Στις μέρες μας, οι περισσότεροι από εμάς πληροφορούμαστε για τις ειδήσεις και τις εξελίξεις μέσω του διαδικτύου. Από τις ειδησεογραφικά πύλες έως τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης οι περισσότεροι ιστότοποι και ψηφιακές εφαρμογές μας εμπλέκουν σε ένα συνεχές «σκρολάρισμα» (στα ελληνικά «κύλιση σελίδας») γι’ αυτά που ταιριάζουν στα ενδιαφέροντά μας. Αυτή είναι η «κουλτούρα του σκρολαρίσματος». Συνεχώς, άλλες φορές μανιωδώς, χρησιμοποιούμε τις οθόνες και τα χειριστήρια αφής, τα «βελάκια» του πληκτρολογίου και τις ροδέλες των ποντικιών μέχρι κάτι να μας τραβήξει την προσοχή. Είναι το ψηφιακό αντίστοιχο του ξεφυλλίσματος μιας εφημερίδας.
Το ξεφύλλισμα εντύπων μπορεί να μας οδηγήσει στην ανάγνωση του άρθρου που θέλουμε και, αν αυτό μας ενδιαφέρει αρκετά, στην αναζήτηση επιπλέον πηγών πάνω στο θέμα. Αυτές οι πηγές μπορεί να περιέχουν καλής ή κακής ποιότητας πληροφορία. Μπορούν ακόμα και να περιέχουν ψεύτικη πληροφορία.
Αντίστοιχα, το «σκρολάρισμα» σε μια ιστοσελίδα ή μια ψηφιακή εφαρμογή μπορεί να μας οδηγήσει σε χρήσιμους συνδέσμους, κακής ποιότητας γραπτά, προκατειλημμένες και στρατευμένες πηγές ή σκόπιμα ψέματα (διαδικτυακές απάτες και ψευδείς ειδήσεις). Και στα έντυπα αλλά και στα ψηφιακά μέσα, οι χαμηλής ή κακής ποιότητας πληροφορία προέρχεται από τσαπατσούληδες συγγραφείς ή από ερευνητές με φτωχές δεξιότητες, ενώ τα σκόπιμα ψεύδη από διαδικτυακούς «ζηλωτές» ή συγγραφές που συνειδητά στοχεύουν στην εξάπλωσή τους.
Ωστόσο, υπάρχει μια μεγάλη διαφορά μεταξύ μιας εφημερίδας και μιας ιστοσελίδας. Μια εφημερίδα είναι ένα αυτόνομο προϊόν ειδήσεων. Η περαιτέρω έρευνα πάνω στο ζήτημα που μας ενδιαφέρει απαιτεί την ανάγνωση περισσότερων εφημερίδων. Υπάρχει ένα ορισμένο εμπόδιο σε μια τέτοια έρευνα, που έχει να κάνει με τους υπολογισμούς κόστους-οφέλους του ενδιαφερόμενου. Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν θα αξιολογήσουν ως σημαντικότερη τη θέλησή τους να μάθουν σε σχέση με το κόστος αγοράς πολλών εντύπων ή τον επιπλέον χρόνο που απαιτείται για περαιτέρω έρευνα. Αυτό οδηγεί τους περισσότερους ανθρώπους σε πιο συστηματικές μεθόδους, που είναι να ακολουθήσουν το ζήτημα του ενδιαφέροντός μέσω της ίδιας ή διαφορετικών εφημερίδων.
“Στην προ-διαδικτυακή εποχή η αδυναμία των ανθρώπων ήταν, εν μέρει, το αποτέλεσμα της περιορισμένης πρόσβασης στην πληροφορία, σήμερα είναι το αποτέλεσμα του βομβαρδισμού από πολλαπλές πηγές”
Όταν πρόκειται για διαδικτυακές πληροφορίες, το κόστος είναι αισθητά μικρότερο. Μπορούμε να πλοηγηθούμε για ώρες, ερευνώντας το θέμα που μας απασχολεί. Φυσικά υπάρχουν πάροχοι πληροφορίας επί πληρωμή, αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις η αφθονία των δωρεάν πηγών αποθαρρύνει τους χρήστες να στραφούν σε τέτοιες λύσεις. Αυτή η αφθονία και η άμεση διαθεσιμότητα των διαδικτυακών πηγών προσφέρουν τεράστιες δυνατότητες στους χρήστες. Ταυτόχρονα, αποτελούν πηγή παραπληροφόρησης, καθοδήγησης και χειραγώγησης της κοινής γνώμης και εμπέδωσης επιφανειακής γνώσης.
