Η Νέα Σελίδα στη Ρωσική Οικονομία: Προκλήσεις και Προοπτικές

Η Νέα Σελίδα στη Ρωσική Οικονομία: Προκλήσεις και Προοπτικές
Gleb Garanich / Reuters

Οι ρωσικές προεδρικές εκλογές στις 18 Μαρτίου 2018 ανέδειξαν νικητή για ακόμη μια εξαετή θητεία τον Βλάντιμιρ Πούτιν επιτυγχάνοντας ένα ποσοστό ρεκόρ 76,7% των ψήφων. Το εν λόγω ποσοστό εξασφαλίζει, αναμφισβήτητα, μια ισχυρή λαϊκή εντολή για να πραγματοποιήσει το κυβερνητικό του πρόγραμμα. Στις προτεραιότητες της νέας κυβερνητικής ατζέντας απαριθμούνται οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις και η εσωτερική ανάπτυξη της χώρας, με εμφανή την ανάγκη προώθησης της καινοτομίας και της υψηλής τεχνολογίας. Παράλληλα, επιπλέον μεταρρυθμίσεις θα αφορούν στη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των Ρώσων, τη μείωση του επιπέδου της φτώχειας, (παρά την πτωτική του τάση στην περίοδο 2000-2018, κατά τη διάρκεια της οικονομικής ύφεσης 2014-2016 σημειώθηκε ανοδική πορεία) και την αναβάθμιση των τομέων της υγείας, της εκπαίδευσης και του συνταξιοδοτικού συστήματος. Τέλος, στις άμεσες προτεραιότητες εντάσσεται και η προσέλκυση ξένων επενδύσεων, οι οποίες θα τονώσουν την εσωτερική αγορά επηρεάζοντας με θετικό πρόσημο τους οικονομικούς δείκτες της χώρας.

Τη διετία 2014-2016 η ρωσική οικονομία έπειτα από χρόνια σταθερής και ανοδικής πορείας βρέθηκε σε βαθιά ύφεση, ως αποτέλεσμα των δυτικών κυρώσεων που τις επιβλήθηκαν και της πτώσης της τιμής του πετρελαίου (από $108 το βαρέλι τον 9/2013 σε κάτω των $30 το βαρέλι τον 2/2016) επηρεάζοντας άμεσα τη ροή των εσόδων της. Στη διαχείριση της κρίσης αποφασιστικό ρόλο διετέλεσε η Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας. Η επιλογή της υποτίμησης του ρουβλίου προκάλεσε έλλειψη ρευστότητας για τις ρωσικές τράπεζες οδηγώντας, αναπόφευκτα, στην αύξηση του δείκτη επιτοκίου σε 17% από 10,5.

Οι ανωτέρω ενέργειες σε συνδυασμό με τον υψηλό πληθωρισμό (διάρκειας ενός μόνο έτους), την αύξηση των «κόκκινων» δανείων μέχρι και το 2016 (20% επί του συνόλου ήταν μη εξυπηρετούμενα) και τον περιορισμό του εξωτερικού δανεισμού των ρωσικών τραπεζών και επιχειρήσεων φανέρωσαν μια εσωτερική παθογένεια του τραπεζικού συστήματος. Η επέμβαση της Κεντρικής Τράπεζας ήταν καταλυτική και ζωτικής σημασίας. Το καλοκαίρι του 2017 μεθόδευσε το κλείσιμο αρκετών προβληματικών τραπεζών και διέσωσε δυο ιδιωτικές τράπεζες υψηλών αποθεματικών κεφαλαίων (Bank Otkritie FC και B&N Bank). Η εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος επέτρεψε τη λειτουργία 589 τραπεζικών ιδρυμάτων από τα 922 που λειτουργούσαν μέχρι και τα τέλη του 2013.

Παράλληλα, η συμφωνία με τον ΟΠΕΚ στα τέλη του 2016 για τη μείωση της παραγωγής του πετρελαίου οδήγησε στην αύξηση της τιμής του, επιτυγχάνοντας την εξομάλυνση της παγκόσμιας αγοράς πετρελαίου (τιμή και παραγωγή) και εξασφαλίζοντας όφελος για τα ρωσικά κρατικά ταμεία 800δις ρούβλια (11,5δις€).

