Παιδιά που εγκαταλείφθηκαν σε σκαλοπάτια σπιτιών, σε εκκλησιές, σε ορφανοτροφεία στη μεταπολεμική Ελλάδα της φτώχειας και του συντηρητισμού. Βρέφη χωρίς ταυτότητα που δόθηκαν για υιοθεσία στην Αμερική και την Ευρώπη αναζητούν τις ρίζες τους απελπισμένα για να ολοκληρωθούν, για να ανήκουν, για να απαντήσουν στα βασανιστικά ερωτήματα της καταγωγής τους.
Η Pam Wolf ή Ασπασία Ρίγα όπως ήταν το όνομα που της δόθηκε στο Δημοτικό Ορφανοτροφείο της Αθήνας, έχει επιδοθεί σε ένα αγώνα να βρει τη βιολογική της μητέρα στην Ελλάδα, να την αγκαλιάσει, να της πει ότι την αγαπάει και καταλαβαίνει τους καιρούς.
Η ιστορία της Πάμ, όπως προκύπτει από την συνέντευξη είναι μια πανομοιότυπη ιστορία πολλών Ελληνόπαιδων που στάλθηκαν σε οικογένειες στην Αμερική για μια καλύτερη τύχη. Η μόνη λύση είναι η δημιουργία τράπεζας δεδομένων DNA για τα υιοθετημένα παιδιά και τις οικογένειές τους απο το ελληνικό κράτος. Ετσι μόνο μπορούν να απαντηθούν τα ερωτήματα, να λυτρωθούν τα παιδιά που ορφάνεψαν λόγω συνθήκης.
Τα ερωτήματα ζητούν απάντηση, η Πάμ διηγείται την ιστορία της, ο πόνος αναβλύζει στα λόγια της. Χρειάζεται να βρει τη μάνα της, να βρει την προσωπική της λύτρωση.
«Γεννήθηκα χωρίς ονοματεπώνυμο και πιστοποιητικό γεννήσεως στην Ελλάδα. Η ημερομηνία που δόθηκε στα νόμιμα χαρτιά μου ήταν η 25η Σεπτεμβρίου, 1957 and the orphan number 45011, by the Municipal 1957 και ο αριθμός μου ήταν 45011, στο Δημοτικό Ορφανοτροφείο της Αθήνας. Το 2011, που αναζήτησα το παρελθόν μου με γραπτό αίτημα στο ορφανοτροφείο για πληροφορίες σχετικά με το ιστορικό μου, έλαβα μια σύνοψη της ζωής μου πριν από την είσοδό μου στο ορφανοτροφείο.
Σύμφωνα με το ιστορικό με εγκατέλειψαν στο κατώφλι της οδού Αριστοφάνους αριθμός 12, στην περιοχή Καλαμάκι της Αθήνας. Αυτή ήταν η κατοικία του Δημητρίου και της Ασπασίας Μπούχλα (και οι δύο έχουν πεθάνει). Το έγγραφο αναφέρει ότι στις 30 Σεπτεμβρίου, 1957, δύο χωροφύλακες με παρέλαβαν και με πήγαν στο τοπικό αστυνομικό τμήμα στην Αργυρούπολη. Ο ένας ήταν ο Δημήτριος Μπούχλας και ο άλλος ο Φίλιππος Μπαρμπαγιάννης. Στη συνέχεια με παρέλαβε το Δημοτικό Ορφανοτροφείο της Αθήνας όπου βαφτίστηκα στις 23 Οκτωβρίου 1957 and 1957. Το ορφανοτροφείο μου έδωσε το όνομα Ασπασία και το επίθετο Ρίγα. Ταξίδεψα από την Ελλάδα με την αεροπορική εταιρεία KLM Royal Dutch Airlines, στις 9 Ιουλίου, 1958 και έφτασα στο Χιούστον του Τέξας στις 10 Ιουλίου 1958.
