερίστες της περιοχής που ξεδίνουν χαρτοπαικτώντας στην διάρκεια της μεσημεριανής σχόλης.

Την εποχή εκείνη λίγη επαφή να έπιανες μάθαινες και τα καλά «μυστικά» της περιοχής, αυτά που σου αρέσει να λες πως εσύ το ανακάλυψες. Ένα από αυτά ήταν ένα εστιατόριο - δεν θυμάμαι το όνομά του - που ο ιδιοκτήτης ήταν πιθανόν Ιταλός ή Ιταλικής καταγωγής και επίσης πιθανόν να ήταν γιατρός.

Πιθανόν επίσης να ήταν και κάτοχος διδακτορικού διπλώματος. Όποιος έμπαινε μέσα και καθόταν να δειπνήσει –λειτουργούσε μόνο τις βραδινές ώρες - τον προσφωνούσε «Ντοτόρε».

Συνεχώς το «Ντοτόρε» άκουγες κι έβλεπες ευτυχισμένους πελάτες οι οποίοι αφού άδειαζαν τα πιάτα τους να επισκέπτονται 2,3,4 και 5 φορές τον μπουφέ:

Το σύστημα τροφοδοσίας των πελατών υπάκουε στην γαστρονομική σύλληψη, στο γαστρονομικό κόνσεπτ για όσους δεν με καταλαβαίνουν «μπουφές κατά βούληση» («buffet a volonte»).

Έτρωγες, «χλαπάκιαζες» μέχρι τελικής πτώσεως αν η νύκτα δεν περιελάβανε φλερτάρισμα.

Πλήρωνες ένα λογικό στάνταρ - ακόμη και για φοιτητικά πορτοφόλια - ποσό για την αποχαύνωση επί και πέριξ του πεδίου του μπουφέ και χρεωνόσουν μονάχα τις καράφες με το κρασί που παρήγγελλες. Οι παρέες ευτυχείς, ο χαμογελαστός «Ντοτόρε» επίσης.

Έκτοτε τρέφω απεριόριστο σεβασμό στους «Ντοτόρε». Μα εξακολουθώ να έχω την απορία τι «Ντοτόρε» ήταν.

«Ντοτόρε» με την έννοια - προσφώνηση που απευθύνουμε σ’ ένα γιατρό;

«Ντοτόρε», μια προσφώνηση που απευθύνουμε προς κάποιον που χαίρει της ευρύτερης εκτίμησης του τάργκετ γκρουπ, της πληθυσμιακής ομάδας που συναλλάσσεται μαζί του; Του εμπνευστή δημιουργίας του όποιου κόνσεπτ; Σαν να λέμε « Γειά σου Μαέστρο» ή «Γειά σου Μάστορα»;

«Ντοτόρε» με την έννοια του Δόκτορα, του Διδάκτορα μιας Επιστήμης, του «Δρ»;

Βλέπω ορισμένους ακαδημαϊκούς δασκάλους στις ιστοσελίδες των Πανεπιστημίων, ορισμένους αρθρογράφους εφημερίδων να προτάσσουν το «Δρ» και να ακολουθεί το ονοματεπώνυμό τους. Ενίοτε η σιδηροδρομικής κλίμακας ταμπέλα αυτοπροσδιορισμού τους συμπληρώνεται και με στοιχεία που περιγράφουν τον εργασιακό τους χώρο.

Δυστυχώς πολλοί άνθρωποι παίρνουν πολύ στα σοβαρά τον εαυτό τους ή μάλλον κάποιο ή κάποια πτυχία που απέκτησαν στην εκπαιδευτική τους διαδρομή, και το προτάσσουν εν είδει «Fon», «Sir», εν είδει αέναης τιμής, παραγνωρίζοντας ή αγνοώντας – ακόμη χειρότερο τότε- κάτι το πολύ ουσιαστικό:

Την έννοια και το περιεχόμενο της ημιζωής της γνώσης ενός πανεπιστημιακού πτυχίου, ενός μεταπτυχιακού, ενός διδακτορικού διπλώματος, ακόμη κι ενός μεταδιδακτορικού.

Η ημιζωή της γνώσης που κουβαλάει ένα πτυχίο, είναι η χρονική διάρκεια κατά την οποία η γνώση που αποκόμισε ο πάσης φύσεως έχει αξία χρήσης, μπορεί να τυγχάνει εφαρμογής. Η έννοια της «ημιζωής της γνώσης» αποδίδεται στον οικονομολόγο Fritz Machlup.

Αν κάνουμε μια επίσκεψη ελάχιστων δευτερολέπτων, στο Google Scholar και βάλετε τις λέξεις κλειδιά «half-life of knowledge», θα σας δώσει 996.000 επιστημονικές έρευνες, ανακοινώσεις, δημοσιεύσεις πάνω στο θέμα αυτό.

Η αδιάκοπη τεχνολογική επανάσταση, η επιστημονική πρόοδος, οι νέες ταχύτητες στη διάχυση της πληροφορίας τα αλλάζουν όλα. Οδηγούν σε ένα κόσμο χωρίς σύνορα. Τα περισσότερα δεν αντέχουν στο χρόνο. Είναι εφήμερα. Αλλά και τα πιο ουσιαστικά η γνώση και η κατοχή εφαρμόσιμης γνώσης μεταβάλλονται πολύ σύντομα. Ο «χρόνος ημιζωής» της γνώσης –όποιας γνώσης- έχει μειωθεί εξαιρετικά, λόγω της μεγάλης ταχύτητας των εξελίξεων.

