Εικοσιπέντε χρόνια πριν το κλασικό, πλέον, μυθιστόρημά του ”Δράκουλας” εκτοξεύσει τον Αβραάμ ”Μπραμ” Στόκερ (8 Νοεμβρίου 1847 – 20 Απριλίου 1912) στη λογοτεχνική καταξίωση, ο εικοσιτετράχρονος τότε επίδοξος συγγραφέας χρησιμοποίησε την επιστολογραφία για ένα αριστούργημα διαφορετικού είδους. Μήνες προτού δημοσιευτεί το πρώτο του διήγημα, συνέταξε μια εκπληκτική επιστολή θαυμασμού και λατρείας προς το μεγάλο λογοτεχνικό του είδωλο: τον ποιητή Ουώλτ Ουίτμαν (31 Μαΐου 1819 – 26 Μαρτίου 1892).
Είχε μαγευτεί από τον Ουίτμαν όταν η συλλογή ”Φύλλα Χλόης” (Leaves of Grass) πρωτοδημοσιεύτηκε στην Αγγλία το 1868, και συμπεριλάμβανε τον εκπληκτικό πρόλογο του ίδιου του Ουίτμαν από την έκδοση του 1855. Ο Στόκερ θα αφηγηθεί αργότερα ότι από τότε, ήθελε να ανοίξει την καρδιά του «αλλά ντρεπόταν κατά κάποιον τρόπο ή δίσταζε». Τον Φεβρουάριο του 1872, η στιγμή για αυτή την... έκρηξη συναισθημάτων φαινόταν να είχε φτάσει.
Ωστόσο όπως τονίζει η Μαρία Πόποβα, ”ήταν μια φευγαλέα στιγμή θάρρους -ο Στόκερ δεν άντεχε να ταχυδρομήσει τη θαυμάσια επιστολή του. Για τέσσερα χρόνια, στοίχειωνε το γραφείο του”.
Ωσπου, ανήμερα του Αγίου Βαλεντίνου του 1876, ο Στόκερ έγραψε τελικά στον Oυίτμαν, επισυνάπτοντας με το νέο του γράμμα την μη απεσταλμένη, προηγούμενη εξομολόγηση. Και οι δύο επιστολές δημοσιεύτηκαν για πρώτη φορά στη βιογραφία του Στόκερ που συνέγραψε ο Ντέιβιντ Τζ. Σκαλ, “Something in the Blood: The Untold Story of Bram Stoker, the Man Who Wrote Dracula (δημόσια βιβλιοθήκη)”.
Ο Στόκερ -στα 28 του πλέον και συγγραφέας τριών δημοσιευμένων διηγημάτων που είχαν δημοσιευτεί σε αγγλικά και ιρλανδικά περιοδικά- γράφει:
″Αγαπητέ μου κύριε Oυίτμαν.
Ελπίζω ότι δεν θα εκλάβετε αυτό το γράμμα από έναν εντελώς ξένο ως θράσος. Πράγματι, δεν αισθάνομαι ξένος μαζί σας, ούτε αυτό είναι το πρώτο γράμμα που σας έγραψα. Ο φίλος μου Έντουαρντ Ντάουντεν μου έχει συχνά αναφέρει ότι σας αρέσουν οι νέες γνωριμίες ή καλύτερα, οι νέοι φίλοι. Και ως παλιός σας φίλος σας στέλνω μια εκμυστήρευση που μπορεί να σε ενδιαφέρει. Πριν από τέσσερα χρόνια έγραψα το συνημμένο προσχέδιο μιας επιστολής που σκόπευα να αντιγράψω και να σας στείλω -από τότε παραμένει στο γραφείο μου- όταν άκουσα ότι σας απευθύνονται ως κύριο Ουίτμαν. Αυτό τα λέει όλα και δεν χρειάζεται σχολιασμό. Είναι τόσο αληθινά αυτά που ήθελα να σας πω όσο και ότι το φως είναι, πράγματι φως. Τα τέσσερα χρόνια που μεσολάβησαν με έκαναν να αγαπήσω τη δουλειά σας τετραπλάσια και μπορώ να πω ειλικρινά ότι μιλούσα για σας ως ένα φίλο. Γνωρίζετε τι εχθρική κριτική προκαλεί μερικές φορές το έργο σας εδώ, και βρίσκομαι σ′ έναν αέναο πόλεμο με πολλούς φίλους για λογαριασμό σας. Χαίρομαι όμως που μπορώ να πω ότι υπήρξα το μέσο για να γίνει γνωστή η δουλειά σας σε πολλούς που στην αρχή ήταν χλευαστές. Τα χρόνια που πέρασαν δεν ήταν χωρίς εκπλήξεις για μένα, και ένιωσα, σκέφτηκα και υπέφερα πολλά στη διάρκεια τους, και μπορώ να πω ειλικρινά ότι πήρα μεγάλη χαρά και παρηγοριά από εσάς- και πιστεύω ότι ο ανοικτός, ειλικρινής