″Έβλεπα ένα άρθρο σε ένα μεγάλο και αξιόπιστο ιστότοπο που αν και δημοσιεύτηκε πριν λίγο καιρό (περίπου δύο εβδομάδες πριν), ωστόσο έχει, θεωρώ, τη σημασία του και αφορά την εξυγίανση των ναυπηγείων Ελευσίνας. Το άρθρο αναφερόταν ότι από την εταιρεία διαχείρισης του ναυπηγείου δόθηκε η διαβεβαίωση ότι στις αρχές Απριλίου θα γίνουν οι απαραίτητες ενέργειες, ώστε ο φάκελος εξυγίανσης των ναυπηγείων υπό την Onex να κατατεθεί στα αρμόδια δικαστήρια.
Φυσικά είναι γνωστή η τοποθέτηση του αρμόδιου Υπουργού, κ. Άδωνι Γεωργιάδη σε σχετική εκδήλωση που είχε λάβει χώρα πριν λίγο διάστημα για τη συνεργασία Onex με την ιταλική εταιρεία Fricantieri για το εγχείρημα επένδυσης στα συγκεκριμένα ναυπηγεία, ότι ”το Ναυπηγείο Ελευσίνος δεν κλείνει, τελεία και παύλα. Είναι απόφαση του πρωθυπουργού να προχωρήσουμε το σχέδιο της ONEX”...
Είναι γεγονός, ότι η Ελλάδα έχει πρόβλημα στις επενδύσεις, και αυτό όχι μόνο γιατί δεν είναι ελκυστική (αν και τα τελευταία 3 χρόνια κινείται σε πολύ σοβαρή ρότα για την προσέλκυση επενδυτών) , αλλά γιατί πολλές φορές το Κράτος προσπαθεί να εξυγιάνει υφιστάμενες επενδυτικές δραστηριότητες που, ωστόσο για δεκαετίες κρίνονται ιδιαίτερα ζημιογόνες... Είναι γνωστά τα χρέη των ναυπηγείων της Ελευσίνας, κυρίως προς το δημόσιο, αλλά και προς ιδιώτες (ως επί το πλείστον τράπεζες), που μία εξυγίανση σε βάθος μπορεί να γίνει μόνο με νομοθετική ρύθμιση, όσον αφορά τις οικονομικές υποχρεώσεις που φέρει προς το κράτος...
Ειδικότερα δε, στο φως της δημοσιότητας ήρθε με άρθρο ενός ειδησεογραφικού ιστότοπου (12.2.2021) η Έκθεση με τα χρέη που οφείλει το ναυπηγείο Ελευσίνας σε δημόσιο και ιδιώτες ”Σημειώνεται ότι τα 400 εκατ. ευρώ χρέη προκύπτουν από την έκθεση εξυγίανσης που εκπόνησε η EY, μελετώντας τα στοιχεία των Ναυπηγείων Ελευσίνας. Σύμφωνα με πληροφορίες η εταιρεία έχει καθορίσει το συνολικό κόστος εξυγίανσης στα περίπου 350 εκατ. ευρώ, για την αποπληρωμή χρεών προς το Πολεμικό Ναυτικό (περίπου 150 εκατ. ευρώ), ασφαλιστικά Ταμεία (περίπου 60 εκατ. ευρώ), εφορία (περίπου 20 εκατ. ευρώ), τράπεζες(περίπου 80 εκατ. ευρώ) και εργαζομένους (περίπου 35 εκατ. ευρώ)”.
Ωστόσο, θεωρητικά η εκ νέου ”επένδυση” και ”εμπιστοσύνη” που δείχνεται από διάφορους φορείς για την επαναλειτουργία των ναυπηγείων θα αναζωογονήσει τόσο την ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη όσο και θα προστατεύσει ή και θα προσφέρει νέες θέσεις εργασίας. Και αυτό γιατί στη βάση των ανωτέρω χρεών που ήρθαν στο φως της δημοσιότητας, οφείλουμε να είμαστε ρεαλιστές και ως εκ τούτου να μιλάμε μόνο για μία θεωρητική κατάσταση, καθώς ας μην ξεχνάμε ότι τα ναυπηγεία για να επαναλειτουργήσουν και να είναι λειτουργικά, θα πρέπει να γίνει, εκτός όλων των άλλων, και μία σειρά ανακατασκευών, που και πάλι θα χρειαστούν χρήματα.