Πότε έμαθες πως ήσουν υιοθετημένη;
Οι γονείς μου, ένα ζευγάρι από την Πολωνία δεν έκρυψαν ποτέ από μένα και τον υιοθετημένο αδελφό μου πως δεν ήμασταν βιολογικά τους παιδιά. Μας έλεγαν πως ήμασταν πολύτιμα πλάσματα γιατί μας επέλεξαν και μας αγάπησαν. Δεν έκρυψαν το γεγονός πως μας υιοθέτησαν και αυτή η γνώση μας βοήθησε στην πορεία να καταλάβουμε τι σήμαινε η υιοθεσία.
Ποιος σας υιοθέτησε; Ήσουν το μοναδικό παιδί της οικογένειας αυτής ή υπήρχαν κι άλλα υιοθετημένα;
Είμαστε δύο παιδιά, που μας διάλεξαν και μας υιοθέτησαν οι Prosper Mika και Irene Ledwig Mika, ένα ζευγάρι πολωνικής καταγωγής από το Σαν Αντόνιο του Τέξας. Έχω έναν υιοθετημένο αδελφό, τον Θωμά, ο οποίος επίσης ήρθε από την Ελλάδα και είναι μη πιστοποιημένο παιδί. Τον εγκατέλειψαν στην οδό Αμφαίας 1 στη Θεσσαλονίκη μπροστά από το σπίτι του Δημήτριου Ηλιάδη στις 22 Δεκεμβρίου 1958 στις 8.15, σύμφωνα με τα αρχεία της αστυνομίας. Οδηγήθηκε στο Ορφανοτροφείο του Αγίου Στυλιανού στη Θεσσαλονίκη, βαφτίστηκε και του δόθηκε το όνομα Ιωάννης και η ημερομηνία γέννησης, 11 Δεκεμβρίου 1958. Έφτασε στο Χιούστον του Τέξας τον Ιούλιο του 1958 σε ηλικία έξι μηνών.
Πώς ήταν το οικογενειακό περιβάλλον; Πώς ήταν οι γονείς σου;
Μεγάλωσα σε ένα σπίτι με δύο γονείς και ένα αδελφό που αγάπησα πάρα πολύ, και ήμουν ένα χαρούμενο κορίτσι. Ήμουν πολύ κοντά στη μητέρα μου, ήταν άγγελος. Οι γονείς μου ήταν γνήσιοι, με δοτικότητα και τρομερή υποστήριξη προς τα παιδιά τους. Ωστόσο ορισμένα μέλη της ευρύτερης οικογένειάς μου δεν μας δέχθηκαν, μας απαξιούσαν και μας κοιτούσαν πάντα σαν παιδιά που δεν ανήκαμε σ’ αυτούς.
Πώς εξελίχθηκες ως παιδί;
Ήμουν ένα ευτυχισμένο παιδί, με δυνατή αίσθηση του χιούμορ, αλλά ντροπαλή και συνεσταλμένη, προτιμώντας ένα στενότερο δεσμό με εκείνους που βρήκα να συνδέομαι πνευματικά. Όντας ρεαλίστρια κι έχοντας διαίσθηση κατάφερα να κατανοήσω τη θλίψη που κατακάθισε στην ψυχή μου. Ποτέ δεν ένιωσα πραγματικά αποδεκτή από την ευρύτερη οικογένειά μου ή τους περισσότερους ανθρώπους εν γένει. Αυτό ήταν μια βαθιά πληγή μέσα μου, που βγήκε πλήρως στην επιφάνεια, μετά από το θάνατο του επίγειου άγγελου φύλακα μου, της θετής μητέρας μου. Η βαθιά ενσυναίσθηση και αγάπη για τους άλλους ήταν η αιτία να προχωρήσω σε αυτή την προσπάθεια να βοηθήσω όλους τους υιοθετημένους να βρουν λύση και ειρήνη με τον εαυτό τους.
Ποιο ήταν το κοινωνικό περιβάλλον σου;
Ήμουν μια κανονική έφηβη, δεν είχα ακαδημαϊκές ανησυχίες, αλλά οι βαθμοί μου ήταν καλοί. Ζούσα για τον αθλητισμό, τη ροκ μουσική, το χορό μπαλέτου και τη διασκέδαση. Δούλευα σε δύο δουλειές μερικής απασχόλησης κατά τη διάρκεια του γυμνασίου. Συγκεκριμένα ήμουν τεχνικός σε φαρμακείο τοπικής γνωστής αλυσίδας και απασχολούμουν επίσης ως δασκάλα κολύμβησης και προπονήτρια παιδιών στο YMCA, (η αγαπημένη μου δουλειά). Συνέχισα να δουλεύω με παιδιά για το YMCA και μετά το γυμνάσιο. Περνούσα τον ελεύθερο χρόνο μου με την καλύτερη φίλη μου, τη Μαίρη, την οποία γνώρισα στο Γυμνάσιο.
Προς το παρόν, ζω έναν ήσυχο τρόπο ζωής, και προτιμώ τη φύση ως πηγή έμπνευσής μου. Ο χρόνος με τον σύζυγό μου Πίτερ, τις τέσσερις κόρες μας, τους συζύγούς τους και τα πέντε εγγόνια μας, μου προκαλεί χαρά πέρα από κάθε σύγκριση. Όντας χορεύτρια μπαλέτου, προσωπική προπονήτρια και αθλήτρια, πιστεύω στην υγεία και την ευεξία. Επίσης έχοντας δουλέψει στον τομέα της ψυχολογίας, ειδικά για άτομα με εθιστικές συμπεριφορές, εξακολουθώ να αντλώ ικανοποίηση από την μελέτη και το εκπαιδευτικό ενδιαφέρον προς αυτήν την κατεύθυνση.
Πότε έμαθες ότι ταξίδευσες από την Ελλάδα υιοθετημένη από μια αμερικανική οικογένεια;
Έμαθα για το ταξίδι μου από την Ελλάδα στις ΗΠΑ ακριβώς όταν συνειδητοποίησα πως ήμουν υιοθετημένη. Δηλαδή η συνείδηση της υιοθεσίας και η καταγωγή από την Ελλάδα συνέβησαν ταυτόχρονα.
Πόσο χρονών ήσουν τότε;
Είχα πλήρη συνείδηση από τότε που ήμουν πέντε χρονών.
Πότε ξεκίνησες την έρευνα για τη βιολογική σου οικογένεια;
Άρχισα αυτή την επίπονη, αδυσώπητη αναζήτηση πριν από δεκατρία χρόνια ... και τι περιπετειώδης υπήρξε αυτή η διαδρομή!
Τι έχεις βρει μέχρι τώρα;
Έχω μάθει πολλά πράγματα, αλλά τίποτα που θα οδηγούσε στην οικογένειά μου. Έχω έρθει σε επαφή με την οικογένεια, στην πόρτα της οποίας με βρήκαν εγκαταλελειμμένη. Πραγματοποίησα μιτοχονδριακό DNA με τον Ελευθέριο Μπούχλας, γιο της Ασπασίας και του Δημητρίου Μπούχλας, η οποία ήταν αρνητική. Ένα άρθρο που γράφτηκε στην εφημερίδα Εθνικός Κήρυκας για μένα, από τον Θεόδωρο Καλμούκο, με έφερε σε επαφή με κάποιο άτομο που με τη θεία του είχαν παραδώσει ένα μωρό στην περιοχή εκείνη την περίοδο.
Εκανα ένα τεστ μητρότητας στο άτομο που πίστευε ότι μπορούσε να είναι η μητέρα μου, αλλά ήταν αρνητικό. Από τότε έχω κάνει πλήρη DNA ανάλυση με όλες τις μεγάλες εταιρείες δοκιμών με την ελπίδα ότι κάποιο συγγενικό μου πρόσωπο θα κάνει το ίδιο. Χρησιμοποιώντας ένα πιο ολοκληρωμένο γονιδίωμα επιτρέπει σε αυτές τις εταιρείες να συνδέσουν οποιονδήποτε με συγγενείς που εκτελούν επίσης το τεστ. Δεν έχω ακόμα βρει την οικογένειά μου, αλλά υπάρχει μια ταυτοποίηση του συγκεκριμένου DNA στην Πελοπόννησο και σε κάποιες άλλες περιοχές της Ελλάδας. Το My Heritage DNA, προσφέρει την υπηρεσία του σε έναν ιστότοπο στην ελληνική γλώσσα.