λόγος σας δεν χαραμίστηκε πάνω μου ή ότι η ζωή και η σκέψη μου αποτυγχάνουν να σημαδευτούν από την εντύπωσή του. Το γράφω ανοιχτά γιατί νιώθω ότι μαζί σας πρέπει όλοι να μιλούν κατ′ αυτόν τον τρόπο. Μόλις είχαμε μια έντονη λογομαχία απόψε για την ιδιοφυΐα σας στη Λέσχη Fortnightly, όπου είχα το προνόμιο να διατυπώσω τις απόψεις μου — νομίζω με επιτυχία. Μην με θεωρείτε αναιδή που το γράφω. Ελπίζω μόνο να συναντηθούμε κάποια στιγμή και ίσως μπορέσω να πω αυτό που δεν μπορώ να γράψω. Ο Ντάουντεν υποσχέθηκε να μου πάρει ένα αντίγραφο της νέας σας έκδοσης και ελπίζω ότι για οποιαδήποτε άλλο έργο σας θα μου επιτρέψετε να είμαι πάντα ο πρώτος συνδρομητής του. Λυπάμαι που δεν είστε καλά. Πολλοί από εμάς ελπίζουμε να σας δούμε στην Ιρλανδία. Είχαμε κανονίσει να κάνουμε μια συνάντηση για εσάς. Δεν ξέρω αν σας αρέσει να λαμβάνετε γράμματα. Αν όντως σας αρέσει, θα χαρώ πολύ να σας στείλω νέα για το πώς διαμορφώνονται οι σκέψεις μεταξύ των ανδρών που γνωρίζω. Με τις πιο αληθινές ευχές για την υγεία και την ευτυχία σας, πιστέψτε με.
Ο φίλος σας
Μπραμ Στόκερ”.
Εσωκλείεται στην παραπάνω επιστολή η παθιασμένη, προηγουμένως μη σταλμένη εξομολόγηση του Στόκερ, η οποία ξεκινά με μια απότομη, απερίφραστη ευθύτητα.
″Αν είσαι ο άνδρας που θαρρώ πως είσαι, θα σου αρέσει που λαμβάνεις αυτό το γράμμα. Αν δεν είσαι, δεν με νοιάζει αν σου αρέσει ή όχι και σου ζητάω μόνο να το ρίξεις στη φωτιά χωρίς να διαβάσεις περαιτέρω. Αλλά πιστεύω ότι θα σου αρέσει. Δεν νομίζω ότι κανένας ζωντανός άνδρας, ακόμα κι εσύ που είσαι υπεράνω των προκαταλήψεων της τάξης των μικρόψυχων ανδρών, δεν θα ήθελε να λάβει ένα γράμμα από έναν νεότερο άνδρα, έναν άγνωστο, σε όλο τον κόσμο - έναν άνδρα που ζει σ′ ένα περιβάλλον προκατειλημμένο για τις αλήθειες που υμνείς και τον τρόπο που το πράττεις. Η ιδέα που ορθώνεται στο μυαλό μου είναι αν οποιοσδήποτε ζωντανός άνδρας θα είχε το κουράγιο να κάψει ένα γράμμα στο οποίο θα ένιωθε το παραμικρό άτομο ενδιαφέροντος, χωρίς πρώτα να το διαβάσει. Πιστεύω ότι εσύ θα το έκανες και ότι πιστεύεις ότι θα το έκανες μόνος σου. Μπορείς να το κάψεις τώρα και να δοκιμάσεις τον εαυτό σου και το μόνο που θα ζητήσω για τον κόπο μου να γράψω αυτό το γράμμα -με το οποίο ίσως να ανάψεις την πίπα σου ή να το χρησιμοποιήσεις σε κάποιον ακόμα πιο άδοξο σκοπό - είναι ότι θα με αφήσεις με κάποιο τρόπο να μάθω ότι τα λόγια μου έχουν δοκιμάσει τoν εκνευρισμό σου. Βάλτε το στη φωτιά αν θες -αλλά αν το κάνεις θα χάσεις την ευχαρίστηση της επόμενης πρότασης η οποία οφείλει να είναι ότι έχεις κατακτήσει μια ανάξια παρόρμηση. Ένας άνθρωπος που είναι σίγουρος για τον εαυτό του μπορεί να προσπαθήσει να δώσει θάρρος στον εαυτό του μ′ ένα κομμάτι μπράβο, αλλά ένας άνθρωπος που μπορεί να γράψει, όπως εσύ, τις πιο ανυπόκριτες λέξεις που έπεσαν ποτέ από τα χείλη ενός θνητού ανθρώπου - ενός ανθρώπου του οποίου η ειλικρίνεια καθιστά τις ”Οι Εξομολογήσεις” του Ρουσσώ επιφυλακτικότητα -δεν μπορεί να φοβάται τo δικό του σθένος. Εάν έχεις φτάσεις ως