Κατά συνέπεια, σήμερα έχει περιορισθεί σημαντικά το δημοσιονομικό έλλειμμα κάτω του 1% και ο πληθωρισμός μόλις που υπερβαίνει το 2%, αγγίζοντας επίπεδα χαμηλότερα και από την προ κρίσης εποχή. Επιπροσθέτως, η νέα νομοθεσία σταθερής τιμής αναφοράς πετρελαίου εξασφαλίζει ότι στην περίπτωση που η τιμή του πετρελαίου ξεπερνάει τα $40 το βαρέλι, τα έσοδα που θα αποκομίζει η χώρα θα κατατίθενται στο κρατικό Επενδυτικό Ταμείο. Στόχος του νέου δημοσιονομικού κανονισμού είναι η μεθόδευση μακροπρόθεσμων επενδύσεων, ευνοώντας την οικοδόμηση μιας σταθερής οικονομίας απεξαρτημένης από τη τιμή του πετρελαίου.

Σύμφωνα με τη Rosstat (επίσημη στατιστική υπηρεσία της Ρωσίας), ήδη από το δεύτερο τρίμηνο του 2017 η Ρωσία έχει επιτύχει να αυξήσει το ΑΕΠ κατά 1,8%. Σύμφωνα με την έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας προβλέπεται για τα ακόλουθα έτη 2018 και 2019 ανάλογος ρυθμός ανάπτυξης του ΑΕΠ, με τη καταναλωτική ζήτηση να αποτελεί την κινητήρια μεταβλητή της ανάπτυξης. Πράγματι, η σταθερότητα του ρουβλίου και ο χαμηλός πληθωρισμός συνέβαλαν στην τόνωση της αγοραστικής ικανότητας των καταναλωτών, παρά τη μείωση των διαθέσιμων εισοδημάτων. Ύστερα, η μείωση του βασικού επιτοκίου σε 8,25% αποτέλεσε για τις τράπεζες κίνητρο πιο ευέλικτης προσφοράς καταναλωτικών και στεγαστικών δανείων σε ιδιώτες. Όπως προκύπτει, η ρωσική οικονομία εξαρτάται από τους καταναλωτές, οι οποίοι δανείζονται περισσότερο για να αγοράσουν ακίνητα και εισαγόμενα προϊόντα.

Επεκτείνοντας το συλλογισμό μας, θα λέγαμε ότι η απουσία αύξησης του εισοδήματος και η ανεξέλεγκτη προσφορά δανείων δύναται να πυροδοτήσει μια «φούσκα» στην οικονομία. Στην παρούσα φάση της ανάκαμψης, η ρωσική οικονομία χρειάζεται μια πολιτική προσέλκυσης επενδύσεων και όχι μια πολιτική ασύδοτης προσφοράς δανείων από το μόλις διασωθέν τραπεζικό σύστημα, δημιουργώντας μια ψευδαίσθηση ορθής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς. Αναντίρρητα, η τραπεζική κρίση ανέδειξε το σταθεροποιητικό και ρυθμιστικό ρόλο του κράτους στο τραπεζικό σύστημα, καθώς ξοδεύοντας αρκετά εκατομμύρια από τα αποθεματικά του κατάφερε να το εξυγιάνει. Το ερώτημα είναι για πόσο και με τι κόστος;

Κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2017 σημειώθηκε η αύξηση των ιδιωτικών επενδύσεων, ένας οιωνός εξαιρετικά ενθαρρυντικός για τη κυβέρνηση, ύστερα και από την πτωτική τάση που παρουσίασαν οι επενδύσεις ήδη δυο χρόνια πριν την ύφεση. Εντούτοις, την εν λόγω περίοδο οι ΑΞΕ ήταν αποτέλεσμα ενός φαινομένου που ονομάζεται “round-tripping”, όπου τα ρωσικά χρήματα «μεταμφιέζονται» ως ξένα χρήματα που επανεισάγονται στη Ρωσία υπό μορφή ΑΞΕ.

Επομένως, κινητήριος μοχλός για την θωράκιση και ανάπτυξη της οικονομίας κρίνεται η προσέλκυση επενδύσεων. Προς αυτό το δρόμο η Ρωσία θα πρέπει να ενισχύσει περισσότερο τις εξαγωγικές της ικανότητες στον τομέα των αγροτικών προϊόντων, όπως έχει ήδη κάνει με το σιτάρι. Επιπλέον, θα πρέπει να τονώσει την ανταγωνιστικότητα της αντιμετωπίζοντας τις παθογένειες του συστήματός της όπως, τα χαμηλά επίπεδα βιομηχανικού αυτοματισμού, τη γραφειοκρατία και τη διαφθορά.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι δηλώσεις του Ρώσου οικονομολόγου Mikhail Dmitriev, όπου προτάσσει την ανάγκη ταχείας ανάπτυξης των υποδομών, του οικιστικού-κατασκευαστικού τομέα, και την ανάπτυξη των μεγαλουπόλεων ως οικονομικών κέντρων αποκομμένων από την οικονομία του ορυκτού πλούτου, δημιουργώντας ταυτόχρονα την απαραίτητη βάση για την ένταξη καινοτομιών και της ψηφιακής διακυβέρνησης στην οικονομία. Η ευόδωση των ανωτέρων μεταρρυθμίσεων δύναται να εξασφαλίσει ετήσιους ρυθμούς ανάπτυξης 3-4%.

