Η Νότια Σινική Θάλασσα (ΝΣΘ) αποτελεί μια εκ των πιο διαφιλονικούμενων περιοχών παγκοσμίως. Επτά κράτη (Κίνα, Βιετνάμ, Φιλιππίνες, Μαλαισία, Ινδονησία, Ταϊβάν και Μπρουνέι) εκφράζουν επικαλυπτόμενες διεκδικήσεις αναφορικά με τα γεωλογικά χαρακτηριστικά της περιοχής (νησιά Spratly και Paracel, ύφαλος Scarborough κ.ο.κ.), και τις θαλάσσιες ζώνες που αυτά παράγουν, συμπεριλαμβανομένης της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (Α.Ο.Ζ.). Αδιαμφισβήτητα το πιο επιθετικό κράτος είναι η Κίνα, η οποία, μέσω της πολιτικής της «Γραμμής των Εννέα Σημείων» διεκδικεί προσεγγιστικά το 85% της περιοχής, επικαλούμενη ιστορικά δικαιώματα.
Στη σύγχρονη εποχή η Κίνα παρουσίασε επισήμως την εν λόγω γραμμή το 2009 με την κατάθεση χάρτη στον ΟΗΕ. Το 2012 ανέδειξε την ΝΣΘ σε προτεραιότητα της εξωτερικής της πολιτικής, ενώ το 2013 προσέθεσε ένα δέκατο σημείο στο βορειοανατολικό άκρο της γραμμής για να συμπεριληφθεί και η Ταϊβάν στην διεκδικούμενη περιοχή.
Το 2016, με απόφασή του στην υπόθεση μεταξύ Κίνας-Φιλιππίνων, το Διαιτητικό Δικαστήριο της Χάγης υποστήριξε πως τα κινεζικά επιχειρήματα στη ΝΣΘ παραβιάζουν τη Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας («UNCLOS»).
Εντούτοις, το Πεκίνο απέρριψε αυτή την απόφαση. Αντίθετα, στοχεύει στον έλεγχο της περιοχής, έχοντας τέσσερις κύριες επιδιώξεις:
α) την προστασία της εθνικής ασφάλειας και της κυριαρχίας του Κομμουνιστικού Κόμματος μέσω της δημιουργίας στρατηγικού βάθους γύρω από τις κινεζικές ακτές και της ανάπτυξης ενός προμαχώνα για τα κινεζικά υποβρύχια μεταξύ της νήσου Hainan και των διαφιλονικούμενων νησιών
β) την ανακατάληψη «χαμένων εδαφών» εντός της περιοχής, όπως η Ταϊβάν και διάφορα διαφιλονικούμενα νησιά
γ) τον έλεγχο ενός μεγάλου μέρους του θαλάσσιου εμπορίου και την αναπόσπαστη συνέχιση του εθνικού της σχεδίου «Belt and Road Initiative», και τέλος
δ) τον έλεγχο των πλούσιων αποθεμάτων της ΝΣΘ σε υδρογονάνθρακες και ψάρια.
Την τελευταία δεκαετία, η Κίνα έχει προωθήσει επιθετικά τις επιδιώξεις της, εφαρμόζοντας μια σειρά από παράνομες πρακτικές στη ΝΣΘ, με χαρακτηριστικότερες την κατάληψη διαφιλονικούμενων υφάλων, την κατασκευή τεχνητών νησιών και τη στρατικοποίησή τους.
Τα δύο τελευταία χρόνια (Δεκέμβριος 2019 – Δεκέμβριος 2021), η Κίνα επωφελήθηκε της πανδημίας για να προωθήσει ακόμα πιο δυναμικά τη στρατηγική της στην επίμαχη περιοχή, εκμεταλλευόμενη την αποδυνάμωση της διεθνούς κοινότητας και την επικέντρωση των γειτονικών κρατών και των ΗΠΑ στην αντιμετώπιση της πανδημίας.
Σε νομικό επίπεδο, αξιοσημείωτη ήταν η ίδρυση δύο νέων διοικητικών περιφερειών στη ΝΣΘ (Απρίλιος 2020), επιφορτισμένων με τον έλεγχο των διαφιλονικούμενων νησιών της περιοχής, αποσκοπώντας στην παγίωση των διεκδικήσεών της.
Το Φεβρουάριο του 2021 η Κίνα έθεσε σε ισχύ θαλάσσιο νόμο που επιτρέπει για πρώτη φορά στην ακτοφυλακή της να χρησιμοποιεί βία εναντίον ξένων πλοίων που παραβιάζουν τα «ύδατά» της, καθώς και να καταστρέφει οποιαδήποτε κατασκευή πάνω σε υφάλους που διεκδικεί. Λίγους μήνες αργότερα, τον Σεπτέμβριο, έθεσε σε ισχύ νέο νόμο που προβλέπει την επιβολή ειδοποίησης από ξένα πλοία που εισχωρούν στις «θαλάσσιες περιοχές» της.