Όταν μιλάμε για διαφοροποιημένες πηγές ειδήσεων, το διαδίκτυο δεν είναι πάντοτε ο καλύτερος πάροχος. Οι περισσότερες ιστοσελίδες αναπαράγουν τις αναρτήσεις των ειδησεογραφικών πρακτορείων ή άλλων ιστοσελίδων χωρίς να ενδιαφέρονται για την πρωταρχική πηγή της είδησης. Σε πολλές περιπτώσεις ο ενδιαφερόμενος θα πρέπει να πηδήξει σε δεκάδες ιστοσελίδες μέχρι να καταφέρει να φτάσει στην αυθεντική πηγή. Γι’ αυτό το λόγο, μεταξύ άλλων, οι διαδικτυακές απάτες και οι ψευδείς ειδήσεις είναι εύκολο να μεταδοθούν και συχνά φτάνουν στα τηλεοπτικά δίκτυα και τα έντυπα, εκθέτοντας την συχνή προχειρότητα των παραδοσιακών μέσων ενημέρωσης.
Είναι η φύση του διαδικτύου που επιτρέπει την διάδοση της πληροφορίας με μορφή και ταχύτητα χιονοστιβάδας. Τα στατικά αλλά και τα διαδραστικά κοινωνικά δίκτυα διαχέουν τις ειδήσεις στα πέρατα του κόσμου σε δευτερόλεπτα. Αντίστοιχα, η ακούσια ή εκούσια παραπληροφόρηση εξαπλώνεται εξίσου γρήγορα προκαλώντας συναισθηματικές αντιδράσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Έτσι το εκάστοτε θέμα συζητιέται περεταίρω, διαδίδεται και γίνεται αντιληπτό ως ακριβές ή αληθές.
Αλλά τι σημαίνουν όλα αυτά για εμάς και για τον τρόπο που πληροφορούμαστε; Υπάρχει κάποια πραγματική διαφορά μεταξύ παραπληροφόρησης από τα παραδοσιακά, συμβατικά μέσα και παραπληροφόρησης από τα νέα, ψηφιακά μέσα;
Πριν από εξήντα και πλέον χρόνια, ο Βρετανός θεωρητικός συστημάτων Kenneth Boulding στο βιβλίο του “The Image : Knowledge in Life and Society” επιχείρησε να ερευνήσει τους τρόπους με τους οποίους τα άτομα διαμορφώνουν τις αντιλήψεις τους και πως αυτές επηρεάζουν τη συμπεριφορά. Ο Boulding υποστήριξε ότι «είναι πάντοτε η εικόνα και όχι η πραγματικότητα που ορίζει άμεσα τη συμπεριφορά» και πως «δρούμε με βάση τον τρόπο που ο κόσμος μοιάζει σε εμάς και όχι απαραιτήτως με βάση τον τρόπο που αυτός είναι». Επιπλέον, για τον Boulding, το ανθρώπινο μυαλό πραγματοποιεί απλουστεύσεις. Αυτές οι απλουστεύσεις είναι αναπόφευκτες καθώς «η ανθρώπινη φαντασία μπορεί να αντέξει ένα συγκεκριμένο βαθμό περιπλοκότητας. Όταν η περιπλοκότητα καθίσταται ανυπόφορη, υποχωρεί σε συμβολικές εικόνες».
Ο Αμερικάνος ψυχολόγος Gordon Allport επιχειρηματολόγησε με παρόμοιο τρόπο στο έργο του «Η Φύση της Προκατάληψης». Σύμφωνα με τον Allport, το ανθρώπινο μυαλό πραγματοποιεί κατηγοριοποιήσεις και απλουστεύσεις και έτσι η προκατάληψη αναγνωρίζεται ως διαταραχή της κανονικής ανθρώπινης λειτουργίας: «Ο ανθρώπινος νους πρέπει να σκέφτεται με τη βοήθεια κατηγοριών... Μόλις διαμορφωθούν, οι κατηγορίες είναι η βάση για την κανονική, πρόωρη κρίση. Δεν μπορούμε να αποφύγουμε αυτή τη διαδικασία. Η εύτακτη διαβίωση εξαρτάται από αυτό.»