Διαφοροποιείται από επιστήμη σε επιστήμη: Όσο περισσότερο το γνωστικό περιβάλλον μιας επιστήμης και των υποδιαιρέσεών της συνδέεται με τις τεχνολογικές εξελίξεις, τόσο πιο γρήγορα η ημιζωή της γνώσης ενός πτυχίου «εξαϋλώνεται», τόσο πιο γρήγορα ο τίτλος που κουβαλάει ο κάθε λογής «Ντοτόρε» μετατρέπεται σε αρχειακό προϊόν, ο τίτλος πρακτικά εξακολουθεί να είναι ένα καλό σχετικά «κοινωνικό διαβατήριο». Μέχρι εκεί.

Επομένως προς τι η περιαυτολογία με την ταμπέλα «Δρ» που πρώτη-πρώτη προβάλλεται για να υποδηλώσει την αξιοσύνη του προφέσορα ή του αρθρογράφου;

Κάποτε, οι φοιτήτριες και οι φοιτητές μου, βλέποντας στις ιστοσελίδες των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων που με υπέστησαν πως παντού, πάντα , ιστοσελίδες, συστατικές επιστολές, αιτήσεις για συμμετοχή σε ευρωπαϊκά προγράμματα, υπέγραφα ανέφερα μονάχα το ονοματεπώνυμό μου και τα μαθήματα μέσω των οποίων βασάνιζα τα «παιδιά», με ρωτούσαν έκπληκτες και έκπληκτοι γιατί δεν αναφέρω τα αρχειακά προϊόντα που κάποτε απέκτησα.

Τα «παιδιά» με έφερναν πράγματι σε δύσκολη θέση. Αφού εξηγούσα τα εύκολα, τα αυτονόητα περί «κοινωνικού διαβατηρίου», έμπαινα στην «λεπτή» θέση να εξηγήσω τόσα και τόσα άλλα «ενοχλητικά»:

Από ποιο Πανεπιστήμιο σου χορηγήθηκε το διδακτορικό, ποιες ενδεχομένως φίλα – εξ’ αίματος ή κομματικής ταύτισης-προσκείμενες φιγούρες, ποιες ακαδημαϊκές οντότητες συμμετείχαν στην επιτροπή αξιολόγησης της διατριβής σου.

Κυρίως επέμενα στην αξία του φευγιού στο «αλλού», στο άγνωστο, επιστρέφοντας στο μόνιμο μοτίβο μου περί όποιου διπλώματος κι αν αποκτήσεις, αυτό είναι απλώς ένα «κοινωνικό διαβατήριο» για τα πρώτα σου βήματα. Ως γνώση έχει πεπερασμένη διάρκεια: η ημιζωή της γνώσης.

Άλλα έχουν σημασία: η ποιότητα, η γνησιότητα της γνώσης που μεταφέρεις, η ποιότητα, η ευθύτητα της γραφής σου, το περιεχόμενο των πνευματικών αποσκευών και ερεθισμάτων που κουβαλάς επιστρέφοντας από το ταξίδι που έκανες.

Εδώ και κάποια χρόνια έχω την ευτυχία να είμαι μέλος της εκπαιδευτικής κοινότητας του Core-Econ .

Τύποις είναι και το Πανεπιστήμιο από το οποίο ολοκλήρωσα την προ-συνταξιοδοτική μου διαδρομή η οποία μετά την αφυπηρέτησή μου ευτυχώς συνεχίζεται αλλού κι αλλιώς.

Στο μοναδικό αυτό εγχείρημα συμμετέχουν διάφοροι ταπεινοί «Ντοτόρε» που δεν καταδέχονται να προτάξουν την ταμπέλα του «Δρ» δίπλα από το ονοματεπώνυμό τους. Έχουν επίγνωση της ουσίας και ούτε καν το Νόμπελ Οικονομίας που τους απονεμήθηκε δεν μπαίνουν στον κόπο να προβάλλουν. Τους αρκεί ο εργασιακός τους σταθμός. Το στέκι τους.

Επισκεπτόμενοι το πεδίο «Συντελεστές»

.
.
.

θα διασταυρωθείτε για παράδειγμα με τον Joseph Stiglitz, καθηγητή του Πανεπιστημίου Columbia

.
.
.

τον Dani Rodrik, καθηγητή του Πανεπιστημίου Harvard

.
.
.

τον Thomas Piketty καθηγητή των EHESS (École des Hautes études en sciences Sociales), Paris School of Economics και LSE

.
.
.

Ειλικρινά, αναρωτιέμαι τι εμποδίζει τους γηγενείς «Ντοτόρε» να αποτάξουν την περιττή πανοπλία «Δρ»;

Ίσως η κυρίαρχη πολιτισμική αντίληψη – νοοτροπία σε αυτή τη χώρα του «Ξέρεις ποιος είμαι εγώ;». Δύσκολο να απαλλαγούμε από αυτό.

ΥΓ: Επισκέφθηκα πέρσι το Παρίσι. Το εστιατόριο του Ιταλού χαμογελαστού «Ντοτόρε» δεν υπάρχει πιά. Υπάρχει μονάχα στη μνήμη του δεύτερου διδακτορικού που κατέχω. Του γαστρονομικού. Το άλλο του οικονομολόγου έχει εδώ καi 3-4 δεκαετίες εξαϋλωθεί.

.
.
.

Μιχάλης Κονιόρδος Εκπαιδευτικός

Δημοφιλή