Είχες δυσκολίες με τα αρχεία της Ελλάδας;
Ναι, δεν υπήρχε κανένας που ήταν πρόθυμος να ακολουθήσει τον νόμο για να επιτρέψει την απρόσκοπτη πρόσβαση σε όλες τις πληροφορίες.
Είχες παραδοθεί μέσω των ελληνικών κοινωνικών υπηρεσιών ή μέσω ιδιωτικού διαμεσολαβητή κατά την υιοθεσία;
Οι υιοθεσίες του αδελφού μου, Θωμά και η δική μου έγιναν με τη μεσολάβηση δικηγόρων. Αυτές οι πληροφορίες έχουν τεκμηριωθεί ως γεγονός. Ο Φώτιος Μπούρας, δικηγόρος με έδρα την Αθήνα, χειρίστηκε την υιοθέτησή μου. Η υιοθέτηση του αδελφού μου έγινε από έναν δικηγόρο με έδρα τη Θεσσαλονίκη, τον Δημήτριο Καζάκης. Οι οικογένειες στο Σαν Αντόνιο και σε άλλες περιοχές του Τέξας έμαθαν πως υπήρχαν παιδιά εγκαταλελειμμένα προς υιοθεσία στην Ελλάδα μέσω του ιερέως Σπυρίδωνος Διαβάτη. Ο π. Διαβάτης ήταν ο εφημέριος της Αγίας Σοφίας στο Σαν Αντόνιο και πολύ στενός φίλος του Φώτιου Μπούρας. Έγιναν φίλοι κατά τη διάρκεια των ημερών τους στο πανεπιστήμιο, που παρακολούθησαν και οι δύο στην Αθήνα. Συνάντησα τον π. Διαβάτη, λίγα χρόνια πριν το θάνατό του, στο σπίτι του στο Waco του Τέξας.
Έχεις κάποια ένδειξη για το πού θα μπορούσε να βρεθεί η οικογένειά σου;
Δεν γνωρίζω κανένα συγκεκριμένο χώρο ή τοποθεσία όπου θα μπορούσε να βρεθεί η οικογένειά μου, αλλά υποθέτω, κάπου στην Ελλάδα.
Ποια είναι η εσωτερική σου ανάγκη να κλείσεις αυτήν την έρευνα;
Ως μητέρα τεσσάρων φανταστικών κοριτσιών με πέντε καταπληκτικά εγγόνια, τέσσερα αγόρια και ένα κορίτσι, γνωρίζω ότι οι περισσότερες μητέρες έχουν την ανάγκη να γνωρίζουν και να βρίσκονται κοντά στα παιδιά τους. Πιστεύω ότι η βιολογική μου μητέρα δεν ήταν διαφορετική. Οι περισσότερες από αυτές τις πολύτιμες γυναίκες που γέννησαν «παράνομα» παιδιά αντιμετωπίσθηκαν απάνθρωπα. Νιώθω τη βαθιά εσωτερική ανάγκη να της δοθεί, τουλάχιστον ένα μέρος της αξιοπρέπειας της που της είχε αφαιρεθεί μαζί με το παιδί της. Ελπίζω να αγαπήσω και να αγκαλιάσω τη μητέρα μου και την οικογένειά της που θα με δεχτεί. Έρχομαι με μια καρδιά που αναζητά και επιθυμεί να ανήκει.Ήμουν πάντα έξω κοιτάζοντας μέσα Ήρθε η ώρα να φτάσω στην πόρτα και να ξέρω ότι είμαι σπίτι.
Τι θα ήθελες να δείς;
Ξέρω ότι ο μόνος τρόπος να επανενωθούν οι υιοθετημένοι με τις βιολογικές τους οικογένειες είναι μια ελληνική βάση δεδομένων DNA που θα περιλαμβάνει τη γονιδιακή σύνθεση των υιοθετημένων και των οικογένειών τους. Αυταπατόμαστε αν νομίζουμε πως υπάρχει άλλος τρόπος.
