Η ηθική αποτελμάτωση και ο πολιτικός κατακερματισμός της Ευρώπης

Πώς είναι δυνατόν να εξακολουθούμε να μιλάμε για τα ευρωπαϊκά ιδεώδη, όταν αυτά απροστάτευτα, βάλλονται από παντού;
sankai via Getty Images

Η Ευρώπη βρίσκεται σε αδιέξοδο. Η παρούσα ηθική και πολιτική αποτελμάτωση αποτελούν το τελευταίο στάδιο μιας μακράς διαδικασίας υποβάθμισης του ρόλου και της λειτουργίας της Ένωσης. Τα ευρωπαϊκά ιδεώδη -τα οποία δεν χαρίστηκαν αλλά κατακτήθηκαν- φαίνεται να έχουν πάψει να αποτελούν σημείο αναφοράς. H EE έχει σταματήσει να εμπνέει, ο ρόλος της στο παγκόσμιο σύστημα κατανομής ισχύος περιορίζεται σημαντικά σε σχεδόν αποκλειστικά συμβολικού χαρακτήρα παρεμβάσεις, ενώ η προβληματική ρητορική της Ένωσης - σε συνδυασμό με τον τρόπο που αντιμετώπισε τις κυριότερες γεωπολιτικές και δημοσιονομικές προκλήσεις - συμβάλλει ώστε το ευρωπαϊκό εγχείρημα να σταματήσει να είναι ελκυστικό.

Με πρωτοβουλία της Γαλλικής προεδρίας άνοιξε ξανά η συζήτηση για τον ήδη πολυσυζητημένο ευρωπαϊκό στρατό. Πώς είναι δυνατόν να μιλάμε για τη δημιουργία ευρωπαϊκού στρατού όταν δεν έχουμε καταλήξει σε μία συμπαγή και από κοινού συμφωνημένη εξωτερική πολιτική; «Συνεχίζουμε να παρέχουμε βοήθεια στην Ουκρανία», δήλωσε προσφάτως ο Γάλλος πρόεδρος, αλλά δεν υπάρχει περίπτωση να πατήσει ουκρανικό έδαφος ο γαλλικός στρατός, μέχρι να επιτευχθεί συμφωνία κατάπαυσης του πυρός. Άρα, συνεχίζουμε να στεκόμαστε στο πλευρό της Ουκρανίας χωρίς όμως να διευκρινίζουμε το πώς (εκτός από την παροχή οικονομικής υποστήριξης, που όπως δείχνει η πορεία του πολέμου δεν αρκεί).

Το ερώτημα που δημιουργείται είναι πώς είναι δυνατόν να εξακολουθούμε να μιλάμε για τα ευρωπαϊκά ιδεώδη, όταν αυτά απροστάτευτα, βάλλονται από παντού; Η ΕΕ απομακρύνθηκε από τον ίδιο της τον εαυτό, απομακρύνθηκε από τις δικές της ιδρυτικές αξίες και αυτό πληρώνει τώρα. Δεύτερο κόμμα στη Γερμανία η Ακροδεξιά, ενώ στη Γαλλία η Λεπέν συνεχίζει να καρπώνεται την ανικανότητα της κυβέρνησης να δώσει λύσει στα πραγματικά προβλήματα που ταλανίζουν τη μεσαία τάξη και τα κατώτερα κοινωνικοοικονομικά στρώματα (άσχετα αν οι πρόσφατες εξελίξεις δείχνουν πως αλλάζει το τοπίο). Στην Αυστρία έπειτα από πέντε μήνες προσπάθειας, συμφώνησαν εν τέλει στο κυβερνητικό σχήμα, με την αντιπολίτευση να ασκείται και πάλι από την ακροδεξιά. Αν μπουν στο κάδρο η Ουγγαρία του Ορμπάν και η Ιταλία της Μελόνι γίνεται καλύτερα αντιληπτό το μέγεθος του προβλήματος και του πολιτικού αδιεξόδου.

