Η Κίνα που έζησα: Η Μαρία Γιαννακάκη σε ένα οδοιπορικό 30 χρόνων στον μακρινό κόσμο της Ασίας

Η Κίνα που έζησα: Η Μαρία Γιαννακάκη σε ένα οδοιπορικό 40 χρόνων στο μακρινό κόσμο της Ασίας

Η Μαρία Γιαννακάκη είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση στη νεοελληνική ζωγραφική. Η καλλιτεχνική της θητεία στην Κίνα της έχει χαρίσει τεχνικές που με μεγάλη ευχέρεια φέρει μνήμες από την καλλιγραφία και την παραδοσιακή ζωγραφική της ανατολής. Αλλά δεν είναι αυτό ακριβώς που την κάνει σημαντική. Η αγάπη της για την Κίνα άνοιξε το βλέμμα της σε ένα κόσμο που δύσκολα ένας δημιουργός από τη Δύση μπορεί να κατανοήσει και να τον μεταφέρει στην τέχνη του. Για περισσότερα από τριάντα χρόνια, η ζωγράφος επισκέπτεται σε τακτά διαστήματα τη χώρα, έχοντας πραγματοποιήσει κοντά είκοσι ταξίδια. Είναι πολύς χρόνος στη ζωή ενός ανθρώπου, αλλά απείρως μικρός για την κλίμακα της ιστορίας. Κι όμως, μέσα σε αυτό το μικρό διάστημα, το πρόσωπο της Κίνας έχει ήδη αλλάξει. Με αφορμή τη νέα της έκθεση στο i-D ProjectArt, η Μαρία Γιαννακάκη μας μεταφέρει σε μια σύγχρονη Κίνα, η οποία καλείται να αντιμετωπίσει τη σύνθετη ιστορία της. Από τη φοβική στους ξένους κομμουνιστική χώρα ως την σύγχρονη υπερδύναμη, η σημαντική δημιουργός αφηγείται ένα οδοιπορικό στο μακρινό κόσμο της Ασίας.

Maria Giannakaki

«Όταν τέλειωσα τη Σχολή Καλών Τεχνών στην Αθήνα, αναζητούσα υποτροφία. Δεν είχα σχέση με την Κίνα, ούτε και συνδεόμουν ιδεολογικά μαζί της, γιατί τότε στα Πανεπιστήμια ήταν δραστήριοι οι Μαοϊκοί. Ήθελα όμως να μάθω τεχνικές σε υλικά που μου πήγαιναν, όπως η σινική μελάνη, οι ξυλομπογιές και οι νερομπογιές. Απροσδόκητα, λοιπόν, κέρδισα από την πρεσβεία της Κίνας μία από τις πέντε υποτροφίες που δινόντουσαν τότε σε φοιτητές. Το 1983 πρωτοέμεινα στο Πεκίνο όπου φοίτησα σε σχολείο για την εκμάθηση της γλώσσας. Το Ινστιτούτο Ξένων Γλωσσών απευθυνόταν, όχι μόνο σε ξένους, αλλά και Κινέζους, παρόλα αυτά μέναμε σε ξεχωριστούς κοιτώνες.

Δεν ήταν καθόλου εύκολη η ζωή τον πρώτο καιρό. Ήταν μόλις εφτά χρόνια από τον θάνατο του Μάο και τότε η Κίνα άνοιγε τις πύλες της στη Δύση. Η δυσκολία ήταν στα πάντα, στις συνήθειες, στο φαγητό, στο κλίμα. Εγώ τότε, για παράδειγμα, έπινα καθημερινά δύο λίτρα κόκα-κόλα! Εκεί, όμως, ήταν κυριολεκτικά είδος πολυτελείας, σε κάτι μικρά, πανάκριβα μπουκαλάκια. Η ζωή ήταν πιο εύκολη για τους Ιάπωνες που διέθεταν χρήμα. Εύλογα, ήταν πολλοί οι φοιτητές που άφηναν τη χώρα. Ενώ, λοιπόν, φοβόμουν αρχικά για το τι θα αντιμετωπίσω, όλο αυτό ήταν, παράλληλα, κάτι μαγευτικό που άρχισε να με ιντριγκάρει.

