Είναι γεγονός ότι οι επιδόσεις της αγοράς εργασίας έχουν βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια. Από το 2014, η ανεργία αποκλιμακώνεται και η απασχόληση ακολουθεί αυξητική τάση. Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, τον Ιανουάριο του 2018 οι άνεργοι ήταν λιγότεροι κατά 126.000 άτομα και οι απασχολούμενοι ήταν περισσότεροι κατά 99.000 άτομα σε σχέση με τον Ιανουάριο του 2017.
Η εξέλιξη των μεγεθών αυτών προκαλεί αισιοδοξία, η οποία όμως περιορίζεται, εμβαθύνοντας σε ορισμένα ποιοτικά χαρακτηριστικά της απασχόλησης, όπως αυτά που παρουσιάστηκαν σε Ημερίδα που διοργάνωσε ο ΣΕΒ με θέμα «Σύγχρονες Δεξιότητες για Διεθνώς Ανταγωνιστικές Επιχειρήσεις: Ο Ρόλος του Ανθρώπινου Δυναμικού στον Παραγωγικό Μετασχηματισμό της Οικονομίας».
Από τα στοιχεία αυτά προκύπτουν, μεταξύ άλλων, οι εξής τάσεις:
Μείωση της απασχόλησης σε επαγγέλματα υψηλών δεξιοτήτων (όπως είναι τα ανώτερα διευθυντικά στελέχη, οι ασκούντες επιστημονικά επαγγέλματα και μηχανικοί, οι επαγγελματίες του τομέα της υγείας, οι εκπαιδευτικοί, οι επαγγελματίες επιχειρήσεων και διοίκησης, οι επαγγελματίες του νομικού κλάδου και οι τεχνικοί θετικών επιστημών και μηχανικής) και παράλληλη αύξησή της σε επαγγέλματα μεσαίων δεξιοτήτων (όπως είναι οι υπάλληλοι γραφείου, οι πωλητές και οι υπάλληλοι στην παροχή προσωπικών υπηρεσιών - βλ. σερβιτόροι, μπάρμεν και οι αισθητικοί). Σημειώνεται ότι σε ευρωπαϊκό επίπεδο καταγράφεται αντίθετη τάση, δηλαδή αύξηση της απασχόλησης σε επαγγέλματα υψηλών δεξιοτήτων και μείωσή της σε επαγγέλματα μεσαίων δεξιοτήτων.
Αύξηση του ποσοστού των απασχολουμένων που διαθέτουν υψηλές δεξιότητες αλλά απασχολούνται σε θέσεις εργασίας μεσαίων ή χαμηλών δεξιοτήτων (υπερειδικευμένοι απασχολούμενοι). Πρόκειται για μία αναντιστοιχία, η οποία είναι αποτέλεσμα της υπερβάλλουσας προσφοράς εργατικού δυναμικού υψηλών δεξιοτήτων και της υπερβάλλουσας ζήτησης εργατικού δυναμικού για τεχνικά επαγγέλματα και για την κάλυψη θέσεων εργασίας μεσαίων δεξιοτήτων, η οποία μπορεί να προσλάβει τόσο κάθετη, όσο και οριζόντια διάσταση. Η πρώτη (η κάθετη) αφορά στις περιπτώσεις όπου η επιχείρηση προσλαμβάνει έναν εργαζόμενο, ο οποίος διαθέτει περισσότερες δεξιότητες, από αυτές που απαιτούνται για την κάλυψη της θέσης εργασίας. Η δεύτερη (η οριζόντια) αφορά στις περιπτώσεις όπου η επιχείρηση επιλέγει έναν εργαζόμενο με πιθανώς περισσότερες δεξιότητες από αυτές που απαιτούνται για την κάλυψη της θέσης εργασίας, αλλά και διαφορετικής ειδικότητας.
Από τα παραπάνω μπορεί να εξαχθεί το εξής συμπέρασμα: τα άτομα, τα νοικοκυριά και η οικονομία ως σύνολο καταβάλουν προσπάθεια, χρόνο και πόρους, για την απόκτηση προσόντων και δεξιοτήτων, οι οποίες δεν αξιοποιούνται πλήρως και αποδοτικά.
Πρόκειται για μία σπατάλη πόρων με προεκτάσεις, καταρχάς, σε ατομικό επίπεδο. Οι απόφοιτοι των πανεπιστημίων δύσκολα μπορούν να αποσβέσουν την επένδυση σε ανθρώπινο κεφάλαιο που έχουν πραγματοποιήσει, όταν απασχολούνται σε επαγγέλματα μεσαίων ή χαμηλών δεξιοτήτων, όπου και το επίπεδο των αμοιβών είναι συνήθως χαμηλότερο. Η απόσβεση της επένδυσής τους μπορεί να επιτευχθεί ευκολότερα στο εξωτερικό, όπου είναι πιθανότερη η απασχόλησή τους σε θέσεις εργασίας ανάλογες των προσόντων και δεξιοτήτων τους. Αυτή είναι εξάλλου και μία από τις βασικότερες αιτίες του brain drain.
Σε επίπεδο επιχειρήσεων, η υπερειδικευμένη απασχόληση φαίνεται να δημιουργεί οφέλη σε όρους παραγωγικότητας. Παράλληλα όμως, συνδέεται με χαμηλότερη επαγγελματική ικανοποίηση (job satisfaction) για τους εργαζομένους, που μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την παραγωγικότητά τους, και συχνότερη αντικατάστασή τους.
Σε επίπεδο οικονομίας η απώλεια οικονομικής αποτελεσματικότητας (dead weight loss) είναι ιδιαίτερα υψηλή, καθώς αφιερώνονται σημαντικοί πόροι (υποδομές πανεπιστημίων, δημόσιες δαπάνες σε αμοιβές προσωπικού κλπ) για την παροχή υψηλών δεξιοτήτων στους υπερειδικευμένους απασχολούμενους, οι οποίοι θα μπορούσαν να παράγουν σχεδόν το ίδιο προϊόν ακόμα και χωρίς αυτές.
Η λύση στο παραπάνω πρόβλημα δεν θα μπορούσε να είναι η διακοπή της επένδυσης σε ανθρώπινο κεφάλαιο. Η λύση βρίσκεται στη βελτίωση των προϋποθέσεων που θα καταστήσουν αποδοτικότερη την επένδυση σε αυτό, όπως είναι η δημιουργία καλά αμειβόμενων και υψηλών δεξιοτήτων θέσεων εργασίας σε εξωστρεφείς και δυναμικούς κλάδους της οικονομίας, η αποτελεσματικότερη σύνδεση των εκροών των συστημάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης με την αγορά εργασίας και η ουσιαστική αναβάθμιση της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης. Έτσι, η επένδυση σε ανθρώπινο κεφάλαιο θα είναι αποδοτικότερη και το κίνητρο υποκατάστασης των εργαζομένων μεσαίων ή/και χαμηλών δεξιοτήτων από υψηλά καταρτισμένο εργατικό δυναμικό θα είναι ασθενέστερο.