Ο ποταμός Sarine χωρίζει τόσο το καντόνι του Φριμπούρ όσο και την πόλη του Φριμπούρ σε δύο μέρη: το γερμανόφωνο και το γαλλόφωνο.
Και αυτή η δυαδικότητα χαρακτηρίζει την πόλη των περίπου 40.000 κατοίκων. Τα σήματα στους δρόμους είναι όλα σε δύο γλώσσες, οι κάτοικοι μπορούν να επιλέξουν εάν τα παιδιά τους θα μάθουν γαλλικά ή γερμανικά στο σχολείο και το πανεπιστήμιο προσφέρει δίγλωσσο πρόγραμμα σπουδών.
Ωστόσο, εάν πάτε προς το μεσαιωνικό Basse-Ville, που βρίσκεται εγκλωβισμένο μεταξύ του γερμανόφωνου και του γαλλόφωνου τμήματος του Φριμπούρ, θα βρεθείτε σε ένα μέρος όπου οι δύο γλώσσες έχουν γίνει μία: με την Bolze.
Στο ηχητικό μιλάνε Bolze και αναφέρουν: «Είναι Σάββατο, 10.00 το πρωί. Οι νοικοκυρές από το Au έχουν τελειώσει με τις δουλειά του σπιτιού και πάνε για ψώνια. Τέτοια ημέρα πάνε πάντα πολλοί στο κρεοπωλείο. Κυρίως γυναίκες που θέλουν να φτιάξουν το κυριακάτικο “bratwurst”. Όλοι θέλουν να μπούν πρώτοι στην ουρά. ”Είναι η σειρά μου τώρα, θα ήθελα ένα κιλό χοιρινό λουκάνικο και δύο κιλά μοσχαρίσιο κρέας”».
Για ένα τόσο μικρό κράτος, γράφει το BBC, είναι εντυπωσιακή η γλωσσική του ποικιλία. Σε όλο το κράτος, συναντά κανείς τρεις μεγάλες γλωσσικές ομάδες. Τα γερμανικά (ομιλούμενη από το 63% του πληθυσμού, σύμφωνα με έρευνα του 2000 –χρησιμοποιείται στα κεντρικά και ανατολικά τμήματα της χώρας), τα γαλλικά (20,4% - κυρίως στα δυτικά κοντά στη Γενεύη), και τα ιταλικά (6,5%) που μιλούνται στον νότο, ενώ ως επίσημη γλώσσα αναγνωρίζεται και η ρετορομανική (που τη χρησιμοποιεί πληθυσμός μικρότερος του 0.5%), γλώσσα που μιλούν οι κάτοικοι του νοτιοανατολικού καντονιού Γκράουμπιντεν.
Μέσα σε όλα αυτά υπάρχουν και οι διάλεκτοι, όπως τα ελβετικά γερμανικά, που χρησιμοποιείται μόνο στην καθομιλουμένη (σε αντίθεση με τα «κανονικά» γερμανικά που διδάσκονται στο σχολείο σε γραφή και ανάγνωση).
Μέσα σε αυτή τη γλωσσική πολυπλοκότητα, η πόλη του Φριμπούρ (Fribourg ή Freiburg όπως είναι γνωστή στα γαλλικά και τα γερμανικά αντίστοιχα) αντιμετωπίζει την επιπρόσθετη πρόκληση να βρίσκεται ανάμεσα στα γαλλόφωνα και τα γερμανόφωνα καντόνια και έτσι οι κάτοικοι ανέπτυξαν τη δική τους γλώσσα.
Παρόλο που ακόμη παραμένει άγνωστο πότε ακριβώς δημιουργήθηκε αυτή η γλώσσα, εκτιμάται ότι έγινε κοντά στην Βιομηχανικής Επανάστασης του 19ου αιώνα, όταν άρχισε η μετακίνηση των κατοίκων από την ύπαιθρο στις πόλεις, προς εύρεση εργασίας.
Ως πόλη που συνορεύει με τα γαλλόφωνα και γερμανόφωνα χωριά της υπαίθρου, το Φριμπούρ εξελίχθηκε σε ένα δίγλωσσο, πολιτιστικό και βιομηχανικό κόμβο για τους φτωχούς που αναζητούσαν εργασία.
Αυτοί οι εργάτες έπρεπε να βρουν έναν τρόπο να επικοινωνούν μεταξύ τους για να μπορούν να δουλέψουν. Έτσι, ουσιαστικά συγχώνευσαν τις δύο γλώσσες σε μια.
Η Bolze είναι ένα συνονθύλευμα γερμανικών και γαλλικών, που πέρασε από γενιά σε γενιά στους κατοίκους της Basse-Ville. Οι εναπομείναντες που μιλάνε τη γλώσσα, την προτιμούν για την επικοινωνία τους με τους υπόλοιπους κατοίκους, ως έναν τρόπο να διατηρήσουν την πολιτιστική τους κληρονομιά.
Ένα ενδιαφέρον στοιχείο της γλώσσας αυτής είναι ότι για να την μάθει κάποιος, θα πρέπει να ξέρει καλά και τα γαλλικά και τα γερμανικά. Ωστόσο, ακόμη και εκείνοι που γνωρίζουν καλά και τις δύο γλώσσες, δεν μπορούν να καταλάβουν την Bolze, παρά μόνο όταν την μάθουν σαν ξεχωριστή γλώσσα, αφού έχει τη δική της γλωσσική ισορροπία και ρυθμό, σαν μια ξεχωριστή οντότητα που ισορροπεί μεταξύ των γαλλικών και των γερμανικών.
«Η κουλτούρα της Bolze δημιουργήθηκε από ανθρώπους τέλεια δίγλωσσους. Κάτι εξαιρετικά σπάνιο στο Φριμπούρ, όπου συνήθως μιλάμε καλύτερα τη μία ή την άλλη γλώσσα. Εκείνοι που μιλούν Bolze μπορούν να μιλήσουν καλά και οι δύο -και μπορούν να μιλήσουν αυτή τη μίξη», λέει ο Michel Sulger, ξεναγός και ειδικός στη Bolze.
Η γλώσσα αυτή είναι ένα παράδειγμα του τι μπορεί να επιτευχθεί όταν οι κάτοικοι του Φριμπούρ, που ενώνονται μεταξύ τους σαν κομμάτια ενός ζωντανού παζλ, δουλεύουν μαζί για να συνεισφέρουν στην ιστορία της πόλης τους.