Η επίκληση στο παρελθόν

Όταν εν έτει 2023 συζητάμε για τον Ανδρέα Παπανδρέου, τον Ελευθέριο Βενιζέλο ή και τον Κωνσταντίνο Καραμανλή κάτι έχει πάει πολύ λάθος.
.
.
Eurokinissi

Η πολιτική τελμάτωση που χαρακτηρίζει την χώρα με αποκορύφωμα την προηγούμενη αλλά δυστυχώς και την παρούσα δεκαετία γίνεται αντιληπτή από ένα και μόνο γεγονός, πέραν των υπολοίπων. Τα πολιτικό μας προσωπικό δεν μπορεί να πείσει ούτε προγραμματικά ούτε με τα επιχειρήματα του τον κόσμο και καταφεύγει μοιραία στην επίκληση στο συναίσθημα της μνήμης. Μνήμης είτε βιωμένης είτε ιστορικής.

Δεν καταφέρνει να «μαγνητίσει» τον κόσμο προς το μέρος του και ανασύρει από το παρελθόν ιστορικές προσωπικότητες των οποίων αυτοπροσδιορίζεται ως συνεχιστής, ούτως ώστε μια θετική θύμηση να κάνει τον κόσμο συναισθηματικά φερόμενος να τους προτιμήσει.

Δυστυχώς αυτό καταδεικνύει την πολιτική μετριότητα της στιγμής. Όταν εν έτει 2023 συζητάμε για τον Ανδρέα Παπανδρέου, τον Ελευθέριο Βενιζέλο ή και τον Κωνσταντίνο Καραμανλή κάτι έχει πάει πολύ λάθος. Άραγε αυτοί οι πολιτικοί άνδρες επικαλούνταν προγενέστερους στις δημόσιες τοποθετήσεις τους;

Όσον αφορά τον πρώτο και τον δεύτερο η απάντηση είναι όχι, για τον Καραμανλή δεν έχω ολοκληρωμένη εικόνα. Γιατί έτσι; Επειδή οι ίδιοι ήταν οι φορείς του «καινούριου». Οι ίδιοι έφερναν την αλλαγή της υπάρχουσας και παγιωμένης κατάστασης. Κατά κανόνα στις πρώτες τους κυβερνήσεις.

Δεν «καταδέχονταν» να επικαλεστούν κανέναν διότι κανένας δεν τους «αρκούσε». Θεωρούσαν εαυτούς, τους μόνους που μπορούσαν να αλλάξουν την πολιτική κατάσταση η οποία υφίστατο μέχρι εκείνη την στιγμή. Τους μόνους που είχαν ουσιαστικό όραμα και πλάνο για την «αλλαγή».

Το έκαναν;

Τηρουμένων των αναλογιών το έκαναν, με τα στρεβλά που γεννήθηκαν από αυτή την διαδικασία όπως συμβαίνει πάντα όταν τολμάς. Δέκα θα φτιάξεις πέντε θα χαλάσεις κι αυτό είναι το κέρδος, για όποιον μπορεί να το δει και να το αντιληφθεί ως τέτοιο, ανάλογα την πολιτική του οπτική και τα όρια του νου του βέβαια.

Τι έκαναν;

Ο μεν Ε. Βενιζέλος έφερνε μαζί του το 1910 το μόνο ολοκληρωμένο και ρεαλιστικό σχέδιο επίτευξης αυτού για το οποίο μιλούσαμε σε όλο το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Την μεγάλη ιδέα. Ο δε Α. Παπανδρέου έφερνε μαζί του το 1981 αυτό για το οποίο «διψούσε» εκείνη την στιγμή η πλειονότητα του Ελληνικού λαού. Τον πλήρη εκδημοκρατισμό της χώρας και την κοινωνική απελευθέρωση, που για να είμαστε ακριβείς και δίκαιοι, τα είχε ξεκινήσει και προωθήσει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής όταν ανέλαβε την πρωθυπουργία μετά την τραγελαφική πτώση των δικτατόρων.

Γι’ αυτό μνημονεύονται ακόμα, τόσα χρόνια μετά και γι’ αυτό παραμένουν «αξεπέραστοι» στον δημόσιο διάλογο. Γιατί οι σύγχρονοι δεν μπορούν να πείσουν ως φορείς πολιτικής «καινοτομίας». Όσο κι αν προσπαθούν δεν μπορούν, ούτε με τον λόγο ούτε με τις πράξεις. Η εμπιστοσύνη του κόσμου στο πολιτικό σύστημα έχει διαρραγεί σημαντικά από την περίοδο των μνημονίων και είναι εξαιρετικά δύσκολο να ξαναχτιστεί και ειδικά με τους όρους της μεταπολίτευσης.

Τραγωδίες όπως αυτή στα Τέμπη απλά επιβεβαιώνουν την ήδη υπάρχουσα έλλειψη εμπιστοσύνης στο πολιτικό σύστημα. Επιβεβαιώνουν πως όποιο κόμμα κι αν βρίσκεται στην εξουσία, για την πλειονότητα του κόσμου η διαφορά θα είναι μικρή έως ελάχιστη.

Με τον πολιτικό «φανατισμό» της μεταπολιτευτικής ζωής να αποτελεί παρελθόν, οι πολίτες δύσκολα πείθονται να πάνε σε συγκεντρώσεις, δύσκολα πείθονται να πάνε να ψηφίσουν εν τέλει. Πλέον η ενασχόληση με τα κοινά μέσω των κομμάτων δεν είναι η «τιμητική» και «υποχρεωτική» διαδικασία που ήταν από το 1974 και μετά, αλλά το ακριβώς αντίθετο ειδικά για την νεολαία.

Σίγουρα επίσης δεν πείθονται από συσχετισμούς με ιστορικές προσωπικότητες όπως αυτές που αναφέραμε πιο πάνω, οι οποίες εν πολλοίς τους είναι άγνωστες ως προς την δράση τουλάχιστον. Πλέον αμφιβάλω αν πείθονται και όσοι έζησαν «εκ του σύνεγγυς» τις δύο πρώτες κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ για παράδειγμα. Ο κόσμος απλά διαλέγει αυτό που θεωρεί το λιγότερο κακό κι αυτό συνήθως είναι ότι του εγγυάται μια υποτυπώδη οικονομική κανονικότητα και «ηρεμία».

Συνήθως οι εθνικές ταπεινώσεις και τραγωδίες γεννούν και σχηματοποιούν τα ανώριμα κοινωνικά αιτήματα κι αυτά με την σειρά τους διαμορφώνουν και ισχυροποιούν τους πολιτικούς φορείς της «αλλαγής».

Τέτοιοι πολιτικοί φορείς ήταν το κόμμα των φιλελευθέρων, το ΠΑΣΟΚ αλλά και η ΝΔ εν μέρει. Κόμματα που δημιούργησαν πλειοψηφίες γιατί αφουγκράστηκαν την «εποχή». Την αφουγκράστηκαν και έπειτα άρχισαν να την διαμορφώνουν όταν κυβέρνησαν.

Σήμερα αυτό ακριβώς λείπει από το ελληνικό πολιτικό σύστημα. Ο πολιτικός φορέας που θα εκφράσει καθαρά και θα μαζικοποιήσει το μεγάλο σύγχρονο κοινωνικό αίτημα το οποίο δεν έχει ωριμάσει ακόμα θεωρώ. Άλλως πως, το νέο κοινωνικό συμβόλαιο πάνω στο οποίο θα δομηθεί μια νέα περίοδος για την Ελληνική δημοκρατία.

Δημοφιλή