Ταυτόχρονα, η Ευρωπαϊκή επιτροπή και η πολιτική ηγεσία των παραδοσιακών ευρωπαϊκών κρατών (Γαλλία - Γερμανία) αρκείται στο να επιρρίψει την ευθύνη για την άνοδο της Ακροδεξιάς στην εκλογή του Τραμπ. Αρνείται να ξεκινήσει μια στοιχειώδη απόπειρα αυτοκριτικής για τα λάθη που διαπράχθηκαν στο παρελθόν και να αναδείξει τα πραγματικά προβλήματα, που επιμελώς εξακολουθούν να μπαίνουν κάτω από τα χαλί. Λάθη που αφορούν τον χειρισμό της οικονομικής κρίσης, όπου οι πολιτικές λιτότητας και η συνεχής εφαρμογή μέτρων περιοριστικής δημοσιονομικής πολιτικής εξόντωσαν τη μεσαία τάξη στο σύνολο της ευρωπαϊκής επικράτειας, αλλά και την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης και της πράσινης μετάβασης.

Η μικρομεσαία τάξη είναι αυτή που είδε τα εισοδήματά της να μην επανέρχονται ποτέ στα προ κρίσης επίπεδα και η μικρομεσαία τάξη (ειδικότερα αυτοί που ανήκουν στα κατώτερα εισοδηματικά κλιμάκια) είναι αυτή που ριζοσπαστικοποιείται προς τα δεξιά. Μην ξεχνάμε πως όταν ο κοινωνικός ιστός διαβρώνεται και αποσυντίθεται, ο κόσμος είναι πιο εύκολο να ριζοσπατικοποιηθεί προς τα δεξιά. Αντίθετα, η ριζοσπαστικοποίηση προς τα αριστερά απαιτεί γνώσεις, κουλτούρα, αγώνες και την ύπαρξη ενός σταθερού ηθικού αξιακού πλέγματος. Όταν ο μέσος Ευρωπαίος δυσκολεύεται να ανταπεξέλθει στις οικονομικές υποχρεώσεις του μήνα του, είναι δύσκολο να ακολουθήσει το δύσκολο μονοπάτι. Αντίθετα, είναι πιο εύκολο να παρασυρθεί από τις σειρήνες της Ακροδεξιάς, η οποία υπόσχεται άμεσες λύσεις, εύκολες και κατανοητές. Ο κόσμος έχει ανάγκη να ακούσει μια φωνή και στην προκειμένη περίπτωση αυτή, που ακούγεται πιο δυνατά, είναι η φωνή του Τραμπ, της Λεπέν και της AfD.

Υπάρχουν ωστόσο και άλλες προβληματικές πτυχές στη συγκυρία τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο. Χρησιμοποιώντας ως άλλοθι την εκλογή Τραμπ, οι περισσότερες πολυεθνικές έχουν ήδη προβεί σε εγκατάλειψη πολιτικών, που αφορούν την ισότητα και τη βιώσιμη ανάπτυξη. Ό,τι είχε διαμορφωθεί τα τελευταία 30 χρόνια ως θεμελιακή προσπάθεια δόμησης μιας κοινωνίας, πιο πράσινης, πιο δίκαιας και πιο συμπεριληπτικής, αρχίζει και ξηλώνεται. Αντίθετα, η παγκόσμια πολεμική βιομηχανία αναπτύσσεται και όπως διαφαίνεται θα συνεχίζει να αναπτύσσεται. Τα 800 δισ. ευρώ, που προορίζονται για τη στρατιωτική αναβάθμιση της ΕΕ και ανακοινώθηκαν ως η ευρωπαϊκή απάντηση στις σύγχρονες γεωπολιτικές προκλήσεις, είναι μόνο η αρχή.