Maria Giannakaki
Maria Giannakaki

Μ’ ενδιέφερε ο τόπος και ήθελα να τον γνωρίσω από τους ανθρώπους του, γι’ αυτό προσπάθησα να κάνω φίλους Κινέζους. Υπήρχε, όμως, η εξής ιδιαιτερότητα, τουλάχιστον στην αρχή, ώσπου να καταλάβεις τι συμβαίνει: οι άνδρες ήταν παραπάνω «φιλικοί» με τα κορίτσια της Δύσης. Στην «πέφτανε», κυριολεκτικά, σαν τα κοράκια. Κι αυτό συνέβαινε για να μπορούν να πάρουν διαβατήριο. Ήταν κι αυτός ένας τρόπος διαφυγής. Στην πραγματικότητα, δύσκολα σου άνοιγαν το σπίτι τους, γιατί υπήρχε γενικευμένη φοβία. Σε παρακολουθούσαν, ενώ υπήρχαν χαφιέδες. Εγώ, μια «δυτική», δεν μπορούσα να μπω έτσι, ανεπίσημα, στα σπίτια τους. Έπρεπε να σε προσκαλέσει η οικογένεια και, με κάποιο τρόπο, να το ξέρουν οι αρχές. Δεν αναφέρομαι στην επίσημη αστυνομία, αλλά στους χαφιέδες της πολυκατοικίας. Συγκεκριμένα, θυμάμαι τους γέρους στους δρόμους, που φέρανε περιβραχιόνια και ήταν υπεύθυνοι για την τάξη. Κόβανε μάλιστα πρόστιμο, όταν έβλεπαν «παραβατική» συμπεριφορά.

Maria Giannakaki

Η επίσημη γραμμή του καθεστώτος ήθελε τους Κινέζους ανοιχτούς, σύμφωνα με το μότο «Ζήτω η φιλία των λαών». Στην πραγματικότητα, φοβόντουσαν τότε οποιαδήποτε επαφή με τους δυτικούς κι αυτό που αντιπροσώπευαν: γι’ αυτούς ήμασταν διεφθαρμένοι καπιταλιστές. Γενικά, ο κόσμος είχε μεγάλη δυσκολία να εκφραστεί. Ακόμη και ο δάσκαλός μου, με τον οποίο είχαμε αποκτήσει μια σχετική εξοικείωση, απέφευγε να μιλά για τη ζωή του. Κι αυτός, όπως όλοι οι καλλιτέχνες και οι διανοούμενοι, υποχρεωτικά είχε κάνει καταναγκαστική εργασία στην επαρχία. Βεβαίως, αυτό δεν αφορούσε αντιφρονούντες ή ειδικές κατηγορίες πολιτών. Ήταν στο «πρόγραμμα», που όλοι έπρεπε να ακολουθούν. Κι ενώ το έβλεπες πως ήταν μια δύσκολη εμπειρία, κανείς τους δε μιλούσε γι’ αυτό.

Το καθεστώς μας απέτρεπε να σχετιστούμε με Κινέζους και για έναν πρόσθετο λόγο: να μη βλέπουν οι ξένοι την απίστευτη φτώχεια που υπήρχε. Ας πούμε, στις εκδρομές μας εκτός Πεκίνου, περνάγαμε από τα χωριά της επαρχίας πάρα πολύ γρήγορα. Βεβαίως, εγώ ταξίδεψα μετά, αλλά με το σχολείο υπήρχε μια προσεκτική επιλογή προορισμών. Ήταν όλα φιλτραρισμένα. Παρ’ όλα αυτά υπήρχε μια αξιοπρέπεια. Δεν έβλεπες ανημποριά ή αρρώστια στους δρόμους. Υπήρχε μεγάλη πείνα και η προσφορά του Μάο ήταν ότι όλοι μπόρεσαν να εξασφαλίσουν ένα πιάτο φαΐ. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα μεγέθη του πληθυσμού είναι ασύλληπτα. Και στήθηκε μια κοινωνία, όπου η φτώχεια δεν ταυτίστηκε με την ταπείνωση. Τώρα, όμως, καθώς έχει ανοίξει η ψαλίδα ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς, συναντάς αμέτρητους ζητιάνους και τυφλούς.