εδώ, διάβασε όλη την επιστολή. Νιώθω τώρα που σου γράφω ότι σου μιλώ. Αν ήμουν μπροστά σου, θα ήθελα να σου σφίξω τα χέρια, γιατί αισθάνομαι πως θα μου άρεσες. Θα ήθελα να ΣΕ αποκαλέσω Σύντροφε και να σου μιλήσω όπως άνδρες που δεν είναι ποιητές, σπάνια μιλούν. Νομίζω ότι αρχικά ένας άνδρας θα ντρεπόταν, γιατί ένας άνδρας δεν μπορεί σε μια στιγμή να κόψει τη συνήθεια της συγκριτικής επιφυλακτικότητας που του έχει γίνει δεύτερη φύση, αλλά ξέρω ότι δεν θα ντρεπόμουν για πολύ να είμαι αληθινός μπροστά σου. Είσαι αληθινός άνδρας, και θα ήθελα και εγώ να γίνω ένας, έτσι ώστε να ήμουν απέναντί σου όπως ένας αδελφός και ένας μαθητής στον δάσκαλο του. Στην εποχή μας κανένας δεν γίνεται άξιος ονόματος χωρίς προσπάθεια. Έχεις αποτινάξει τα δεσμά και τα φτερά σου είναι ελεύθερα. Εγω έχω ακόμα τα δεσμά πάνω στους ώμους μου -αλλά όχι φτερά. Εάν πρόκειται να διαβάσεις αυτό το γράμμα περαιτέρω, θα πρέπει να ξέρεις ότι δεν είμαι διατεθειμένος να σου πω «παρατάω όλα τα άλλα» όσο αυτό μπορεί να ειπωθεί με λόγια. Το μόνο πράγμα που είμαι διατεθειμένος να εγκαταλείψω είναι η προκατάληψη, και πριν σε γνωρίσω είχα ξεκινήσει να ρίχνω στη θάλασσα το φορτίο μου, αλλά όχι εντελώς ακόμα. Δεν ξέρω πώς θα εκλάβεις αυτό το γράμμα. Δεν σου έχω απευθυνθεί με καμία τυπικότητα καθώς ακούω ότι αντιπαθείς ως ένα βαθμό τα συμβατικά λόγια στα γράμματα. Σου γράφω γιατί είσαι διαφορετικός από τους άλλους άνδρες. Αν ήσουν το ίδιο με τη μάζα δεν θα έγραφα καθόλου. Όπως έχουν τα πράγματα, πρέπει είτε να σε αποκαλώ Ουώλτ Ουίτμαν είτε τίποτε άλλο -και επέλεξα το δεύτερο. Δεν το γνωρίζω αν είναι ασυνήθιστο για σένα να λαμβάνεις γράμματα από εντελώς αγνώστους που δεν έχουν καν το δικαίωμα να επικαλεστούν τη λογοτεχνική αδελφότητα προκειμένου να σου γράψουν. Εάν όντως είναι, πρέπει να βασανίζεσαι τρομερά με τις επιστολές και λυπάμαι που σου έγραψα αυτό το γράμμα. Έχω, ωστόσο, την αξίωση ότι μου αρέσεις -γιατί τα λόγια σου είναι η ίδια σου η ψυχή και ακόμη κι αν δεν διαβάσεις το γράμμα μου, δεν είναι καθόλου δυσάρεστο για μένα που το έγραψα. Η (σ.σ Μαίρη) Σέλλεϋ (σ.σ συγγραφέας του Φρανκενστάιν) έγραψε στον Oυίλιαμ Γκόντγουιν και έγιναν φίλοι. Δεν είμαι η Σέλλεϋ και δεν είσαι ο Γκόντγουιν και συνεπώς ελπίζω μονάχα ότι κάποια στιγμή μπορεί να σε συναντήσω πρόσωπο με πρόσωπο και ίσως να σου σφίξω τα χέρια. Αν το κάνω ποτέ, θα είναι μια από τις μεγαλύτερες απολαύσεις της ζωής μου… Ο τρόπος που σε γνώρισα ήταν ο εξής. Μια σημείωση για τα ποιήματά σου εμφανίστηκε πριν από περίπου δύο χρόνια ή και περισσότερα στο περιοδικό Temple Bar. Την κοίταξα και θέωρησα τα ρητά της ως οριστικά, και γέλασα μαζί σου ανάμεσα σε φίλους. Το λέω προς ντροπή μου, αλλά χωρίς να μετανιώσω γιατί μου έδωσε ένα μάθημα που θα κρατήσει σε όλη μου τη ζωή - χωρίς καν να έχω δει ποτέ τα ποιήματά σου. Ενα χρόνο αργότερα άκουσα δύο άντρες στο Κολλέγιο να μιλούν για σένα. Ένας από αυτούς είχε το βιβλίο σου (έκδοση του Rossetti) και διάβαζε δυνατά μερικά αποσπάσματα στα οποία και οι δύο γελούσαν. Επέλεξαν