Η Μάχη της Πολτάβα και η επί 300 χρόνια σταθερή πολιτική της Δύσης απέναντι στη Ρωσία

Εδώ και 300 περίπου χρόνια, η ευρωπαϊκή διπλωματία ακολουθεί το ίδιο μοτίβο
Commons wikimedia

Ο Θουκυδίδης υπήρξε ίσως ο σημαντικότερος αρχαίος Έλληνας ιστορικός. Τα έργο του έχει ως αντικείμενο τον Πελοποννησιακό Πόλεμο, την εμφύλια σύρραξη Αθήνας και Σπάρτης. Ο συγγραφέας απευθύνεται και στους αναγνώστες τον μελλοντικών γενιών, λέγοντας ότι η εξιστόρησή του θα τους οδηγήσει σε χρήσιμα συμπεράσματα, με τα οποία θα κατανοήσουν και τα γεγονότα της δικής τους εποχής. Ο Θουκυδίδης αρχίζει την διήγησή του Πελοποννησιακού Πολέμου από τους προϊστορικούς χρόνους της Ελλάδας και όχι από το ξέσπασμα των εχθροπραξιών. Αυτό δεν το κάνει βέβαια για να γράψει όσες περισσότερες σελίδες γίνεται και να γεμίσει το βιβλίο του. Απώτερος σκοπός του είναι να καταδείξει ότι κάθε ιστορικό γεγονός έχει τις ρίζες του πολύ πίσω στο παρελθόν. Αυτός ο κανόνας ισχύει φυσικά και για όσα συμβαίνουν στις μέρες μας.

Μέχρι τον 18ο αιώνα, οι Δυτικοευρωπαίοι έβλεπαν την Ρωσία με περιφρόνηση. Γνώριζαν ότι επρόκειτο για μια τεράστια χώρα με εκατομμύρια κατοίκους αλλά δεν την υπολόγιζαν ως σοβαρό αντίπαλο. Πίστευαν ακράδαντα πως η Ρωσία ήταν οπισθοδρομική και υπανάπτυκτη και ότι ως εκ τούτου δεν μπορούσε να εκμεταλλευτεί τις δυνατότητές της και να αναδειχθεί σε μεγάλη ευρωπαϊκή δύναμη. Για την Δύση, το βασίλειο των τσάρων παρέμενε ένα αιρετικό κράτος που δεν είχε βγει ακόμα από τον μεσαίωνα, όντας βυθισμένο στις προλήψεις, τις δεισιδαιμονίες αλλά και την βαρβαρότητα. Το 1709 όμως, οι Ευρωπαίοι θα μετέβαλαν τελείως τις εκτιμήσεις τους για την ισχύ της Ρωσίας, με έναν μάλλον επώδυνο τρόπο.

Από το 1682, στην Ρωσία βασίλευε ο τσάρος Πέτρος Α΄, ο επονομαζόμενος Μέγας. Ο βασικός σκοπός της πολιτικής του ήταν να εκσυγχρονίσει την Ρωσία και να την καταστήσει υπολογίσιμη δύναμη στην Ευρώπη. Ο Μέγας Πέτρος επέβαλε – συχνά με βίαιες μεθόδους – μια σειρά μεταρρυθμίσεων σε όλους τους τομείς: στο εμπόριο, στην οικονομία, στην εκπαίδευση και φυσικά στον στρατό. Οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις αναδιοργανώθηκαν και εξοπλίστηκαν σύμφωνα με τα πρότυπα τις δυτικής Ευρώπης. Οι στρατιώτες του τσάρου εκπαιδεύτηκαν και εξοικειώθηκαν με τις τακτικές που εφάρμοζαν οι στρατηγοί της Γαλλίας, της Βρετανίας και των γερμανικών κρατών. Στην Δύση, οι μεταρρυθμίσεις αυτές είτε πέρασαν απαρατήρητες είτε θεωρήθηκαν γραφικές και καταδικασμένες προσπάθειες ενός έθνους που δεν είχε ελπίδα να ορθοποδήσει.

Το 1700 ξέσπασε ο Μεγάλος Βόρειος Πόλεμος, μια αιματηρότατη σύρραξη μεταξύ Σουηδίας και ενός συνασπισμού κρατών με επικεφαλής την Ρωσία. Βασική αιτία της σύγκρουσης αυτής ήταν ο ανταγωνισμός για τον έλεγχο της ανατολικής και βόρειας Ευρώπης. Την περίοδο εκείνη η Σουηδία αποτελούσε μια ευρωπαϊκή υπερδύναμη και ο στρατός της θεωρείτο ο ικανότερος και ο πιο άρτια εκπαιδευμένος στον Βορρά. Βασιλιάς της ήταν ο Κάρολος ΙΒ΄, ένας ικανός αλλά υπερβολικά φιλόδοξος μονάρχης. Για οκτώ χρόνια, μετά την έναρξη του Μεγάλου Βόρειου Πολέμου, ο σουηδικός στρατός έλεγχε την κατάσταση, κερδίζοντας σχεδόν κάθε μάχη που έδινε. Το 1708, ο Κάρολος ΙΒ΄ αποφάσισε να προελάσει ως την Μόσχα και να δώσει την χαριστική βολή στον μεγάλο του αντίπαλο, την Ρωσία. Η καθοριστική μάχη δόθηκε στην Πολτάβα της Ουκρανίας, στις 28 Ιουνίου 1709. Παρά τις αρχικές τους επιτυχίες, οι Σουηδοί γνώρισαν τελικά μια άνευ προηγουμένου συντριβή. Από τους 25.000 άνδρες του Καρόλου ΙΒ΄, περίπου 7.000 κείτονταν νεκροί ή τραυματισμένοι, ενώ γύρω στους 3.000 είχαν αιχμαλωτιστεί. Ο Μεγάλος Βόρειος Πόλεμος θα συνεχιζόταν μέχρι το 1721 και θα έληγε με νικητή την Ρωσία.