Ακόμα κι αν υφίστανται επενδυτές έτοιμοι να ”προικοδοτήσουν” την αναμόρφωση των ναυπηγείων, δεν παύει να υφίστανται και μία σειρά χρεών που και σε αυτά πρέπει να βάλουν ”πλάτη”, ως αποδεικνύεται, εκτός από αυτή την ”πλάτη” που προτίθεται να βάλει το ελληνικό δημόσιο.
Οπότε, εκ των πραγμάτων ήδη κρίνεται ως μια διαδικασία ατελέσφορη, μια και ως φαίνεται ο επενδυτής που θα μπει στη διαδικασία να συνεπικουρησει την Onex, τουλάχιστον αρχικά δείχνει μόνο να πληρώνει, χωρίς να φέρει σύντομα κέρδος. Και λέω σύντομα, γιατί ακόμα κι αν υφίσταται ο σχεδιασμός της κατασκευής μέρους των κορβετων που θα προμηθευτεί το ελληνικό ΠΝ, θα πρέπει προηγουμένως να γίνουν και οι ανάλογες εγκαταστάσεις.
Φυσικά, η ελληνική εταιρεία διαχείρισης των ναυπηγείων Ελευσίνας φέρει και τη διαχείριση του ναυπηγείου Νεωρίου στη Σύρου.
Ωστόσο, ως γνωστό άλλες εγκαταστάσεις χρειάζονται τα μικρά πλοία και άλλες εγκαταστάσεις κατασκευής τα πολεμικά πλοία, οπότε είναι αρκετά δύσκολο η κατασκευή μίας κορβέτας να γίνει στο ναυπηγείο της Σύρου, λόγω συγκεκριμένων υποδομών. Και ένα ερώτημα ακόμα που τίθεται, είναι κατά πόσο επικερδές θα είναι για την επενδυτική εταιρεία που θα συνεισφέρει την Onex, να μπει στη διαδικασία να βοηθήσει χρηματοδοτικά για την ανακαίνιση μόνο του χώρου που θα μπορούν να κατασκευαστουν τέσσερα πολεμικά πλοία, αν πούμε ότι θα μπει σε αυτό το εγχείρημα.
Και αυτό που πρέπει να επισημάνουμε, είναι ότι ένα ναυπηγείο που κατασκευάζει πολεμικά καράβια, η ακριβότερη εγκατάσταση και αυτή που πρέπει οπωσδήποτε να υφίσταται είναι του μηχανολογικού εξοπλισμού και όχι αυτή που κατασκευάζονται και τοποθετούνται τα σίδερα...
Οπότε, και λαμβάνοντας υπόψη και την πρόσφατη σχεδόν διαδικασία με την πώληση των ναυπηγείων Σκαραμαγκά, που ως αποδεικνύεται λόγω και της δικαστικής εκκρεμοδικίας, εκτός των άλλων (οι εγκαταστάσεις δεν είναι άμεσα λειτουργικές), ώστε να υφίσταται η πιθανότητα άμεσης επαναλειτουργίας τους, ανάλογη κατάσταση παρατηρείται, όπως δείχνουν τα πράγματα, ότι θα συμβεί και με τα ναυπηγεία της Ελευσίνας, καθώς ας μην ξεχνάμε ότι με τις υφιστάμενες συνθήκες δεν είναι λειτουργικά σε επίπεδο υποδομών.
Ενδεικτικά, κάνοντας μία παρένθεση και να αναφερθούμε στον Σκαραμαγκά, εκτός από τις δικαστικές διαμάχες που υφίστανται ανάμεσα στο Δήμο Χαϊδαρίου και το ΕΤΑΔ που παρακωλύει τις όποιες διαδικασίες για επαναλειτουργία, σε άρθρο του οικονομικό-επιχειρηματικός ιστότοπος το 2018, φέρνοντας στο φως την απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών για την υπαγωγή των Ελληνικών Ναυπηγείων ΑΕ (ΕΝΑΕ) στο καθεστώς της ειδικής εκκαθάρισης, αναφέρει ότι τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά χρωστάνε 667 εκ. ευρώ.