Maria Giannakaki
Maria Giannakaki

Τον πρώτο καιρό, θυμάμαι, κατέβαινα να ψωνίσω στις υπαίθριες αγορές και έβλεπα πίσω μου δεκάδες μάτια να με κοιτάνε με απορία. «Τι είναι αυτό με τα σγουρά μαλλιά»; Στ′ αλήθεια, πρέπει να έδειχνα εξωτική και μ’ άρεσε να τους ρωτώ από πού είμαι.

Μετά το Πεκίνο έκανα τα χαρτιά μου για τη Σχολή Καλών Τεχνών στη Χαντζό, πόλη κοντά στη Σαγκάη. Ο Μάρκο Πόλο έλεγε πως “επάνω είναι ο ουρανός και κάτω η Χαντζό”, μια πανέμορφη πόλη με παράδοση στη ζωγραφική. Εκεί σπούδασα τοπίο και, βέβαια, καλλιγραφία. Αυτή άλλωστε, είναι η βάση και συνιστά, κατά κάποιο τρόπο, τη φιλοσοφία της κινεζικής τέχνης. Διέπεται από κανόνες, με πολύ συμπυκνωμένο περιεχόμενο. Το άλλο κομμάτι αφορά τον τρόπο γραφής, με διάφορα στυλ. Πρέπει να ξέρεις πώς θα χειριστείς το πινέλο, πώς θα το «γράψεις». Είναι πάρα πολύ δύσκολο, αλλά και τρομερά ενδιαφέρον, αν σκεφτείς πόσο παλιά είναι αυτά τα είδη!

(μου δείχνει ένα ογκώδες βιβλίο με στήλες για κάθε είδος γραφής)

Στο τοπίο κάναμε εξάσκηση σε κήπους, δέντρα, κορμούς και φύλλα, είδη φύλλων κ.ο.κ. Βγαίναμε στην ύπαιθρο και κάναμε σχέδιο για να μπορείς από τη φύση πια να το κατακτήσεις και έπειτα, κάθε φορά, να το επαναφέρεις μηχανικά. Συγχρόνως, στο πλαίσιο της σπουδής, έπρεπε να μάθεις ν΄αντιγράφεις τοπία παλιών δασκάλων. Για παράδειγμα, είχε σημασία να μάθεις, όχι πώς έκανε το δέντρο ο Τέτσης (δάσκαλος της Γιαννακάκη στην ΑΣΚΤ), αλλά ν’ αντιληφθείς γιατί το έκανε έτσι. Μια εσωτερική διαδικασία που κι αυτή διέπεται από κανόνες, με σπουδαίους μαστόρους στην ιστορία της κινεζικής τέχνης. Συνέχισα και στη φιγούρα ως το τέλος της σπουδής.

Maria Giannakaki
Maria Giannakaki

Από την κινεζική ζωγραφική οπωσδήποτε κρατώ τα στοιχεία της καλλιγραφίας. Ο τρόπος που δουλεύουν τα μεγάλα πινέλα και οι μεγάλες κηλίδες έχουν άμεση αναφορά στο έργο μου. Βέβαια, εγώ σαν δυτική, δίνω άλλη ερμηνεία, αλλά δε θα μπορούσε να γίνει αλλιώς. Το αφομοίωσα με τρόπο που να με εκφράζει. Κράτησα, ακόμη, την σχέση του κενού στο χαρτί κι εξηγούμαι: δεν είναι κενό επειδή δεν ξέρω τι να το κάνω. Το κενό φέρει την ίδια σημασία και ισορροπεί με τη ζωγραφισμένη επιφάνεια. Οι Κινέζοι έχουν μάλιστα όρο γι’ αυτό, το λένε «κομπάι» (σημαίνει κενό – μη κενό). Και βέβαια, η γκάμα του γκρίζου από τη ζωγραφική τους είναι έντονη στο έργο μου. Είναι μια διεργασία που ξεκινά κιόλας από την προετοιμασία του χαρτιού, με ένα ελαφρύ βρέξιμο, όπου απλώνεις το πινέλο και αποκτά μια ματιέρα λίγο γκρίζα, σβηστή.