Αναμφίβολα, οι ευρωπαϊκές βιομηχανίες που ειδικεύονται στην παραγωγή εξοπλισμών και πολεμικού υλικού θα επωφεληθούν, αλλά τη μερίδα του λέοντος θα την υφαρπάξουν οι αντίστοιχες αμερικανικές, όταν η πολιτική ηγεσία της ΕΕ θα εκβιαστεί ευθαρσώς από τον πρόεδρο Τραμπ για το πού θα κατευθύνει τα κεφάλαιά της. Κάτι το οποίο με βάση τις πρακτικές που ακολουθεί ο Αμερικάνος πρόεδρος είναι θέμα χρόνου να συμβεί. Ακόμα όμως και αυτό να μην συμβεί, και το σύνολο των εξοπλισμών να παραχθεί από εταιρείες ευρωπαϊκών συμφερόντων δεν έχει διευκρινιστεί ακόμα ο τρόπος. Δεν έχει διευκρινιστεί ποια φόρμουλα θα βρεθεί, ώστε να επιτευχθεί ο περιβόητος συντονισμός της ευρωπαϊκής βιομηχανίας.

Μέχρι στιγμής το βασικό μοτίβο που ακολουθείται είναι να δημιουργούν οι χώρες εμπορικές συμφωνίες και σε πολλές περιπτώσεις, ακόμα και συμμαχίες εναντίον άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Κάτι τέτοιο έγινε και στην περίπτωση της πράσινης μετάβασης, όπου πράσινο βαπτίστηκε ό,τι εξυπηρετούσε τα εθνικά συμφέροντα της κάθε χώρας. Σε συνέχεια των παραπάνω δεν πρέπει να υποτιμηθεί το γεγονός πως, εφόσον οι χώρες έχουν εκχωρήσει σε μεγάλο βαθμό τη νομοθετική διαδικασία στην ΕΕ, όσο αυξάνονται οι επενδύσεις τόσο θα αυξάνεται και η γραφειοκρατία.

Με δυο λόγια αλλάζει το αφήγημα σε ένα σημείο καμπής με ιστορικές αναδιατάξεις και ανατροπές σε παγκόσμιο επίπεδο. Από τη ρητορική της ανάγκης αντιμετώπισης των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής, την κουλτούρα της εταιρικής ευθύνης και την εφαρμογή βιώσιμων πολιτικών περνάμε στη νέα εποχή, της υποβάθμισης του κλιματικού κινδύνου και της ανάγκης κλιματικής προσαρμογής των κοινωνιών και των οικονομιών. Στο γεωπολιτικό πεδίο ισχυροποιείται επίμονα το επιχείρημα ότι ο κίνδυνος εξ Ανατολάς είναι πιο υπαρκτός από ποτέ, όπως μας ενημέρωσε ο Γάλλος πρόεδρος. Γι’ αυτό υπάρχει αυτός ο εξοπλιστικός πυρετός, ώστε να μην επιτραπεί στη Ρωσία να εισβάλει πρώτα στο Παρίσι και μετά να καταλάβει μέχρι και τη… Λισαβώνα (!). Την ίδια στιγμή οι οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες εξακολουθούν να εντείνονται, οι μισθοί αυξάνονται με πολύ μικρότερους ρυθμούς από ότι αυξάνονται οι τιμές των προϊόντων, ενώ οι θεσμοί έχουν χάσει το κύρος τους και αδυνατούν να παίξουν αποτελεσματικά τον ρόλο τους. Αλλά αυτά εικάζω, πως δεν αποτελούν άξια προς επίλυση προβλήματα εφόσον όπως είπαμε η Ευρωπαϊκή Ένωση προέχει να εξοπλιστεί, ώστε να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά η ρωσική απειλή.

Όσες εκατοντάδες δισεκατομμύρια κι αν κατευθύνουν στην ευρωπαϊκή άμυνα, για τα επόμενα 5-7 χρόνια (το αισιόδοξο σενάριο), η ΕΕ δεν θα είναι σε θέση να αποκτήσει επιχειρησιακή ικανότητα και σοβαρή στρατιωτική ισχύ, κατά τα αμερικανικά πρότυπα. Αντίθετα, αν δεν καταβληθούν άμεσες προσπάθειες, που να αποσκοπούν στην αναβάθμιση της καθημερινότητας του μέσου Ευρωπαίου, το άμεσο μέλλον προβλέπεται ζοφερό ενώ οι ήδη προβληματικές πολιτικές δομές ενδέχεται να διαβρωθούν ολοκληρωτικά, ενισχύοντας τον ακροδεξιό λαϊκισμό.

Δημοφιλή