Η κοινωνία αναστενάζει, φρίττει και σταυροκοπιέται με τα αποκαλυπτόμενα γεγονότα για την υπόθεση της Πάτρας, την υπόθεση του Πύργου, τους θανάτους παιδιών και βρεφών και μάλιστα από τους ίδιους τους «γονιούς», τις ασέλγειες και τους βιασμούς σε παιδιά και μωρά, αλλά και τις διαστροφικές κακοποιήσεις και αιμομιξίες που αποκαλύφθηκαν πρόσφατα σε οικογένεια αστυνομικών.
Τα αυξανόμενα περιστατικά βίας ανηλίκων, οι γυναικοκτονίες, η διαφθορά και η διαπλοκή σε κάθε επίπεδο, συμπληρώνουν τη ζοφερή εικόνα που παρουσιάζει εδώ και χρόνια η πατρίδα μας.
Προφανώς οι αντίστοιχες τηλεοπτικές εκπομπές που «αποκαλύπτουν» αυτά τα φαινόμενα και τα τραβάνε «από τα μαλλιά» για να γεμίζουν επί μέρες, μήνες ή και χρόνια τον τηλεοπτικό τους χρόνο, κάνουν απλά και ίσως καλά τη δουλειά τους.
Όμως θα ήταν χρήσιμο η επιστημονική κοινότητα να ερευνήσει τους λόγους όπου η πλειοψηφία του τηλεοπτικού κοινού, εθίζεται να παρακολουθεί λεπτομέρειες των υποθέσεων αυτών, όσο αποτρόπαιες και αν είναι, αναμένοντας διαρκώς τα νέα στοιχεία και τις νέες αποκαλύψεις, σαν να είναι καθημερινό σήριαλ κοινωνικού περιεχομένου, αλλά και τις περισπούδαστες αναλύσεις των τηλεσχολιαστών, που τις περισσότερες φορές είναι άσχετοι με την επιστημονική ανάλυση τέτοιων φαινομένων.
Θα περίμενε κανείς σε τέτοιες εκπομπές να συμμετέχουν καταξιωμένοι κοινωνιολόγοι, εγκληματολόγοι, ψυχίατροι, ψυχολόγοι και από κάθε άλλη επιστημονική εξειδίκευση, η οποία θα ήταν σχετική με τέτοιου είδους περιστατικά.
Αντί αυτών κυριαρχούν στα σχετικά πάνελ τα τελευταία χρόνια, «ειδικοί αστυνομικοί αναλυτές», κυρίως πρώην αστυνομικοί, οι οποίοι παρεμπιπτόντως εκτός ίσως από μία πρακτική εμπειρία που είχαν (και αν είχαν) από την αντιμετώπιση (κυρίως κατασταλτικά) στον υπηρεσιακό τους βίο φαινομένων βίας, δεν έχουν καμία επιστημονική γνώση ανάλυσης ή μέτρων αντιμετώπισης αυτών των σοβαρών κοινωνικών φαινόμενων.
Και τα στόματα μένουν ορθάνοιχτα από έκπληξη και όλη η ύπαρξη των τηλεθεατών κρέμεται ουσιαστικά από τα χείλη αυτοδιαφημιζόμενων «ειδικών αναλυτών» λες και το μέλλον το δικό τους και των οικογενειών τους, εξαρτάται από τις αποκαλύψεις για τη ζωή των άλλων.
Η είδηση, ως τέτοια, σαφώς πρέπει να ακούγεται και να αναλύεται, προφανώς όπως προανέφερα από ειδικούς, αλλά οι φημολογίες, τα μυστικά της κλειδαρότρυπας, οι υποθέσεις και οι μεγαλοστομίες, αλλά και οι τηλεδίκες και τηλεκαταδίκες, που στέλνουν στη λήθη το τεκμήριο της αθωότητας, προσφέρουν αρνητικές υπηρεσίες στην διερεύνηση των αιτιών και στην αντιμετώπιση της κοινωνικής σήψης που βιώνουμε.
Η πολιτεία από την ανάδειξη αυτών των περιστατικών πρέπει επιτέλους να λάβει ριζικά μέτρα, στο επίπεδο της οικογένειας, των κοινωνικών συνθηκών και της παιδείας και να ανοίξει ουσιαστικό διάλογο προκριμένου να κινητοποιήσει θετικά την κοινωνία. Όχι να παρακολουθεί αμέτοχη από τα τηλεπαράθυρα τα τραγικά γεγονότα, που πολλές φορές συμβαίνουν στη διπλανή τους πόρτα, αλλά να συμμετάσχει ενεργά σε κοινωνικές δράσεις, ενημερώσεις και κάθε άλλου πρόσφορου μέσου, προκειμένου να γίνει μακροπρόθεσμα ανάσχεση αυτής της ζοφερής κατάστασης.
Αν δεν υπάρξει άμεσα οργανωμένη αντίδραση και σχεδιασμός από την πολιτεία και την κοινωνία, θα παρακολουθούμε αενάως τέτοια περιστατικά σαν «καλοί» τηλεθεατές, μέσα από την κλειδαρότρυπα, τις δυστυχισμένες ζωές των άλλων, μέχρι αυτές να χτυπήσουν και τη δική μας πόρτα. Τότε κάποιοι άλλοι θα βλέπουν μέσα από τη δική μας κλειδαρότρυπα, όσα ίσως θέλουμε να κρύψουμε κι εμείς από το φως, απ΄ τα μάτια των γειτόνων μας αλλά και από τις κάμερες των πρωινομεσημεριανάδικων και των τηλεσχολιαστών.
Αναζητείται αλλαγή του τρόπου που βλέπουμε τη ζωή, του τρόπου που μεγαλώνουμε τα παιδιά μας, του τρόπου που η πολιτεία εκπαιδεύει τον «άνθρωπο- πολίτη», του τρόπου που ο καθένας από μας συμμετέχει για να συμβάλει στην αντιστροφή αυτής της σήψης και τελικά αναζητείται ελπίδα. Εύχομαι όχι ματαίως.