Ήθελα να παραμείνω στην Κίνα και μετά την υποτροφία, αλλά δεν μπορούσα να το αντέξω οικονομικά. Γύρισα στην Αθήνα το ’86, αλλά δεν έχασα την επαφή μου με τον τόπο. Και κάθε φορά τον ζούσα διαφορετικό. Μεγάλη αλλαγή συνάντησα το 2001, όπου μετά τους δρόμους, τα σπίτια και τις γειτονιές στη Χαντζό, άρχισε να δείχνει και στους ανθρώπους. Μπήκαν στη διατροφή τα γαλακτοκομικά, τα φαστ-φουντ και ξαφνικά, έβλεπες παχύ κόσμο! Τώρα, τουλάχιστον, τα νέα παιδιά είναι πιο ψηλά. Γίνονται όλα όπως στο Χονγκ Κονγκ και τη Σιγκαπούρη. Κυκλοφορεί πλέον χρήμα και αυτό είναι εμφανές. Κυριαρχούν ατελείωτα μαγαζιά με ρούχα κατά το πρότυπο της China Town, αντιπροσωπείες πολυτελών αυτοκινήτων, αλλά και πολύς κόσμος από τη Δύση! Μόνο η πανέμορφη λίμνη έχει παραμείνει και γύρω της έχουν αλλάξει όλα.

Maria Giannakaki

Η Κίνα είναι ένας κόσμος αντιθέσεων. Για παράδειγμα, βλέπεις έναν καλλιτέχνη της εμβέλειας του Άι Γουέι Γουέι, που ενώ καταγγέλλει το καθεστώς, χρηματοδοτείται παράλληλα από την Τράπεζα της Κίνας. Η Σαγκάη πάλι, με απίθανα κτήρια όπως το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, προβάλλει πιο εντυπωσιακή κι από μεγαλουπόλεις της Αμερικής. Αντίστοιχα, όμως, σε απομακρυσμένες επαρχίες όπως το Θιβέτ, όπου ταξίδεψα πριν από δύο χρόνια, ο κόσμος ζει δεκαετίες πίσω. Η εικόνα της ανάπτυξης είναι εντυπωσιακή, αλλά υπάρχουν ακόμη “απάτητα” μέρη στην αλλαγή.

Το στοιχείο που με γοήτευε από το ξεκίνημα είναι που έβλεπα τους ανθρώπους σιωπηλούς. Γενικά, δε φώναζαν, δεν είχαν τίποτε το μπουφόνικο και μου άρεσε αυτή η σιωπή. Δε θα ξεχάσω τα πρωινά με τα μιλιούνια που ξεχύνονταν στους δρόμους με ποδήλατα δίπλα στα λιγοστά κρατικά αυτοκίνητα. Νωρίς το πρωί μπορούσες να δεις ένα πλήθος Κινέζων να κάνουν γυμναστική. Τώρα, βεβαίως, δεν υπάρχει αυτό. Τώρα, στη θέση τους υπάρχει πληθώρα αυτοκινήτων, έτσι που κάθε μέρα έχει πυκνή κυκλοφορία.»

Οι φωτογραφίες είναι από το προσωπικό αρχείο της δημιουργού και δημοσιεύονται για πρώτη φορά στη HuffPost.

Δείτε έργα της Μαρίας Γιαννακάκη στο i-D ProjectArt (Κανάρη 12, Κολωνάκι). Στην έκθεση με τίτλο «Light Boxes and more… Τέχνη στο φως», η εικαστικός παίρνει τα κινεζικά φαναράκια και τα μετατρέπει σε μοναδικά φωτεινά κουτιά. Την οργάνωση και καλλιτεχνική επιμέλεια του ProjectArt και της έκθεσης έχει η Μαρία Ξανθάκου.

Maria Giannakaki
|

Δημοφιλή