Μετά από κάθε υπέροχο δείπνο με φίλους ή οικογένεια, έρχεται μια δύσκολη στιγμή. Η πίτα ή το κέικ φτάνει στο τραπέζι, κι είναι υπέροχη. Αλλά έχοντας μόλις γευματίσει, δεν μπορούμε να απολαύσουμε το επιδόρπιο. Τι πρέπει να κάνει ένας λάτρης των γλυκών;
Θέτουμε αυτήν την εξαιρετικά επιστημονική ερώτηση σε μια ομάδα εγγεγραμμένων διαιτολόγων για να καταλάβουμε πότε είναι η καλύτερη ώρα για να φάμε και να απολαύσουμε επιδόρπιο κι αν υπάρχει η ιδανική στιγμή να περιμένουμε για να ελέγξουμε τα σημάδια της πείνας μας.
Η ιδανική στιγμή για ένα γλυκό κέρασμα είναι…
Κατά την ανεπιφύλακτη γνώμη μου, η ιδανική ώρα για επιδόρπιο είναι όλο το 24ωρο, αλλά οι ειδικοί μας είπαν το αντίθετο.
Το πρωί μπορεί να είναι καλύτερο για την πέψη, σύμφωνα με τη Σου - Ελεν Αντερσον - Χέινς, εγγεγραμμένη διαιτολόγο και ιδρύτρια της 360 Girls & Women. Στην πραγματικότητα, μια λιχουδιά μετά το δείπνο θα μπορούσε να συμβάλει σε παλινδρόμηση οξέος, καούρα, στομαχικές διαταραχές ή απλώς κακό ύπνο όταν απολαμβάνουμε το γλυκό πολύ κοντά στην ώρα του ύπνου. «Χρειάζονται περίπου μία έως δύο ώρες για την πέψη των υδατανθράκων (ψωμί, ζυμαρικά, κράκερ)», λέει η Άντερσον - Χέινς στη HuffPost. «Αν προσθέσουμε περισσότερα συστατικά όπως πρωτεΐνη και λίπος, αυξάνουμε τον χρόνο πέψης. Τα περισσότερα επιδόρπια περιέχουν υψηλές ποσότητες λίπους και υδατάνθρακες (προστιθέμενη ζάχαρη, αλεύρι κ.λπ.)».
Το επιδόρπιο είναι μέρος των εορτασμών, της χαράς και της καθαρής απόλαυσης, οπότε αν θέλουμε να το φάμε αργότερα μέσα στη μέρα ή το βράδυ, είναι επίσης εντάξει, σύμφωνα με την εγγεγραμμένη διαιτολόγο Αλίσσα Ράμσεϊ. «Μπορούμε να φάμε επιδόρπιο οποιαδήποτε ώρα της ημέρας θέλουμε», λέει η Ράμσεϊ. «Αν ”συντονιζόμαστε” με το σώμα μας για να προσδιορίσουμε τι θέλουμε να φάμε και (το σώμα μας) είναι πεινασμένο για επιδόρπιο, να λάβουμε το επιδόρπιο! Συχνά οι άνθρωποι περιορίζουν τα επιδόρπια ή τα γλυκά κατά τη διάρκεια της ημέρας, ακόμα κι αν τα λαχταρούν, κάτι που μπορεί να τους κάνει να αισθάνονται ανεξέλεγκτοι γύρω από τα γλυκά αργότερα μέσα στην ημέρα».
Αυτό σημαίνει: Ας απολαύσουμε το επιδόρπιο αν μας αρέσει! Η Κίμπερρλι Ρόουζ - Φράνσις, εγγεγραμμένη διαιτολόγος διατροφολόγος, εξήγησε ότι είναι καλύτερο να τρώμε το γλυκό παρά να μας γίνει εμμονή τόσο για την ψυχική όσο και για τη σωματική μας ευεξία. «Η στέρηση μπορεί να οδηγήσει σε υπερβολική τέρψη και στη συνέχεια ψυχολογική ενοχή αργότερα», λέει η ίδια.
«Ένα πρόσφατο ερευνητικό άρθρο του 2020 κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «η πρόβλεψη απολαυστικών τροφίμων, όπως το επιδόρπιο, μπορεί να αλλάξει τις προτιμήσεις για υγιεινά τρόφιμα για άμεση κατανάλωση».
Ο κανόνας των είκοσι λεπτών
Εάν μας είπαν ποτέ να περιμένουμε πριν λάβουμε μια ακόμα μερίδα ή πάρουμε επιδόρπιο, υπάρχει ένας λόγος που υποστηρίζεται από την έρευνα: Χρειάζονται περίπου 20 λεπτά για να καταγράψει ο εγκέφαλος πληρότητα.
