Προσφάτως ήλθε ξανά στο φως της δημοσιότητας το μείζονος κοινωνικής σημασίας ζήτημα της παιδεραστίας, επιβεβαιώνοντας για μια ακόμη φορά ότι πρόκειται για μία πληγή της σύγχρονης κοινωνίας που δεν επουλώνεται, παρά τις προσπάθειες που έχουν καταβληθεί μέχρι σήμερα από τις αρμόδιες αρχές, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο.
Η σεξουαλική κακοποίηση παιδιών έχει λάβει τεράστιες διαστάσεις στις μέρες μας και ένας από τους βασικούς παράγοντες που έχουν συμβάλει καθοριστικά στη ραγδαία αύξηση της παιδεραστίας, είναι οι σύγχρονες εφαρμογές επικοινωνίας και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Δυστυχώς, το διαδίκτυο σε συνδυασμό με το συνεχή αυξανόμενο αριθμό παιδιών και εφήβων που κατέχουν και χρησιμοποιούν σε 24ωρη βάση smartphones, διευκολύνουν την άμεση επικοινωνία και την προσέλκυση των παιδεραστών, οι οποίοι εκμεταλλεύονται την ανωνυμία που τους προσφέρει το διαδίκτυο.
Επιστημονικές έρευνες δείχνουν ότι η σεξουαλική κακοποίηση παιδιών έχει καταλυτικές συνέπειες, ψυχολογικές και κοινωνικές, για τα ίδια θύματα και για τις οικογένειες τους και μάλιστα εφ΄ όρου ζωής. Σε έρευνα της UNICEF εκτιμάται ότι περίπου 120 εκατομμύρια κορίτσια κάτω των 20 ετών, σε ολόκληρο τον κόσμο, έχουν υποστεί σεξουαλική κακοποίηση σε κάποια στιγμή της ζωής τους. Στη ίδια έρευνα, αναφέρεται, επίσης, ότι τα περισσότερα παιδιά και οι οικογένειες τους δεν αναφέρουν τις περιπτώσεις σεξουαλικής κακοποίησης τους λόγω στίγματος, φόβου, αλλά και έλλειψης εμπιστοσύνης στις αρμόδιες κρατικές αρχές.
Για την αντιμετώπιση αυτού του ειδεχθούς εγκληματικού φαινομένου, η Interpol έχει αναπτύξει τα τελευταία χρόνια μία σύγχρονη ηλεκτρονική βάση δεδομένων για την παιδική σεξουαλική εκμετάλλευση, η οποία περιέχει περισσότερες από 1,5 εκατ. εικόνες και βίντεο και έχει συμβάλει στον εντοπισμό μέχρι σήμερα 19.400 θυμάτων. Η εν λόγω βάση δεδομένων, η οποία, ειρήσθω εν παρόδω, είναι παγκοσμίως μοναδική, έχει αναδειχθεί σε ένα αποτελεσματικό εργαλείο εκμετάλλευσης πληροφοριών και διερεύνησης σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών. Χρησιμοποιώντας ένα προηγμένο λογισμικό σύστημα σύγκρισης εικόνων και βίντεο, οι ερευνητές μπορούν να κάνουν συνδέσεις και συσχετισμούς μεταξύ θυμάτων, παιδεραστών και τόπων διάπραξης εγκλημάτων, προκειμένου να προλάβουν ή να εξιχνιάσουν υποθέσεις σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών.
Ωστόσο, παρά τις διεθνείς πρωτοβουλίες και συνεργασίες για την καταπολέμηση της μάστιγας της παιδεραστίας, η αποτελεσματική αντιμετώπιση της δεν παύει να ανάγεται πρωτίστως στο κοινωνικό και νομικό πλαίσιο που η κάθε κοινωνία ξεχωριστά θεσπίζει, προκειμένου να προασπίσει τη ζωή των παιδιών της και να επιβάλλει την ανάλογη ποινική μεταχείριση των παιδεραστών. Για παράδειγμα, το Ηνωμένο Βασίλειο έχει θεσπίσει αυστηρό νομοθετικό πλαίσιο για τους δράστες σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών.
Η Μητροπολιτική Αστυνομία του Λονδίνου είναι υπεύθυνη να επιβλέπει τους καταγεγραμμένους δράστες τηρώντας ειδικό προς τούτο αρχείο με τις διευθύνσεις διαμονής τους, να διατηρεί συνεχή επαφή μαζί τους, να διεξάγει έρευνες για ύποπτες δραστηριότητες τους, ακόμη και να προβαίνει σε επίσημες ειδοποιήσεις τρίτων για τυχόν κινδύνους που ενέχουν οι εν λόγω καταγεγραμμένοι παιδεραστές. Αυτές οι νομοθετικές εξουσίες περιλαμβάνουν και την έκδοση προειδοποιήσεων εναντίον υπόπτων, την παρακολούθηση τους κατά την αποφυλάκιση τους με εγγύηση ή άλλους όρους, όπως, επίσης, και ρητές απαγορεύσεις για μετάβαση σε ορισμένα μέρη ή την επικοινωνία τους με παιδιά. Παρόμοια νομοθετικά πλαίσια υφίστανται σε πολλές χώρες του δυτικού κόσμου και λειτουργούν αποτελεσματικά και κυρίως προληπτικά.
Είναι, λοιπόν, αδήριτη πλέον η ανάγκη και στην Ελλάδα να υπάρξει ένα σύγχρονο αποτελεσματικό πλαίσιο πρόληψης και αποτελεσματικής καταπολέμησης αυτής της σύγχρονης μάστιγας, η οποία προσβάλει τις αρχές και τις αξίες του ανθρώπινου πολιτισμού και διαβρώνει τα θεμέλια της δημοκρατίας. Αναμφίβολα, η δημοκρατία είναι επιεικής προς όλους εκείνους που παραβιάζουν τους νόμους της σεβόμενη και τα δικαιώματα τους που απορρέουν από του νόμους του κράτους, αλλά συγχρόνως η θέσπιση και εφαρμογή των νόμων είναι και η ουσιώδης προϋπόθεση της ύπαρξης του δημοκρατικού πολιτεύματος. Διότι, όπως εύστοχα επισήμανε ο Δημοσθένης, ο σημαντικότερος ρήτορας της αρχαιότητας, αν οι νόμοι δεν τηρούνται, τότε η ανθρώπινη ζωή δεν θα διέφερε καθόλου από αυτή των θηρίων.-
* Ο κ. Ευάγγελος Στεργιούλης είναι Διδάκτωρ Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου και ε.α. Υποστράτηγος της Ελληνικής Αστυνομίας. Υπηρέτησε στην έδρα της Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας-Europol, στη Χάγη, ως υπεύθυνος εξωτερικών και δημοσίων σχέσεων και διετέλεσε προϊστάμενος των Εθνικών Γραφείων Interpol και Europol. Έχει διδάξει στις Αστυνομικές Ακαδημίες της Ελληνικής και Κυπριακής Αστυνομίας, καθώς και στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου.