Μεταξύ δύο κακών το μη χείρον βέλτιστον. Αυτή η ρήση βγαίνει αυθόρμητα από το στόμα πολλών ψηφοφόρων τα τελευταία χρόνια πριν από τις εκλογές, ιδίως τις εθνικές. Και αυτή η φράση αντικατοπτρίζει το κοινό κριτήριο επιλογής τους για το πολιτικό κόμμα που θα ήθελαν να αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας καθώς βέβαια και τον επόμενο πρωθυπουργό. Ποιός θα είναι ο λιγότερο κακός - επιζήμιος για τη χώρα. Το συναντήσαμε στο τέλος της δεύτερης κυβέρνησης του Κώστα Σημίτη, στο τέλος της δεύτερης κυβέρνησης του Κωνσταντίνου Καραμανλή του νεότερου, στο τέλος της κυβέρνησης του Γεώργιου Παπανδρέου του νεότερου, στο τέλος της κυβέρνησης του Αντώνη Σαμαρά και τώρα στο τέλος της κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα. Τι σκέφτεται μία μεγάλη μάζα των ψηφοφόρων; Παίρνει ως δεδομένο ότι έχει δύο κακές επιλογές μπροστά της και αποφασίζει εν τέλει να ψηφίσει αυτή που θεωρεί λιγότερο βλαπτική για τη χώρα (και αφού βέβαια έχει επέλθει η διάψευση της επιλογής του προηγούμενου «λιγότερου επιζήμιου»).
Κοινή συνισταμένη όλων αυτών των εκλογικών αναμετρήσεων την τελευταία εικοσαετία ήταν η σκέψη μιας μεγάλης μάζας των ψηφοφόρων ότι «Θα ψηφίσω αυτόν, γιατί τον θεωρώ το λιγότερο κακό για τη χώρα». Επομένως το εκλογικό κριτήριο σε αυτές τις περιπτώσεις δεν ήταν θετικό. Δεν ψηφίζω π.χ. το τάδε κόμμα και τον τάδε πρωθυπουργό επειδή το(ν) πιστεύω, αλλά γιατί το(ν) θεωρώ λιγότερο κακό για την Ελλάδα. Αυτή η επιλογή από μόνη της έχει εκπτωτικό χαρακτήρα. Έκπτωση στα θέλω μας, έκπτωση στις ανάγκες μας σαν Ελλάδα, έκπτωση στα χαρακτηριστικά που οφείλει να έχει ο ηγέτης, έκπτωση στο πολιτικό κόμμα και στις λειτουργίες του.
Και βέβαια αυτή η επιλογή κατέληγε μετά από σύντομο σχετικά χρονικό διάστημα, στην ομολογία αυτών των ψηφοφόρων ότι «δεν υπάρχει περίπτωση να ξαναψηφίσω το τάδε κόμμα ή τον δείνα για πρωθυπουργό», ότι «καλύτερα να κοπεί το χέρι παρά να ξαναψηφίσω το συγκεκριμένο κόμμα», ότι «υφάρπαξε την ψήφο μας», ότι «όλοι ίδιοι είναι και δεν θα πάω να ξαναψηφίσω» κλπ.
Απότοκος όλων αυτών των επιλογών είναι να βρίσκεται σήμερα η Ελλάδα σε γενικευμένη παρακμή και να προσπαθεί να ορθοποδήσει μετά από 8 χρόνια μνημονίων. Χαρακτηριστικά παραδείγματα της κακής κατάστασης που βρίσκεται σήμερα η χώρα είναι και τα ακόλουθα:
· Το δημόσιο χρέος της Ελλάδας ανέρχεται στο 179,7% ως ποσοστό του ΑΕΠ (323,38 δις, 2ο τρίμηνο του 2018) κατατάσσοντας τη χώρα πρώτη στην Ευρώπη και δεύτερη στον κόσμο (πίσω από την Ιαπωνία).