«Μπορεί να χρειαστεί χρόνος για να ”επικοινωνήσει” το στομάχι μας στον εγκέφαλό μας ότι είμαστε σωματικά γεμάτοι, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορούμε να φάμε επιδόρπιο αμέσως μετά το γεύμα», λέει ο Ράμσεϊ. «Ωστόσο, εάν συχνά διαπιστώνουμε ότι τελειώνουμε το επιδόρπιο και μετά αισθανόμαστε άβολα ”γεμάτοι”, θα μπορούσαμε να δοκιμάσουμε να πειραματιστούμε περιμένοντας 10 ή 15 λεπτά και να δούμε πώς αισθανόμαστε μ′ αυτό».
Ας δοκιμάσουμε να φάμε αργά και προσεκτικά, ας παραλείψουμε ηλεκτρονικούς περισπασμούς κι ας απολαύσουμε το γεύμα μας. Η Ρόουζ - Φράνσις προτείνει: «Ως καλύτερη πρακτική, ας χρησιμοποιήσουμε προσεκτικές διατροφικές τακτικές: Πρώτον, ας μασήσουμε το φαγητό μας αργά. Δεύτερον, ας μασήσουμε καλά την τροφή μας. Και τρίτον ας ελέγξουμε το σώμα μας για να δούμε τι πληροφορίες δίνει. Αυτά τα βήματα θα μας δώσουν να καταλάβουμε εάν έχουμε επιθυμία ή/και χώρο για επιδόρπιο».
Γιατί υπάρχει πάντα χώρος για επιδόρπιο
Ακόμα κι αν περιμένουμε είκοσι λεπτά και αισθανόμαστε χορτάτοι, το συχνά αναφερόμενο «στομάχι για επιδόρπιο» μπορεί να έχει επιπλέον χώρο. Αυτό το λεγόμενο δεύτερο στομάχι είναι περισσότερο διανοητικό παρά σωματικό, αλλά αυτό δεν το κάνει λιγότερο πραγματικό.
«Υπάρχουν δύο μονοπάτια που ελέγχουν την πρόσληψη τροφής μας», εξηγεί η Ρόουζ - Φράνσις. «Η πρώτη οδός είναι η οδός της ομοιόστασης, η οποία μας παρακινεί να τρώμε όταν πεινάμε πραγματικά. Η δεύτερη οδός που ελέγχει την πρόσληψη τροφής μας είναι η ηδονική οδός».
Αυτό σημαίνει ότι η κατανάλωση φαγητού δεν είναι μόνο για τροφή αλλά και για ευχαρίστηση. «Ακριβώς επειδή είμαστε σωματικά χορτάτοι δεν σημαίνει ότι έχουμε τελειώσει απαραίτητα με το φαγητό», εξηγεί η Ράμσεϊ. «Τα γεύματα και τα σνακ πρέπει επίσης να είναι ικανοποιητικά για να νιώθουμε ότι έχουμε τελειώσει με το φαγητό». Η ισορροπία των τριών κύριων μακροθρεπτικών συστατικών - υδατάνθρακες, πρωτεΐνη και λίπος - μπορεί να βοηθήσει στη διασφάλιση της αίσθησης κορεσμού.
Σύμφωνα με την Ράμσεϊ, το να αναζητάμε μετά το δείπνο το αγαπημένο μας μπισκότο ή σοκολάτα θα μπορούσε να υποδείξει ότι το γεύμα μας δεν ήταν ικανοποιητικό. Το να είμαστε προσκολλημένοι σε μια περιοριστική ή βαρετή δίαιτα θα μπορούσε να είναι (επίσης) η αιτία. «Αν νιώθουμε συχνά άβολα χορτάτοι μετά το γλυκό, ας το σημειώσουμε κι ας βάλουμε ”τικ”: Φάγαμε καλά νωρίτερα μέσα στην ημέρα και τις τελευταίες μέρες; Έχουμε περιορίσει τα γλυκά ή τα επιδόρπια; Ήταν ικανοποιητικά τα φαγητά που φάγαμε νωρίτερα; Τρώμε αρκετούς υδατάνθρακες;» εξήγησε εκείνη.
Εάν προκύψουν σκέψεις ή συναισθήματα ντροπής, ενοχής ή κρίσης, αυτό μπορεί επίσης να αφαιρέσει από την απόλαυση και την ικανοποίηση που μπορεί να πάρουμε από το επιδόρπιο. Εάν απολαμβάνουμε να τρώμε κάτι γλυκό μετά τα γεύματά μας (ακόμα και όταν είμαστε χορτάτοι), θα πρέπει να ξέρουμε ότι αυτό είναι ΟΚ.