Πρέπει να πιέσουμε την κυβέρνηση στην Ελλάδα να δημιουργήσει πάραυτα αυτή τη βάση δεδομένων. Οταν ολοκληρωθεί θα πρέπει να προωθηθεί και να μαθευτεί για να μπορούν οι οικογένειες να βρεθούν μεταξύ τους, επιτέλους.
Πώς μπορεί το ελληνικό κράτος να βοηθήσει στην έρευνα αυτών των χιλιάδων ορφανών να βρούν τις βιολογικές τους οικογένειες;
Το Ελληνικό Δημόσιο πρέπει να καταστήσει όλους τους κυβερνητικούς εργαζόμενους, τους ιδιωτικούς οργανισμούς και τα συναφή, ενήμερους για τους νόμους που τέθηκαν σε εφαρμογή στα μέσα του 1990 και να αποσαφηνίσει την ερμηνεία τους ... ”Δεν υπάρχει εμπόδιο.” Ανοίξτε όλα τα αρχεία, τα αρχεία ορφανοτροφείων, της αστυνομίας, της εκκλησίας, κλπ. Το 2014, όταν ήμουν στην Αθήνα με την ταυτότητα και τα ελληνικά μου έγγραφα, αντιμετώπισα ένα ”τείχος”. Θα μπορούσατε να δείτε τον φόβο στα μάτια εκείνων που στάλθηκαν για να με βοηθήσουν. Αυτοί οι άνθρωποι φοβούνται για τη δουλειά τους, αλλά γιατί; αφού οι νόμοι υπάρχουν. Τελικά πήγα στο γραφείο του Εισαγγελέα της Αθήνας για να ζητήσω νομική υποστήριξη στην αναζήτηση μου. Μου έδωσε αρνητική απάντηση για πρόσβαση στα προσωπικά μου αρχεία. Η άρνηση πρόσβασης στα έγγραφα που με αφορούσαν προήλθε από έναν εισαγγελέα, κάποιον με μεγάλη εμπειρία στη νομική ερμηνεία. Γιατί;
Είσαι σε επαφή με άλλα υιοθετημένα άτομα;
Ναι, είμαι σε επαφή με άλλους υιοθετημένους, πολλοί από τους οποίους έχουν ψάξει για χρόνια.
Ποιο είναι το κοινό συναίσθημα;
Τα συναισθήματα μεταξύ των υιοθετημένων είναι τόσο ατομικά, όσο ιδιαίτερη είναι η ιστορία του καθενός, αλλά ένα κοινό νήμα παραμένει...θέλουμε να αγαπήσουμε και να αγαπηθούμε. Επιθυμούμε την αποδοχή μας από τις μητέρες μας και τις οικογένειές μας και θέλουμε να μοιραστούμε τον κοινό δεσμό μαζί τους, να βρούμε τις ρίζες μας. Πρέπει να ενώσουμε το χαμένο μας παρελθόν με το παρόν και το μέλλον μας...πρέπει να ολοκληρωθούμε...
Τι θα κάνεις εάν βρεις τη βιολογική σου μητέρα μια μέρα;
Έχω απόλυτο σεβασμό για τη μητέρα μου και ποτέ δεν θα προσπαθούσα να την αναγκάσω να αποκτήσει μια σχέση μαζί μου, αν δεν ήταν επιθυμία της. Με βάση την Ελληνική Βάση Δεδομένων DNA, αν βρεθώ με τη μητέρα μου, ξέρω ότι κι εκείνη θα ήθελε να επανενωθεί μαζί μου και θα έκανε την επιλογή να με βρει μέσω του DNA. Αυτό μου δίνει τη γαλήνη και την εμπιστοσύνη να προχωρήσω στην ανακάλυψη της ταυτότητάς της. Να ελευθερωθώ και να την ελευθερώσω και να μοιραστώ όλη την αγάπη που έχω γι ’αυτήν. Μπορούμε επιτέλους να ξαναβρούμε την ευτυχία!