Ήταν Αύγουστος του 2018 όταν ένας από τους μεγαλύτερους πολιτικούς φιλοσόφους της σύγχρονης εποχής διατύπωσε μία νέα προσέγγιση στην πολιτική ζωή της Δύσης, στο αμερικανικό περιοδικό-σταθμό των διεθνών σχέσεων τα τελευταία 98 χρόνια της κυκλοφορίας του, το Foreign Affairs. Ενάμιση χρόνο μετά, στο πιο πρόσφατο τεύχος του, το περιοδικό έχει ένα αφιέρωμα σε εκείνες τις απόψεις του Φράνσις Φουκουγιάμα, που -όπως πάντα- προκάλεσαν αίσθηση και αντίλογο.
Ο Φουκουγιάμα υποστηρίζει ότι η επικράτηση του φιλελευθερισμού στην οικονομία της παγκοσμιοποίησης απομακρύνει την πολιτική από την διαμάχη περί οικονομικών. Ο Μάρξ, λοιπόν, δεν έχει μας πει κάτι. Αφήνει την αριστερά ξεκρέμαστη κατά κάποιον τρόπο, καθώς εδώ και δύο αιώνες περίπου ο αγώνας της αριστεράς ήταν μία αντανάκλαση οικονομικής διαμάχης, επικεντρώνοντας στον εργάτη και στα εργατικά συνδικάτα, στην κοινωνική ευημερία και σε πολιτικές αναδιανομής του πλούτου. Για να έχει λόγο ύπαρξης σε ένα περιβάλλον που καλώς ή κακώς καθορίζεται από την παγκοσμιοποίηση, η αριστερά όφειλε να μεταλλαχτεί , αφήνοντας στην άκρη αφηγήματα που ούτως ή άλλως όπου εφαρμόστηκαν, απέτυχαν παταγωδώς. Αποφάσισε να ασχοληθεί και να ταυτιστεί με την προώθηση των συμφερόντων μιας μεγάλης ποικιλίας περιθωριοποιημένων ομάδων, όπως οι εθνικές μειονότητες, οι μετανάστες, οι πρόσφυγες. Άρθρωσε λόγο υπέρ των γυναικών και της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας. Αυτό που στις μέρες μας λέμε «πολιτική ταυτοτήτων».
Αν ο Φουκουγιάμα επισκεπτόταν την Ελλάδα, θα έβλεπε το αφήγημά του να παίρνει σάρκα και οστά καθώς το κυβερνών κόμμα συντηρεί τον ιδεολογικό του προσανατολισμό προς την πολιτική ταυτοτήτων με σκοπό να κρατάει «ζεστό» το -μικρό ομολογουμένως – εναπομείναν κομμάτι του που ασχολείται με ζητήματα ιδεολογικού περιεχομένου. Θυμίζει έτσι στους λίγους ρομαντικούς , οι οποίοι εξ ορισμού είναι και αιθεροβάμονες, ότι η προσπάθεια συνεχίζεται. Ταυτόχρονα, κάνοντας μεταγραφές στελεχών και πρακτικών από άλλους χώρους αλιεύει διαπλεκόμενο κεφάλαιο και κάνει «business» ωμά, ξεκάθαρα και απροκάλυπτα, τόσο σε επίπεδο κεντρικής διακυβέρνησης όσο και στον τομέα της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Στην Ελλάδα δηλαδή, η αριστερά πήγε ένα βήμα παραπέρα. Δεν χρησιμοποιεί την πολιτική ταυτοτήτων για να επιβιώσει απλά, αλλά για να μεταδώσει την ψευδαίσθηση ότι ασκεί προοδευτική, φιλολαϊκή, διεθνιστική πολιτική ενώ η όλη διακυβέρνηση γίνεται με όρους άκρατου λαϊκισμού και εξυπηρέτησης συμφερόντων τα οποία εδρεύουν τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό.
Αν είμασταν μια χώρα όπως η Ελβετία, όλα αυτά θα εξεταζόταν υπό τελείως διαφορετικό πρίσμα. Καλούμαστε όμως να επιβιώσουμε σε μία εύφλεκτη περιοχή του πλανήτη με γείτονες που στην πλειοψηφία τους έχουν αναθεωρητικές διαθέσεις και εδαφικές βλέψεις. Η αλλοτρίωση της εθνικής ελληνορθόδοξης συνείδησης θα ανοίξει για μια ακόμη φορά την Κερκόπορτα, με τους ίδιους όρους και μεθόδους που είχε ανοίξει και στο Βυζάντιο και με τις ίδιες καταστροφικές συνέπειες.