Η μάχη της Πολτάβας ήταν ένα σοκ για τους Δυτικοευρωπαίους, οι οποίοι συνειδητοποιούσαν ξαφνικά ότι η κατάσταση είχε αλλάξει για πάντα. Η Ρωσία είχε πάψει να είναι ο γνωστός ακίνδυνος γίγαντας και αποτελούσε πλέον έναν νέο ισχυρό παίκτη στην διεθνή διπλωματική και στρατιωτική σκακιέρα. Οι διαπιστώσεις αυτές θα επιβεβαιώνονταν πολλές φορές στα χρόνια που ακολούθησαν. Η στάση της Ρωσίας θα αποδεικνυόταν καθοριστική για την διαμόρφωση των πραγμάτων στην Δύση, ειδικά στις μεγάλες ευρωπαϊκές συρράξεις, όπως τους Ναπολεόντειους Πολέμους και τον Δεύτερο Παγκόσμιο.

Ο μεγαλύτερος όμως φόβος για τους Δυτικούς, στους αιώνες που ακολούθησαν την μάχη της Πολτάβας, ήταν η ολοένα συχνότερη παρουσία ρωσικών στρατευμάτων σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και σε περιοχές κοντά στην Μεσόγειο. Το 1760, στα πλαίσια του Επταετούς Πολέμου, οι Ρώσοι κατέλαβαν το Βερολίνο, με τους Αυστριακούς στο πλευρό τους. Το 1814, οι στρατιές του τσάρου μπήκαν στο Παρίσι μαζί με τους συμμάχους τους, έχοντας νικήσει από κοινού τον Ναπολέοντα. Το 1853 ο ρωσικός στόλος συνέτριψε τον οθωμανικό στην Μαύρη Θάλασσα, προκαλώντας την επέμβαση των Αγγλογάλλων υπέρ του σουλτάνου. Ξέσπασε έτσι ο λεγόμενος Κριμαϊκός Πόλεμος, που αποσκοπούσε στο να αποτραπεί η έξοδος των Ρώσων στην Μεσόγειο. Ακόμα και η νικηφόρα προέλαση του σοβιετικού στρατού εναντίον της χιτλερικής Γερμανίας και η είσοδός του στο Βερολίνο, το 1945, προκάλεσαν ανησυχίες στους Ευρωπαίους και Αμερικανούς συμμάχους του Στάλιν.

Από την μάχη της Πολτάβας και μετά, οι Δυτικοί έθεσαν έναν νέο βασικό στόχο στην εξωτερική πολιτική τους: να αποκόψουν κάθε έξοδο της Ρωσίας στην Μεσόγειο και να εμποδίσουν την επέκτασή της προς την Δύση.

Εδώ και 300 περίπου χρόνια, η ευρωπαϊκή διπλωματία ακολουθεί το ίδιο μοτίβο, με μικρές παραλλαγές. Τον 18ο και 19ο αιώνα, πολλά κράτη της Δύσης τηρούσαν φιλοτουρκική στάση, θεωρώντας την Οθωμανική Αυτοκρατορία ως τον μοναδικό παράγοντα ανάσχεσης της ρωσικής επέκτασης. Κατά τον Κριμαϊκό Πόλεμο, που προαναφέρθηκε, οι Ευρωπαίοι δεν δίστασαν να χρησιμοποιήσουν βίαια μέσα για να περιορίσουν την δύναμη του τσάρου. Η πολιτική του κατευνασμού, την οποία ακολουθούσαν οι δυνάμεις της Δύσης κατά την δεκαετία του 1930, αποσκοπούσε μεταξύ άλλων και στην ενίσχυση της χιτλερικής Γερμανίας, ώστε να χρησιμεύσει ως ανάχωμα απέναντι σε μια πιθανή σοβιετική προέλαση προς τον Ατλαντικό. Ανάλογα παραδείγματα έχουμε και στα πιο πρόσφατα χρόνια. Από το 1990, οι Δυτικοί σχηματίζουν σταδιακά έναν κλοιό γύρω από την Ρωσία, εντάσσοντας στο ΝΑΤΟ όλους σχεδόν τους γείτονές της. Αυτή η περικύκλωση θα ολοκληρωθεί μόνο με την προσχώρηση νέων ανατολικών χωρών στην Βορειοατλαντική συμμαχία, όπως η Ουκρανία και τα κράτη της πρώην Γιουγκοσλαβίας. Έτσι εξηγείται εν μέρει ο πόλεμος στην Κριμαία, το 2014, αλλά και οι πιέσεις της Δύσης για να αναγνωριστεί το Κόσοβο και να επιλυθούν τα προβλήματα μεταξύ Αθήνας και Σκοπίων. Κάθε διπλωματικό λοιπόν σχέδιο των Ευρωπαίων σχετικά με την Ρωσία και κάθε καταγγελία της όντως αυταρχικής συμπεριφοράς του Πούτιν, έχουν τις ρίζες τους σε ένα μακρινό αλλά καθοριστικό γεγονός: τον τρόμο που σκόρπισε η μάχη της Πολτάβας.

Δημοφιλή