Μάλιστα, σε δημοσίευμά της μία από τις μεγαλύτερες σε ευρεία κυκλοφορία εφημερίδες στις 13.2.2020 είχε κάνει λόγο, ότι τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά ήταν η μία από τις 5 πιο υπερχρεωμένες ΔΕΚΟ, πράγμα που αντιλαμβανόμαστε, ότι ακόμα και που περιήλθε η διαχείρισή τους σε ιδιώτη, ακόμα κι αν υφίστανται ρυθμίσεις νομοθετικές για την απομείωση του χρέους, δεν παύει ο επενδυτής και ιδιοκτήτης όχι μόνο να είναι αναγκασμένος να βάλει γερά το χέρι στην τσέπη, αλλά να έχει σταθμισει ιδιαίτερα σοβαρά τη συγκεκριμένη επένδυση, με ειδικό διαχειριστικό πλάνο, που και πάλι αμφίβολο είναι, αν μπορεί να ανταπεξέλθει.
Μπορεί το κράτος να δείχνει την προαίρεση να εξυγιάνει τα ναυπηγεία Ελευσίνας, προκειμένου να αρχίσει η λειτουργία τους, ωστόσο όμως είναι και πάλι πολύ αμφίβολο αν θα λειτουργήσουν, για όλους τους παραπάνω λόγους που αναφέραμε.
Ίσως για τους λόγους αυτούς και το ΥπΕθΑ έδειχνε ιδιαίτερη διστακτικότητα, μέχρι τουλάχιστον αρκετά πρόσφατα.
Και τουλάχιστον αποδεικνύεται, όσον αφορά την κατασκευή των καραβιών του ΠΝ, όπως συμβαίνει και στα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη, αυτή γίνεται σε κρατικά ναυπηγεία. Το ίδιο το ΠΝ έπρεπε να διαθέτει δικά του ναυπηγεία, ώστε να αποφεύγονται επιμέρους προβλήματα. Και ίσως, όπως αποδεικνύεται με τα δύο μεγάλα ναυπηγεία της χώρας, πρέπει να προκριθεί και να βρεθεί μία λύση, ώστε το ΠΝ να έχει αποκλειστικά δικά του ναυπηγεία.
Παρόλα αυτά, ως αποδεικνύεται, και καθώς έξι μήνες μετά τη διαγωνιστική διαδικασία των ναυπηγείων Σκαραμαγκά κρίνεται αμφίβολη η λειτουργία τους σύντομα, στο ίδιο μοτίβο θα ακολουθήσουν και τα ναυπηγεία Ελευσίνας.
Και εννοείται ότι ένα θαλάσσιο κράτος, όπως είναι η Ελλάδα οφείλει να έχει αναπτυγμένο το ναυπηγοεπισκευαστικό της κλάδο, γιατί χάνονται εκατομμύρια ευρώ, καθώς τόσο οι ιδιώτες πλοιοκτήτες όσο και το ΠΝ αναγκάζονται να χρησιμοποιούν άλλα ναυπηγεία της Μεσογείου, όμως τα ναυπηγεία δεν παύουν να αποτελούν και μία επένδυση που όπως όλες οι μεγάλες επενδύσεις, καθώς, και στέκομαι στο πολυπληθές προσωπικό που απασχολούν, εκ των πραγμάτων, βαρύνουν, αν και ιδιωτικές, και το Δημόσιο, σε περίπτωση που υπάρξει κάποιο πρόβλημα.
Αναμφισβήτητα, είναι υποχρέωση του Δημοσίου να σταθεί δίπλα τόσο σε ένα μεγάλο επενδυτή όσο και τους εργαζομένους, ωστόσο όχι σε βάρος της υπόλοιπης κοινωνίας, με στόχο να μπορέσει - με οποιοδήποτε τρόπο - να συγκρατήσει μία επένδυση από πιθανή πτώχευση. Και δεν αναφέρομαι αποκλειστικά στα ναυπηγεία, αλλά σε οποιαδήποτε μεγάλη επένδυση. Και γι’αυτό ένα Δημόσιο, πόσω δε μάλλον, όταν έχει να κάνει με επενδύσεις που έχουν αποδείξει διαχρονικά ότι τουλάχιστον στην Ελλάδα ”δεν τσουλάνε”, οφείλουν να σταθμίσουν όλους τους παράγοντες και τα δεδομένα σε διαχρονικό επίπεδο, ώστε οποιαδήποτε ατελέσφορη διαδικασία, να μην την πληρώσει στην τελική ο φορολογούμενος.