μόνο εκείνα τα αποσπάσματα που είναι πιο ξένα στα αυτιά των Βρετανών και τα κορόιδευαν. Συνειδητοποίησα ότι σε είχα κρίνει βιαστικά. Πήρα σπίτι τον τόμο και διάβασα ως αργά τη νύχτα. Εκτοτε, πρέπει να σε ευχαριστήσω για τις πολλές χαρούμενες ώρες, γιατί διάβασα τα ποιήματά σου με την πόρτα μου κλειδωμένη αργά το βράδυ και τα διάβασα στην ακροθαλασσιά όπου μπορούσα να κοιτάξω γύρω μου χωρίς να μην δω κανένα σημάδι ανθρώπινης ύπαρξης από τα πλοία έξω στη θάλασσα: και εδώ βρέθηκα συχνά να ξυπνάω από μια ονειροπόληση με το βιβλίο ανοιχτό μπροστά μου. Λατρεύω όλη την ποίηση και οι ευγενείς, γενναιόδωρες σκέψεις κάνουν τα δάκρυα να χύνονται με ορμή στα μάτια μου, αλλά μερικές φορές μια λέξη ή μια φράση σου με απομακρύνει από τον κόσμο γύρω μου και με στέλνει σε μια ιδεώδης χώρα που περιβάλλεται από περισσότερες πραγματικότητες από οποιοδήποτε ποίημα διάβασα ποτέ μου. Πέρυσι καθόμουν στην παραλία μια καλοκαιρινή μέρα και διάβαζα τον πρόλογό σου για τα Φύλλα Χλόης όπως τυπώθηκε στην έκδοση του Rossetti (γιατί του Rossetti είναι η μοναδική που έχω μέχρι να πάρω την ανθολογία των έργων σου που έχω παραγγείλει από την Αμερική). Μια σκέψη μου ήρθε και την συλλογίστηκα για αρκετές ώρες - «τα θαλασσοδαρμένα καράβια εισέρχονται σε νέα λιμάνια», εσύ που έγραψες αυτές τις λέξεις τις καταλαβαίνεις καλύτερα από μένα: και για σένα που υμνείς τη χώρα της προόδου σου οι λέξεις έχουν ένα νοήμα που μονάχα να φανταστώ μπορώ. Αλλά να είσαι βέβαιος για αυτό Ουώλτ Ουίτμαν - ότι ένας άνδρας με λιγότερα από τα μισά σου χρόνια, που μεγάλωσε συντηρητικά σε μια συντηρητική χώρα και που πάντα άκουγε το όνομά σου να κακολογείται από μια μεγάλη μάζα των ανθρώπων όταν το αναφέρουν, εδώ (σ.σ στην Ιρλανδία) ένιωσε την καρδιά του να ξεχύνεται προς το μέρος σου πέρα από τον Ατλαντικό και η ψυχή του να φουσκώνει από τις λέξεις ή μάλλον τις σκέψεις. Είναι μάταιο για μένα να παραθέσω περιπτώσεις για το ποιες δικές μου σκέψεις για σένα μ′ αρέσουν περισσότερο -γιατί μου αρέσουν όλες και πρέπει να αισθανθείς ότι διαβάζεις τα αληθινά λόγια κάποιου που συμπάσχει μαζί σου. Βλέπεις, σε αποκάλεσα με το όνομά σου. Ήμουν πιο ειλικρινής μαζί σου -σου είπα περισσότερα για τον εαυτό μου απ′ ό,τι έχω πει ποτέ σε κανέναν άλλον πριν. Δεν θα έχεις θυμώσει μαζί μου αν έχεις διαβάσει έως εδώ. Δεν θα έχεις γελάσεις μαζί μου που σου έγραψα. Δεν ήταν μικρή η προσπάθεια να αρχίσω να γράφω και νιώθω απρόθυμος να σταματήσω, αλλά δεν πρέπει να σε κουράσω άλλο. Αν ποτέ θελήσεις περισσότερα, από όσα φαντάζεσαι, γιατί έχεις μεγάλη καρδιά, πόσο μεγάλη χαρά θα μου έδινε να σου γράψω περισσότερα. Πόσο γλυκό είναι για έναν δυνατό υγιή άνδρα με γυναικείο μάτι και παιδικές επιθυμίες να νιώθει ότι μπορεί να μιλήσει σε έναν άνδρα που μπορεί να είναι αν το θελήσει πατέρας και αδελφός και γυναίκα στην ψυχή του. Δεν νομίζω ότι θα γελάσεις, Ουώλτ Ουίτμαν, ούτε θα με περιφρονήσεις, αλλά σε κάθε περίπτωση σε ευχαριστώ για όλη την αγάπη και τη συμπάθεια που μου έδωσες κοινά σαν του λόγου μου.