Οι Boulding και Allport παρουσιάζουν τις απλουστεύσεις και τις κατηγοριοποιήσεις που πραγματοποιούνται από τον ανθρώπινο νου ως κομμάτι του αντιληπτικού μας μηχανισμού. Αν δεχθούμε αυτή την προσέγγιση, τότε οι αντιλήψεις που διαμορφώνονται από τη ροή πληροφοριών μέσω «σκρολαρίσματος» είναι ιδιαίτερα επιδεκτικές στην εξαπάτηση. Οι αντιληπτικοί μας μηχανισμοί είναι ήδη ευάλωτοι όταν κρυφοκοιτάζουμε τους τίτλους των εφημερίδων από το διπλανό μας στο μετρό ή όταν διαβάζουμε στα γρήγορα τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων στο περίπτερο. Δεδομένης της πληθώρας πηγών και της ταχύτατης ροής πληροφοριών των ψηφιακών μέσων, σήμερα η έκθεσή μας στην παραπληροφόρηση αυξάνεται δραματικά.
Εάν οι υποθέσεις των Allport και Boulding είναι σωστές, οι εικόνες που λαμβάνουμε μέσω των ψηφιακών μέσων υποχωρούν στο επίπεδο των συμβολικών εικόνων και των χονδροειδών κατηγοριοποιήσεων, ανεξάρτητα από το πόσο εξελιγμένες είναι οι αρχικές μας αντιλήψεις.
“Η άρνηση της αφθονίας της πληροφορίας θα στερούσε τους ανθρώπους από όλα τα οφέλη που προκύπτουν από τη χρήση του διαδικτύου.”
Από την άποψη της ισχύος, εάν στην προ-διαδικτυακή εποχή η αδυναμία των ανθρώπων ήταν, εν μέρει, το αποτέλεσμα της περιορισμένης πρόσβασης στην πληροφορία, σήμερα είναι το αποτέλεσμα του βομβαρδισμού από πολλαπλές πηγές. Αντιστρόφως, αν στην προ-ιντερνετική εποχή η ισχύς ήταν ζήτημα πρόσβασης στην πληροφορία, η ισχύς του 21ου αιώνα προέρχεται από την ικανότητα φιλτραρίσματος μέσα από ένα ορμητικό, ψηφιακό ποταμό πληροφορίας. Κοντολογίς, αν στο παρελθόν η διατήρηση της ισχύος από τον κυρίαρχο διασφαλιζόταν με την διατήρηση του ασθενέστερου στο «σκοτάδι», στην ψηφιακή εποχή εξασφαλίζεται από τη μαζική, συνεχή και θορυβώδη ροή πληροφοριών.
Δεδομένων όλων αυτών, τι μπορούμε να κάνουμε για να αποφύγουμε την παγίδα της παραπληροφόρησης; Είμαστε καταδικασμένοι από τις ίδιες μας τις εγκεφαλικές λειτουργίες για μια ζωή;
Πρώτα απ’ όλα, η δαιμονοποίηση του διαδικτύου δεν είναι καθόλου γόνιμη. Εξάλλου έχουμε να κάνουμε με ένα ανθρώπινο κατασκεύασμα και ως τέτοιο, είναι ένα εργαλείο εξίσου ικανό για το καλό αλλά και για το κακό.
Η άρνηση της αφθονίας της πληροφορίας θα στερούσε τους ανθρώπους από όλα τα οφέλη που προκύπτουν από τη χρήση του διαδικτύου. Ακόμη και αν οι υποθέσεις των Boulding και Allport είναι εξ ολοκλήρου ορθές, είναι η γνώση της ίδιας μας της αδυναμίας που μας κάνει να αντιλαμβανόμαστε τους κινδύνους. Μπορεί να είμαστε επιρρεπείς σε απλουστεύσεις και κατηγοριοποιήσεις, αλλά τουλάχιστον έχουμε τη γνώση της αδυναμίας αυτής.
Έτσι, μπορούμε να θέτουμε υπό κρίση τις αντιλήψεις μας και να αμφισβητούμε συνεχώς τις βεβαιότητές μας. Επιπλέον, είναι στο χέρι μας να διεκδικήσουμε διαδικτυακή εκπαίδευση και επιμόρφωση για όλους. Η εκπαίδευση από νεαρή ηλικία μπορεί να αυξήσει τις δυνατότητες και να μειώσει τους κινδύνους. Η συναίσθηση των προκλήσεων της ταχύτατα μεταβαλλόμενης, ψηφιακής πραγματικότητας, μπορεί να μας καταστήσει ικανούς να προσαρμοζόμαστε και να αποφεύγουμε τους κινδύνους που την συνοδεύουν.