· Η Ελλάδα είναι πρώτη σε ανεργία στην Ευρωζώνη με 19% (Ιούλιος 2018)
· Η Ελλάδα είναι στην 108η θέση στους δείκτες οικονομικής ελευθερίας σε σύνολο 163 χωρών, κάτω από την Τανζανία, το Πράσινο Ακρωτήριο, τη Γκάνα, τη Σουαζιλάνδη κλπ.
· Η Ελλάδα είναι 57η χώρα από σύνολο 63 χωρών στην Επετηρίδα της Παγκόσμιας Ανταγωνιστικότητας, λίγο πιο πάνω από τη Μογγολία.
· Η Ελλάδα είναι η 3η χώρα σε υπογεννητικότητα στην Ε.Ε. με μέσο όρο 1,26 παιδιά ανά ζεύγος, όταν για να διατηρηθεί σταθερός ο πληθυσμός της χώρας χρειάζονται 2,1 παιδιά ανά ζεύγος.
Στον επόμενο χρόνο είναι προγραμματισμένο ότι θα διεξαχθούν εθνικές εκλογές. Με ποιό κριτήριο θα ψηφίσουν οι πολίτες; Μήπως ήρθε η ώρα να ψηφίσουν με θετική ψήφο το πολιτικό κόμμα που τους εκφράζει περισσότερο, τα πρόσωπα που τους εμπνέουν μεγαλύτερη εμπιστοσύνη; Μήπως η λογική του «μη χείρον βέλτιστον» δεν εξυπηρετεί πλέον τα συμφέροντα της χώρας; Μήπως η ανακύκλωση των ίδιων πολιτικών κομμάτων δεν ωφελεί περαιτέρω τη χώρα; Μήπως η ανακύκλωση των ίδιων προσώπων δεν έχει να προσφέρει τίποτα διαφορετικό στην Ελλάδα;
Οι Έλληνες έχουν πλέον ανάγκη από πολιτικούς με φρέσκες ιδέες, που βλέπουν την πολιτική όχι ως επάγγελμα και μέσο βιοπορισμού, αλλά που επιθυμούν να επιλύσουν με επαγγελματισμό τα προβλήματα, που έχουν εργαστεί στη ζωή τους και δεν προέρχονται από κομματικές επετηρίδες. Πολιτικούς που ζουν στο παρόν και με βλέμμα προς το μέλλον, ανθρώπους της εποχής. Η εναλλαγή πολιτικών κομμάτων στην εξουσία, που ευθύνονται για τη σημερινή γενικευμένη παρακμή της χώρας δεν είναι το φάρμακο που θα γιατρέψει τις πληγές της χώρας. Αντίθετα είναι λάδι στη φωτιά.
«Το μη χείρον βέλτιστον» για μια τόσο σημαντική απόφαση που έχει να κάνει με την διακυβέρνηση της χώρας, θα ήταν επιθυμητό να εκλείψει ως συλλογιστική. Θα ήταν περισσότερο επωφελές ο κάθε ψηφοφόρος να προσέρχεται στην κάλπη προκειμένου να ψηφίσει θετικά το πολιτικό κόμμα και τους υποψηφίους που επιθυμεί. Γιατί τους πιστεύει ολόψυχα και τους θεωρεί ικανούς να προσφέρουν στην πρόοδο και στη βελτίωση της θέσης της Ελλάδας στο διεθνές στερέωμα. Και όχι γιατί τους θεωρεί λιγότερο κακούς σε σύγκριση με τους άλλους. Για το λόγο αυτό και για να υπάρχουν περισσότερες και καλύτερες επιλογές για τους ψηφοφόρους θα ήταν θεμιτό περισσότεροι άξιοι και ικανοί άνθρωποι να σηκωθούν από τον καναπέ τους και να αναμειχθούν περισσότερο με τα κοινά! Η πατρίδα το χρειάζεται! Οι καιροί ου μενετοί!