Η αμερικανική εξωτερική πολιτική δεν είναι ευανάγνωστη στην Ευρώπη. Συνολικά, το πολιτικό γίγνεσθαι των ΗΠΑ δεν μπορεί να γίνει εύκολα κατανοητό καθώς οι ιστορικές διαδρομές Ευρώπης και ΗΠΑ είναι πολύ διαφορετικές.
Στην αμερικανική εξωτερική πολιτική συνυπάρχουν πολλές διαφορετικές σχολές σκέψεις. Κανένας πρόεδρος των ΗΠΑ δεν αναλώθηκε μόνο στη μια ή στην άλλη σχολή σκέψης (οι πιο σημαντικές είναι ο Χαμιλτονισμός, ο Ουιλσονισμός, ο Τζεφερσονισμός και ο Τζακσονισμός).
Αν κάποια σχολή σκέψης ήταν πιο προσφιλής στην εκάστοτε αμερικανική κυβέρνηση τότε απλώς είχε υψηλότερο ποσοστό έναντι των άλλων.
Για παράδειγμα, ο υιός Μπους χρησιμοποίησε και ουιλσονικά αλλά και τζακσονικά στοιχεία στη χάραξη εξωτερικής πολιτικής.
Ο πρόεδρος Μπάιντεν πήρε μια απόφαση που αρκετούς προβληματίζει όμως είναι πέρα για πέρα πραγματιστική. Και ο παραδειγματισμός; Μήπως είναι ένδειξη αδυναμίας η άρση των κυρώσεων για την κατασκευή του Nord Stream II; Σκοπός πάντα είναι να επιτευχθεί ο στρατηγικός στόχος.
Μια ήττα σε μια μάχη μπορεί να δώσει τη νίκη σε έναν πόλεμο.
Χωρίς καμία αμφιβολία η αμερικανική εξωτερική πολιτική υπέστη μια ήττα στο θέμα των ρωσογερμανικών σχέσεων, κρηπίδωμα των οποίων είναι η ενεργειακή εξάρτηση της Γερμανίας από τη Ρωσία. Και ο Ομπάμα και ο Τραμπ δεν κατάφεραν να αποκολλήσουν τις δύο χώρες που συνεργάζονται αγαστά από τις αρχές του 21ου αιώνα.
Με άλλα λόγια το mindset του προέδρου Κλίντον και της κυβέρνησής του δεν μπορούσε να προβλέψει κάτι άλλο εκτός από έναν παγκοσμιοποιημένο και δυτικόστροφο κόσμο. Κανείς δεν περίμενε το 1996 οτι η Ε.Ε θα εναντιωθεί σε πολλούς στόχους των ΗΠΑ.
Τίποτε δεν είναι δεδομένο στη διεθνή πολιτική ούτε καν η περιβόητη ευρωατλαντική σχέση. O Στήβεν Γουόλτ στο εξαιρετικό βιβλίο του ″The Hell of Good Intensions″ σκιαγραφεί την αιτία των μεγάλων αποτυχιών της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής η οποία δεν είναι άλλη από την μεγάλη πίστη στον παράγοντα του αξιακού κώδικα και των προθέσεων.
Ο κόσμος της διεθνούς πολιτικής χαρακτηρίζεται από την τραγωδία των βραχυπρόθεσμων συμφερόντων. Ο χθεσινός σύμμαχος γίνεται αντίπαλος. Οι καλές προθέσεις δεν αρκούν για να κατοχυρώσουν συμφέροντα. Η αμερικανική πίστη οτι η ευρωατλαντική τάξη έχει σαφή όρια, ήταν λανθασμένη και πολύ αργά έγινε αντιληπτό από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού το γεγονός ότι η Ιστορία δεν είναι ξεκομμένη από το παρόν, όπως και η γεωγραφία. Ο φόβος του Μακίντερ για την ″ένωση″ των ευρασιατικών ηπειρωτικών δυνάμεων, δεν ήταν φόβος της εποχής του. Η Γερμανία δεν έπαψε ποτέ να βλέπει την Ευρώπη ως μια αυλή που πρέπει να κατέχει ακόμη και στο Πότσδαμ πολλοί νόμιζαν ότι ένα διεθνές προτεκτοράτο δεν μπορεί να ανοικοδομηθεί ξανά.