Μπραμ Στόκερ”
Οπως επισημαίνει η Μαρία Πόποβα, ο Στόκερ εργαζόταν τότε στο θέατρο στο Δουβλίνο και ήταν ακόμα εργένης -ένα γεροντοπαλίκαρο για τα δεδομένα της εποχής. Όταν παντρεύτηκε στα τριάντα του χρόνια, έκανε ένα λευκό γάμο με μια καλλονή, την Φλόρενς Μπάλκομπ, που προηγουμένως είχε σχέση με τον Όσκαρ Ουάιλντ, με τον οποίο, ο Στόκερ ταυτιζόταν έντονα. Οι πλούσιοι ομοερωτικοί υπαινιγμοί στα ”Φύλλα της Χλόης” δεν θα μπορούσαν να περάσουν απαρατήρητοι από τον Στόκερ, του οποίου ο Δράκουλας αντηχεί παρεμφερή θέματα.
Μόλις τρεις εβδομάδες αργότερα - δηλαδή το ταχύτερο δυνατόν, σύμφωνα με τα δεδομένα της υπερατλαντικής αλληλογραφίας εν έτει 1876 - ο Ουίτμαν απάντησε από το Νιου Τζέρσεϋ όπου βρισκόταν σε ανάρρωση από το παραλυτικό εγκεφαλικό που τον είχε αφήσει βαριά ανάπηρο τρία χρόνια νωρίτερα. Σε μια επιστολή από τις 6 Μαρτίου, γράφει στον νεαρό θαυμαστή του:
”Μπραμ Στόκερ,
Αγαπητέ μου νεαρέ, - τα γράμματά σου ήταν πολύ ευπρόσδεκτα για εμένα - με καλωσόρισες πρώτα ως Πρόσωπο και μετά ως Συγγραφέα - δεν ξέρω ποιό από τα δύο περισσότερο. Έκανες πολύ καλά που μου έγραψες τόσο αντισυμβατικά, τόσο φρέσκα, τόσο αντρίκια και επίσης στοργικά. Κι εγώ ελπίζω (αν και δεν είναι πιθανό) ότι κάποια μέρα θα συναντηθούμε από κοντά. Εν τω μεταξύ, σου στέλνω τη φιλία μου και τις ευχαριστίες μου.
Η επιστολή του Έντουαρντ Ντάουντεν που περιέχει μεταξύ άλλων τη συνδρομή σας για ένα αντίγραφο της νέας μου έκδοσης μόλις ελήφθη. Θα στείλω το βιβλίο πολύ σύντομα με express σε πακέτο στη διεύθυνσή του. Μόλις έγραψα στον Ε.Ν.
Το σώμα μου έχει καταρρεύσει - αναμφίβολα μόνιμα - από παράλυση και άλλες παθήσεις. Αλλά έχω σηκωθεί και ντύνομαι, και βγαίνω κάθε μέρα λίγο έξω, ζω εδώ αρκετά μοναχικά, αλλά εγκάρδια και με καλή διάθεση. -Γράψε μου ξανά”.
Έτσι ξεκίνησε μια λογοτεχνική φιλία που κράτησε μέχρι τον θάνατο του Ούιτμαν το 1892 και αποδείχτηκε ότι ήταν τελικά τόσο ευπρόσδεκτη στον σπουδαίο Αμερικανό λογοτέχνη και ποιητή όσο και στον Ιρλανδό μεγαλύτερο θαυμαστή του.
Πηγή: themarginalian.org