Επί του πεδίου, η Κίνα παραβίασε συστηματικά τις Α.Ο.Ζ. των παράκτιων κρατών της περιοχής, αποστέλλοντας τα αλιευτικά και πολεμικά της πλοία, καθώς και τα σκάφη της ακτοφυλακής της. Χαρακτηριστικότερες παραβιάσεις ήταν η μαζική είσοδος κινεζικών σκαφών στις Α.Ο.Ζ. της Ινδονησίας (Ιανουάριος 2020) και των Φιλιππίνων (Μάρτιος και Σεπτέμβριος 2021), η βύθιση ενός βιετναμέζικου αλιευτικού κοντά στα διαφιλονικούμενα νησιά Paracel (Απρίλιος 2020), ο επιτυχής εξαναγκασμός του Βιετνάμ και των Φιλιππίνων να εγκαταλείψουν ή αναβάλλουν τα ενεργειακά τους σχέδια στη ΝΣΘ, η συστηματική παρενόχληση των εξορυκτικών δραστηριοτήτων εντός της Μαλαισιανής Α.Ο.Ζ. και η περαιτέρω στρατικοποίηση των διαφιλονικούμενων νησιών που ελέγχει.
Τα παράκτια κράτη αντέδρασαν στις κινεζικές παραβιάσεις, κυρίως σε νομικό-διπλωματικό επίπεδο λόγω της κινεζικής στρατιωτικής ανωτερότητας. Αξιοσημείωτη ήταν η κατάθεση προκαταρκτικής επιστολής από την Μαλαισία για την επέκταση των ορίων της υφαλοκρηπίδας της στην αρμόδια Επιτροπή του ΟΗΕ (Δεκέμβριος 2019), αμφισβητώντας τις κινεζικές διεκδικήσεις.
Η κίνηση αυτή ώθησε το Βιετνάμ, τις Φιλιππίνες και την Ινδονησία να καταθέσουν αντίστοιχες ρηματικές διακοινώσεις στον ΟΗΕ εντός του 2020, και τις ΗΠΑ να αναγνωρίσουν για πρώτη φορά επισήμως τις κινεζικές θέσεις στη ΝΣΘ ως παράνομες.
Η κίνηση των ΗΠΑ με τη σειρά της ώθησε τα παράκτια κράτη να εκφράσουν πιο σθεναρά την κοινή τους πεποίθηση ότι οι θαλάσσιες διαφορές επιλύονται μόνο μέσω της «UNCLOS», αλλά και να αντιδράσουν επί του πεδίου.
Σε αυτό το επίπεδο, μεγαλύτερη αποφασιστικότητα έδειξαν το Βιετνάμ, η Ινδονησία και οι Φιλιππίνες – παρά τον κατευνασμό που έχει επιδείξει προς την Κίνα κατά την θητεία του ο Πρόεδρος των Φιλιππίνων Rodrigo Duterte. Τα συγκεκριμένα κράτη αύξησαν τις περιπολίες τους στη ΝΣΘ και ανέπτυξαν νέες ομάδες επιτήρησης.
Παράλληλα, οι Φιλιππίνες ανακοίνωσαν την αναβάθμιση των υποδομών του νησιού Thitu/Pag-asa εντός της Α.Ο.Ζ. τους (Ιούνιος 2020), ενώ η Ινδονησία δημιούργησε ένα νέο κέντρο επίβλεψης στα νησιά Natuna (Νοέμβριος 2020).
Τέλος, τα παράκτια κράτη ενίσχυσαν τη ναυτική τους ισχύ, αγοράζοντας εξοπλισμούς, μεταξύ άλλων, από τις ΗΠΑ, ενώ προχώρησαν και σε κοινές αεροναυτικές ασκήσεις στη ΝΣΘ με την Αμερική, η οποία προασπίζεται την ελεύθερη ναυσιπλοΐα στην περιοχή.
Στο προβλεπτό μέλλον, πάντως, η κινεζική επιθετική στρατηγική στη ΝΣΘ που αποβλέπει στην κυριαρχία της Νοτιοανατολικής Ασίας, δεν αναμένεται να αλλάξει, βλέποντας την αδυναμία των γειτονικών της κρατών να την αντιμετωπίσουν, αλλά και να επιλύσουν τις μεταξύ τους διαφορές, και την απροθυμία των ΗΠΑ να κλιμακώσουν την ένταση.