«Των φρονίμων τα παιδιά πριν πεινάσουν, μαγειρεύουν», λέει ο λαός μας, μια παροιμία που ταιριάζει απόλυτα στην επιλογή της καύσιμης ύλης για τις κρύες νύχτες του χειμώνα που πλησιάζουν. Ειδικά αν πρόκειται για την επιλογή ξύλου ή πέλετ».
«Η ορθή επιλογή ξύλου ή πέλετ (pellet) αποτελεί προϋπόθεση για κάθε οικογένεια που θα χρησιμοποιήσει τη συγκεκριμένη καύσιμη ύλη. Μια πολύ καλή, εναλλακτική λύση είναι τα pellets που είναι συμπιεσμένη ξυλώδης ύλη, 100% αποτελούμενη από καθαρό ξύλο». Αυτά τονίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο καθηγητής στο Παν. Θεσσαλίας, επιστήμων ξύλου Δρ. Γιώργος Μαντάνης, για να εξηγήσει: «Αρκεί τα πέλετ να είναι πιστοποιημένα σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα ποιότητας (ΕΝ ISO 17225-2) και να φέρουν την αντίστοιχη σήμανση, ENplus Α1. Τα πέλετ πλεονεκτούν στο ότι έχουν χαμηλότερες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, κατά την καύση, και καίγονται πολύ αργά. Η υγρασία τους είναι περιορισμένη (8-10%), παράγουν πολύ λιγότερο καπνό και δεν περιέχουν χημικά πρόσθετα».
Ο ίδιος επισημαίνει πως «είναι ψέματα ότι όλα τα πέλετ είναι κατάλληλα για καύση», για να διευκρινίσει: «Τα ελεγμένα πέλετ είναι άριστα προϊόντα. Οι καταναλωτές οφείλουν να ελέγχουν τα έγγραφα που συνοδεύουν κάθε προϊόν (οποιασδήποτε προέλευσης) και να ζητούν τα πιστοποιητικά ποιότητας των pellets που αγοράζουν. Τα ειδικά αυτά ‘καυσόξυλα’ (πέλετ) απαιτούν ειδική εστία καύσης και βέβαια την ανάλογη οικονομική επένδυση (περίπου 4.000-5.000 ευρώ για μία μέση κατοικία)».
Μιλώντας ο κ. Μαντάνης για την επιλογή του ξύλου ως «καυσόξυλα», τονίζει πως «τα πιο κατάλληλα είδη είναι η λευκή δρυς, η ελιά και το πουρνάρι. Η οξιά, το έλατο και άλλα είδη οπωροφόρων δένδρων (μηλιά, κερασιά, αμυγδαλιά), ανάλογα με την περιοχή, επίσης χρησιμοποιούνται. Διαλέγουμε καυσόξυλα νωρίς που τα προμηθευόμαστε έγκαιρα». Όπως σημειώνει: «Είναι αλήθεια ότι τα καλύτερα καυσόξυλα είναι αυτά που έχουν αποθηκευτεί για διάστημα μεγαλύτερο από δύο έτη και έχουν πλήρως ξηραθεί. Τα ξύλα πρέπει να αποθηκεύονται σε στεγασμένο και συνεχώς αεριζόμενο χώρο, ενώ η περιεχόμενη υγρασία τους να είναι κάτω από 20%. Τα πεύκα ως ξύλα είναι ακατάλληλα για κύρια καύση. Καλύτερα να τα έχουμε για “προσανάμματα”. Σ’ αυτό βοηθά και η παρουσία του εξαιρετικά εύφλεκτου ρετσινιού που περιέχουν».
Αναφερόμενος o κ. Μαντάνης στην επιλογή του κατάλληλου τζακιού, υπογραμμίζει:
«Για λόγους ασφάλειας αλλά και καλύτερης απόδοσης, προτιμούνται τα τζάκια με κλειστή εστία, ακόμα πολύ καλύτερα είναι τα ενεργειακά τζάκια. Το σπινθηροβόλημα του τζακιού είναι σίγουρα ευχάριστο και ρομαντικό αλλά μπορεί να αποβεί επικίνδυνο για τα χαλιά, τις μοκέτες, τα έπιπλα και το σπίτι μας! Το τρίξιμο των καυσόξυλων και το “σκάσιμό” τους προκαλούν εκσφενδονισμό κομματιών, γι’ αυτό χρήσιμο είναι να προστατεύουμε το σαλόνι και το καθιστικό μας από τη φωτιά τοποθετώντας ειδικό τζάμι ή πλέγμα για προστασία. Δεν αφήνουμε ποτέ χωρίς επίβλεψη το τζάκι. Επιπρόσθετα, πρέπει αυστηρά να αποφεύγεται η καύση παλιών επίπλων λ.χ. μοριοπλακών (νοβοπάν), ινοπλακών, κόντρα-πλακέ διότι περιέχουν ρητίνες και χημικές ουσίες που όταν καίγονται παράγουν τοξικές αναθυμιάσεις (διοξίνες). Είναι αλήθεια λοιπόν ότι τέτοια υλικά είναι ‘κίνδυνος-θάνατος’ για την υγεία μας».
Για να καταλήξει μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Μαντάνης: «Είναι αλήθεια ότι το ξύλο (ως καυσόξυλα) δεν γίνεται και δεν μπορεί να αντικαταστήσει εξ’ ολοκλήρου βασικές καύσιμες ύλες, όπως το φυσικό αέριο (που είναι μακράν το καλύτερο και ποιοτικότερο καύσιμο), αλλά μόνο να παίξει συμπληρωματικό ρόλο. Για το τζάκι, ναι, αλλά για βασικό καύσιμο για θέρμανση κατοικιών, δεν γίνεται, δεν πρέπει».