Αποφασιστικής σημασίας κρίνεται η συμβολή του ψηφιακού μετασχηματισμού στη ρωσική οικονομία. Το πρόγραμμα που υιοθετήθηκε τον Ιούλιο 2017 για την ανάπτυξη της ρωσικής ψηφιακής οικονομίας με γνώμονα το 2024, δίνει τη δυνατότητα μετάβασης της Ρωσίας από την ομάδα των μεταβατικών χωρών σε εκείνη των ηγετών της ψηφιακής οικονομίας. Κύριος στόχος του προγράμματος είναι η ανάπτυξη των υψηλών τεχνολογιών σε ηγετικούς τομείς της οικονομίας, αποτελούμενο από πέντε τομείς δραστηριοποίησης. Επιγραμματικά αναφέρονται: κανονιστική ρύθμιση, εκπαίδευση, ανθρώπινο δυναμικό, κυβερνο-ασφάλεια, ανάπτυξη ερευνητικών δυνατοτήτων και υποδομές υψηλής πληροφορικής.

Η τελευταία πενταετία της οικονομικής ύφεσης και ανασυγκρότησης, συνδυαστικά με το άτυπο «σύμφωνο ανοχής» (Κατά τον Dmitriev η συντριπτική πλειοψηφία του κόσμου υποστηρίζει τη σημερινή εξωτερική πολιτική, μη δίνοντας τη δέουσα προσοχή σε ζητήματα που άπτονται της εσωτερικής πολιτικής) μεταξύ του κόσμου και της εξουσίας που διαμορφώθηκε μετά το 2014, συνθέτουν το πάζλ της σύγχρονης ρωσικής κοινωνίας με την οικονομία και την πολιτική. Παρ’ όλες, τις επιφυλακτικές προβλέψεις των οικονομολόγων παγκοσμίως, η Ρωσία κατάφερε να ξεπεράσει τον ανεμοστρόβιλο της ύφεσης αποκομίζοντας σημαντικά διδάγματα.

Αποδεδειγμένα, το γεγονός ότι η οικονομία είναι άμεσα συνυφασμένη με την τιμή του πετρελαίου δημιουργεί προβλήματα στην ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Η χρήση των αποθεματικών ταμείων για την κάλυψη των κενών στα κρατικά έσοδα και τη διάσωση των αναιμικών τραπεζικών ιδρυμάτων φανερώνουν ένα εγγενές πρόβλημα. Οι μεταρρυθμίσεις στην οικονομία θα πρέπει να εξασφαλίσουν την αποδέσμευση της οικονομίας από την τιμή του πετρελαίου, επιτυγχάνοντας ένα οριστικό διαζύγιο. Οι συζητήσεις με τη Σαουδική Αραβία για επέκταση τη Συμφωνίας του ΟΠΕΚ του 2016 σε μια πιο μακροπρόθεσμη βάση 10 έως και 20 χρόνων προσφέρουν μια κάποια σταθερότητα στη τιμή του πετρελαίου, αλλά ισχαιμική και χρονικά περιορισμένη. Η Ρωσία χρειάζεται μια ψηφιοποιημένη οικονομία που θα μπορεί να ανταγωνίζεται τις υπόλοιπες ισχυρές οικονομίες του κόσμου και θα επενδύει στον υψηλό τομέα της τεχνολογίας εγκαινιάζοντας έτσι μια νέα εποχή σταθερής ανάπτυξης.

Βιβλιογραφία

  • Ανθεκτική στις πιέσεις αποδείχθηκε η ρωσική οικονομία, Καθημερινή, 2018,

http://www.kathimerini.gr/951263/article/oikonomia/die8nhs-oikonomia/an8ektikh-stis-pieseis-apodeix8hke-h-rwsikh-oikonomia ημ.ανακτησης: 23/03/2018

Δημοφιλή