Ο Kάπτσαν (συμμετείχε στην κυβέρνηση Κλίντον) έγραψε πρόσφατα ένα άρθρο στο Project Syndicate στο οποίο θέτει τα όρια της ιδεολογικοποίησης της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής στο σημερινό κόσμο.
Τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι ένα εργαλείο εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ, όπως επίσης και η ″κήρυξη ιδεολογικού πολέμου εναντίον των αυταρχικών καθεστώτων″.Το είδαμε ήδη αυτό σε δύο περιπτώσεις. Οι ΗΠΑ στήριξαν (έστω και με απροθυμία) το Ισραήλ στην πρόσφατες εχθροπραξίες με τη Χαμάς.
Το Ισραήλ είναι ο πυλώνας των αμερικανικών συμφερόντων στην περιοχή. Ο Σάντερς προσπάθησε με νομοσχέδιο να μπλοκάρει την πώληση οπλικών συστημάτων στο Ισραήλ αξίας περίπου 750εκ δολαρίων, όμως δεν τα κατάφερε.
Ο πρόεδρος Σίσι της Αιγύπτου, ήταν και αυτός στη ″μαύρη λίστα″ των ″δικτατόρων″ όμως η διαμεσολαβητική του προσπάθεια στην εκεχειρία, τον ανέβασε στα αμερικανικά μάτια.
Στην Τουρκία αντίθετα, επειδή οι ΗΠΑ έχουν το μαχαίρι και το καρπούζι, χρησιμοποιούν με άνεση τα ανθρώπινα δικαιώματα προκειμένου να δυσκολέψουν την Τουρκία.
Είναι άλλο πράγμα όμως στον σύγχρονο κόσμο η Αίγυπτος, το Ισραήλ και η Γερμανία για τις ΗΠΑ και άλλο η Τουρκία. Ήδη ο πρόεδρος Μπάιντεν έχει καταλάβει ότι δεν μπορεί και δεν πρέπει να γίνει ούτε Τραμπ αλλά ούτε Ομπάμα.
Αντιμετωπίζει τον κόσμο όπως αυτός είναι, όχι όπως θα ήθελε να είναι. Η δημοκρατία δε θα επικρατήσει σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του κόσμου. Το μεγάλο ζήτημα των ΗΠΑ είναι η Κίνα.
Οι ΗΠΑ περιμένουν μια νέα κυβέρνηση στη Γερμανία η οποία δε θα θυμίζει αυτή της Άνγκελα Μέρκελ. Το 95% του αγωγού έχει ολοκληρωθεί. Οι κυρώσεις σε Γερμανία και Ρωσία μόνο ζημιά θα έκαναν.
Όπως και στη ζωή, έτσι συμβαίνει και στις διεθνείς σχέσεις. Δεν πρέπει να καθόμαστε να κλαίμε πάνω από το χυμένο γάλα. Οι ΗΠΑ κέρδισαν με αυτήν την άρση κυρώσεων. Οι ΗΠΑ θεωρούν ότι η Γερμανία θα αυξήσει τις δαπάνες της στην άμυνα ώστε να υλοποιήσει τη δέσμευσή της στο ΝΑΤΟ.
Επιπρόσθετα, οι ΗΠΑ επενδύουν στο γεγονός ότι η Γερμανία θα εναντιωθεί στην Κίνα που αυτή τη στιγμή είναι ο πρώτος εμπορικός εταίρος της.
Με αυτόν τον τρόπο οι ΗΠΑ θα κρατούν την Γερμανία ″υποχρεωμένη″ ώστε να υλοποιήσει όλες τις άλλες δεσμεύσεις τις οι οποίες απορρέουν τόσο από το ΝΑΤΟ όσο και από τις σχέσεις ΕΕ-ΗΠΑ. Δεν είναι όμως μόνο αυτά.
Η αμερικανική πολιτική αυτή τη στιγμή έχει αρχίσει να αντιλαμβάνεται ότι ο κίνδυνος της ενεργειακής εξάρτησης της Γερμανίας και της ΕΕ δεν είναι τόσο σημαντικός όσο είναι η εμπορική παράδοση της ΕΕ στην Κίνα.
Η άρση των κυρώσεων για τον Nord Stream II έχει τη σημασία της και για τις σχέσεις ΗΠΑ-Ρωσίας.
Δε θα ήταν καλή ιδέα για την Αμερική να αφήσει την Κίνα και τη Ρωσία να καλύπτουν η μια την άλλη στην Ευρώπη.
Αν δεν μπορείς να αποφύγεις τους αντιπάλους σου, τότε τουλάχιστον, δεν πρέπει να τους συνασπίζεις.
Εν αναμονή της συνάντησης Μπάιντεν-Πούτιν, η άρση των κυρώσεων είναι ένα μήνυμα μιας διαφορετικής προσέγγισης.
Ο στόχος των ΗΠΑ είναι να έρθουν ξανά πίσω στη Δύση οι αφετηρίες των εμπορικών διαδρομών και να μην καταστεί η Κίνα ″καρδιά″ του διεθνούς εμπορίου.
Οι Γερμανοί είναι ήδη πολύ πίσω στα ηλεκτρικά αυτοκίνητα σε σχέση με την Κίνα και το ″όραμα″ των μαζικών εξαγωγών στην Κίνα, τείνει να γίνει εφιάλτης. Με την άρση των κυρώσεων τώρα οι Αμερικανοί περιμένουν μια πολύ πιο διαλλακτική Γερμανία από εκείνη που έχτισε η Μέρκελ. Δεν θα ήθελε ο Μπάιντεν να φέρει τη νέα γερμανική κυβέρνηση αντιμέτωπη με προβλήματα της προηγούμενης κατάστασης στη Γερμανία.
Οι ΗΠΑ επενδύουν σε μια προς όφελός τους, νέα αμερικανογερμανική σχέση. Η τακτοποίηση των σχέσεων ΗΠΑ-ΕΕ και ΗΠΑ-Ρωσίας οφείλει να γίνει ταχύτατα προκειμένου οι ΗΠΑ να μπορέσουν να προχωρήσουν στην δημιουργία μιας ισορροπίας ισχύος στην ανατολική Ασία.
Τέλος, οι ΗΠΑ περιμένουν πως αν η Γερμανία έχει μια νέα κυβέρνηση η οποία θα είναι απρόθυμη για περαιτέρω συνεργασία με Ρωσία, τότε οι δύο χώρες θα έχουν πιο ψυχρές σχέσεις και οι ΗΠΑ θα μπορούν να βρίσκονται ανάμεσα, αυξάνοντας τη σημασία της Ουάσινγκτον και για το Βερολίνο και για τη Μόσχα.Ο κόσμος τείνει να επανέλθει σε κάτι που θα θυμίζει Ψυχρό Πόλεμο.
Για την ώρα όμως, υπάρχει ένα πολυπολικό σύστημα το οποίο εκτός της εγγενούς αστάθειας που έχει, υποφέρει και από μια αλληλεξάρτηση η οποία βάζει πολλούς πονοκεφάλους σε όλα τα κράτη.
Ακόμη και χώρες που έχουν σοβαρά ζητήματα με την Κίνα (πχ Ιαπωνία, Νότια Κορέα, Αυστραλία) δε θα ήθελαν μια ευθεία αντιπαράθεση αυτή τη στιγμή με το Πεκίνο.